“be creARTive handmade”… εκεί που το ύφασμα μετατρέπεται σε ένα ξεχωριστό προϊόν γεμάτο αγάπη…
Στο «Θάρρος» μας αρέσει να προβάλλουμε ανθρώπους που κάνουν κάτι με πάθος και αγάπη. Και μια τέτοια περίπτωση είναι η κυρία Ευγενία Πέζου, η ιστορία της οποίας είναι γεμάτη αλλαγές και προκλήσεις. Εντέλει, όμως, βρήκε αυτό που τη γεμίζει, την κάνει χαρούμενη και ο κόσμος σε όλη την Ελλάδα έχει αγκαλιάσει το εγχείρημά της.
Ο λόγος για την επιχείρησή της “be creARTive handmade” με χειροποίητα είδη από ύφασμα στην οδό Σόλωνος 8.
Όσοι γνωρίζουν την κα Πέζου, ξέρουν ότι είναι ένας θετικός άνθρωπος κι αυτό είναι κάτι που τους το μεταδίδει.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή, με την Ευγενία Πέζου να μεγαλώνει στην Καλαμάτα και στη συνέχεια να φεύγει για σπουδές στο Γεωπονικό Τμήμα της Αθήνας, στο οποίο μάλιστα εισήχθη πέμπτη.
Παράλληλα με τις σπουδές της απόκτησε πτυχίο Γερμανικής Γλώσσας, το οποίο της έδωσε άδεια για διδασκαλία.
Ολοκληρώνοντας το δεύτερο έτος στο Γεωπονικό, αποφάσισε να παρατήσει τις σπουδές αφού δεν της άρεσαν, ενώ επέστρεψε στην Καλαμάτα, όπου ξεκίνησε να διδάσκει γερμανικά σε φροντιστήριο. Παράλληλα, έδωσε εξετάσεις στο ΑΣΕΠ για την τότε Αγροτική Τράπεζα, ήταν μία από τους επιτυχόντες και έτσι το 2002 διορίστηκε στο κατάστημα της Χώρας, ενώ εν συνεχεία πήρε μετάθεση για το κατάστημα της Καλαμάτας.
Κάπου εκεί, έχοντας ήδη δύο παιδιά και ούσα ανήσυχη, αποφάσισε να δώσει Πανελλαδικές Εξετάσεις, αφού ήθελε να αποκτήσει ένα πτυχίο σχετικό με την εργασία της στην τράπεζα, και έτσι εισήχθη στο τότε Τμήμα Χρηματοοικονομικής και Ελεγκτικής της Καλαμάτας, το οποίο ολοκλήρωσε ως μητέρα τριών πια παιδιών και, μάλιστα, ως πρωτεύσασα, διάβασε τον όρκο.
Έπειτα η Πειραιώς εξαγόρασε την Αγροτική, άλλαξε η φύση της συγκεκριμένης δουλειάς, η πίεση ήταν μεγάλη, τα ωράρια εξαντλητικά και η κα Ευγενία δεν ήξερε πλέον τι ώρα θα γυρίσει στο σπίτι της! Έτσι, όταν το 2016 βγήκε ένα πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου, αποφάσισε έπειτα από 14,5 χρόνια να αφήσει την τράπεζα, με το σκεπτικό ότι θα διδάσκει γερμανικά.
Ο ελεύθερος χρόνος τότε για αυτήν ήταν περισσότερος, κι έτσι, εκτός από το μεγάλωμα των τριών παιδιών της, ξεκίνησε να εργάζεται για κάποιες ώρες σε ένα ιατρείο, ενώ αποφάσισε να πάει στο Κέντρο Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΚΕΚ) Μεσσηνίας για να μάθει ραπτική.
Και κάπου εκεί η ζωή της άλλαξε για πάντα, καθώς αντιλήφθηκε ότι αυτό είναι που τη γεμίζει. Άρχισε να φτιάχνει διάφορα πράγματα από ύφασμα, όπως τσάντες, κασετίνες και βρεφικά είδη, τα οποία άρεσαν στους δικούς της ανθρώπους, και αποφάσισε να τα ανεβάσει και στο Facebook και το Instagram, με το ενδιαφέρον του κόσμου να είναι μεγάλο.
Μάλιστα, ένα βιβλιοπωλείο τής ζήτησε να συνεργαστούν, ενώ έχοντας καταλάβει πλέον ότι αυτό που κάνει αρέσει, δημιουργεί το “be creARTive handmade”. Στην αρχή δουλεύει από το σπίτι της, με τα τρία παιδιά και το σύζυγό της να στηρίζουν την προσπάθειά της, ενώ ακολούθησε και το φυσικό κατάστημα, όπου κατασκευάζει και πουλά όσα δημιουργεί.
Να σημειωθεί, δε, ότι την περίοδο του Covid η ραπτομηχανή του “be creARTive handmade” είχε «πάρει φωτιά», καθώς η Ευγενία έφτιαξε χιλιάδες υφασμάτινες μάσκες, αλλά και χειρουργικά σκουφάκια, προσπαθώντας τις δύσκολες εκείνες στιγμές να δώσει λίγο χρώμα και μια χαρούμενη νότα.
Ο λόγος πλέον στην ίδια:
H γνωριμία με τη ραπτική: Δεν ήξερα να ράβω σε μηχανή. Πάντα είχα μια περιέργεια για το αντικείμενο όταν έβλεπα μεταποιήσεις σε υφάσματα, καθώς αναρωτιόμουν πώς γίνεται. Έτσι, αφού είχα αρκετό ελεύθερο χρόνο, αποφάσισα να πάω στο ΚΕΚ. Πήγα για πλάκα, αλλά μου άρεσε. Έτσι παρακολούθησα τρεις κύκλους, ενώ έβλεπα βίντεο στο Youtube, μιας και ήθελα συνεχώς να μαθαίνω νέα πράγματα σχετικά με τη ραπτική.
Οι φίλοι της και η σελίδα Facebook: Τότε ξεκίνησα να φτιάχνω κάποια υφασμάτινα δώρα για τους δικούς μου, όπως κασετίνες, τσάντες, νεσεσέρ, στεκάκια μαλλιών κ.λπ. Τους άρεσαν και δημιούργησα μια σελίδα στο Facebook, όπου παρουσίαζα αυτά που φτιάχνω. Έπειτα και από το ενδιαφέρον του βιβλιοπωλείου «Μουτζούρα», που θέλησε να βάλει στα ράφια του χειροποίητες υφασμάτινες κασετίνες, αποφάσισα να κάνω έναρξη και να ασχοληθώ επαγγελματικά με αυτό.
Κορωνοϊός, εγκλεισμός και ραπτική: Εκείνη την περίοδο που όλοι κλειστήκαμε μέσα εγώ αφιερώθηκα στη ραπτική. Ήταν κάτι που με γέμιζε, αλλά γέμιζε και το χρόνο μου μέσα στο σπίτι. Τότε υπήρχε και η ανάγκη για υφασμάτινες μάσκες και υφασμάτινα χειρουργικά σκουφάκια. Ήταν κατασκευές που δε μου άρεσαν, αλλά έπρεπε να τις κάνω. Έτσι αποφάσισα να δώσω λίγο χρώμα και σχέδια στην όλη κατάσταση.
Η δημιουργία του καταστήματος: Με τρία παιδιά μέσα στο σπίτι και λίγο χώρο στο σαλόνι, αποφάσισα ότι έπρεπε να δημιουργηθεί ένας δικός μου χώρος, κι έτσι τον Απρίλιο του 2021 άνοιξα το κατάστημα στην οδό Σόλωνος.
Η συνέχεια και τα προϊόντα: Ήδη είχα παραγγελίες, όχι μόνο από την Καλαμάτα, αλλά και από όλη την Ελλάδα, όμως με το που άνοιξα το κατάστημα, με αγκάλιασε περισσότερο ο κόσμο της πόλης.
Στο κατάστημα κάποιος μπορεί να βρει χειροποίητα είδη από ύφασμα, όπως τσάντες, κασετίνες, λαστιχάκια μαλλιών, βρεφικά είδη όπως σεντόνια, μπουρνούζια και άλλα σχετικά, όπως στολίδια και γούρια. Εκτός από τα υφασμάτινα, φτιάχνω και αρωματικά κεριά από σόγια.
Πάνω από 400 υφάσματα: Η συλλογή μου περιλαμβάνει πάνω από 400 σχέδια υφασμάτων. Έτσι αρκετοί είναι και αυτοί που κατά παραγγελία μού ζητούν να τους φτιάξω κάτι. Το ύφασμα είναι ένα υλικό που με ιντριγκάρει, αφού έχει άπειρες δυνατότητες.
Η δυσκολία της ραπτομηχανής και της ραπτικής: Δεν είναι κάτι δύσκολο, αλλά θέλει πολλή υπομονή και να το κάνεις για πολλές ώρες, αφού, για παράδειγμα, τα γαζιά πρέπει να είναι ίσια και η κλωστή να αλλάζει ανάλογα με το ύφασμα. Φυσικά, τα υφάσματα να είναι ποιοτικά και πιστοποιημένα. Θεωρώ γενικά ότι πρέπει το αποτέλεσμα, εκτός από ωραίο, να είναι πρωτότυπο και, κυρίως, ποιοτικό.
Πώς δημιουργείται μια τσάντα: Βλέπω τα υφάσματα και σκέφτομαι τους συνδυασμούς που μου αρέσουν. Έπειτα αποφασίζω τι σχέδιο τσάντας θα φτιάξω, ξεκινάω να κόβω στις ανάλογες διαστάσεις και μετά συνεχίζω στη ραπτομηχανή. Ύστερα από κάποιες ώρες θα έχω δημιουργήσει την τσάντα που είχα σκεφτεί.
Η στροφή στα χειροποίητα: Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον του κόσμου προς τα χειροποίητα, αφού αναζητά το πρωτότυπο, το πρακτικό και το ποιοτικό. Υπάρχουν και περιπτώσεις που θέλουν κάποιες αλλαγές, ενώ όταν αγοράζεις κάτι έτοιμο, δεν υπάρχει αυτή τη δυνατότητα.
Γενικότερα, νομίζω πως ο κόσμος θέλει την επαφή με αυτόν που δημιουργεί και θέλει κάτι πιο προσωποποιημένο, γι’ αυτό αρκετοί έχουν στραφεί στα χειροποίητα.
Στόχος μου είναι, όσοι έρχονται στο κατάστημα να φεύγουν χαρούμενοι, ασχέτως του αν θα ψωνίσουν ή όχι
Η επαφή με τον κόσμο και η ανταπόκριση: Ο κόσμος έχει αγκαλιάσει αυτό που κάνω, τόσο στην Καλαμάτα όσο και σε άλλα μέρη της Ελλάδας από όπου δέχομαι παραγγελίες. Είναι τόσο ξεχωριστό για μένα κόσμος από την Κομοτηνή, τη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα, την Αθήνα και αλλού να παραγγέλνει ξανά και ξανά, και αναρωτιέμαι: «μα τόσα μέρη, προτιμούν την Ευγενία από την Καλαμάτα;». Αυτό είναι που με κάνει χαρούμενη και με ωθεί να συνεχίζω. Στόχος μου, δε, είναι, όσοι έρχονται στο κατάστημα να φεύγουν χαρούμενοι, ασχέτως του αν θα ψωνίσουν ή όχι.
«Κι αν κάποιος σας έλεγε όταν εργαζόσασταν στην τράπεζα ότι θα βρισκόσασταν με μια ραπτομηχανή;»:
Θα το θεωρούσα ανέφικτο. Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ, αλλά στην ουσία αυτό με πήγε μόνο του. Ήταν κάτι ανεξήγητο σαν να υπήρχε ένας μαγνήτης προς τη ραπτική.
Από το κατάστημά μου φεύγω και επιστρέφω χαρούμενη, λέω «δόξα τω Θεώ» που κάνω αυτή τη δουλειά, είμαι μέσα στα χρώματα
Από υπάλληλος… ελεύθερος επαγγελματίας: Είναι πολύ διαφορετικό να δουλεύεις για τον εαυτό σου. Ουσιαστικά είσαι υπάλληλος του εαυτού σου, ενώ είναι πολύ απαιτητικό, που κάποιες φορές σε αγχώνει, αλλά νομίζω η ψυχολογία δεν πληρώνεται. Δεν κερδίζω πλέον τα χρήματα που έπαιρνα στην τράπεζα, αλλά δεν το έχω μετανιώσει ούτε δευτερόλεπτο. Από το κατάστημά μου φεύγω και επιστρέφω χαρούμενη, λέω «δόξα τω Θεώ» που κάνω αυτή τη δουλειά, είμαι μέσα στα χρώματα, δουλεύω όσο θέλω και όποτε θέλω.
Μελλοντικά σχέδια: Μέσα στο 2025 θέλω να φτιάξω το e-shop μου. Μπορεί οι παραγγελίες μέσω Facebook και Instagram να πηγαίνουν πολύ καλά, αλλά θεωρώ ότι μέσα από την ιστοσελίδα θα υπάρχει ακόμα καλύτερο αποτέλεσμα.
Του Παναγιώτη Μπαμπαρούτση