Τσικνοπέμπτη ή Τσικνοπέφτη, ή πέφτει γενικώς και δε σηκώνεται

Τσικνοπέμπτη ή Τσικνοπέφτη,  ή πέφτει γενικώς και δε σηκώνεται

Σήμερα ξημέρωσε μια όμορφη μέρα στην πόλη μας, αλλά και σε όλες τις πόλεις της χώρας μας. Επιτέλους, θα φάμε λίγο κρέας. Συνέχεια φασόλια και φακές, τα βαρεθήκαμε! Ο γαλάζιος ουρανός μας θα γίνει γκρι από τους καπνούς, ένα υπέροχο άρωμα θα αγκαλιάσει το κορμί μας, τα οξέα του στομάχου μας θα εκραγούν και ως άγιασμα διάφορα υγρά θα περάσουν από το λάρυγγά μας.

Είναι μια υπέροχη μέρα, που η μαμά χοληστερίνη με τα παιδιά της, τα τριγλυκερίδια, ζουν μεγάλες στιγμές.

Τι όμορφα που κατοικούμε στο κορμί μας τούτη την ημέρα κάθε χρόνο! Όλα αυτά και με την αποκριάτικη διάθεση που έχουμε, μας δίνουν μια αίσθηση χαράς και ευεξίας, ίσως και λίγης αμνησίας, κι όλα αυτά γιατί; Γιατί είναι Πέμπτη, Τσικνοπέμπτη ή Τσικνοπέφτη, γιατί τη μέρα αυτή σε όλα τα σπίτια, τους δρόμους, τα δρομάκια και τις πλατείες, ψήνουν κρέας ή λιώνουν το λίπος από τα χοιρινά και ο μυρωδάτος καπνός (τσίκνα) είναι διάχυτος παντού. Από αυτή την τσίκνα, λοιπόν, έχει πάρει και το όνομά της η Πέμπτη και λέγεται Τσικνοπέμπτη.

Το έθιμο χάνεται στα βάθη των αιώνων, χωρίς να γνωρίζουμε την προέλευσή του. Λένε, όμως, ότι προέρχεται από τις βακχικές γιορτές των αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων, που επιβίωσαν του Χριστιανισμού. Σύμφωνα με το λαογράφο Δημήτριο Λουκάτο, το φαγοπότι και το γλέντι της ημέρας είναι «ομοιοπαθητικές προσπάθειες για την ευφορία της γης».

Την Τσικνοπέμπτη ξεκινούν ουσιαστικά οι εκδηλώσεις της Αποκριάς, οι οποίες κορυφώνονται με τα Κούλουμα την Καθαρά Δευτέρα, αν εν τω μεταξύ δεν έχουμε βρεθεί σε κάποιο νοσοκομείο για να κάνουμε αποτοξίνωση.

Ένα άλλο θέμα, που είναι σοβαρό κι αυτό, είναι το οικονομικό για να γίνουν όλα αυτά και να νιώσουμε υπέροχα, και σας το λέω ως πληροφορία. Σύμφωνα με τους κρεοπώλες, οι τιμές παραμένουν σταθερές, με το αρνί να ξεκινά από 18 ευρώ το κιλό, η χοιρινή μπριζόλα στα 6 ευρώ, τα χοιρινά σουβλάκια ξεκινούν από 8 και αγγίζουν τα 11 ευρώ το κιλό, ενώ η τιμή στα παϊδάκια αγγίζει τα 15 ευρώ το κιλό.

Πέρσι το μοσχάρι κόστιζε 11,40 το κιλό, ενώ φέτος 14,60 στα σούπερ μάρκετ. Το δε χοιρινό στα 7,20 από 6,20 που ήταν πέρσι.

Και όσοι δεν ψήσουν στα σπίτια τους, δε θα στερηθούν, όπως λένε, το πατροπαράδοτο τσίκνισμα, αφού θα ξεχυθούν σε σουβλατζίδικα και ταβέρνες, όπου οι κρατήσεις ξεπερνούν το 90% την ημέρα της Τσικνοπέμπτης.

Για ένα πλήρες γεύμα σε ταβέρνα με ζωντανή μουσική, το κόστος ανά άτομο μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 50-60 ευρώ, ενώ σε μια πιο απλή ψησταριά, η τιμή θα κυμανθεί γύρω στα 30-40 ευρώ ανά άτομο.

Όλα αυτά, όμως, μπορούμε να τα αποφύγουμε. Όλο και κάποιο χωριό έχουμε, μια γιαγιά, έναν παππού, με κοτούλες, αρνάκια, γουρουνάκια, άντε και κανένα μοσχαράκι. Καταλαβαίνετε τι εννοώ, απλά μια πρόβλεψη χρειάζεται, έτσι ώστε να μη στερηθούμε τίποτα από το γεύμα της Τσικνοπέμπτης.

Αυτά τα λίγα όμορφα της «τσίκνας» που μας περιβάλλει.

Τα λέμε πάλι…

Του Κώστα Δεληγιάννη