Λόγω της ημέρας σκέφτηκα να ξεκινήσω και να μοιραστώ μαζί σας κάτι που είχα γράψει πέρσι τέτοιες μέρες. Αυτό ήταν, είναι και θα είναι το δικό μου «έθιμο».
«Κάθε χρόνο τέτοια μέρα θυμάμαι τη μάνα μου, πιτσιρίκος όταν ήμουν, πρωί πρωί να ανάβει την γκαζιέρα, ηλεκτρική κουζίνα δεν είχαμε τότε, να βάζει πάνω μια κατσαρόλα με νερό, αυγά, όσα είχαμε, μια κόκκινη σκόνη, κι αν θυμάμαι καλά, έριχνε και λίγο ξύδι, και τα έβραζε όλα μαζί.
-Γιατί τα βάφεις κόκκινα τα αυγά, μάνα; ρωτούσα.
-Για το καλό, παιδάκι μου, απαντούσε».
Για το καλό έλεγε η μάνα τότε. Αυτό λέω κι εγώ τώρα, αν και αυτό που βλέπω, δυστυχώς, είναι πως σε πολλά σπίτια σήμερα δε βάφουν πλέον αυγά, τα αγοράζουν έτοιμα βαμμένα. Δεν είναι το θέμα της θρησκευτικότητας, είναι η διαδικασία και το συναίσθημα που χάνεται. Μια διαδικασία που κρατούσε τις οικογένειες δεμένες. Δεν αφορά μόνο στο βάψιμο των αυγών, αφορά κι άλλα πράγματα, για να μην παρεξηγηθώ. Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι στα σούπερ μάρκετ βρίσκεις τα πάντα, δε βρίσκεις όμως οικογένεια να αγοράσεις. Αυτό το είδος δεν πωλείται.
Έχοντας όλα αυτά στο μυαλό μου σκέφτηκα να σας μεταφέρω κάποια πράγματα για τη συγκεκριμένη μέρα. Συμφωνείτε ή διαφωνείτε, γεγονός είναι ότι πρέπει να κρατήσουμε πολλά από αυτά («έθιμα» τα έχουμε πει), αλλιώς, όπως σας είπα και πριν, το είδος «οικογένεια» δε θα το βρούμε στο σούπερ μάρκετ. Κάποιοι ήθελαν να τελειώσει και εμείς το αφήσαμε να γίνει.
Τα έθιμα, λοιπόν, της Μεγάλης Πέμπτης είναι πολλά και διαφορετικά, ανάλογα το μέρος της Ελλάδας. Το βασικό, όμως, έθιμο είναι το βάψιμο των πασχαλινών αυγών.
Σύμφωνα με την παράδοση, η Μαρία Μαγδαληνή πήγε στη Ρώμη και διαμαρτυρήθηκε στον Αύγουστο για το έγκλημα του Πιλάτου, αναφέροντας παράλληλα τα σχετικά με την Ανάσταση του Χριστού. Επειδή όμως ο Αύγουστος δυσπιστούσε, εκείνη του είπε, για να πιστέψει στην Ανάσταση, ότι θα κοκκίνιζε μόνο του το αυγό που κρατούσε στα χέρια της. Όπως και έγινε.
Για άλλους, το βάψιμο των αυγών γίνεται σε ανάμνηση του χυμένου αίματος του Χριστού. Το κύριο έθιμο, πάντως, της Μεγάλης Πέμπτης είναι το βάψιμο των κόκκινων αυγών και το ζύμωμα των τσουρεκιών. Αυτήν την ημέρα οι νοικοκυρές δεν πλένουν, δεν απλώνουν, ούτε κάνουν άλλες δουλειές στο σπίτι.
Στη Σίφνο, οι γυναίκες φτιάχνουν τα λεγόμενα «Πουλιά της Λαμπρής», που είναι κουλούρες σε διάφορα σχήματα πουλιών ή ζώων, τα οποία είναι στολισμένα με κόκκινα αυγά.
Στη Δυτική Μακεδονία, οι γυναίκες απλώνουν στο μπαλκόνι κόκκινα πανιά και οι οικογένειες που έχουν πένθος δε βάφουν τα αυγά κόκκινα, αλλά κάποιο άλλο χρώμα. Το αυγό που θα πρωτοβάψουν τη Μεγάλη Τετάρτη τα μεσάνυχτα (γιατί τότε βάφονται τα αυγά), θα ταφεί στην πρώτη αυλακιά του χωραφιού, εκεί ακριβώς όπου θα πρωταρχίσει το αλέτρι. Αυτό γίνεται για να βλαστήσει ο σπόρος με τη ζωτική δύναμη που έχει μέσα του το αυγό.
Στη Σινώπη, βάφονται τόσα αυγά όσα τα άτομα του σπιτιού και ένα της Παναγίας. Το βράδυ τα βάζουν σε ένα κουτάκι και τα πηγαίνουν στην Εκκλησία για να διαβαστούν. Τα τοποθετούν κάτω από την Αγία Τράπεζα και τα αφήνουν εκεί έως την Ανάσταση. Τα τσόφλια αυτών των αυγών τα βάζουν στις ρίζες των δέντρων για να πιάσουν όλοι οι καρποί.
Στα Χανιά φτιάχνουν ένα ανθρώπινο ομοίωμα του Ιούδα από ξύλα, τον οποίο περιφέρουν σε όλο το χωριό και τον χτυπούν.
Στη Λήμνο, το πρώτο πασχαλινό αυγό είναι της Παναγίας και το τοποθετούν στο εικονοστάσι, το οποίο πιστεύεται πως προστατεύει την εγκυμοσύνη μιας γυναίκας.
Στο Σοποτό των Καλαβρύτων, τα αυγά που γεννιούνται τη Μ. Πέμπτη τα πηγαίνουν στην εκκλησία την ίδια μέρα, και αφού διαβαστούν, τα θάβουν πάλι την ίδια μέρα σταυρωτά στο αμπέλι για να μην το τρώει το σκαθάρι ή για να μην πέσει χαλάζι.
Στην Καλαμάτα αναβιώνει το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, μετά την Ακολουθία των Παθών, το έθιμο «Ξαμόνια». Το συγκεκριμένο έθιμο αποτελεί στην ουσία ένα προσκύνημα των πιστών στα εξωκλήσια που βρίσκονται στη βόρεια πλευρά της πόλης. Οι πιστοί συγκεντρώνονται αρχικά στην περιοχή «Κουφού Ελιές» και καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας επισκέπτονται τα εξωκλήσια και ανάβουν τα καντήλια.
Κρατήστε ό,τι σας ταιριάζει, φτιάξτε το δικό σας προσωπικό έθιμο και μεταδώστε το στους ανθρώπους που αγαπάτε. Δεν πωλούνται όλα.
Μιλάμε πάλι…
Του Κώστα Δεληγιάννη