Ιστορίες που εκτυλίσσονται κατά τις ημέρες του Πάσχα, δια χειρός των μεγάλων λογοτεχνών μας. Από τον Παπαδιαμάντη και τον Καρκαβίτσα, μέχρι τον Σουρούνη και τον Μυριβήλη.
Tο βαθύτερο θεμέλιο της ελπίδας και της χαράς που χαρακτηρίζει την Ορθοδοξία και διαπερνά όλη της τη λατρεία είναι η Ανάσταση. Ένα θέμα ιδιαιτέρως προσφιλές στους κορυφαίους εκπροσώπους της ελληνικής λογοτεχνίας.
Η λογοτεχνία -ιδιαιτέρως η ελληνική- έχει δώσει έμφαση στο Πάσχα ως ξεχωριστή γιορτή της χριστιανοσύνης, την πιο σημαντική από όλες. Οι λογοτέχνες μας, εμπνευσμένοι από τις μέρες της κατάνυξης και του φωτός, αντλούν τη θεματολογία τους από τη Λαμπρή.
Ακολουθούν κάποια από τα κλασικά διηγήματα για το Πάσχα δια χειρός των μεγάλων λογοτεχνών μας. Από τον Παπαδιαμάντη και τον Καρκαβίτσα, μέχρι τον Σουρούνη και τον Μυριβήλη.
«Πάσχα Ρωμέικο», Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
«Την εσπέραν του Μεγάλου Σαββάτου του έτους 188… περί ώραν ενάτην, γερόντιόν τι ευπρεπώς ενδεδυμένον, καθόσον ηδύνατο να διακρίνη τις εις το σκότος, κατήρχετο την απ’ Αθηνών είς Πειραιά άγουσαν, την αμαξιτήν. Δεν είχεν ανατείλει ακόμη η σελήνη, και ο οδοιπόρος εδίσταζε ν’ αναβή υψηλότερον, ζητών δρόμον μεταξύ των χωραφίων.
Εφαίνετο μη γνωρίζων καλώς τον τόπον. Ο γέρων θα ήτο ίσως πτωχός, δεν θα είχε 50 λεπτά δια να πληρώση το εισιτήριον του σιδηροδρόμου ή θα τα είχε κ’ έκαμνεν οικονομίαν.
Αλλ’ όχι δεν ήτο πτωχός, δεν ήτο ούτε πλούσιος, είχε διά να ζήση. Ήτο ευλαβής και είχε τάξιμο να καταβαίνη κατ’ έτος το Πάσχα πεζός εις τον Πειραιά, ν’ ακούη την Ανάστασιν εις τον Άγιον Σπυρίδωνα και όχι εις άλλην Εκκλησίαν, να λειτουργήται εκεί, και μετά την απόλυσιν ν’ αναβαίνη πάλιν πεζός εις τας Αθήνας.
Ήτο ο μπάρμπα-Πύπης, ο γηραιός φίλος μου, και κατέβαινεν εις τον Πειραιά διά ν’ ακούση το Χριστός Ανέστη εις τον ναόν του του ομωνύμου και προστάτου του, διά να κάμη Πάσχα ρωμέϊκο κ’ ευφρανθή η ψυχή του».
Το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Πάσχα Ρωμέικο» δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1891 στο περιοδικό «Αττικόν Μουσείον» με τον υπότιτλο «σύγχρονος ηθογραφία». Ο τόμος αυτός που κυκλοφόρησε το 2021 είναι καρπός μίας αυθόρμητης ανάγκης ενός προσκυνήματος στα διηγήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Ο μέγας τεχνίτης των γραμμάτων έχει ταυτίσει τη γραφή του με τις πασχαλινές ημέρες. Είναι πολλοί αυτοί που επισημαίνουν ότι ο Παπαδιαμάντης μπορεί να μην ήταν ο μόνος πιστός άνθρωπος, ήταν ωστόσο ο μόνο «θρησκευτικός ποιητής» του καιρού μας.
Το «Πάσχα Ρωμέικο», το πρώτο αθηναϊκό διήγημα του Παπαδιαμάντη, έχει ως ήρωα ένα υπαρκτό πρόσωπο, τον φιλόθρησκο και φιλέορτο Κερκυραίο μπαρμπα-Πίπη, φίλο και συμπότη του συγγραφέα στα μπακάλικα του Ψυρρή.
Η έκδοση προλογίζεται από τον διακεκριμένο φιλόλογο και λογοτέχνη Κωνσταντίνο Γανωτή, ο οποίος μεταξύ άλλων σημειώνει: «Ο λαός μας εκμυστηρεύτηκε στον κυρ Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη τα εσώψυχα του, όπως τον θείο έρωτα της Χριστίνας της δασκάλας προς τον Χριστό, που έγινε ο πιο ταπεινωμένος ανάμεσα στους ταπεινούς, για να στολίσει με τα λουλούδια του Επιταφίου του το τραύμα της ζωής της…».
«Η κεροδοσιά», Στράτης Μυριβήλης
«Το γαλάζιο βιβλίο» είναι συλλογή 14 διηγημάτων του λογοτέχνη Στράτη Μυριβήλη, αφιερωμένη στην κόρη του Δροσούλα, που πρωτοκυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 1939 από τις εκδόσεις «Πυρσός». Η λογοτέχνης Σοφία Μαυροειδή – Παπαδάκη ξεχωρίζει το διήγημα «Η κεροδοσιά» σαν το δυνατότερο της συλλογής
Το έγραψε το 1934 και αφηγείται μια ιστορία από τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Η προσπάθεια να γιορταστεί η Ανάσταση (η κεροδοσιά), στα χαρακώματα, και ο πόλεμος που καταστρέφει κάθε εκδήλωση ειρηνικής ζωής. Επίκαιρη και τραγική πολεμική σελίδα, πάει πλάι στα καλύτερα κεφάλαια της Ζωής εν Τάφω.
«Η κεροδοσιά» περιλαμβάνεται στον τόμο «Στη χώρα των αγαλμάτων. Διηγήματα από τα τέσσερα χρωματιστά βιβλία», με στόχο να δοθούν συγκεντρωμένες χαρακτηριστικές ψηφίδες από την όλη διηγηματική σύνθεση που κατόρθωσε ο Μυριβήλης.
«…Λοιπόν, θα μας έλεγε ο Τζανής όλη την Ακολουθία του Πάσχα, και θα ψέλναμε όλοι μαζί το Χριστός ανέστη. Θ’ ανάβαμε και τα σπαρματσέτα, να κάμουμε την κεροδοσιά να φεγγοβολήσει τ’ αμπρί.
Δεύτε λάβετε φως εκ του ανέσπερου φωτός!…».
«Πάσχα στο χωριό», Αντώνης Σουρούνης
Τρεις φίλοι –δυο άντρες και μια γυναίκα– διασχίζουν μ’ ένα μεθυσμένο ντεσεβό τη μισή Ελλάδα για να κάνουν Πάσχα στο χωριό, τέτοιο που βλέπανε στις ζωγραφιές των σχολικών βιβλίων όταν ήταν παιδιά.
Τίποτα όμως απ’ αυτά δεν υπάρχει. Ούτε οικογένειες να τρώνε ευτυχισμένες στο γρασίδι, ούτε αρνάκια να τρώνε το γρασίδι, ούτε και τσολιάδες να χοροπηδάνε γύρω τους.
Υπάρχει όμως ανάσταση. Άσχετα αν δεν χτυπούν καμπάνες, δεν πέφτουν τουφεκιές και δεν σκάνε πυροτεχνήματα στον ουρανό. Μια ανάσταση που δεν φαίνεται, δεν ακούγεται και κανείς από τους τρεις τους δεν μιλάει γι’ αυτή.
«… Πάσχα στο χωριό δε σημαίνει αναγκαστικά άσπρες λαμπάδες, κόκκινα αβγά και σουβλιστό αρνί την εποχή που βγαίνουν οι παπαρούνες. Ούτε και σταυρωτά φιλιά. Παπαρούνες μπορούν ν’ ανθίσουν και τον Γενάρη, φτάνει να το θες.
Ο καθένας μπορεί ν’ αναστηθεί, όπου θέλει κι όποτε θέλει. Θα το καταλάβει όταν ασπαστεί τον εαυτό του. Κι επειδή μόνοι μας ερχόμαστε στον κόσμο και μόνοι μας φεύγουμε, ε, πρέπει, αν θέλουμε ν’ αναστηθούμε, να είμαστε κι εκεί μόνοι, ολομόναχοι.
Για να μην υπάρχουν μάρτυρες και να μην το πιστεύει κανείς. Έτσι ώστε να είμαστε συνεχώς αναγκασμένοι να πράττουμε για να μας πιστέψουν οι άλλοι κι όχι συνεχώς να μιλάμε».
Ο Αντώνης Σουρούνης δεν θα μπορούσε να γράψει για ένα Πάσχα συμβατικό. Κανείς άλλωστε δεν θα περίμενε από εκείνον κάτι τέτοιο.
«Ποτέ μου δεν είχα ζήσει Πάσχα σε χωριό και κάθε Μεγάλη Εβδομάδα ήταν το Μεγάλο μου Όνειρο. Ακόμα θυμόμουν εκείνη τη ζωγραφιά στο βιβλίο του σχολείου με το αρνάκι στη σούβλα και γύρω τριγύρω η οικογένεια να χαίρεται και να αγάλλεται.
Παιδιά, γονείς, παππούδες και στο βάθος της ζωγραφιάς να χορεύουν τσολιάδες. Σαν παιδί δεν είχα την τύχη να μπω στον πίνακα, γονιός και τσολιάς δεν έγινα, αν έλειπαν και τα γερόντια από κει μέσα, θα είχα πάψει προ πολλού να τρέφω ελπίδες».
«Πασχαλινά Διηγήματα», Συλλογικό έργο
Το Πάσχα, το κέντρο της ορθόδοξης λατρείας, είναι μια έκρηξη χαράς. Είναι η έκρηξη της κοσμικής χαράς για τον θρίαμβο της ζωής μετά την αφόρητη θλίψη για τον θάνατο.
Αυτή τη βιωμένη χαρά της Αναστάσεως, αντικατοπτρίζουν ποικιλοτρόπως τα «Πασχαλινά διηγήματα».
Τα διηγήματα αυτά, αν και επέλεξε ασφαλώς με εικαστικά κριτήρια ο Γ. Κόρδης, ωστόσο είναι -εξ απόψεως λογοτεχνικών αρετών- κορυφαία πασχαλινά διηγήματα της νεοελληνικής γραμματείας.
Συλλογικό έργο από τους: Παπαδιαμάντη – Παπαντωνίου – Μωραϊτίδη – Καρκαβίτσα.
«Η Μενεξεδένια Πολιτεία», Άγγελος Τερζάκης
Ένα γνήσιο αθηναϊκό μυθιστόρημα που άφησε εποχή. Ο ύμνος και το δράμα μιας Αθήνας που χάνει την όψη της ειδυλλιακής πόλης, ενόσω τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου αρχίζουν να συνθέτουν το νέο τοπίο από την παλαιότερη εκείνη εποχή η «Μενεξεδένια Πολιτεία» διατήρησε τη γοητεία των περασμένων καιρών, τη νοσταλγία, την αφέλεια, την αρχοντιά τους.
Χαρακτηριστικά που προσωποποιούνται στον Μελέτη Μαλβή, παλιό δικηγόρο, που η γυναίκα του τον άφησε λίγο μετά το γάμο τους για να ακολουθήσει τον τυχοδιώκτη εραστή της.
Η ευγενική μορφή της κόρης του Σοφίας, ο υπερευαίσθητος Γιάννης Μαρούκης, αλλά και τα δευτερεύοντα πρόσωπα του μυθιστορήματος, περιγράφονται όλα με την ιδιαίτερη διεισδυτικότητα του Τερζάκη και μένουν για πάντα στη μνήμη του αναγνώστη.
Ορισμένες σελίδες της «Μενεξεδένιας Πολιτείας», όπως η περιφορά του Επιταφίου τη Μεγάλη Παρασκευή στην Πλάκα, η ερωτική σκηνή στο Δαφνί, η περιγραφή της Αθήνας ιδωμένης από εκείνο το δάσος, ο θάνατος του πατέρα, θεωρούνται κλασικές.
«Το δικό μας Πάσχα – Πασχαλινά αφηγήματα», Ανθολογία
Πασχαλινά κείμενα και αφηγήσεις, από τα τέλη του 19ου αιώνα ως τις μέρες μας. Στο «Δικό μας Πάσχα» επιλέχθηκαν πενήντα πέντε διηγήματα, κυρίως, από σαράντα έξι σημαντικούς Έλληνες συγγραφείς και δημιουργούς, με σκοπό τη συνύπαρξη και συνήχηση διαφορετικών φωνών σε ένα πανοραμικό εορταστικό πεδίο.
Στο σπίτι της πόλης, στο πατρικό του χωριού, στην εξοχική πλατεία, παντού όπου γιορτάζεται το χαρμόσυνο Πάσχα, σμίγουν αγαπημένα πρόσωπα γύρω από το παραδοσιακό τραπέζι, μέσα σε μιαν ατμόσφαιρα αναστάσιμης χαράς και ελπιδοφόρας προσμονής, σε πλήρη αρμονία με την αναγεννημένη ανοιξιάτικη φύση.
Αυθεντικές ιστορίες, σελίδες λογοτεχνικές και αυτοβιογραφικές, αποτυπώνουν, με γλαφυρότητα και ενάργεια, την κατανυκτική ατμόσφαιρα της Μεγάλης Εβδομάδας, τη νοσταλγία των παιδικών χρόνων, τη λυτρωτική αναστάσιμη ευφροσύνη.
Πηγή: tovima.gr