Το βράδυ της Κυριακής θα ανέβει στην Κεντρική Σκηνή του ΔΗΠΕΘΕΚ η παράσταση χορού της ομάδας “Show What”. Πρόκειται για μια ομάδα σύγχρονου χορού, που αποφάσισε έπειτα από χρόνια να μας παρουσιάσει τη νέα της δουλειά, με τίτλο «Ωδή στην ελευθερία».
Το «Θάρρος» μίλησε με τη δημιουργό της παράστασης, Ναυσικά Πέππα – Τριαντάρη, η οποία μας παρουσιάζει την ομάδα και όχι μόνο:
-“Show What”. Μιλήστε μας για αυτήν την ομάδα…
Ιδρύθηκε το 2010, με σκοπό, τι άλλο, να μπορώ να έχω έναν πυρήνα που να μου δίνει τη δυνατότητα να χορογραφώ. Κάτι σαν ένας καμβάς πάνω στον οποίο μπορώ να ζωγραφίσω όπως θέλω, με τον τρόπο που εκφράζει εμένα. Ο τίτλος είναι εμπνευσμένος από την αγγλική έκφραση “so what?”, που σε ελεύθερη μετάφραση θα λέγαμε πως είναι κάτι σαν “και τι έγινε; και λοιπόν;”, έχοντας αλλάξει το “so” σε “show”. Διότι είμαι πιστή ακόλουθος της απλότητας. Και θέλω να δηλώσω μέσω αυτού του τίτλου ότι το οποιοδήποτε show, το οποιοδήποτε θέαμα, είναι απλώς ένα δημιούργημα ανθρώπων, το ίδιο απλό ή δύσκολο με τη δημιουργία ενός καρβελιού ψωμί, και δεν πρέπει να θεοποιείται σε καμία περίπτωση, ούτε να φουσκώνει μυαλά. Είναι μια ασήμαντη τελίτσα σε ένα ατελείωτο σύμπαν μέσα σε σύμπαντα.
-Ποια τα μέλη της ομάδας;
Στην προηγούμενη παραγωγή ήμασταν: η αγαπημένη συνάδελφος Ιωάννα Παρασκευοπούλου, η ηθοποιός Στέφη Πουλοπούλου, οι μουσικοί Βαρβάρα Τσότρα/Νικόλας Καβάκος, Υπαπαντή Αλεξανδροπούλου/Θεόδωρος Milkov, Αρίωνας Γυφτάκης, η Λίλλυ Τριαντάρη και πάντα τεράστιος βοηθός και πανταχού παρών, ο αγαπημένος μου μπαμπάς, Στάθης Γυφτάκης. Κι εγώ κόντεψα να με ξεχάσω.
Σε αυτήν την παραγωγή είμαστε οι: Νάγια Γραμματικοπούλου (ανεκτίμητη συνεργάτις), Λίλλυ Τριαντάρη (ανεκτίμητη γενικώς), εγώ, ο Αλέξανδρος Beck στον ήχο και στα φώτα ως ο πιο εξαιρετικός επαγγελματίας που έχει τύχει να δω ποτέ (θεωρώ τον εαυτό μου απίστευτα τυχερό) και πάντα τεράστιος βοηθός και πανταχού παρών, ποιος άλλος, ο αγαπημένος μου μπαμπάς, Στάθης Γυφτάκης. Ένας ακόμα εξαιρετικός επαγγελματίας που χρήζει ειδικής μνείας, είναι ο Τάσος Βαμβακάς, που μας φωτογράφισε και μας έφτιαξε το teaser/βίντεο προώθησης. Χωρίς αυτόν θα ήμασταν μισοί σε ατμόσφαιρα όσον αφορά στη διαφήμιση. Που είναι η αρχή του παντός. Τον θεωρώ μέλος της ομάδας.
-Να υποθέσουμε ξεκινήσατε από τη Δημοτική Σχολή της πόλης;
Ξεκίνησα από τότε που η μητέρα μου με κουβαλούσε μαζί της στο μάρσιπο στα θέατρα, στα οποία είχε η ίδια πρόβες ως χορεύτρια της Ζουζούς Νικολούδη και άλλων ομάδων.
Ξεκίνησα από τότε που σκαρφάλωσα τις σκάλες της σκηνής, ως δίχρονη και τρίχρονη, για να με κάνουν κούνια μέσα σε ένα μεγάλο κόκκινο πανί που χρησιμοποιούσαν σε μία παράσταση χορού. Τότε ξεκίνησα.
-Ποια, κατά τη γνώμη σας, η σχέση της Καλαμάτας με το χορό;
Η σχέση της Καλαμάτας με το χορό (τον επαγγελματικό χορό) περιορίζεται αποκλειστικά σε 15 μέρες το πολύ, κάθε Ιούλιο, όταν λαμβάνει χώρα το Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας (με ελάχιστες εξαιρέσεις κάποιων μπαλέτων που έρχονται πού και πού ανεξάρτητα). Επομένως, προσωπικά, δε θεωρώ ότι η Καλαμάτα έχει κάποια σχέση με το χορό. Εγώ, αν είχα επικοινωνία με κάποιον άνθρωπο μία φορά το χρόνο για 15 μέρες, δε θα το θεωρούσα σχέση. Σχέση είναι ένα τακτικό, συχνό πάρε-δώσε, σχέση είναι τριβή, σχέση είναι το να είσαι δίπλα στον άλλον καθημερινά. Και αν την τέχνη δεν μπορούμε να τη δούμε στην ανθρώπινη διάστασή της, στην απλή της διάσταση, για μένα δεν έχει κανένα απολύτως νόημα.
-Αποφασίσατε να παρουσιάσετε μια παράσταση «Ωδή στην ελευθερία». Πώς επιλέξατε κάτι τέτοιο;
Δεν το επέλεξα, με επέλεξε. Είναι η πιο βαθιά μου ανάγκη. Να είμαι ελεύθερη. Από το οτιδήποτε μπορεί να με περιορίσει, με οποιονδήποτε τρόπο και υπό οποιαδήποτε περίσταση. Ο κόσμος, έτσι όπως είναι φτιαγμένος, μας υποβάλλει σε ένα μηχανισμό, σε ένα σύστημα. Είμαι πεπεισμένη, όμως, ότι υπάρχει τρόπος να είμαστε ελεύθεροι και μέσα σε αυτό, το οποίο είναι φτιαγμένο για να μας εγκλωβίσει. Γιατί όλα ξεκινούν από το πώς εμείς στεκόμαστε μέσα σε αυτό και όλα τελειώνουν με το κατά πόσο φοβόμαστε. Αν δε φοβάσαι ούτε καν το ενδεχόμενο να μη ζεις την επόμενη μέρα, είσαι ελεύθερος. Και αν δε φοβάσαι το θάνατο, τότε αυτός μεταμορφώνεται στην επαναλαμβανόμενη αναγέννησή σου.
-Κοστούμια NAFAN… Έχουμε δει κάποιες δημιουργίες σας στο διαδίκτυο, τι είναι αυτό;
Είναι η άλλη πλευρά μου, η ήσυχη, η ακοινώνητη και η εργατική. Είναι υφασμάτινα παιχνίδια, κούκλες, μαξιλάρια, ρούχα, πλεκτά, ό,τι μου αρέσει να έχω εγώ, το φτιάχνω για όλους. Το όνομα προέκυψε από το παρατσούκλι με το οποίο με φώναζε ο μπαμπάς μου, και το λουλούδι της μάρκας μου είναι ένα λουλούδι που ζωγράφιζα με μανία, όπου στεκόμουν κι όπου βρισκόμουν, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου.
-Μια νεαρή κοπέλα αποφάσισε να ασχοληθεί με το πλέξιμο και τη ραπτική. Μιλήστε μας γι’ αυτό…
Όταν το αποφάσισα είχα απογοητευτεί από το χορό, λόγω διάφορων παρασκηνίων που με τάραξαν σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό. Δεν είχα τη δύναμη και την ωριμότητα να καταλάβω ότι κάποιοι άνθρωποι θα είναι πάντα κακοί, επειδή απλώς μπορούν. Κι έτσι είχα πει ότι τα παρατάω και ότι θα κάνω αυτό, το οποίο αγαπώ, επίσης, πολύ. Ευτυχώς, ξαναβρήκα το μέρος μέσα μου που ο χορός είχε πεθάνει και βρήκα τρόπο να τον ξαναζωντανέψω. Τώρα κάνω και τα δύο μαζί και, νομίζω, πιο ολοκληρωμένα και πιο σωστά.
-Αν δεν κάνουμε λάθος βρισκόσασταν στην Αθήνα, αλλά αποφασίσατε την επιστροφή σας στην Καλαμάτα. Πόσο δύσκολη ήταν η προσαρμογή σας και τι θα λέγατε σε κάποιον που σκέφτεται να επιστρέψει;
Δύσκολη ήταν η προσαρμογή μου στην Αθήνα, παρ’ όλο που ήμουν εκεί 10 χρόνια. Γι’ αυτό και, τελικά, έφυγα… Σε κάποιον που σκέφτεται να επιστρέψει θα έλεγα ότι μόνο αν δεν υποκύψει στην ψυχολογία του “αχ, βολεύτηκα”, θα μπορέσει να περάσει καλά και να είναι χαρούμενος με τον εαυτό του. Αλλά αυτό ισχύει για οποιαδήποτε ανθρώπινη πόλη. Την Αθήνα δεν τη θεωρώ ανθρώπινη πόλη, δε θέλω να επεκταθώ, γιατί και μόνο που θα επιχειρήσω να την περιγράψω, θα μελαγχολήσω.
-Ένα κάλεσμα στον κόσμο για την παράσταση…
Ελάτε να δείτε μια ειλικρινή δουλειά, φτιαγμένη μόνο από αγάπη. Δεν μπορώ να ξέρω αν θα σας μείνει αξέχαστη ή αν θα είναι το μεγαλύτερο αριστούργημα που είδατε ποτέ και, γενικώς, δεν πιστεύω στα αριστουργήματα… Ελάτε, γιατί είστε άνθρωποι και το ίδιο είμαστε κι εμείς. Και μέσω της τέχνης και με ανοιχτές καρδιές ερχόμαστε πιο κοντά. Και αν είμαστε κοντά, όλα είναι λίγο πιο όμορφα.
Του Παναγιώτη Μπαμπαρούτση