Το κεντρικό σύνθημα του «Ποταμιού» παραμένει ζητούμενο ως προς το πρώτο σκέλος και αποδείχθηκε προφητικό ως προς το δεύτερο. Η στρατηγική επαπειλούμενης ρήξης με την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως εκφράστηκε στην επτάμηνη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ, αποδείχθηκε επιζήμια και λίγο έλειψε να γκρεμίσει τη χώρα.
Η εθνική χρεοκοπία ήταν η κατάληξη της μακροχρόνιας επιδότησης της κατανάλωσης εισαγόμενων αγαθών με εξωτερικό δανεισμό. Ο δρόμος της ήσσονος προσπάθειας επικράτησε της κοπιώδους προσαρμογής στα ευρωπαϊκά δεδομένα, με την παραγωγική μας βάση ολοένα συρρικνούμενη. Η επιδίωξη οπαδών των δύο κομμάτων που εναλλάσσονταν στην εξουσία (ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ.) να κατανείμουν μεγαλύτερο μερίδιο της ευθύνης στους απέναντι αδικεί την ουσία: αμφότερα μοίραζαν προσόδους στους «πελάτες» τους, ως αναγκαία συνθήκη της πολιτικής τους επικράτησης. Αν, για παράδειγμα, το ΠΑΣΟΚ ευνοούσε περισσότερο τους εργαζόμενους στο Δημόσιο και η Ν.Δ. τους ελεύθερους επαγγελματίες, το τελικό αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Τόσο η αύξηση των μισθωτών (και αργομισθιών) στο Δημόσιο όσο και η προστασία του εισοδήματος ελευθέρων επαγγελματιών (υποχρεωτική παράσταση δικηγόρων, υψηλά ποσοστά κέρδους φαρμακοποιών, ανοχή της παραοικονομίας των γιατρών) γίνονταν με εξωτερικό δανεισμό και ήταν αναντίστοιχα των πραγματικών δυνατοτήτων της οικονομίας. Η μικρή και μεγάλη διαφθορά ήταν ενδημική τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Ο τελικός λογαριασμός δε συνέγειρε κανέναν, αφού πληρωνόταν σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου με χαμηλά επιτόκια, παραπλήσια εκείνων με τα οποία δανείζονταν ισχυρές ευρωπαϊκές οικονομίες.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν ευθύνη πολιτών και πολιτικού συστήματος, σε έναν αλληλοτροφοδοτούμενο κύκλο, όπου δύσκολα αναγνωρίζεται η αρχή του κακού: η διαφωνία περί μεγαλύτερης ευθύνης πολιτών ή πολιτικών, επίσης, αδικεί την ουσία. Κι ενώ η επισήμανση πως τα υπόλοιπα κόμματα (εκτός ΠΑΣΟΚ/Ν.Δ.) πλειοδοτούσαν στην ικανοποίηση αιτημάτων που αύξαναν τον εξωτερικό δανεισμό είναι σωστή, αυτό δε μειώνει την ευθύνη των δύο κομμάτων εξουσίας, τα οποία έχουν την πατρότητα του πολιτικού συστήματος που κατέληξε στη χρεοκοπία.
Και μετά τη χρεοκοπία, πώς αντιδράσαμε; Αναδείχθηκε κάποιο διαφορετικό υπόδειγμα από τα κόμματα, το οποίο έδωσε ελπίδα στους πολίτες, πως μέσα από αλλαγές στην οικονομία, στο κράτος και στο πολιτικό σύστημα θα μπορούσε η χώρα να είναι παραγωγική; Όχι, δυστυχώς. Τα «παλιά» κόμματα εγκαινίασαν έναν ιδιότυπο κλεφτοπόλεμο, προσπαθώντας να διατηρήσουν όσο το δυνατόν περισσότερες προσόδους των μακροχρόνιων «πελατών» τους. Όποιο αντιστεκόταν περισσότερο στους όρους που επέβαλλαν οι συμφωνίες με τους δανειστές, πρόβαλλε ως ο καλύτερος εγγυητής των λαϊκών αιτημάτων. Σε αυτόν τον αγώνα αδιαφιλονίκητος νικητής αναδείχθηκε η Νέα Δημοκρατία, η οποία ανέδειξε απίστευτη ανευθυνότητα, θέτοντας σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.
Θα ήταν, βέβαια, παράδοξο να ελπίζουμε πως τα κόμματα που μας οδήγησαν στη χρεοκοπία θα καταφέρουν να την υπερβούν. Ήταν, επίσης, αναμενόμενο πως οι πολίτες, οι οποίοι πλήττονται από βίαιο περιορισμό των εισοδημάτων τους και αντιμετωπίζουν την απόλυτη ανασφάλεια για το μέλλον τους, θα αντιδράσουν προσπαθώντας να περισώσουν ό,τι μπορεί να διασωθεί. Σε αυτές τις συνθήκες η θεωρία της «καλύτερης διαπραγμάτευσης» του ΣΥΡΙΖΑ ήταν εξαιρετικά ελκυστική. Οι πολίτες επέλεξαν τη «συνεπέστερη αντιμνημονιακή δύναμη», που θα διεκδικούσε λιγότερες μεταρρυθμίσεις και περισσότερα δανεικά, απειλώντας με μια «ηρωική» έξοδο (το Κούγκι του κ. Καμμένου). Μετά τη σύγκρουση της «υπερήφανης διαπραγμάτευσης» με την πραγματικότητα, οι πολίτες καλούνται να «πληρώσουν τα σπασμένα» μέσα σε κλίμα διάχυτης απογοήτευσης.
Η λύση στα αδιέξοδα της χώρας βρίσκεται στην ικανοποίηση του βασικού αιτήματος: «να τα αλλάξουμε όλα». Όλο και περισσότεροι πολίτες διαπιστώνουν πως, αν δεν τα καταφέρουμε, κινδυνεύουμε να «γκρεμίσουμε τη χώρα». Πρέπει να δώσουμε προοπτική ανάκαμψης στην οικονομία μας, προοπτική εξόδου από τα μνημόνια και προσέγγιση του ευρωπαϊκού υποδείγματος στην οργάνωση του κράτους και της κοινωνίας μας. Η επόμενη μέρα για τη χώρα δεν μπορεί να περιορίζεται στα (κάθε φορά) μέτρα του μνημονίου. Θα πρέπει να διαμορφώσουμε ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης, το οποίο θα περιλαμβάνει όσες μεταρρυθμίσεις δεν έχουν εκπληρωθεί, θα προσθέτει δράσεις απαραίτητες για την ανάπτυξη μιας εξωστρεφούς οικονομίας και θα αντιμετωπίζει τις δυσλειτουργίες του δημόσιου τομέα. Η ελλιπής εφαρμογή των μέχρι σήμερα συμφωνηθέντων μέτρων που επέβαλλαν οι εταίροι και η απροθυμία (ή αδυναμία;) κατάρτισης ενός εθνικού σχεδίου κατατρώει υγιείς δυνάμεις, διατηρώντας παράλληλα προσόδους που θα έπρεπε να είχαν καταργηθεί από καιρό. Το χρεοκοπημένο Δημόσιο παρέχει πρόωρες συντάξεις και επιδοτεί με 600.000 ευρώ ετησίως το ταμείο της ΔΕΗ, την ίδια ώρα που αυξάνει τις εισφορές εργοδότη και εργαζομένου για να στηρίξει ταμεία που παραπαίουν. Η ετήσια φαρμακευτική δαπάνη εξακολουθεί να είναι δυσανάλογα υψηλή, όπως και οι παρακλινικές εξετάσεις (π.χ. αξονικές τομογραφίες), την ίδια ώρα που σημαντικό μέρος των ελεύθερων επαγγελματιών και μικρομεσαίων επιχειρηματιών στερούνται ασφαλιστικής κάλυψης, αφού αδυνατούν να πληρώσουν τις εισφορές των ταμείων τους. Το πλεόνασμα μιας χρονιάς διανεμήθηκε στους ένστολους δημόσιους υπαλλήλους, την ώρα που το επίδομα ανεργίας δίνεται για περιορισμένο διάστημα στην αυξανόμενη στρατιά των ανέργων. Επείγει να ορθολογικοποιήσουμε την κατανομή του κόστους της οικονομικής κρίσης και να στηρίξουμε όσους βρίσκονται σε μεγαλύτερη ανάγκη, όχι τους συνήθεις μακροχρόνιους «πελάτες» του πολιτικού συστήματος.
Η ορθολογική κατανομή των βαρών της κρίσης όμως, παρόλο που είναι απαραίτητη, αποτελεί διαχείριση της φτώχειας. Η χώρα θα αποκτήσει προοπτική μόνον χάρις σε επενδύσεις σε εξωστρεφείς τομείς της οικονομίας, με τη δημιουργία μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων, από έλληνες και ξένους επιχειρηματίες. Η προοπτική φαντάζει μακρινή όσο δεν επιτυγχάνεται κλίμα σταθερότητας, αναγκαία συνθήκη για την επέκταση οποιασδήποτε οικονομικής δραστηριότητας. Η Ιρλανδία και η Πορτογαλία αύξησαν τις εξαγωγές τους λίγο πριν βγουν από τα μνημόνια – αν πετυχαίναμε κάτι αντίστοιχο, το όφελος του Δημοσίου θα ήταν όσο περίπου η ετήσια συνεισφορά από τον ΕΝΦΙΑ. Η επόμενη κυβέρνηση πρέπει να έχει τη μεγαλύτερη δυνατή στήριξη και να βασίζεται σε ένα εθνικό σχέδιο ανάπτυξης, που θα ξεπερνά σε χρονικό ορίζοντα και σε στόχους τη μόλις υπογραφείσα συμφωνία με τους εταίρους.
Το Ποτάμι θα αποτελέσει μέρος της λύσης μετά τις εκλογές, την οποία θα μπορεί να καθορίσει, αναλόγως της δύναμης που θα του δώσουν οι πολίτες: για πολιτική σταθερότητα, μεταρρυθμίσεις παντού, με διαφύλαξη των αδικημένων στρωμάτων στην κατανομή των βαρών. Για την κατάρτιση ενός εθνικού σχεδίου με στόχο μια εξωστρεφή παραγωγική οικονομία, απελευθέρωση του κράτους από τους κομματικούς στρατούς και μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος.
Του Βασίλη Σπανού
Υποψηφίου με το «Ποτάμι»