«ΘΑΡΡΟΣ» 5 Ιανουαρίου 1938: Οι καλικάντζαροι – Πώς τους φαντάζεται ο λαός

«ΘΑΡΡΟΣ» 5 Ιανουαρίου 1938: Οι καλικάντζαροι – Πώς τους φαντάζεται ο λαός

Με μαλλιά αχτένιστα και μακρυά μπροστά ίσια με το στόμα και πίσω ίσια με τις πλάτες, με μάτια κόκκινα και άγρια που προκαλούν τον τρόμο, με δόντια μεγάλα και μυτερά, σαν του κάπρου, με χέρια μαϊμουδίσια και νύχια μαύρα, μακρυά και σουβλερά, με το ένα πόδι ανθρώπινο και το άλλο κατσικίσιο – σωστά διαβολοτέρατα!

Έτσι πιστεύεται ότι είναι οι Καλλικάντζαροι, τα περίεργα αυτά πλάσματα της φαντασίας του λαού της υπαίθρου. Δαιμόνια όντα, που έρχονται στη γη να πειράζουν τους ανθρώπους κάθε χρόνο, τις νύχτες του δωδεκαημέρου από την παραμονή των Χριστουγέννων έως τα Θεοφάνεια.

Τον άλλον καιρό βρίσκονται στα κατάβαθα της γης, όπου, όπως πιστεύεται από τους χωρικούς, πελεκούν, πριονίζουν και τρώνε με τα δόντια τους, σαν τα ποντίκια, τους στύλους που βαστάζουν τη γη…

Την παραμονή των Χριστουγέννων ανεβαίνουν επάνω από το φόβο τους μήπως πέσουν οι στύλοι και τους καταπλακώσουν! Δεν ξέρουν, ότι όταν καταστρέψουν ένα στύλο και αρχίσουν να περιτρώνε άλλον, ο στύλος που κατέστρεψαν ανανεώνεται αυτόματα και μονάχα η γη σείεται από την πτώση του.

Την ημέρα οι Καλλικάντζαροι κρύβονται στις σπηλιές και σε φωλιές μέσα σε δάση απρόσιτες. Τρέφονται με φίδια, αγριόγατες, χελώνες και βατράχους, που τους ψήνουν στη σούβλα. Όταν κατεβαίνουν τις νύχτες στα χωριά, εισχωρούν στις αυλές των σπιτιών και τρώνε τα εντόσθια των σφαζομένων χοίρων, σκαρφαλώνουν στις στέγες και χοροπηδούν επάνω στα κεραμίδια. Κατεβαίνουν από τις καπνοδόχες στα μαγειρεία και προξενούν διάφορες ζημιές: Μαγαρίζουν τ’ αγγεία με το νερό, τα βαρέλια με το κρασί, τα κιούπια με το λάδι και τα άλλα τρόφιμα. Αλλ’ οι χωρικοί που πιστεύουν σε όλα αυτά έχουν επινοήση και ένα σωρό ξόρκια, αποτρεπτικά των ζημιών των Καλλικαντζάρων.

Προτού κοιμηθούν το βράδυ, σταυρώνουν πόρτες και παράθυρα και μελετούν: «Σβραχνάς να γίνη το σώμα σας. Κατεβήτε στην πόλη αμέσως, μετρήστε ποτήρι – ποτήρι την θάλασσα, κουκί – κουκί την άμμο. Όσες τρύπες του κόσκινου, όσες τρίχες της γούνας, όλα αυτά να τα μετράτε και αν είναι νύχτα ακόμη, τότε μόνον να έρχεσθε».

Σε πολλά χωριά πιστεύεται ότι Καλλικάντζαροι γίνονται και όσοι γεννιούνται από τα Χριστούγεννα έως τα Θεοφάνεια. Τα παιδάκια αυτά θεωρούνται επί πλέον άτυχα και κακορίζικα. Γι’ αυτό και τα βαπτίζουν αμέσως, για να εξαγνισθούν. Τους καίνε ακόμη και τα νυχάκια τους στην άκρη για ν’ αποτρέψουν το κακό και να τους κόψουν τη δύναμη να γίνουν Καλλικάντζαροι…

Πώς να μπορέσουν έτσι οι Καλλικάντζαροι, όσο διαβολεμένοι κι αν είναι, να φέρουν σε πέρας έναν τέτοιον άθλο; Πού να καθήσουν και να μετρήσουν, να βρουν πόσες τρύπες έχει το κόσκινο, πόσες τρίχες έχει η γούνα, πόσα ποτήρια νερό η θάλασσα και πόσους κόκκους η άμμος; Θα τους εύρη η μέρα, τα πρώτα λαλήματα των πετεινών. Φοβούνται πολύ τους πετεινούς δε.

«Πετεινός ελάλησε – λένε- πάρτε τα ολίγα σας κι άστε να φεύγουμε».

***

Σ’ άλλα χωριά πάλιν πιστεύεται, ότι τα παιδάκια, που έχουν καταφανή την προμετώπη φλέβα, φέρνουν τότε θάνατο στ’ αδελφάκια τους που θα γεννηθούν μετά απ’ αυτά. Για ν’ αποτρέψουν το κακό, βάζουν στις τέσσερις γωνιές του σπιτιού τις εικόνες των τεσσάρων Ευαγγελιστών και το παιδί μέσα σε φούρνο όχι αναμμένον φυσικά. Μονάχα στην είσοδο ανάβουν λίγα φρύγανα και ρωτούν με απειλές το παιδί:

-Ψωμί τρως ή κρέας;

Αν το παιδάκι αποκριθή από μέσα, ότι τρώει κρέας, επαναλαμβάνουν την ερώτηση πολλές φορές και απειλούν να μη το βγάλουν από το φούρνο ως που ν’ απαντήση, ότι τρώει ψωμί! Σβύνουν τότε τη φωτιά, βγάζουν το παιδί και το ζυγίζουν. Όσες οκάδες ζυγίζει, τόσες οκάδες ψωμί μοιράζουν στους φτωχούς. Καλούν κατόπιν τον παπά και τον πληρώνουν να τελέση σαράντα λειτουργίες, μυστικά όμως, για ν’ αφεθούν οι αμαρτίες του παιδιού και των γονέων.