Μετά από επ’ αυτοφώρω σύλληψη αστυνομικού – πελάτη
Ένοχη για μαστροπεία κρίθηκε χθες από το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων μια γυναίκα, η οποία διατηρούσε επί πολλά χρόνια νυχτερινό μπαρ στην Καλαμάτα. Πρωτόδικα είχε καταδικασθεί σε φυλάκιση 18 μηνών και το δικαστήριο χθες αρνήθηκε να αναγνωρίσει το ελαφρυντικό του πρότερου εντίμου βίου που ζητήθηκε και δικαιολογώντας μόνο την καλή συμπεριφορά της μετά την πράξη, μείωσε την ποινή της στους 10 μήνες φυλάκιση με 3ετή αναστολή.
Η συνταξιούχος πλέον γυναίκα, συνελήφθη το 2010, όταν αστυνομικός προσποιήθηκε τον πελάτη στο μπαρ και πλήρωσε την κατηγορούμενη, για να πάρει μαζί του και να συνευρεθεί ερωτικά με αλλοδαπή που εργαζόταν εκεί.
Εξέδιδε τις εργαζόμενες
Αστυνομικός που τότε εργαζόταν στην Ασφάλεια Καλαμάτας, κατέθεσε ότι το Μάιο του 2010 έφτασαν στην υπηρεσία του πληροφορίες ότι η ιδιοκτήτρια συγκεκριμένου μπαρ εκδίδει κατ’ επάγγελμα τις κοπέλες που εργάζονται στο μαγαζί της.
Επειδή, όπως είπε, οι ίδιοι ήταν γνωστοί στην Καλαμάτα, επιστρατεύτηκε συνάδελφός τους από την Κυπαρισσία, ο οποίος ανέλαβε το ρόλο του δολώματος.
Προσημειώθηκαν δύο χαρτονομίσματα των 50 ευρώ και ένα βράδυ, πήγε στο μπαρ ως πελάτης. Ο αστυνομικός της Ασφάλειας που κατέθεσε είπε ότι αυτοί περίμεναν έξω από το μπαρ και λίγη ώρα μετά είδαν τον συνάδελφό τους να βγαίνει με μια κοπέλα. Πήγαν στο αυτοκίνητό του και μετά από λίγη ώρα τους ειδοποίησε να κάνουν έλεγχο στο μπαρ και πως τα δύο προσημειωμένα χαρτονομίσματα τα είχε πληρώσει στην ιδιοκτήτρια ως αμοιβή για να συνευρεθεί ερωτικά με την κοπέλα.
Μέσα στο μαγαζί, όπως είπε ο μάρτυρας, βρήκαν χρήματα στην ταμειακή μηχανή, αλλά και μέσα σε άδεια μπουκάλια στην κάβα. Συνολικά, κατάσχεσαν το ποσό των 1.985 ευρώ, ενώ ανάμεσα σε αυτά ήταν και τα δύο προσημειωμένα χαρτονομίσματα. Αργότερα στην απολογία της η κατηγορούμενη εξήγησε ότι είχε πέσει θύμα ληστείας δύο φορές στο σπίτι της και γι αυτό έκρυβε τα χρήματα στο μαγαζί.
Αρνήθηκε τις κατηγορίες
Το δικαστήριο ανέγνωσε και την κατάθεση του αστυνομικού που προσποιήθηκε τον πελάτη. Αυτός περιέγραψε ότι μέσα στο μπαρ ήπιε δύο ποτά και ζήτησε να πάρει την κοπέλα. Η ιδιοκτήτρια του ζήτησε το ποσό των 150 ευρώ και αυτός της είπε ότι έχει μόνο 100 ευρώ και αφού συμφώνησαν, της έδωσε τα προσημειωμένα χαρτονομίσματα.
Στη συνέχεια περιέγραψε ότι πήγε με την κοπέλα στο αυτοκίνητό του και αυτή άρχισε να γδύνεται. Τότε της γνωστοποίησε την ιδιότητά του και την συνέλαβε.
Αντίθετα, στην κατάθεσή της η κοπέλα είχε πει ότι ο αστυνομικός – πελάτης την τράβηξε από τα μαλλιά και την χτύπησε στο πρόσωπο, όταν δεν έβγαλε τα ρούχα όπως της ζήτησε και πως την κακομεταχειρίσθηκαν και οι αστυνομικοί που την οδήγησαν στην Αστυνομία.
Στην απολογία της η κατηγορουμένη αρνήθηκε τα πάντα και είπε πως όταν συνέβη το περιστατικό είχε παιδιά και εγγόνια και δεν θα μπορούσε να στείλει μια νέα κοπέλα να κάνει κάτι τέτοιο. Παραδέχτηκε βέβαια ότι οι κοπέλες που εργάζονταν ως σερβιτόρες στο μαγαζί, κάθονταν στα τραπέζια και έκαναν παρέα στους πελάτες για να καταναλώνουν ποτά. Ισχυρίσθηκε ότι ο αστυνομικός –πελάτης, πήγε στο μπαρ μαζί με φίλο του και ήπιαν πολλά ποτά, ενώ κέρασαν τόσο την ίδια, όσο και κοπέλες. Τα 100 προσημειωμένα ευρώ, ισχυρίσθηκε ότι ήταν ο λογαριασμός από τα ποτά και πως της ζήτησε να φύγει για λίγο με την κοπέλα, να πάνε σε γειτονικό μπαρ για να κάνουν… «ζήλειες», σε άλλη κοπέλα.
Το δικαστήριο ωστόσο, δεν πίστεψε την εκδοχή της και την έκρινε ένοχη για μαστροπεία.
Της Βίκυς Βετουλάκη