Οι δύο παραγωγοί αφρώδους κρασιού στη Μεσσηνία μιλούν για την απόφαση παραγωγής του συγκεκριμένου είδους που έχει ρίζες στην Καμπανία της Γαλλίας
Εάν υπάρχει κάτι που έχει ταυτιστεί όσο λίγα με το βράδυ της Πρωτοχρονιάς, είναι το άνοιγμα της σαμπάνιας, καθώς σε όλο τον κόσμο το αφρώδες αυτό κρασί έχει καθιερωθεί να συνοδεύει την υποδοχή κάθε τι όμορφου και καινούργιου, όπως συμβαίνει και με την αυγή της νέας χρονιάς.
Η ιστορία του εν λόγω εκλεκτού κρασιού ξεκινά τον 17ο αιώνα στην επαρχία της Καμπανίας στη Βόρεια Γαλλία, εξ ου και διατηρεί μέχρι σήμερα την προστατευόμενη ονομασία προέλευσής του. Αυτό σημαίνει πως, όταν γίνεται λόγος για «σαμπάνια», αυτομάτως αναφερόμαστε στο αφρώδες κρασί που παράγεται αποκλειστικά στην περιοχή της Καμπανίας με την παραδοσιακή μέθοδο. Οποιαδήποτε παραγωγή εκτός συνόρων Γαλλίας αναφέρεται ως αφρώδης οίνος, παρότι μπορεί να παράγεται με την ίδια μέθοδο ή ποικιλία σταφυλιού.
Η σταδιακή αύξηση της δημοτικότητας του συγκεκριμένου κρασιού ανά τον κόσμο προσέλκυσε το ενδιαφέρον και της ελληνικής αγοράς, με την παραγωγή του να συναντάται σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας μέσα στα χρόνια.
Σπουδαία ιστορία έχει να επιδείξει ακόμα και η Πελοπόννησος, καθώς από το 1885 η οικογενειακή οινοποιία των αδερφών Παπανικολάου στην Αρκαδία επιδόθηκε με επιτυχία στην παραγωγή αφρώδους οίνου λόγω της ομοιότητας εδάφους-κλίματος της επαρχίας της Καμπανίας με το αρκαδικό οροπέδιο της Μαντινείας.
Σε τοπικό επίπεδο, η Μεσσηνία «συστήθηκε» με το πρώτο αφρώδες κρασί το 2018 το οποίο παράχθηκε σε μεσσηνιακούς αμπελώνες από Αυστριακούς που συνδέθηκαν με την περιοχή της Κορώνης πριν από αρκετά χρόνια. Το ίδιο εγχείρημα υιοθετήθηκε δύο χρόνια αργότερα, το 2020, από το τοπικό οινοποιείο «Ψαρούλη» θέλοντας να ικανοποιήσει τις ανάγκες των ντόπιων –και όχι μόνο, για το συγκεκριμένο είδος κρασιού.
Μετρώντας αντίστροφα για τον ερχομό του νέου χρόνου 2025, το «Θάρρος» μιλά με τους δύο παραγωγούς αφρώδους κρασιού στη Μεσσηνία, ώστε να μας παρουσιάσουν τις σκέψεις τους γύρω από την επιλογή παραγωγής του συγκεκριμένου είδους, καθώς πρόκειται για δύο ετικέτες κρασιών που αξίζουν το ενδιαφέρον μας, ικανές δε, να συνοδεύσουν επάξια το εορταστικό κλίμα των ημερών!
Οινοποίηση στην Κορώνη με… αυστριακή υπογραφή
Όπως προαναφέραμε, ο πρώτος παραγόμενος αφρώδης οίνος στη Μεσσηνία συναντάται στην περιοχή της Κορώνης το 2018 από την οικογένεια Gruber, η οποία προερχόμενη από την Αυστρία βρέθηκε στην Ελλάδα και τη Μεσσηνία μερικές δεκαετίες νωρίτερα.
Η συσχέτιση με την οινοποιία ξεκίνησε από τον Friedrich Gruber, ο οποίος πριν από τριάντα και πλέον χρόνια, θέλοντας να συνδυάσει την αγάπη του για την αρχιτεκτονική και το καλό κρασί, αποπειράθηκε να φτιάξει μια κάβα, η οποία μετεξελίχθηκε στη σημερινή οινοποιία “Lacules Estate”.
Σύντομα, το εγχείρημα του Friedrich υιοθετήθηκε και από την κόρη του, Barbara, η οποία γνώρισε την οινοποίηση κατά τη διάρκεια της πρακτικής της άσκησης στην κοιλάδα Νάπα στην Καλιφόρνια, ενώ στο “Lacules Estate” συναντάμε και τον Jorg Salchenegger, ο οποίος με την ιδιότητα του χημικού επιμελείται όλες τις διεργασίες για την παραγωγή ενός επιτυχημένου μπουκαλιού -αφρώδους και μη- κρασιού.
Όσο για το πώς αποφάσισαν να ξεκινήσουν την παραγωγή κρασιού στη Μεσσηνία, και την Κορώνη ειδικότερα, οι τρεις τους εξηγούν χαρακτηριστικά: «Η οικογένειά μας φύτεψε τα πρώτα αμπέλια το 1998 και παρήγαγε κρασί σε μικρές ποσότητες, μόνο για την οικογένεια. Το πρώτο επίσημο vintage κρασί που πουλήθηκε στην περιοχή ήταν το 2013 από τη “Lacules Estate”. Από τότε η διαδρομή μάς οδήγησε στη μετεξέλιξη ενός χόμπι, που ξεκίνησε σε ένα γκαράζ, στο σημερινό μπουτίκ οινοποιείο. Στο μεσοδιάστημα, το 2022, κατασκευάστηκε το νέο οινοποιείο, το οποίο ήταν πλέον σε θέση να υποστηρίξει τις ανάγκες της “Lacules Estate”».
Ερωτηθείς ο Friedrich Gruber για το εάν η αρχική παραγωγή κρασιού περιλάμβανε και αφρώδη οίνο, σημειώνει: «Όχι, δημιουργήσαμε τα πρώτα αφρώδη μπουκάλια Rose Sparkling το 2018. Αυτό προέκυψε, γιατί η οικογένεια και οι φίλοι μας λατρεύουν να πίνουν αφρώδες κρασί. Έτσι σκεφτήκαμε, αντί να το αγοράζουμε έτοιμο, να το παράγουμε μόνοι μας. Ήταν ένα πολύ εξειδικευμένο προϊόν εκείνη την περίοδο και δημιουργήθηκε κυρίως για ιδιωτική κατανάλωση, ωστόσο στη συνέχεια βγήκε και προς πώληση στο τοπικό μας κατάστημα στην Κορώνη, το “Kiari Deli”».
Σε ό,τι αφορά τις ποσότητες, παρατηρεί ότι η παραγωγή κόκκινου κρασιού κυμαίνεται από 15.000-20.000 φιάλες ανά έτος. «Σε κάθε περίπτωση, το αφρώδες κρασί παίζει πολύ μικρό ρόλο στην εμπορική αγορά και φτάνει περίπου το 5% της συνολικής μας παραγωγής, ανάλογα με το έτος», προσθέτει.
Για το εάν έχουν επιτευχθεί κάποιοι από τους αρχικούς στόχους του οινοποιείου, η Barbara Gruber εξηγεί: «Όλα ξεκίνησαν ως ένα παθιασμένο εγχείρημα πριν από περισσότερα από 20 χρόνια, χωρίς την προοπτική όλο αυτό να μετεξελιχθεί σε επιχείρηση. Αρχικά, το όραμα και οι στόχοι μας ήταν πολύ διαφορετικοί. Με το πέρασμα των χρόνων, όμως, έχουμε αναπτυχθεί αργά και σταθερά, ενώ κοιτάζοντας πίσω, έχουμε καταφέρει μέχρι σήμερα περισσότερα από όσα είχαμε ονειρευτεί, συμπεριλαμβανομένου του νέου μας μπουτίκ οινοποιείου. Έτσι, προς το παρόν είμαστε πολύ ικανοποιημένοι, αλλά ποτέ δε σταματάμε να βελτιωνόμαστε και να εργαζόμαστε για τους επόμενους στόχους μας!».
Να σημειωθεί πως ο αφρώδης οίνος που παράγει σήμερα η οικογένεια Gruber είναι ροζέ απόχρωσης, προερχόμενος από τοπικές ποικιλίες όπως το Μοσχοφίλερο και η Κυδωνίτσα. Χρησιμοποιείται, δε, η αεριζόμενη μέθοδος για τη δημιουργία φυσαλίδων στο περιεχόμενο κάθε φιάλης.
Λίγο πριν ολοκληρωθεί η συζήτηση με την οικογένεια Gruber δε θα μπορούσαμε παρά να ρωτήσουμε για τη σχέση τους με την τοπική κοινωνία, για να λάβουμε την απάντηση ότι «αισθανόμαστε πολύ ευπρόσδεκτοι στην περιοχή και εκτιμούμε το ενδιαφέρον για το οινοποιείο μας, καθώς και τη ζεστή, συνεργατική ατμόσφαιρα μεταξύ άλλων παραγωγών».
Εξάπλωση του αφρώδους κρασιού στη Μεσσηνία
Δύο χρόνια μετά την πρώτη παραγωγή στην Κορώνη, άρχισε να παράγεται αφρώδης οίνος σε ένα ακόμη οινοποιείο της Μεσσηνίας. Έτσι, το 2020 η οινοποιία Ψαρούλη διεύρυνε το παραγόμενο προϊόν της, συστήνοντας στο κοινό την ετικέτα “Kisses”.
Μιλώντας για το εν λόγω αφρώδες κρασί, που αγαπήθηκε σύντομα από τους ντόπιους και όχι μόνο, οι ιδιοκτήτες του οινοποιείου, που εδρεύει στη Βασιλάδα του Δήμου Μεσσήνης, σημειώνουν: «Το 2020 δημιούργησαμε το αφρώδες κρασί “Kisses”, το οποίο είναι ένα από τα πιο ιδιαίτερα και αγαπημένα προϊόντα της οινοποιίας, ενώ κερδίζει διαρκώς τις εντυπώσεις των οινόφιλων».
Σε ό,τι αφορά την απόφαση για στροφή σε αυτή την ιδιαίτερη παραγωγή κρασιού, εξηγούν: «Ως οινοποιία θέλαμε ένα ιδιαίτερο αφρώδες κρασί, ώστε να είναι ανταγωνίσιμο με την παγκόσμια αγορά των αφρωδών οίνων, κι αυτό αποτυπώνεται στο ότι από την έναρξη της παραγωγής του είναι μόνιμα sold out. Η ετήσια παραγωγή για το “Kisses” είναι 20.000 φιάλες, ωστόσο η ζήτηση είναι πολύ μεγαλύτερη».
Και προσθέτουν: «Το “Kisses” παράγεται από την ποικιλία Μαλαγουζιά με τη μέθοδο της δεύτερης ζύμωσης στη φιάλη (methode traditionnelle). Είναι η ίδια τεχνική που χρησιμοποιείται για την παραγωγή των πιο διάσημων αφρωδών κρασιών παγκοσμίως, όπως το Σαμπάνια. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, το κρασί υποβάλλεται σε μία δεύτερη ζύμωση στη φιάλη, δημιουργώντας φυσικά τις φυσαλίδες που του δίνουν τη χαρακτηριστική αφρώδη υφή και αίσθηση στον ουρανίσκο. Η μέθοδος αυτή απαιτεί χρόνο και υπομονή, κάτι που προσδίδει στο “Kisses” πολυπλοκότητα και φινέτσα».
Της Χριστίνας Μανδρώνη