Γιατί να κάνουμε παιδιά;

Γιατί να κάνουμε παιδιά;

Φίλοι, δώστε προσοχή, έχω καταπληκτικά νέα. Τι να μη μας αρέσει από την Gen Z. Διαβάζω σε μια εκτενή έρευνα ότι στη χώρα όπου ζω οι ενήλικοι 18-27 πίνουν ελάχιστο αλκοόλ και πολύ τσάι. Αποφεύγουν το περιστασιακό σεξ, βλέπουν λιγότερο πορνό και το σνακ της μόδας, εάν σας ταιριάζει γευστικά η μόδα, είναι το αγγουράκι τουρσί αντί του αβοκάντο που το ξεπάστρεψαν οι μιλένιαλ. Ζουν ακόμη με τους γονείς τους, περιφρονούν την εξουσία, είναι λιγότερο ρατσιστές και ομοφοβικοί από τις προηγούμενες γενιές, επιλέγουν να νομιμοποιηθούν τα ναρκωτικά παρότι είναι εθισμένοι στην άσκηση και στο ευ ζην.

Αυτή η γενιά επιλέγει τη μονογαμία, σε αντίθεση (παρένθεση) με όλες τις προηγούμενες που μασκάρεψαν την απιστία με διάφορους βλακωδώς επίσημους ή απλώς εύγλωττους όρους: «Ηθική μη μονογαμία», «ανοιχτός γάμος» ή «φίλοι με προνόμια», που βολικά σημαίνουν και τα τρία ένα και το αυτό κατά την άποψή μου. Τον γάμο τον θεωρούν έναν θεσμό έμπλεο νοήματος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το «ναι» το λένε για πάντα. Εάν κάτι στραβώσει, υπάρχει πάντα και το διαζύγιο. Με το εντυπωσιακό στοιχείο της έρευνας να είναι ότι ελάχιστοι από αυτούς βρίσκονται σε σχέση. Φαντασιώνονται μονογαμικές σχέσεις, αλλά η Gen Z δυσκολεύεται στην εύρεση συντρόφων διότι είναι πιο επιλεκτική και βραδυφλεγής ως προς τις αποφάσεις. Καταπληκτικό.

Και πάνω εκεί, την ώρα που διάβαζα αυτή τη φρέσκια έρευνα, ανέσυρα μια άλλη έρευνα για την υπογεννητικότητα που είχε κυκλοφορήσει πρόσφατα. Κατέγραφε ότι στην Αγγλία και στην Ουαλία οι δείκτες υπογεννητικότητας βρίσκονται στο ναδίρ του 1,44 παιδιού ανά γυναίκα. Η ιδέα ότι βρισκόμαστε σε μια «κρίση γονιμότητας» είναι διαδεδομένη. Με την τάση να ψέγει τις φιλόδοξες γυναίκες που «δεν τους περισσεύει χρόνος» αντί να συνυπολογίζει όλους τους παράγοντες. Μόνο, όμως, μια μειοψηφία δήλωσε ότι δεν θέλει παιδιά· σχεδόν οι μισοί δηλώνουν ότι θέλουν παιδιά.

«Τι θα μπορούσε να σου αλλάξει τη γνώμη –τώρα ή στο μέλλον– για να αποφασίσεις να κάνεις παιδιά;» ήταν η ερώτηση. Οι απαντήσεις συμβατές με τις ανησυχίες που υποψιάζεστε: Περισσότερη οικονομική σταθερότητα για τη γενιά που είναι βυθισμένη σε φοιτητικά δάνεια, χαμηλό εισόδημα, υψηλά νοίκια, έλλειψη αρωγής στο μεγάλωμα των παιδιών. Μια κατάσταση όπου το να επιλέξεις να δημιουργήσεις οικογένεια φαντάζει πολυτέλεια.

Ενδιαφέρον ωστόσο έχουν οι απαντήσεις της μειοψηφίας, που είναι αρνητική στην τεκνοποίηση. «Δεν μου αρέσουν ιδιαίτερα τα παιδιά», είναι η προφανής απάντηση, «θα ήθελα να ταξιδέψω και να δω τον κόσμο» είναι η πιο δημοφιλής απάντηση. «Θα ήθελα να εστιάσω στην καριέρα μου», «θέλω να αφήσω ένα θετικό αποτύπωμα», «φοβάμαι ότι θα επηρέαζε το lifestyle μου το να κάνω παιδιά», «η μητρότητα δεν αποτελεί για εμένα μια θελκτική προοπτική» ήταν οι άλλες απαντήσεις.

Λένε, λοιπόν, ότι θέλουν να προωθήσουν τα επαγγελματικά τους σχέδια, να ασχοληθούν με δημιουργικά πρότζεκτ που θα αφήσουν ίχνη, να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους, να γνωρίσουν τον κόσμο και ανθρώπους, να έχουν ελεύθερο χρόνο. Δεν υπάρχει καμία επιπολαιότητα σε αυτές τις επιθυμίες. Ειδικά για τις γυναίκες, τα παραπάνω είναι κερδισμένα με κόπο.

Τη διαβάζω σαν μια πολύ συνειδητοποιημένη και ειλικρινή γενιά. Αυτό που ίσως σοκάρει τους παλιότερους είναι ότι το να γίνεις γονιός θεωρείται λιγότερο μια μετάβαση σε άλλη, επόμενη φάση της ζωής και περισσότερο σαν μια επιλογή, ανάμεσα σε άλλες, που επιτρέπει μια εξίσου γεμάτη ζωή.

Οι άνθρωποι δεν παρατείνουν απλώς την απόφαση να τεκνοποιήσουν μέχρι να εκπληρωθούν κάποιες φιλοδοξίες, ούτε διαλέγουν λιγότερα παιδιά, ορισμένοι επιλέγουν να μην κάνουν παιδιά. Μια απόφαση που θα μπορούσε να θεωρηθεί ηθικά ώριμη και υπεύθυνη, αν συνυπολογιστεί ο πολιτικά και οικολογικά υποβιβασμένος πλανήτης μας.

Δείχνει όμως και μεγάλες αλλαγές στη νοοτροπία των γυναικών. Το ότι μπορείς «να τα έχεις όλα», είναι το παραμύθι –με τις σπάνιες εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα– που μεγάλωσε τις προηγούμενες, αφήνοντάς μας διαρκώς με μιαν αίσθηση αποτυχίας, αλλά δεν έχει πλέον απήχηση στην Gen Z γενιά. Το να γίνεις μητέρα είναι τώρα μια ανοιχτή ερώτηση σε μια προσωπική απόφαση που σηματοδοτεί μια ρεαλιστικά τρομακτική και ριζική αλλαγή.

Οι γυναίκες, τελικά, απελευθερωμένες από τους βιολογικούς περιορισμούς, αλλά και τους κοινωνικούς που μας είχε φορτώσει το παρελθόν, έχουν μετατοπίσει τις προσδοκίες. Aνησυχίες σε σχέση με την καριέρα και τις αποδοχές και η επιθυμία για αυτονομία και ευελιξία αποκαλύπτουν ποιες προτεραιότητες επιτάσσονται για τη δημιουργία «ταυτότητας», δηλαδή για την αυτοεκτίμηση και τι αξιολογείται ως πηγή εσόδων «χαράς», με άλλα λόγια το νόημα της ζωής.

Ανιχνεύεται πάντως κάτι στη γονεϊκότητα, που θεωρείται εχθρικό στην ύπαρξη. Δίνεται τέτοια βαρύτητα στις αλλαγές πλεύσης που θα επιφέρει η μητρότητα, που αναμοχλεύει υπαρξιακές φοβίες. Και οι ισχυρότερες αγωνίες, ότι ένα παιδί θα κάνει πειρατεία στη ζωή όπως την ξέρουμε και ότι στην πορεία δεν θα αναγνωρίζουμε τον ίδιο μας τον εαυτό, επικρατούν. Για τις δύσπιστες, την κομβική περίοδο που καλούνται νηφάλια να επιλέξουν, το ζήτημα εκλαμβάνεται σαν μια σκέψη για ένα βήμα προς ένα άγνωστο μέρος, το κενό. Και πώς αποφασίζεις αυτοβούλως να πέσεις στο κενό;

Σωστά, και γιατί να το κάνεις αφού μπορείς να έχεις έναν ωραίο τρόπο ζωής χωρίς πάνες. Αλλωστε, το να γίνεις γονιός δεν είναι μια αυτάρκης δραστηριότητα. Ενα παιδί ανασυστήνει τη δομή της καθημερινότητας· παραπάνω από ένα, υποθέτω, την ξεχαρβαλώνει και την ανασχηματίζει και πάλι. Το παιδί έρχεται με προσωπικούς και κοινωνικούς συμβιβασμούς, με αναδιοργάνωση προτεραιοτήτων –υλικών και επαγγελματικών–, με τη συνειδητοποίηση ότι ο ελεύθερος χρόνος ακυρώνεται και η έννοια του χρόνου μεταλλάσσεται για δεκαετίες. Οπότε ναι, όλα αυτά δεν αποτελούν απλώς περισπασμούς αλλά μια νέα πραγματικότητα που είτε την αποδεχόμαστε είτε την απορρίπτουμε.

Οπότε δεν έχω απάντηση στην ερώτηση γιατί να κάνουμε παιδιά; Ισως και να μην υπάρχει απάντηση. Η πιο απλή και ειλικρινής αποτύπωση της δικής μου εμπειρίας, μιας επαρκούς και καθόλου τέλειας μητέρας, είναι ότι υπάρχει πολύ αγκομαχητό και περιττεύει η βαρύγδουπη αρτιότητα. Γονείς παρόντες αρκούν για τη δημιουργία μελλοντικών ενηλίκων που θα χαίρονται να μας συναναστρέφονται και θα χαιρόμαστε να τους κάνουμε παρέα. Αυτό μόνο, κι ας ακούγομαι σαν θεία που δεν πίνει τσάι και προτιμάει τον ανθυγιεινό τρόπο ζωής.

Της Ελεάννας Βλαστού* / kathimerini.gr

(*) Η κ. Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και ζει στο Λονδίνο.