Αλλοδαπό, ο οποίος γνώριζε καλά το θύμα, αναζητούσε από χθες και μέχρι αργά το βράδυ η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Καλαμάτας ως δράστη της άγριας δολοφονίας του 54χρονου αρχιμανδρίτη Φώτη Ζαχαρόπουλου στη Χώρα. Οι έρευνες επικεντρώθηκαν σε άτομα που ο άτυχος αρχιμανδρίτης γνώριζε και θα επέτρεπε να μπουν οποιαδήποτε ώρα στο σπίτι του, καθώς δεν υπήρξε καμία παραβίαση, ωστόσο όλοι οι χώροι βρέθηκαν από τους αστυνομικούς άνω – κάτω.
Ο δολοφόνος (αν και από την Αστυνομία δεν αποκλείεται η συμμετοχή και δεύτερου ατόμου, καθώς υπάρχουν σχετικές μαρτυρίες) τραυμάτισε με οικιακό σκεύος (τηγάνι ή κατσαρόλα) τον 54χρονο αρχιμανδρίτη στο κεφάλι και όταν αυτός έπεσε αναίσθητος και γυμνός στο πάτωμα, τον στραγγάλισε με ένα πουκάμισο.
Ακόμα κι αν το κίνητρο του δολοφόνου ήταν η ληστεία, οι αξιωματικοί της Αστυνομίας είναι βέβαιοι ότι ο δράστης δεν επέλεξε το θύμα τυχαία, αλλά διότι είχε προσωπική σχέση μαζί του.
Πάντως, ακόμα και χθες όλοι οι χώροι του σπιτιού του ερευνήθηκαν εξονυχιστικά από άνδρες της Ασφάλειας και δεν ήταν λίγα τα στοιχεία που κατάφεραν να συλλέξουν τόσο για τη ζωή του αρχιμανδρίτη όσο και για τις συνθήκες του εγκλήματος και το δράστη.
Από την πρώτη στιγμή στο κλιμάκιο των αστυνομικών που ερευνά την υπόθεση υπήρξε αισιοδοξία και εκτιμάται ότι από ώρα σε ώρα θα συλλάβουν το δράστη.
Τον στραγγάλισε
Οι πιστοί το πρωί της Κυριακής στο μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου ανησύχησαν όταν η ώρα περνούσε και ο αρχιμανδρίτης δεν εμφανιζόταν για να ξεκινήσει τη λειτουργία. Έτσι, στις 7.30 αποφάσισαν να τον αναζητήσουν στο σπίτι του. Φτάνοντας στο διώροφο σπίτι και ανεβαίνοντας στον επάνω όροφο όπου κατοικούσε ο 54χρονος, βρήκαν την πόρτα ανοιχτή. Μπαίνοντας βρήκαν ένα σπίτι «βομβαρδισμένο», ψαγμένο μέχρι και την τελευταία γωνία.
Φτάνοντας στην κουζίνα το αποτρόπαιο θέαμα σόκαρε. Ο 54χρονος, ολόγυμνος, ήταν πεσμένος σε ύπτια θέση στο πάτωμα και γύρω του υπήρχαν αίματα. Το κεφάλι του ήταν σοβαρά χτυπημένο και στο λαιμό του ήταν σφικτά δεμένο ένα πουκάμισο.
Λίγες ώρες αργότερα, ο ιατροδικαστής Νικόλαος Κωτακίδης από την Ιατροδικαστική Υπηρεσία Ναυπλίου διαπίστωνε κακώσεις στο κεφάλι, που όμως δεν προκάλεσαν το θάνατο, καθώς το θύμα πέθανε από ασφυξία. Επίσης, όπως είπε ο κ. Κωτακίδης, μιλώντας στο «Θάρρος», έφερε κάποια μικρά τραύματα, που όμως δεν είναι ικανά να υποστηρίξουν πως υπήρξε πάλη θύτη και θύματος.
Οι μέχρι στιγμής έρευνες της Αστυνομίας έχουν δείξει ότι ενώ βρισκόταν μαζί με τον αρχιμανδρίτη, ο δράστης αιφνιδίασε τον 54χρονο χτυπώντας τον με κατσαρόλα ή τηγάνι στο εμπρόσθιο και πλάγιο μέρος του κεφαλιού. Το χτύπημα, δε, ήταν τόσο σφοδρό που από το σκεύος αποκολλήθηκε η λαβή, την οποία συνέχισε να κρατά ο δράστης. Με αυτή την ίδια στιγμή κατάφερε ένα δεύτερο χτύπημα στο θύμα, το οποίο του προκάλεσε βαθύ τραύμα πίσω από το αυτί. Κανένα, όμως, από τα δύο χτυπήματα δεν ήταν θανατηφόρα.
Ο άτυχος 54χρονος έπεσε λιπόθυμος στο πάτωμα και τότε ο δράστης ολοκλήρωσε το δολοφονικό του έργο, σφίγγοντας το λαιμό του θύματός του με ένα πουκάμισο και πνίγοντάς τον.
Μπήκαν 2 άντρες
Οι έρευνες της Αστυνομίας από την πρώτη στιγμή στράφηκαν σε αλλοδαπούς της περιοχής με τους οποίους είχε επαφές ο αρχιμανδρίτης. Από την ίδια στιγμή, μάλιστα, ξεκίνησαν προσαγωγές υπόπτων και η συγκέντρωση πληροφοριών. Πληροφορίες δε, θέλουν να υπάρχουν μαρτυρίες που να πιστοποιούν ότι στο σπίτι του αρχιμανδρίτη είδαν να μπαίνουν δύο άντρες.
Γρήγορα η Αστυνομία κατέληξε σε συγκεκριμένη κατεύθυνση, όπου και έστρεψε τις έρευνές της, αναζητώντας συγκεκριμένα άτομα ως ύποπτα για τη δολοφονία.
Είναι χαρακτηριστική η δήλωση ανώτατων αξιωματικών από χθες το πρωί ότι οι έρευνες της Αστυνομίας «δε βρίσκονται στο σκοτάδι».
Η τοπική κοινωνία, σοκαρισμένη, προσπαθεί να καταλάβει τι έγινε, ενώ το πρωί της Κυριακής έξω από το σπίτι του θύματος συγκεντρώθηκαν συγγενείς και γνωστοί του άτυχου αρχιμανδρίτη.
Συγκλονισμένος ο θείος του, Γρηγόρης Πετρόπουλος, δεν μπορούσε να πιστέψει το κακό που είχε συμβεί. Όπως είπε, νωρίτερα το πρωί βγήκε από το σπίτι του και μια γειτόνισσα που είχε μάθει για το τραγικό συμβάν του το ανέφερε, ενώ ύστερα από λίγο του το επιβεβαίωσε η εγγονή του. «Δεν είχε κάνει κακό. Βοήθαγε όλους. Και αλλοδαπούς εβοήθαγε και άλλους εβοήθαγε, φτωχούς. Πάντα εβοήθαγε, τους πάντες. Έχει φτιάξει μια εκκλησία, ένα μοναστήρι, ήτανε καλός άνθρωπος» παρατήρησε.
Γειτόνισσά του, συντετριμμένη, έλεγε πως το απόγευμα του Σαββάτου ήταν η τελευταία φορά που τον είδαν, σε ένα μνημόσυνο. Το πρωί της Κυριακής δεν πήγε στην εκκλησία και αναστατώθηκαν από την απουσία του. Δύο κάτοικοι πήγαν στο σπίτι του και τον βρήκαν νεκρό μέσα σε μια λίμνη αίματος. Το σπίτι ήταν ανοιχτό, οι πόρτες δεν ήταν κλειδωμένες, ούτε η εξώπορτα ούτε η κυρία είσοδος του σπιτιού.
Με βουρκωμένα μάτια, η ίδια είπε ότι «τέτοια ψυχή, δεν υπήρχε άλλη. Ήταν γλυκόλογος, καλοσυνάτος, βοηθούσε τον κόσμο και τα λόγια του πάντα ήταν σωστά».
Γείτονάς του έλεγε για την «καλοσύνη της ψυχής του και το γλυκό του χαρακτήρα. Δεν είχε πειράξει ποτέ ούτε μυρμήγκι: Αγαπούσε τον κόσμο και βοηθούσε τους πάντες. Καλός, αγαθός, με μόρφωση και σεβόταν τους ανθρώπους, όπως όλοι μας τον σεβόμασταν».
Των Βίκυς Βετουλάκη,
Ηλία Γιαννόπουλου