Μέσα σε διάστημα μερικών ημερών δύο ειδήσεις αποτυπώνουν με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο την κατάσταση των μικρομεσαίων και μικρών επιχειρήσεων, τόσο σε πανελλαδικό όσο και ειδικότερα σε μεσσηνιακό επίπεδο.
Η πρώτη ήρθε από τους προέδρους των Ομοσπονδιών Επαγγελματικών, Βιοτεχνικών και Εμπορικών Σωματείων Μεσσηνίας, Αρκαδίας, Αργολίδας, Κορινθίας και Λακωνίας. Με γραπτή τους δήλωση καλούν τον περιφερειάρχη Πελοποννήσου, Δημήτρη Πτωχό, να προκηρύξει επιχορηγούμενα προγράμματα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Η δεύτερη μας έρχεται από την έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, όπου καταγράφονται τα προβλήματα και το κλίμα που κυριαρχεί μεταξύ των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Αυτή υποστηρίζει ότι η “δαμόκλειος σπάθη” του “λουκέτου” εξακολουθεί να επικρέμεται πάνω από το χώρο της πιο μικρής επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Κοινός παρονομαστής και των δύο ειδήσεων είναι ότι η οικονομική “ραχοκοκαλιά” της χώρας αντιμετωπίζει πρόβλημα ρευστότητας, κάτι που διαμορφώνει ένα μέλλον επιβίωσης, τουλάχιστον, ζοφερό.
Η έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ
Από τα επιμέρους στοιχεία της έρευνας προκύπτουν σημαντικές αποκλίσεις ανάλογα με το μέγεθος των επιχειρήσεων, με τις πολύ μικρές επιχειρήσεις (επιχειρήσεις με 0 – 9 εργαζομένους) να αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες.
Σε επίπεδο προσδοκιών των ΜμΕ, παρατηρείται μια άνοδος της τάξεως των τεσσάρων περίπου μονάδων, στις 59,1 από τις 55 μονάδες του προηγούμενου εξαμήνου, άνοδος, όμως, που – όπως τονίζεται από το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ- δε μεταφράζεται σε επικράτηση κλίματος αισιοδοξίας για το μέλλον, αλλά συντηρεί το αίσθημα αβεβαιότητας και ανασφάλειας, καθώς 4 στις 10 επιχειρήσεις εκτιμούν ότι η θέση τους θα επιδεινωθεί το επόμενο διάστημα.
Όπως επισημαίνει το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η αβεβαιότητα, η μείωση του κύκλου εργασιών για τις μικρότερες επιχειρήσεις, η αδυναμία τους να χρηματοδοτήσουν σημαντικές επενδύσεις, η έλλειψη ρευστότητας, αλλά και το αυξημένο λειτουργικό κόστος, επιτείνουν τον κίνδυνο συρρίκνωσης της πολύ μικρής επιχειρηματικής δραστηριότητας και την περαιτέρω συγκέντρωση αυτής σε μικρότερο αριθμό επιχειρήσεων.
Ο μεγάλος πονοκέφαλος
Σημαντικό πρόβλημα για τις περισσότερες ΜμΕ είναι η ρευστότητα, καθώς το 45,4% των επιχειρήσεων δήλωσε μείωση ρευστότητας το δεύτερο εξάμηνο του 2024, ενώ μία στις δύο επιχειρήσεις (50,4%) δήλωσε ότι τα ταμειακά της διαθέσιμα είναι μηδενικά ή επαρκούν το πολύ για ένα μήνα.
Η έλλειψη ρευστότητας και η αδυναμία πρόσβασης σε χρηματοδότηση αντανακλάται και στο πεδίο των επενδύσεων των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, όπου τα ποσά που δαπανώνται είναι ιδιαίτερα χαμηλά, καθώς βασίζονται στη συντριπτική τους πλειονότητα σε ίδια κεφάλαια.
Πώς κινήθηκε ο κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων
Ο κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων παρουσίασε βελτίωση σε σχέση με το α’ εξάμηνο του 2024 διατηρώντας όμως αρνητικό ισοζύγιο, γεγονός που αποδίδεται στην επίμονη κρίση ακρίβειας και στη διαρκή υποχώρηση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών. Το 38,4% των επιχειρήσεων σημείωσε μείωση του κύκλου εργασιών το β’ εξάμηνο του 2024, έναντι 27,1% που σημείωσε αύξηση και 33,6% που παρέμεινε σταθερός.
Αντίστροφη είναι η πορεία ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης καθώς στις επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο έως 50.000 ευρώ προκύπτει μείωση κύκλου εργασιών για το 47,8%, ποσοστό που μειώνεται όσο αυξάνεται ο ετήσιος τζίρος, για να καταλήξει στις επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 300.000 ευρώ, όπου περιορίζεται στο 21,3%.
Οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν κέρδη το 2024 (52,2%) μειώθηκαν συγκριτικά με το 2023 (56,2%). Οι επιχειρήσεις που δήλωσαν ζημιές για το 2024 (20,7%) είναι περίπου στα ίδια επίπεδα με το 2023 (21%), καταγράφηκε, όμως, σημαντική αύξηση των επιχειρήσεων που εμφανίζουν μηδενικό αποτέλεσμα (18,6%) συγκριτικά με το προηγούμενο έτος (14,6%).
Πάνω από 1 στις 3 επιχειρήσεις δυσκολεύονται να καλύψουν τις κενές θέσεις εργασίας
Σε επίπεδο απασχόλησης, το ισοζύγιο των επιχειρήσεων που αύξησαν το προσωπικό τους έναντι αυτών που το μείωσαν εμφανίζεται αρνητικό κατά μία ποσοστιαία μονάδα. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις για το τρέχον εξάμηνο όσον αφορά στην απασχόληση είναι αισιόδοξες.
Υψηλό, δε, παραμένει το ποσοστό των επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξεύρεση του προσωπικού που χρειάζονται. Περισσότερες από 1 στις 3 επιχειρήσεις δυσκολεύονται να καλύψουν τις κενές θέσεις εργασίας τους.
Περίπου 1 στις 3 επιχειρήσεις αύξησε τις τιμές
Την ίδια ώρα, περίπου 1 στις 3 επιχειρήσεις αύξησε τις τιμές της το β’ εξάμηνο του 2024. Όπως παρατηρεί το Ινστιτούτο, η πίεση που ασκείται στις επιχειρήσεις να αυξήσουν τιμές προϊόντων και αγαθών διαμορφώνει έναν αδιατάρακτο φαύλο κύκλο επαναλαμβανόμενων ανατιμήσεων, καθώς αναζητείται το σημείο ισορροπίας μεταξύ αυξημένου λειτουργικού κόστους και πρώτων υλών, κόστους διαβίωσης και οικονομικής στενότητας των νοικοκυριών.
Σε κλαδικό επίπεδο, οι επιχειρήσεις του κλάδου του εμπορίου καταγράφουν το μεγαλύτερο ποσοστό όσων αύξησαν τιμές (35,1%), με τους τομείς της μεταποίησης – βιοτεχνίας και τον τομέα των υπηρεσιών να ακολουθούν με μικρές διαφοροποιήσεις (30% και 28,8%, αντίστοιχα).
Ως προς το τρέχον εξάμηνο, 1 στις 4 επιχειρήσεις (25,6%) εκτιμά ότι θα αυξήσει τις τιμές της.
Εκτίναξη του λειτουργικού κόστους
Όσον αφορά στο λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων, από τα ευρήματα της έρευνας εκτιμήθηκε ότι για πάνω από 9 στις 10 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις έχει αυξηθεί από την εκδήλωση της ενεργειακής κρίσης κατά σχεδόν 40%. Απόρροια του αυξημένου λειτουργικού κόστους είναι σχεδόν 1 στις 3 επιχειρήσεις να έχουν αυξήσει τις τιμές τους κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2024, χωρίς να διαφαίνεται τάση σημαντικής αποκλιμάκωσης.
Α.Π.