Το “ΠΟΠ Καλαμάτα” θέλει δουλειά για να δώσει καρπούς

Το “ΠΟΠ Καλαμάτα” θέλει δουλειά για να δώσει καρπούς

Και εγένετο πράξη ο διακαής πόθος της πλειοψηφίας των ελαιοπαραγωγών της Μεσσηνίας, για το ΠΟΠ Καλαμάτα. Το θέμα είναι από δω και πέρα τι κάνουμε. Πώς εκμεταλλευόμαστε το παραπάνω γεγονός; Ήδη υπάρχει μια κινητικότητα ενημέρωσης των παραγωγών για το τι σημαίνει η νέα εξέλιξη, πολλά ελαιοτριβεία έχουν δείξει ενδιαφέρον να αλλάξουν τις προδιαγραφές τους ώστε να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις παραγωγής ενός προϊόντος ΠΟΠ.
Εκείνο που θα πρέπει να καταλάβουμε όλοι, όμως, είναι ότι η γεωγραφική σήμανση ΠΟΠ δεν μπορεί από μόνη της να δημιουργήσει προστιθέμενη αξία στο προϊόν μας και αυτή να έχει διάρκεια στο χρόνο.
Θα πρέπει να δημιουργηθούν ευρύτερα δίκτυα, στο πλαίσιο ενός τοπικού οράματος και στρατηγικής για την όλη ανάπτυξη της περιοχής όπου εντάσσονται. Αυτό μπορεί να γίνει με συνέργειες μεταξύ παραγωγών και επιχειρήσεων, μεταξύ αγροτικής παραγωγής, πολιτισμικής κληρονομιάς, τουρισμού και άλλων υπηρεσιών.
Το μεσσηνιακό πρωϊνό που πρέπει να προσφέρεται από τα ξενοδοχεία της περιοχής μας, αλλά και οι “Δρόμοι του Λαδιού”, που συνδυάζουν γνωριμία με τον τόπο και το ελαιακή και γαστρονομική μας παράδοση, είναι ορισμένα από τα στοιχεία.
Γενικότερα, τα πλεονεκτήματα που συγκεντρώνουν τα προϊόντα ΠΟΠ είναι πολλά, τόσο για τους παραγωγούς και τις επιχειρήσεις των τροφίμων και του τουρισμού, όσο και για τους καταναλωτές.
 Κατ’ αρχάς, είναι προϊόντα που έχουν να αφηγηθούν στους καταναλωτές μια «ιστορία»: είναι ιδιαίτερα λόγω της καταγωγής τους και προάγουν την ποικιλομορφία στη γεωργία και στο περιβάλλον. Έπειτα, παρέχουν στους γεωργούς καλύτερες τιμές, μακροπρόθεσμες συμβάσεις με τις επιχειρήσεις, περισσότερες θέσεις εργασίας, ενώ δίνουν επίσης κίνητρα στους καλλιεργητές και στις επιχειρήσεις να μείνουν στη γη τους.
Είναι αλήθεια ότι ως χώρα δεν έχουμε αξιοποιήσει πλήρως τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από το καθεστώς των ΠΟΠ της Ε.Ε. Παρά το γεγονός ότι έχουμε καταχωρίσει μεγάλο αριθμό γεωγραφικών ενδείξεων, δεν φαίνεται ο αριθμός αυτός να αντιστοιχεί σε αξία των προϊόντων αυτών στην αγορά. Διερευνώντας τις αιτίες, καταλήγει κανείς στα εξής:
·         Έλλειψη εξωστρέφειας, δηλαδή ελλιπής ή καθόλου σύνδεση των προϊόντων αυτών με ένα ικανοποιητικό μάρκετινγκ. Όμως σε αυτές τις δύο αιτίες συνέτεινε, σε σημαντικό βαθμό θα λέγαμε, και ο ακόλουθος παράγοντας.
·         Ανυπαρξία συλλογικών δομών ή έστω μειωμένη συλλογικότητα στον τρόπο που λαμβάνονται οι αποφάσεις για την κατοχύρωση, την αξιοποίηση, την προστασία και τη γενικότερη μέριμνα για τα συμφέροντα αυτών των ΠΟΠ και ΠΓΕ.
Η αντίληψη των παραγωγών μας ότι η κατοχύρωση μιας ονομασίας ΠΟΠ θα έδινε αυτόματα εμπορευσιμότητα και ικανοποιητική τιμή στον παραγωγό σε συνδυασμό με κάποιες στενά τοπικιστικές αντιλήψεις οδήγησαν στο να κατοχυρώσουμε, σε κάποιες περιπτώσεις, ονομασίες προϊόντων τα οποία παράγονται σε τόσο μικρή κλίμακα, ώστε αδυνατούν να εφοδιάσουν ακόμη και την τοπική αγορά.
Δεν έχει γίνει κατανοητό από τους ενδιαφερόμενους ότι η ονομασία ΠΟΠ έρχεται να «επιβραβεύσει» ή να «επικυρώσει» την εμπορική επιτυχία, την ποιότητα και τη φήμη ενός προϊόντος που έχει ήδη κερδηθεί από το καταναλωτικό κοινό και όχι το αντίστροφο. Ότι δηλαδή πρώτα κατακτάμε τους καταναλωτές και έπειτα κατοχυρώνουμε τα προϊόντα ως ΠΟΠ.
Όπως επίσης δεν έχει αξιολογηθεί ότι, αν τα προϊόντα αυτά δεν συνδυαστούν με μια φιλόδοξη στρατηγική μάρκετινγκ, δεν πρόκειται να εξασφαλίσουν μια καλύτερη τύχη από άποψη τιμών και μεριδίου αγοράς, όσο «ποιοτικά» ή «παραδοσιακά» κι αν είναι.
Κατανοώντας κανείς τις αιτίες που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση, αυτόματα αντιλαμβάνεται και τις επιλογές που θα μας κατευθύνουν σε ένα καλύτερο μέλλον για τα ΠΟΠ προϊόντα μας.  Για την έλλειψη εξωστρέφειας είναι σαφές ότι τα «εργαλεία» υπάρχουν. Αρκεί να υπάρξει η πρωτοβουλία των ιδίων των παραγωγών τους.
Τέλος, όσον αφορά την έλλειψη συλλογικών δομών, για την ηγεσία του Υπουργείου μας, αποτελεί προτεραιότητα η θεσμική κατοχύρωση των «Ομάδων» που προβλέπει ο Καν. 1151/2012 για τα συστήματα  ποιότητας, δηλαδή των ομάδων για την Προστασία και τη Διαχείριση ΠΟΠ προϊόντων και με αυτή την κατεύθυνση η αρμόδια υπηρεσία επεξεργάζεται την πρότασή της.
Ωστόσο, δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι, όσο ικανοποιητικό και υλοποιήσιμο κι αν γίνει το θεσμικό πλαίσιο, δεν πρόκειται να λειτουργήσει και να παραγάγει αποτελέσματα αν δεν υπάρξει ενδιαφέρον και δραστηριοποίηση των ίδιων των παραγωγών και των μεταποιητών των προϊόντων ΠΟΠ,  που αποτελούν τους δύο βασικότερους κρίκους της αλυσίδας εφοδιασμού. Το δρόμο τον έχουν ήδη ανοίξει χώρες με μεγάλη ιστορία στα ΠΟΠ. Οφείλουμε να τον ακολουθήσουμε.
 
Του Αντώνη Πετρόγιαννη