Αγώνες 40 χρόνων
Σαράντα σωστά χρόνια πέρασαν από την ημέρα που εγένετο το πρώτο δυνατό πνευματικό ξύπνημα στην Καλαμάτα μας. Μέσα στο ζόφο της εποχής εκείνης, μέσα στο προληπτικό κοινωνικό επίπεδο που όλα εξηρτώντο από τον κομματάρχη, μέσα σε μια στασιμότητα, μέσα – ας το πούμε και αυτό – στον κίνδυνο τον άμεσο που έβλεπε μπροστά της η σποραδική επαναστατική διάνοια, ξεπετάχθηκε σαν αστραπή φωτεινή η ημερησία έκδοσις του «Θάρρους».
Ποίος άραγε έκαμε το πήδημα αυτό; Ποίος ετόλμησε να υψώση τη Σημαία της ελευθέρας σκέψεως και εζήτησε να στεγάση στας φτωχικάς στήλας του «Θάρρους» το εγκατεσπαρμένο και άνευ συνοχής εδώ και εκεί ελευθεριάζον λογογραφικόν πνεύμα;
Ο Ιωάννης Αποστολάκης.
Γυρίζοντας από την Καποδιστριακήν Σχολή της Κερκύρας με τα πλούσια εφόδια που του είχε δώσει η εκεί μόρφωσίς του, με έναν χαρακτήρα αδαμάντινον, με μίαν φιλοπονίαν χαλύβδινον, επήρε σαν άλλος Προμηθεύς την πνευματικήν λαμπάδα στα χέρια του και άφοβα προχώρησε: Τα δυνατά άρθρα του, η αμείλικτος κριτική του, η θαυμαστή ευψυχία του γρήγορα του έδωσαν την προσοχή και την εκτίμησιν της κοινής γνώμης.
Στην κριτική του δεν εγνώριζε υποχωρήσεις ούτε λιποψυχίες. Γι’ αυτό τα άρθρα του, σιγά σιγά, εγκρέμιζαν μέσα στη λαϊκή ψυχή τον ειδωλισμό και άφηναν το δρόμο ανοικτό στον άπλετο φωτισμό που εξαπέλυε με την αυστηρά κριτική του.
Μία μέρα μού είπε σ’ έναν περίπατο προ του Κήπου της Εδέμ: «Βασίλη, είναι ανάγκη να με βοηθήσης και θα αναλάβης την Διεύθυνσιν του “Θάρρους”, γιατί έχω ανάγκη να μελετήσω λίγους μήνας στην Αθήνα για να πάρω την άδειά μου αλλά με μια παράκληση: Να μην αλλάξης γραμμή». Εμείναμε σύμφωνοι και ούτω έφυγε.
Σε λίγο καιρό έκανα μία κριτική αυστηρή για ένα ζήτημα. Πώς εγλύτωσα το σπαζοκεφάλισμα είναι θαύμα. Αλλά έλαβα ένα γράμμα του που έγραφε: «Όχι τόσο απότομα γιατί θα τσακισθής».
Έπειτα, επεισόδια, διαδηλώσεις αιματηραί μονομαχίαι κ.λπ. Αλλά το παιδί αυτό που είχε τόσα ψυχικά χαρίσματα επέπρωτο να παλαίση με τον θάνατον μάλλον από την μεγάλη κούραση και εις την πάλην αυτήν έπεσε. Αλλά έμεινε το «Θάρρος», το οποίον σιγά σιγά μετεβλήθη εις ένα πνευματικό συνεργείο.
Με διεδέχθη στην διεύθυνση ο Γεώργιος Αν. Βεντήρης, ο κολοσσός αυτός της ελληνικής δημοσιογραφίας και έπειτα άλλος κολοσσός, ο Παν. Τσιμπιδάρος, και έπειτα άλλοι και άλλοι, πού να τους θυμηθώ;
Και έτσι σιγά σιγά τα γραφεία του «Θάρρους» έγιναν ένα κέντρο μέσα στο οποίον συνηντώντο και αντήλασσον τας σκέψεις των οι λογογράφοι και δημοσιογράφοι της εποχής εκείνης και μέσα εις το κέντρο αυτό εσφυρηλατήθησαν οι δημοσιογραφικοί τιτάνες που ένας κατόπιν του άλλου απετέλεσαν τα εκλεκτά επιτελεία των σοβαρωτέρων αθηναϊκών φύλλων.
Δηλαδή τα γραφεία του «Θάρρους» υπήρξαν και μοναδικά, η τελειωτέρα προπαιδευτική σχολή της δημοσιογραφίας.
Εις όλην την Ελλάδα. Ανέφερα παραπάνω ονόματα του συντακτικού προσωπικού και όχι του συνεργατικού. Διότι συνεργάται υπήρξαν πάρα πολλοί εκλεκτοί της Μεσσηνίας πολίται. Το φιλελεύθερον κυρίως πνεύμα διοχετεύθη μέσα εις τις μεγάλες μάζες από τους Παν. Μερλόπουλον, Παναγ. Κασίμην, Δημήτριον Κάβουραν, Γεώργ. Καντιάνην, Παναγιώτην Σπανίδην, Μάρκον Δαζέαν, Παναγιώτην Σάλμαν και από όλους εκείνους που επήδησαν άφοβα και με θάρρος είτε εις την πολιτικήν παλαίστραν είτε εις τους κοινωνικούς εξυγιαντικούς αγώνας.
Η απόδοσις των σκληρών αυτών αγώνων του «Θάρρους» υπήρξε πλουσιωτάτη εις όλα τα κοινωνικά επίπεδα, επιστήμας, βιομηχανίαν, εμπόριον.
Είχαν όμως όλοι οι εργασθέντες διαδοχικώς εις τας στήλας του «Θάρρους» είτε ως διευθυνταί είτε ως συντάκται ένα ελάττωμα: δεν έκαιαν ποτέ λιβάνους σε αναξιότητας, αλλά σταθερά με την πέννα εφρόντιζαν να εξυγιάνουν το κοινωνικόν σύνολον από τας πληγάς που το εβασάνιζαν. Την γραμμήν αυτήν τεθείσαν ως βασικήν από τον αοιδίμον ιδρυτήν του Ιωάννην Αποστολάκην εσεβάσθησαν και ετήρησαν με αλήθειαν.
Δια τούτο ο ιστορικός του μέλλοντος μέσα εις το αρχείον του «Θάρρους» θα ανεύρη την πραγματική ιστορίαν της Καλαμάτας.
Του Β. Κωστοπούλου
______
ΠΑΛΑΙΟΙ ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΑΙ
Όχι μόνον Σαράντα, αλλά Εκατόν Σαράντα
Του Ηλ. Κατσαντώνη
Δικηγόρου
Τα σαράντα χρόνια του «Θάρρους»
το ολιγώτερο θα έπρεπε να χαρακτηρισθούν ως σπάνιος δια τους χρόνους μας θρίαμβος δημοσιογραφικής αντοχής και μακροζωίας, αλλά και γλυκό και ήρεμον στεφάνωμα των μόχθων και της αγάπης προς την πόλιν της Καλαμάτας μιας οικογενείας, αυτής των ιδρυτών του.
Διότι πώς άλλως θα ειμπορούσες να εξηγήσης, αλλά και να δικαιώσης αυτόν τον ακατάλυτον θυμικόν σύνδεσμον που λέγοντας «Θάρρος» βλέπεις με τα μάτια του νου την Καλαμάτα και οραματιζόμενος την μεσσηνιακήν πρωτεύουσαν, βλέπεις την ίδια στιγμή επάνω από το όραμά της να ανεμίζεται ως άλλη σημαία το αχώριστον «Θάρρος» της.
Οι νεώτεροι δεν εγνώρισαν την πρώτην δεκαετίαν της εφημερίδος αυτής και δεν ειμπορούν βέβαια να αντιληφθούν πλήρως αυτόν τον αδιάσπαστον σύνδεσμον.
Αλλ’ εγώ ενθυμούμαι ακόμη, μοίραξ τότε, τον ευθυτενή, κομψόν κύριον, τον δικηγόρον με το άμεμπτον σκληρό παρουσιαστικό και με τα γκρι γάντια, που μου έδειξαν δια πρώτην φοράν κάποτε, προ τριάντα τόσων ετών, να βολτάρη εις την πλατείαν των Καλαμών, εν ώρα μεσημβρίας, ενώ πέριξ του και μακράν του κραυγαλέοι, οι εφημεριδοπώλαι είχον φανή από τα στενά των τυπογραφείων του και διελάλουν ορμητικοί το «Θάρρος» του, με νωποτάτην ακόμη την τυπογραφικήν του μελάνην.
Ήτο ο κυρ Γιάννης Αποστολάκης, ο έτερος των ιδρυτών του. Αυτός έγραφε το άρθρον, εστηλίτευε τα μύρια άτοπα και στραβά της κοινωνικής και δημοσίας ζωής, χωρίς κακίαν, αλλ’ όμως μετά τόλμης και επιμονής, αυτός υπενθύμιζε εις τον εκάστοτε Δήμαρχον, είτε τον είχε υποστηρίξει εις τας εκλογάς, είτε όχι, ότι έξω από τους απαραιτήτους τότε μπράβους του, υπήρχε αυτή η πόλις, αυτό το πλήθος των καλών Καλαμίων, που εδικαιούτο έργων, τραμ, νερού, φωτισμού.
Και παρά τον αρθρογράφον υπήρχε και κάποιος άλλος, ο έτερος διόσκουρος, ο κατόπιν διευθυντής, που επάλαιε παρά το πλευρόν του αδελφού, δια να γράφεται το υπόλοιπον φύλλον, να κυκλοφορή, να στέκεται οικονομικώς.
Ύστερα μετά τον θάνατον του πρώτου και μετά χρόνια, η εφημερίς ηνδρώθη, εξειλίχθη, ηγήθη τοπικών και γενικωτέρων κινήσεων, απέκτησεν επιτελείον σπουδαίων συνεργατών, ανέδειξε λογίους, πολιτικούς, επιστήμονας, αλλά το «Θάρρος» ετήρησεν απαράβατα αυστηρά, με αγγλικόν σχεδόν πουριτανισμόν, την γραμμήν του και την παράδοσιν του ψέγειν και ελέγχειν από περιωπής, άνευ μοχθηρίας.
Εδώ, ίσως, έγκειται το μυστικόν της μεγίστης επιρροής του επί της όλης ζωής της Μεσσηνίας, ίσως και της μακροζωίας του, καθ’ ον χρόνον παράπλευρά του εξεδόθησαν τόσα πολλά φύλλα δια να σβύσουν και λησμονηθούν.
Είπα ότι απέκτησεν ύστερον επιτελείον σπουδαίων συνεργατών. Εκυριολέκτησα. Διότι εκτός τόσων άλλων επιστημόνων, πολιτικών που ανεδείχθησαν εις το «Θάρρος», εδώ, εις τας στήλας αυτάς, πρωτοενεφανίσθη ως δειλός και τρυφερός χρονογράφος και ως αρθρογράφος και Διευθυντής, ύστερον, ο πολύς, ο απαράβλητος Γ. Βεντήρης, απ’ εδώ εξεκίνησεν ο Πότης Τσιμπιδάρος και εις τας ιδίας στήλας ετιτίβισεν, από γυμνασιόπαις ακόμη, ο λαμπρός Γ. Φτέρης, δια να πετάξη προς το Παρίσι και να γυρίση διευθυντής των «Αθηναϊκών Νέων».
Και είναι και τούτο τίτλος τιμής και γενικώτερα εισφορά του «Θάρρους» όχι πλέον μόνον υπέρ της Μεσσηνίας, αλλά και υπέρ της χώρας.
Τοιαύτα ειλικρινή όργανα της δημοσίας γνώμης που δεν επρόδωσαν ποτέ το καθήκον των, αξίζουν ειλικρινώς όχι σαράντα, αλλά ΕΚΑΤΟΝ ΣΑΡΑΝΤΑ χρόνια να ζουν, να μάχωνται, να επικρατούν, να θριαμβεύουν.
Και ευτυχώς και ως προς αυτό, πάσα πρόβλεψις είναι υπέρ του πανηγυρίζοντος «ΘΑΡΡΟΥΣ».
______________
Ο ΑΣΦΑΛΕΣΤΕΡΟΣ ΚΡΙΤΗΣ
Ο άλλοτε Διευθυντής του «Θάρρους» (1913), Π. Τσιμπιδάρος, εις εκ των γλαφυρωτέρων καλάμων της ελληνικής δημοσιογραφίας, απέστειλε προς τον εκδότην του «Θάρρους» επί τη επετείω των σαράντα ετών της σταδιοδρομίας του, την κάτωθι επιστολήν:
Αθήναι 7 Απριλίου 1938
Φίλτατε κ. Αποστολάκη,
Σας ευχαριστώ πολύ δια την αναγγελίαν του μέλλοντος εορτασμού της τεσσαρακονταετηρίδος του αγαπητού «Θάρρους» και σπεύδω να εκφράσω την βαθυτάτην μου συγκίνησιν δια το γεγονός.
Σαράντα χρόνια ζωής, δι’ έναν δημοσιογραφικόν οργανισμόν είναι κάτι το εξαιρετικόν δια τον τόπον μας. Αποδεικνύει τούτο ότι ο αείμνηστος αδελφός σας, όστις υπήρξεν ο ιδρυτής του «Θάρρους», το εθεμελίωσεν επί βάσεων ασφαλών. Αλλ’ αποδεικνύει επίσης το γεγονός τούτο ότι η εφημερίς σας ηκολούθησε τον δρόμον τον καλόν, ο οποίος οδηγεί εις την τοιαύτην μακροβιότητα. Άνευ μιας τοιαύτης πολιτείας ήτις εγκλείει εν εαυτή ως στοιχείον βιωσιμότητος την αναγνώρισιν των υπηρεσιών τας οποίας ένα δημοσιογραφικόν όργανον οφείλει να προσφέρη εις την κοινωνίαν, βεβαιωθήτε ότι το «Θάρρος» δεν θα έφθανεν εις τα σαράντα του χρόνια. Κανείς δεν υπάρχει ασφαλέστερος κριτής από την κοινωνίαν. Και η κοινωνία σάς έδωσεν ένα πιστοποιητικόν αδιάσειστον κύρους – το πιστοποιητικόν που υπογράφει και ανανεώνει, εκφράζουσα ούτω την εκτίμησίν της, επί σαράντα χρόνια ολόκληρα προς το «Θάρρος».
Όσον αφορά εμέ, παρακαλώ να πιστεύσητε ότι γυρίζω με ειλικρινή συγκίνησιν εις τα μακρυνά περασμένα, όταν κάποτε ανελάμβανα την διεύθυνσιν του «Θάρρους» προ είκοσι πέντε περίπου ετών. Έκανα την πρώτην υπεύθυνον δημοσιογραφικήν μου εμφάνισιν διαδεχθείς εν τη διευθύνσει διαπρεπέστατον συμπολίτην μας, τον κ. Γεώργιον Βεντήρην, κληθέντα να δράση εντός ευρυτάτων οριζόντων, τους οποίους διήνοιξεν εμπρός του η προσωπική του αρετή και αξία του.
Ήτο η εποχή μιας νέας ελληνικής κοσμογονίας, που είχεν αρχίση από του 1910 και η οποία είχεν εξελιχθή εις μίαν λαίλαπα τρικυμιών και συνταράξεων.
Το «Θάρρος» εν μέσω του ορυμαγδού αυτού εκράτησεν υψηλά την σημαίαν της πίστεως αυτού προς τα ιδεώδη του και ηγωνίσθη όσον ημπόρεσεν εις τον μεσσηνιακόν τομέα.
Λαμβάνων υπ’ όψιν μου το παρελθόν σαράντα ετών είμαι απολύτως βέβαιος ότι το φίλτατον «Θάρρος» έχει να διανύση ακόμη μακράν ζωή και ότι πολλάς επετείους θα εορτάσωμεν προς τιμήν του.
Με την πεποίθησιν αυτήν και με την ευχήν αυτήν, σας σφίγγω θερμότατα το χέρι.
Π. ΤΣΙΜΠΙΔΑΡΟΣ