Η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, που υιοθετήθηκε κατά τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, επιβεβαιώνει ως αναφαίρετο δικαίωμα του καθενός την ελευθερία του λόγου, την ελευθερία δηλαδή να εκφράζει τις απόψεις και τις ιδέες του, χωρίς φόβο αντίρρησης και λογοκρισίας.
Η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που υιοθετήθηκε το 1948, ορίζει ότι ο καθένας έχει δικαίωμα της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης, χωρίς παρεμβάσεις και της αναζήτησης, λήψης και διάδοσης πληροφοριών και ιδεών με οποιοδήποτε μέσο και ανεξαρτήτως συνόρων.
Το δικαίωμα στην αναζήτηση πληροφοριών και ιδεών στη λήψη και στη διάδοσή τους είναι μια υποχρέωση απέναντι στους άλλους και όχι προνόμιο που διεκδικούμε για τον εαυτό μας.
Κάθε άνθρωπος, λοιπόν, με όποιο μέσο του είναι διαθέσιμο, μπορεί να εκφράζεται ελευθέρως για το οτιδήποτε. Έχει δικαίωμα και υποχρέωση να πληροφορεί και να πληροφορείται. Η ανομία και η απληστία, η αδικία και η κάθε είδους απειλή δεν πρέπει να είναι ικανά να στερήσουν το ακατάλυτο αυτό δικαίωμα από τον οποιονδήποτε. Ούτε, φυσικά, οποιοδήποτε κατηγορητήριο, «χτισμένο» εξ ολοκλήρου πάνω στο παραλήρημά τους και στο υπέρμετρο εγώ τους, πρέπει να προκαλέσει τριγμούς στο δικαίωμα της επιλογής, της ελευθερίας και της ιδιωτικότητας. Οι επίμεμπτες έως ανήθικες συμπεριφορές, οι παράνομες πρακτικές, σοκαριστικής μάλιστα αχρειότητας και αχαλίνωτου μίσους, η εξοργιστική στοχοποίηση ανθρώπων, η σπίλωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ελευθερίας, καθώς και η παραβίαση των προσωπικών δεδομένων, είναι χαρακτηριστικά και κλυδωνισμοί της κοινωνίας μας.
Όμως, τυγχάνει το «ορθό» και το «σωστό» να μην είναι ίδιο, για κάθε άνθρωπο. Έχουμε ακούσει από στόμα πολιτικού, πολύ πρόσφατα, να χαρακτηρίζει αποβράσματα τους πρόσφυγες. Αυτή είναι η άποψή του. Αυτή, όμως, είναι και η αλήθεια του, αυτή η φράση δείχνει ακριβώς τι νιώθει μέσα στην ψυχή του. Πολιτική ορθότητα δε σημαίνει απαραίτητα το ίδιο πράγμα για όλους. Ούτε και η ηθική είναι μία. Πάντα ήταν υποκειμενική.
Αυτό, λοιπόν, το τέμπο της αισχρολογίας που είναι μακριά από κάθε ευπρέπεια και νομιμότητα, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με κριτική δυσπιστία. Γιατί στο αέναο παρόν δεν υπάρχει λήθη. Όλα είναι γνωστά. Και όταν θέλουμε να αλλάξουμε τον τόπο, οφείλουμε αυτή την ασυγκράτητη άρνηση της νομιμότητας να τη φρενάρουμε!
Γιατί η κοινωνία μας πρέπει να έχει υψηλούς ανθρώπινους κανόνες, με ελευθερίες αλλά και περιορισμούς για όλους! Γιατί το κοινωνικό φόντο έχει γίνει κατάμαυρο.
Θ’ αφήσουμε, λοιπόν, αυτόν τον κόσμο ακριβώς έτσι όπως τον βρήκαμε: ανόητο άδικο και κακό; όπως έλεγε ο Βολτέρος.
Της Ειρήνης Σαμπάνη