Κάθε ανάμειξη ή εμπλοκή στην υπόθεση της άγριας δολοφονίας της 89χρονης στο χωριό Μοναστήρι Αετού, το Φεβρουάριο του 2008, αρνήθηκε χθες στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο ο 24χρονος Αλβανός κατηγορούμενος.
Η απολογία του κράτησε από το πρωί έως αργά το μεσημέρι, ενώ έγιναν πάρα πολλές ερωτήσεις από την Έδρα, προκειμένου να διαλευκανθεί η υπόθεση.
Όπως επισημάνθηκε, είναι η πρώτη φορά που δικαστικές και εισαγγελικές αρχές είχαν τη δυνατότητα να ακούσουν την άποψη του κατηγορουμένου, καθώς συνελήφθη μόλις πριν από 6 μήνες στην Αυστρία και έτσι ποτέ δεν πέρασε από το στάδιο της ανάκρισης και της προανάκρισης.
Μάλιστα, αυτός ήταν και ο λόγος που αργά το μεσημέρι, έπειτα από δύο διακοπές, ο εισαγγελέας Δημήτρης Σταύρου ζήτησε ολιγοήμερη διακοπή της δίκης, προκειμένου να ετοιμάσει την αγόρευσή του. Όπως υπογράμμισε, η υπόθεση είναι πολύ δύσκολη και θέλει χρόνο να μελετήσει το αποδεικτικό υλικό, ώστε να μην ευνοηθεί, ούτε και όμως και να αδικηθεί κανείς.
Τελικά, το δικαστήριο, διέκοψε, προκειμένου να συνεδριάσει εκ νέου την Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου, με την αγόρευση του εισαγγελέα.
Με αγριότητα
Ο 24χρονος είναι αντιμέτωπος με την ποινή των δις ισοβίων, καθώς το έγκλημα ήταν ιδιαίτερα άγριο, ενώ συνεργοί του θεωρούνται ένας 30χρονος που διαφεύγει της συλλήψεως και ένας άλλος ομοεθνής του, ο οποίος τότε ήταν 17 ετών. Ερήμην, μάλιστα, από το Τριμελές Ανηλίκων Κυπαρισσίας, ο τελευταίος έχει καταδικασθεί σε 28 χρόνια κάθειρξης.
Τη νύχτα στις 27 προς 28 Φεβρουαρίου 2008 τρεις Αλβανοί δράστες μπήκαν στο διώροφο σπίτι που έμενε η άτυχη 89χρονη, σπάζοντας παράθυρο στον πρώτο όροφο. Μπήκαν στην κρεβατοκάμαρά της, την ακινητοποίησαν και άρχισαν να τη χτυπούν για να τους πει πού έχει τα χρήματα. Τη χτύπησαν με βιαιότητα και σκληρότητα στο πρόσωπο, στο θώρακα και στα πλευρά, ενώ την έδεσαν χειροπόδαρα με ύφασμα και μια δαντέλα.
Στη συνέχεια την πέταξαν στο πάτωμα και για να μη γίνουν αντιληπτές οι φωνές της από γείτονες, της έφραξαν το στόμα με ύφασμα, της το έκλεισαν με ένα κασκόλ και στη συνέχεια έριξαν πάνω της ρούχα, κουβέρτες και σεντόνια, με αποτέλεσμα η άτυχη γυναίκα μετά από λίγη ώρα να πεθάνει.
Απολογία
Ξεκινώντας ο 24χρονος χθες την απολογία του υποστήριξε ότι δεν έχει καμία σχέση με την υπόθεση, ενώ με τους άλλους δύο απλώς έκανε παρέα. Όπως σημείωσε, έμενε με τον αδελφό του στο Κοπανάκι και δούλευαν μαζί. Στην Ελλάδα, όμως, είχε έρθει παράνομα.
Στο χωριό της 89χρονης πήγε, όπως είπε, μόνο μια φορά, για δουλειά μαζί με τον αδελφό του, περίπου ένα χρόνο πριν από το συμβάν.
Από εκεί έφυγε, γιατί έγινε επιχείρηση «σκούπα» της Αστυνομίας, ενώ μετά γνωστός του τον ενημέρωσε ότι υπάρχει καλή δουλειά σε Γερμανία και Ολλανδία. Για το λόγο αυτό έφυγε για Γερμανία.
Αρνήθηκε δε, ότι σε συζήτηση με τον 30χρονο που επίσης κατηγορείται για την υπόθεση, αλλά διαφεύγει, είχαν μιλήσει για σχέδια που έκαναν για να κλέψουν, ενώ ο 30χρονος τον έκανε παρέα, επειδή αυτός ήταν καλύτερα οικονομικά.
Η άρση απορρήτου των τηλεφώνων έδειξε ότι ο κατηγορούμενος, αλλά και οι άλλοι δύο, βρέθηκαν το ίδιο διάστημα μετά το φόνο στην Αθήνα. Ο 24χρονος εξήγησε ότι ανέβαινε πολλές φορές στην Αθήνα για να δει την κοπέλα του, έτσι έκανε και τις ημέρες εκείνες, αλλά αρνήθηκε ότι συναντήθηκε με τους άλλους δύο.
Δύο εβδομάδες μετά έφυγε για Αλβανία, επέστρεψε Ελλάδα παράνομα ταξιδεύοντας με ταξί, ενώ ύστερα έφυγε με κανονική βίζα για Γερμανία. Ακόμη, ανέφερε ότι κανείς δεν τον ενημέρωσε ότι κατηγορείται για φόνο.
Κατά την εξέτασή του από την Έδρα ρωτήθηκε πολλές φορές, γιατί, ενώ λέει ότι ήταν στο Κοπανάκι, η άρση του τηλεφωνικού απορρήτου δείχνει ότι το τηλέφωνό του λειτουργούσε από την κεραία στο Μοναστήρι. Ο κατηγορούμενος επέμεινε ότι δεν ήταν στο χωριό της 89χρονης, αλλά ότι τα δύο χωριά είναι κοντά και μπορεί το κινητό του να εμφανιζόταν στη διπλανή κεραία.
Αρνήθηκε τα πάντα, ακόμα κι όταν ο εισαγγελέας τού επισήμανε ότι ο αδελφός του 30χρονου έχει καταθέσει στην Αστυνομία ότι στην Αθήνα μετά το φόνο, μαζί με τον αδελφό του, ήταν και ο ίδιος.
Έπειτα από μικρή διακοπή, προκειμένου να ετοιμασθεί ο εισαγγελέας για την αγόρευσή του, ο κ. Σταύρου ζήτησε να κάνει συμπληρωματικές ερωτήσεις στον 24χρονο. Επέμεινε πάρα πολύ στο θέμα των τηλεφωνικών επικοινωνιών των τριών, όμως ο κατηγορούμενος αρνήθηκε κάθε επαφή μαζί τους που να είχε σχέση με το φόνο.
Τελικά, έγινε δεκτό αίτημα του εισαγγελέα για διακοπή και η δίκη θα συνεχισθεί την επόμενη Παρασκευή.
Της Βίκυς Βετουλάκη