Τα μίντια και ένας τύπος

Τα μίντια και ένας τύπος

Μια φορά και έναν καιρό, το 1962, ο Ρίτσαρντ Νίξον έψεξε τις πηγές ενημέρωσης για την αποτυχία του να εκλεγεί κυβερνήτης της Καλιφόρνιας. Ηταν κάτι που του στοίχισε και ποτέ δεν ξέχασε. «Ο Τύπος είναι ο εχθρός», δήλωσε, δέκα χρόνια αργότερα, ως πρόεδρος Νίξον. Πολλοί είχαν μουρμουρίσει κάτι αντίστοιχο, αλλά μονάχα εκείνος το δήλωνε τακτικώς, μεγαλοφώνως και εμπαθώς. Ηταν ο πρώτος πρόεδρος που έβαλε σε εφαρμογή ένα σχέδιο για δύο λέξεις. Την αντικατάσταση του «Τύπου» και τη χρήση της λέξης «μίντια». Εθεσε τις βάσεις σε ένα μακροπρόθεσμο πλάνο αποκαθήλωσης.

Αργότερα, ο λογογράφος του το εξήγησε, η λέξη «μίντια» επιλέχθηκε γιατί έχει αρνητική, χειριστική χροιά. Υποδηλώνει τα πάντα, συμπεριλαμβάνει τα πάντα και κυρίως την απεχθάνονταν οι δημοσιογράφοι γιατί έτσι αφομοιώνονταν αντί να ξεχωρίζουν. Ο Νίξον εξακολούθησε να χτίζει το ξήλωμα, συντάσσοντας τη λαοφιλή φράση «σιωπηλή πλειοψηφία». Αναφερόταν σε μια ομάδα πολιτών με κοινή λογική και προώθησε την ιδέα ότι αυτό το γκρουπ το αγνοούσε το ελιτίστικο –χωρίς επαφή με την πραγματικότητα– δημοσιογραφικό σύνολο.

Το 2025 οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η φράση «τα μίντια» όχι μόνο είχε προφητική χροιά, αλλά ήταν ό,τι πιο ευθύβολο μπορούσε ποτέ να ειπωθεί. Τα έντυπα συρρικνώθηκαν τόσο (για διάφορους λόγους) που ο 47ος Αμερικανός πρόεδρος δεν μπαίνει καν στον κόπο να αναφερθεί στον «Τύπο», απλώς αποκαλεί τα (μέινστριμ) μίντια «τον εχθρό του λαού».

Και δείχνει στην πράξη την αντιπάθειά του. Απέκλεισε το πρακτορείο ειδήσεων Associated Press, που λειτουργεί 170 χρόνια, από τη συνάντηση με τον Ζελένσκι. Ο Νίξον θα ήταν πανευτυχής. Αυτό για να τους τιμωρήσει επειδή χρησιμοποίησαν την αδόκιμη, κατά την άποψή του, φράση «ο κόλπος του Μεξικού», αντί –όπως του αρέσει να χρησιμοποιείται– «ο κόλπος της Αμερικής». Οι λέξεις, ξέρει, αφήνουν αποτύπωμα.

Την ίδια στιγμή αφήνει πρόσβαση στο Οβάλ Γραφείο στους δικούς του –influencers, podcasters, streamers–, οι οποίοι έχουν τη σπάνια ευκαιρία να ρωτήσουν έναν επικεφαλής σε καιρό πολέμου γιατί δεν φοράει γραβάτα. Το νέο τοπίο συνοψίζεται στη φράση «εσείς είστε τα μίντια τώρα!», όπως προέτρεψε ο Ελον Μασκ τους ενδυναμωμένους χρήστες της, X φυσικά, πλατφόρμας του, τη νύχτα των εκλογών.

Αν και είναι δύσκολο να σκεφθώ μια πιο κατεστημένη φιγούρα, έναν – δύο ακόμη, από τον πλουσιότατο πλατφορμούχο Μασκ, αντιλαμβάνομαι ότι δίνει δουλειά σε κάμποσους αυτοαπασχολούμενους εθισμένους στις δημοσιεύσεις και εκείνοι το απολαμβάνουν τόσο που και δεν βγαίνουν από την πλατφόρμα ούτε για να τσεκάρουν τον καιρό.

Σε κάθε περίπτωση το αφεντικό, ο Τραμπ, αποκόπτει τα συμβατικά και επαφίεται στα νέα μίντια γιατί είναι ευρύχωρα, εύχρηστα και κάζουαλ. Προφανώς. Τα χρησιμοποίησε για να εκλεγεί και για να επανεκλεγεί, τα μεταχειρίζεται για να συμπεριλάβει και για να εμποδίσει. Το πήγε και ένα βήμα παρακάτω, σαν σύγχρονος, έμπειρος περφόρμερ που επανεξετάζει και αναρωτιέται για τις δυνατότητες της τέχνης του έφθασε σε ένα σημείο απόλυτης νεωτερικότητας.

Εάν σας προκάλεσε αηδία (αυτό το ακραίο συναίσθημα διεγείρει ό,τι πουλάει) το βίντεο με το θέαμα του Τραμπ και του Νετανιάχου να κάνουν ηλιοθεραπεία στη νέα «Ριβιέρα» της Γάζας, σκεφθείτε πόσο κυνικά αναπολογητικά βρίσκεται, ακόμη, στη σελίδα του στο Instagram. Ο δημιουργός του, Σόλο Αβιτάλ, δήλωσε ότι το βίντεο, προϊόν τεχνητής νοημοσύνης, παράχθηκε σαν σάτιρα. Οταν ο συνεταίρος του το διοχέτευσε σε κάποιους φίλους ήταν πια αργά. Ο Τραμπ έτυχε –κάπως– να το δει, του άρεσε και οικειοποιήθηκε το deepfake.

Ο 41χρονος Ρώσος ερευνητικός δημοσιογράφος Ρομάν Ντομπροχότοφ, εκδότης του Insider, παρακολουθούνταν τόσο στενά που γνώριζαν μέχρι και το pin του κινητού του.

Τα μίντια και η πολιτική είναι τόσο συνδεδεμένα στo τραμπικό οικοσύστημα που ο παρουσιαστής του δημοφιλούς podcast γύρω από θεωρίες συνωμοσίας The Dan Bongino Show άφησε την εργασία του ως σχολιαστής και ανέλαβε, από τις 17 Μαρτίου, τα νέα, θεσμικά και αναβαθμισμένα, μηχανορραφικά πλέον, καθήκοντα ως υποδιευθυντής του FBI. Οι νέοι του συνεργάτες, όπως και όλοι μας, αισθανόμαστε μεγάλη ασφάλεια με τον Νταν Μπονγκίνο.

Τα έντυπα μίντια, από την άλλη, έχουν να διαχειριστούν τα τρωτά τους σημεία – κοιτάξτε, δεν είμαι ειδική, ως αναγνώστρια όμως έχω κάποιες επισημάνσεις. Eχουν να αντικρούσουν κατ’ αρχάς τα ανέμπνευστα κείμενα (μπορεί ό,τι διαβάζετε αυτή τη στιγμή δηλαδή) και τα πληκτικά κείμενα (στην τρίτη παράγραφο αναφωνείς «Θεέ μου, πάλι» ή «ποιος ενδιαφέρεται;»). Eχουν επίσης να αντιμετωπίσουν τα –πολλά– ελαττώματα και τους λάθος χειρισμούς: αδυναμία ή αβλεψία στην καταγραφή συμβάντων, φτωχή κάλυψη γεγονότων που αφορούν την πλειοψηφία και τέλος, είναι όλα θέμα χαρακτήρα, την κακή ή την επηρμένη τους συμπεριφορά.

Παρ’ όλα αυτά πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η αντικειμενικότητα παραμένει μια φιλοδοξία τους (αν και συχνά όχι ένα χαρακτηριστικό τους). Πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε ότι η κανονικότητα με την οποία αντιμετωπίζουμε τον βιτριολισμό τους κάνει ευκολότερο στους πολιτικούς να κινούνται εναντίον τους. Και την πληρώνει πάντα ένας τύπος –ο ένας τύπος– που κάνει με πάθος, εξυπνάδα, ακέραια τη δουλειά του.

Πριν από λίγες ημέρες έκλεισε μια ενδιαφέρουσα υπόθεση στην Αγγλία. Eνα δίκτυο Βουλγάρων που διαμένουν στη χώρα και δούλευαν για λογαριασμό της Ρωσίας κρίθηκαν ένοχοι κατασκοπείας. Eνας από τους στόχους ήταν o 41χρονος Ρώσος ερευνητικός δημοσιογράφος Ρομάν Ντομπροχότοφ, εκδότης του Insider. Παρακολουθούνταν τόσο στενά που γνώριζαν μέχρι και το pin του κινητού του.

Ο Ντομπροχότοφ διέφυγε από τη Μόσχα το 2021 όταν το καθεστώς του Πούτιν έκανε επιδρομή στο σπίτι του. Eίναι αυτός που αποκάλυψε την ταυτότητα των Ρώσων πρακτόρων που δηλητηρίασαν τον διπλό πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ και την κόρη του Γιούλια στο Σάλσμπουρι το 2018. Η αποκάλυψη τότε ώθησε την αγγλική κυβέρνηση να απελάσει από τη χώρα 600 αξιωματούχους, εκ των οποίων οι 400 ήταν ύποπτοι κατασκοπείας. Κατόπιν η ερευνητική δημοσιογραφία του είχε ως αποτέλεσμα να επιβληθούν κυρώσεις σε 80 εταιρείες στη Δύση που διευκόλυναν τον Πούτιν.

Από τα 200.000 μηνύματα που δεν σβήστηκαν και βρέθηκαν στα κινητά των ενόχων –σπάνια αποδεικτικά στοιχεία σε περιπτώσεις κατασκοπείας–, τα 80.000 χρησιμοποιήθηκαν στο δικαστήριο και τεκμηρίωσαν ακόμη και τον τρόπο που ήθελαν νεκρό τον Ντομπροχότοφ. Ενα «ατύχημα» στο μπάνιο ήταν μια πρόταση, μια «απαγωγή» και κατόπιν επιβίβαση σε ένα πλεούμενο ήταν μια άλλη πρόταση. «Τίποτε από αυτά, φοβάμαι, δεν είναι αρκετά δραματικό», έγραφε ένα μήνυμα. «Χρειαζόμαστε ένα θάνατο με συμβολική αξία». Αποφασίστηκε να τον «κάψουν ζωντανό» στους δρόμους του Λονδίνου χρησιμοποιώντας εξαιρετικά δυνατά χημικά. Ενας θάνατος εντυπωσιακός, που θα «αποθαρρύνει τους επόμενους» (δημοσιογράφους).

Την προεδρία του Νίξον την έληξε η ερευνητική δημοσιογραφία της Washington Post, που οδήγησε στο Watergate. Δεν έχει πολλή σημασία όμως σήμερα. Ο Ντομπροχότοφ γνωρίζει ότι ο Πούτιν τον θέλει, ακόμη, νεκρό ακριβώς επειδή έχει επαφή με την πραγματικότητα και πιθανότατα να έχει ήδη προσλάβει τους επόμενους εκτελεστές του.

Της Ελεάννας Βλαστού / kathimerini.gr

*Η κα Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και ζει στο Λονδίνο.