Αναμφίβολα η Σοσιαλδημοκρατία αποτέλεσε βασικό πυλώνα της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και συνέβαλε στη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού κοινωνικο-οικονομικού μοντέλου. Ήταν μια από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις της ανθρωπότητας με την οικοδόμηση ενός επιτυχημένου μοντέλου της ευημερίας, της αλληλεγγύης και της ελευθερίας.
Σήμερα η παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου, η υπερ-συγκέντρωση του πλούτου, η περιθωριοποίηση της οργανωμένης κοινωνίας (όπως των συνδικάτων), η ανεργία και η προσωρινή εργασία έχουν αδυνατίσει τη διαπραγματευτική ικανότητα των προοδευτικών κεντροαριστερών δυνάμεων.
Παράλληλα, η ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη μεταβάλλει τη δομή της παραγωγής, το διεθνή καταμερισμό εργασίας, καθώς και τις μορφές εργασίας.
Τίθεται έτσι επιτακτικά η ανάγκη να απαντήσουν οι Ευρωσοσιαλιστές στα αιτήματα των παραδοσιακών κεντροαριστερών ψηφοφόρων, μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008, η οποία έφερε μεγάλη ανεργία, περικοπές κρατικών δαπανών και μείωση του επιπέδου διαβίωσης.
Προστίθενται, επίσης, άλλοι παράγοντες, όπως μετανάστευση, αυτοματοποίηση, αδράνεια-αδυναμίες των συνδικάτων και μετασχηματισμός των ταξικών ταυτοτήτων.
Τις ανησυχίες που προκαλούν στους ψηφοφόρους αυτές οι αλλαγές εκμεταλλεύθηκαν λαϊκιστικά και ακραία δεξιά κόμματα, προσφέροντας δήθεν εύκολες απαντήσεις. Όπως επίσης ακραία αριστερά κόμματα, τα οποία λανσάρονται ως αντικαπιταλιστικά και αντισυστημικά.
Βέβαια είναι πασιφανές ότι οι λύσεις που προβάλλουν και τα δύο άκρα δεν είναι εφικτές.
Παραμένει, συνεπώς, η αναγκαιότητα για μια νέα σύγχρονη Σοσιαλδημοκρατία και ευρύτερα Κεντροαριστερά στην Ευρώπη, που θα βασίζεται στην αναζήτηση μιας νέας λειτουργικής ισορροπίας μεταξύ ευημερίας, δημοκρατίας και κοινωνικής συνοχής.
Το τρίπτυχο αυτό πρέπει να συνοδεύεται από το σχεδιασμό και την υλοποίηση συγκεκριμένων πολιτικών με επιμέρους στόχους που να αντιμετωπίζουν συγκεκριμένες παρενέργειες των διεθνών τάσεων και εξελίξεων.
Σήμερα στη χώρα μας το κεντρικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας είναι η συνεχιζόμενη αποδυνάμωση της θέσης της ελληνικής παραγωγής στο διεθνή καταμερισμό εργασίας. Αυτό το θέμα πρέπει να αντιμετωπίσει και για αυτό πρέπει να αναμετρηθεί η Κεντροαριστερά στην Ελλάδα.
Χρειάζεται, επομένως, ένα συγκεκριμένο σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση, την τεχνολογική αναβάθμιση και την απασχόληση.
Χρειάζεται αναπτυξιακή πολιτική στραμμένη στην προσέλκυση Ελλήνων και ξένων επενδυτών και όχι πελατειακή και επιδοματική διαχείριση της εξουσίας.
Απαιτείται νέο παραγωγικό και εξαγωγικό μοντέλο με ορθολογική αξιοποίηση όλων των φυσικών πλεονεκτημάτων της.
Επιβάλλεται η ενίσχυση και θωράκιση των θεσμών αντί της απαξίωσης και του ευτελισμού τους.
Απαιτείται η διαμόρφωση ενός κλίματος εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας, για να λειτουργήσει η οικονομία και να κινητοποιηθεί η κοινωνία.
Έτσι μόνο μέσα από μια ευρύτερη πολιτική και κοινωνική συναίνεση μπορούν να αξιοποιηθούν οι μεγάλες θυσίες του ελληνικού λαού.
Μόνο έτσι μπορεί να αρχίσει σταδιακά μια νέα πορεία πραγματικής εξόδου από την κρίση. Αυτό το εγχείρημα μεγάλης εμβέλειας και εθνικής ανάγκης, καλείται να αντιμετωπίσει η κεντροαριστερά.
Συνεπώς, οφείλουμε όλοι να συμβάλλουμε με τις απόψεις μας στον πολιτικό διάλογο, μέσα από το συνέδριο του Κινήματος Αλλαγής, για μία ισχυρή προοδευτική παράταξη με καθαρό στίγμα και ταυτότητα.
Του Παναγιώτη Αλευρά
Γεωπόνου, πρώην αντιπεριφερειάρχη Μεσσηνίας, υποψήφιου βουλευτή ΚΙΝΑΛ