«Φρένο» από ΣτΕ στο «ξεχείλωμα» των οικισμών

«Φρένο» από ΣτΕ στο  «ξεχείλωμα» των οικισμών

Το Προεδρικό Διάταγμα με τις οριοθετήσεις και τους κανόνες δόμησης σε χιλιάδες χωριά (κάτω των 2.000 κατοίκων) ανά τη χώρα διορθώθηκε, καθαρογράφηκε και βαίνει προς υπογραφή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Τασούλα και τον υφυπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νίκο Ταγαρά.

Το κείμενο στις αρχές του περασμένου φθινοπώρου είχε επιστραφεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) στο υπουργείο Περιβάλλοντος με πολλές διορθωτικές παρατηρήσεις και επίκεντρο τους αραιοδομημένους οικισμούς, ή τις αδόμητες εκτός σχεδίου εκτάσεις, καθώς διέβλεπε τον κίνδυνο ένταξής τους.

Η οριοθέτηση των οικισμών, σύμφωνα με ρεπορτάζ στον “Οικονομικό Ταχυδρόμο”,  θεωρείται κρίσιμης σημασίας, καθώς η διαφορά ως προς τις δυνατότητες δόμησης (αρτιότητα, συντελεστής κ.λπ.) μεταξύ δύο οικοπέδων εντός και εκτός σχεδίου (οικισμού ή πόλης) είναι τεράστια.

Γι’ αυτό, άλλωστε, όλα τα προηγούμενα χρόνια η διαχωριστική γραμμή για τις εντός και εκτός οικισμού περιοχές μετακινούνταν συχνά αυθαίρετα, όχι με ΠΔ, αλλά με αποφάσεις νομαρχών ή άλλων αρμοδίων, συνήθως στη βάση πελατειακών σχέσεων, ή και πραγματικών αναγκών, ξεχειλώνοντας τους οικισμούς.

Δεν είναι τυχαίο ότι, προ εξαετίας, το ΣτΕ με την απόφαση 1268/2019 είχε ακυρώσει τις αναρμοδίως εκδοθείσες οριοθετήσεις οικισμών του Πηλίου και είχε ζητήσει από τη Διοίκηση ορθή οριοθέτηση και ρύθμιση του πολεοδομικού τους καθεστώτος με Προεδρικό Διάταγμα.

Ο τρόπος ανάπτυξης των οικισμών
Ο πολεοδομημένος ιστός των οικισμών, βάσει του νέου Π.Δ., θα αποτελείται από τρία τμήματα: το συνεκτικό τμήμα του (αποτελείται από τουλάχιστον δέκα οικοδομές οι οποίες ανά δύο απέχουν μεταξύ τους απόσταση έως 40 μέτρων), το διάσπαρτο τμήμα οικισμού (αποτελείται από τουλάχιστον δέκα οικοδομές οι οποίες απέχουν μεταξύ τους ανά δύο απόσταση έως 80 μέτρων) και το αραιοδομημένο τμήμα, το οποίο αποτελεί τη συνέχεια είτε του συνεκτικού είτε του διάσπαρτου τμήματος, με επαρκή αριθμό οικοδομών σε μικρή απόσταση μεταξύ τους. Επίσης, οι οικισμοί κατηγοριοποιούνται ως περιαστικοί, παραλιακοί ορεινοί, παραδοσιακοί αξιόλογοι κ.λπ.

Σχετικά με τον καθορισμό του ορίου τους, κομβική ημερομηνία είναι η 14η Μαρτίου 1983 (ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 1337/1983) και η πραγματική κατάσταση του οικισμού τότε.

Όλα τα στοιχεία που αφορούν στα κτίσματα θα πρέπει να ανάγονται υποχρεωτικά σε χρόνο προγενέστερο του έτους 1985 και να προκύπτει η ύπαρξη του οικισμού ως αυτοτελούς οικιστικού συνόλου με τουλάχιστον δέκα κτήρια (π.χ. κατοικίες, αποθήκες κ.α.) ή και άλλες κοινόχρηστες ή κοινωφελείς λειτουργίες ή κοινόχρηστους χώρους (π.χ. σχολείο, εκκλησία, πλατεία κ.α.).

Κατά τον προσδιορισμό του ορίου του οικισμού, θα ερευνάται υποχρεωτικά η ύπαρξη τμήματος που προϋφίσταται της 16ης/8/1923 και, εφόσον υφίσταται, θα προσδιορίζεται με πολυγωνική γραμμή.

Κατά την οριοθέτηση θα προσδιορίζονται επίσης η κατηγορία του (παραδοσιακός, ορεινός, παραλιακός κ.λπ.), οι ζώνες του οικισμού, οι όροι και περιορισμοί δόμησης, καθώς και οι επιτρεπόμενες χρήσεις γης. Είναι αξιοσημείωτο ότι, κατά τη διαδικασία επανέγκρισης ή ανα-οριοθέτησης, απαγορεύεται η διεύρυνση του ορίου του οικισμού με βάση νέα πραγματική κατάσταση που προέκυψε μετά τον καθορισμό του.

Το όριο επιτρέπεται να διευρυνθεί μόνο για λόγο νομιμότητας, ο οποίος υφίστατο κατά την αρχική οριοθέτηση και πρέπει να αιτιολογείται με στοιχεία. Σε κάθε περίπτωση, όρια οικισμών που καθορίστηκαν με αποφάσεις αναρμόδιων οργάνων επανεγκρίνονται ή αναοριοθετούνται υποχρεωτικά στο πλαίσιο των Τοπικών και Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων (ΤΠΣ, ΕΠΣ) που εκπονούνται αυτήν την περίοδο ή αυτοτελούς ΠΔ.