Με αφορμή την πρόσφατη κατάθεση του σχεδίου κρατικού Προϋπολογισμού δέχθηκα τα εξής ερωτήματα από τους φοιτητές μου: Προάγει τη σταθεροποίηση της οικονομίας; Προάγει την άριστη κατανομή των πόρων; Είναι δίκαιος ο Προϋπολογισμός; Είναι αναπτυξιακός ο Προϋπολογισμός;
Αναφορικά με το πρώτο ερώτημα, η απάντηση είναι ξεκάθαρα θετική. Το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να διαμορφωθεί σε 2,4% το 2024 και 2,5% το 2025 και το συνολικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα σε -1,0% το 2024 και -0,6% το 2025. Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε 356.500 εκατ. ευρώ ή 153,7% ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος του 2024 έναντι 356.695 εκατ. ευρώ ή 161,9% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2023, παρουσιάζοντας μείωση κατά 8,2 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2023.
Η χώρα έχει εισέλθει πλέον σε έναν ενάρετο κύκλο δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων και μείωσης του χρέους. Η άριστη κατανομή των πόρων διασφαλίζεται όταν το κράτος, μέσω του κρατικού Προϋπολογισμού, διοχετεύει επαρκείς πόρους στους κλάδους παραγωγής δημοσίων αγαθών. Κάτι τέτοιο συμβαίνει στον Προϋπολογισμό του 2025, καθώς οι δαπάνες για την υγεία, την παιδεία, την ασφάλεια και την πολιτική προστασία υπερδιπλασιάζονται, σε σχέση με το 2019. Συνολικά, αυξάνονται κατά 1,1 δισ. ευρώ, σε σχέση με το 2024, οι πόροι που διοχετεύονται για τη στήριξη της κοινωνίας και της οικονομίας.
Επιπλέον, το προσχέδιο του κρατικού Προϋπολογισμού του 2025 περιλαμβάνει μέτρα στήριξης εισοδημάτων, αντιμετώπισης του στεγαστικού και δημογραφικού προβλήματος, συνολικού ύψους 2,94 δισ. ευρώ. Συγκεκριμένα, το συνολικό δημοσιονομικό κόστος των παρεμβάσεων για το 2025 αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,104 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2024, φτάνοντας τα 2,944 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα 628 εκατ. ευρώ αφορούν παρεμβάσεις στο σκέλος των εσόδων, με 1,112 δισ. ευρώ να προέρχονται από μειώσεις εσόδων και 484 εκατ. ευρώ από αυξήσεις. Επιπλέον, σημαντικές παρεμβάσεις ύψους 2,316 δισ. ευρώ θα γίνουν στο σκέλος των δαπανών.
Τα μέτρα αυτά στοχεύουν στην ενίσχυση της δίκαιης κατανομής του εισοδήματος. Ομως, εάν εξετάσουμε τη δομή του φορολογικού συστήματος, θα παρατηρήσουμε ότι αυτή εξακολουθεί να βασίζεται περισσότερο στην (άδικη) έμμεση φορολογία παρά στην άμεση.
Δηλαδή στην Ελλάδα ισχύει ακριβώς το αντίθετο από αυτό που συμβαίνει στις άλλες χώρες της ευρωζώνης. Μάλιστα, ο λόγος έμμεσης και άμεσης φορολογίας (που η μείωσή του είναι υπέρ της δικαιοσύνης) παραμένει σταθερός ανάμεσα στα έτη 2024 και 2025. Τέλος, το προσχέδιο του κρατικού Προϋπολογισμού προβλέπει ανάπτυξη 2,2% το 2024 και 2,3% το 2025. Μολονότι αυτοί οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι υπερδιπλάσιοι από τους αντίστοιχους ρυθμούς άλλων χωρών της ευρωζώνης, δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι ικανοποιητικοί. Ιδιαίτερα εάν τους συγκρίνουμε με τους αρνητικούς ρυθμούς της περιόδου των μνημονίων, π.χ -9%, -11% κ.λπ. Ούτε είναι ικανοποιητικός ο ρυθμός ανάπτυξης του 2024 όταν αυτός συγκρίνεται με την αντίστοιχη εκτίμηση του προσχεδίου κρατικού Προϋπολογισμού του έτους 2024, που ήταν 3%.
Πράγματι, εάν ανατρέξουμε στα αντίστοιχα στοιχεία, θα δούμε ότι τελικά πέρυσι τέτοιον καιρό υπερεκτιμήσαμε τον ρυθμό ανάπτυξης και τις επενδύσεις και αντίστοιχα υποεκτιμήσαμε τα φορολογικά έσοδα και τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Ετσι, τα φορολογικά έσοδα εμφανίζονται κατά 5,2% αυξημένα έναντι του στόχου, το πρωτογενές πλεόνασμα κατά 14% αυξημένο, ενώ οι επενδύσεις και ο ρυθμός ανάπτυξης παρουσιάζουν μείωση κατά 44,6% και 26,7% αντίστοιχα. Μήπως τελικά η υπερφορολόγηση με την ταυτόχρονη δημιουργία (μεγαλύτερων του στόχου) πρωτογενών πλεονασμάτων στέρησε πόρους από την πραγματική οικονομία και μετρίασε τις επενδύσεις και τον ρυθμό ανάπτυξης;
Του Παναγιώτη Λιαργκόβα,
Προέδρου του ΚΕΠΕ και του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου