Ένα αφιέρωμα σε όσους πρωτοστάτησαν για να στηθεί η Καλαμάτα

Ένα αφιέρωμα σε όσους πρωτοστάτησαν  για να στηθεί η Καλαμάτα

Είναι γνωστό σε όλους ότι η πόλη μας μετά την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό ήταν σε κατάσταση απελπιστική. Όπως περιγράφουν οι ιστοριοδίφες της εποχής, οι συμπατριώτες μας δεν είχαν καν ρούχα και παπούτσια να φορέσουν. Για ρούχα φορούσαν χοντρά μάλλινα υφάσματα, «τους αλατζάδες» όπως τα έλεγαν, και για παπούτσια «τσαρούχια» από δέματα ζώων ή λάστιχα.


Η εκδίκηση του Ιμπραήμ το 1825, που ως γνωστόν έκαψε μέχρι και τα δέντρα στην Πελοπόννησο, ήταν η τελεία εξουθένωση των κατοίκων. Γύρω έβλεπες χέρσους τόπους καμένους και λιγοστούς κατοίκους που βρίσκονταν σκορπισμένοι στα γύρω βουνά και στις σπηλιές. Η φτώχεια και η πείνα τούς συντροφεύανε.
Η κατάσταση διαρκώς χειροτέρευε, και οι Καλαματιανοί ξεπουλούσαν ό,τι πολύτιμα είχαν κρυμμένα (θαμμένα), ασημικά, μπακίρια κ.ά.


Ο ιστορικός καθηγητής Απόστολος Βακαλόπουλος γράφει στην «Ιστορία του νέου Ελληνισμού» ότι η Καλαμάτα άρχισε να ανασυγκροτείται το 1828. Υπήρχαν τότε περίπου 150 οικογένειες. Τα χρόνια εκείνα εμφανίστηκαν άνθρωποι, ικανοί επιχειρηματίες, οι οποίοι βοήθησαν αποτελεσματικά στην ανόρθωση της οικονομίας του τόπου , εκμεταλλευόμενοι τα λιγοστά προϊόντα του τόπου μας, μετάξι, σύκα, σταφίδα, ρίγανη κ.ά.


Τα ονόματα και οι δραστηριότητες αυτών είναι το θέμα του δημοσιεύματος που θα ακολουθήσει. Είναι μια προσφορά στη μνήμη όλων όσοι συνετέλεσαν και συνέβαλαν για να σταθεί στα πόδια της η πόλη μας.


Μεταξύ αυτών υπήρξαν και ξένοι που έπαιξαν σημαντικό ρόλο και δημιούργησαν προϋποθέσεις και εργασίες για τους Καλαματιανούς.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΦΟΥΡΝΕΡ (1800 – 1875)
Ήταν Γάλλος αξιωματικός που ήρθε στην Καλαμάτα το 1828, με το στράτευμα του Μαιζών και συγκεκριμένα ως εμποροπλοίαρχος σε πλοία που εφοδίαζαν το στράτευμα αυτό. Μετά το τέλος του πολέμου έμεινε στην Ελλάδα. Παντρεύτηκε μια Τουρκάλα, την οποία έκανε χριστιανή με το όνομα Ελένη, επιδόθηκε σε επιχειρήσεις και εγκαταστάθηκε στην Καλαμάτα, όπου έζησε μέχρι το θάνατό του. Ήταν πρώτος προξενικός πράκτορας και υποπρόξενος της Γαλλίας.
Όπως έχει γράψει ο παλαιός φαρμακοποιός και σημαντικός παράγοντας της παλιάς Καλαμάτας, Θεμιστοκλής Κ. Κουτσομητόπουλος, ο Φουρνέρ πήγε αρχικά στον Πειραιά, όπου ίδρυσε το πρώτο υαλοπωλείο, κατόπιν ίδρυσε στην Πύλο το πρώτο μηχανικό σαπωνοποιείο και, τελικά, εγκαταστάθηκε στην Καλαμάτα, όπου το 1837 ίδρυσε το πρώτο μεταξοαναπινηστήριο. Τιμήθηκε, μάλιστα, με ελληνικό παράσημο, γιατί είχε εισαγάγει στην Καλαμάτα τη βιομηχανία «της δια μηχανικών ανέμων αναπινήσεως των μεταξοβομβύκων».
Τιμήθηκε ακόμη με γαλλικό παράσημο, γιατί είχε εφεύρει την «μονοκλάβιον μέταξαν», με την οποία όλο το μετάξι κάθε ανέμης αποτελείτο από μια μεταξοκλωστή και όχι από πολλές, όπως παλαιότερα.
Το πρώτο αυτό μεγάλο μεταξουργείο της Καλαμάτας λειτούργησε στη συνοικία «Πενταχώρι», σημερινός Άγιος Νικόλαος. Εργάζονταν σ’ αυτό περίπου 60 κορίτσια 10-16 ετών, με ωράριο 6 π.μ. – 6 μ.μ. και με μία ώρα διακοπή για το λιτό φαγητό τους, που συνήθως ήταν ψωμί, σταφίδες και αγγούρια, που έφερναν μαζί τους.
Το μεταξουργείο παρήγαγε εξαιρετικό μετάξι και ήταν περιζήτητο στο εξωτερικό, κυρίως στη Γαλλία.
Ο Φουρνέρ κατασκεύασε στην παραλία αποβάθρα για τη φόρτωση και τις εξαγωγές μεσσηνιακών προϊόντων.
Το 1861 ο Δήμος Καλαμάτας τον όρισε μέλος τριμελούς επιτροπής (οι άλλοι δύο ήταν: ο Θ. Ι. Μαρκόπουλος εμποροβιομήχανος και ο Δημ. Κορδίας έμπορος και δημοτικός σύμβουλος), η οποία ως σκοπό είχε την οργάνωση και αποστολή εμπορευμάτων και γεωργικών προϊόντων στο Λονδίνο, για να μετάσχει η Καλαμάτα στην εκεί διεθνή έκθεση.
Ο Φουρνέρ πέθανε το 1875 χωρίς ν’ αφήσει απογόνους. Με πρόταση του δημάρχου Εμμανουήλ Μπενάκη το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε να γίνει η κηδεία του με δημοτική δαπάνη και να ταφεί σε χώρο που δώρισε ο Δήμος.
Η κηδεία του ήταν πάνδημη.
Ο ανηψιός του και συνονόματός του, που τον κληρονόμησε, πούλησε όλη την ακίνητη περιουσία του και έφυγε για τη Γαλλία.
Το μεταξουργείο το αγόρασε ο Γερμανός έμπορος Βίκτωρ Τζαν.
Το κτήριο του μεταξουργείου του Φουρνέρ φιλοξένησε αργότερα τη Γαλλική Σχολή των Θυρσουλινών μοναχών, μετέπειτα το εθνικό ορφανοτροφείο αρρένων και αργότερα τον κινηματογράφο «ΗΛΕΚΤΡΑ», τον οποίο έφτιαξε ο Σείριος Στασινόπουλος ο νεώτερος.
Τελικά, το κτήριο περιήλθε στο Δήμο Καλαμάτας και προορίζεται για πολιτιστικές και άλλες εκδηλώσεις.
Το όνομα του Φουρνέρ είχε δοθεί στην πάροδο της οδού Αριστομένους, που είναι προέκταση της οδού Νικηταρά προς ανατολάς. Εκεί είχε υπάρξει και η κατοικία του Φουρνέρ.
Πολύ αργότερα και όταν, δυστυχώς, ο Φουρνέρ είχε λησμονηθεί από τους Καλαματιανούς, νομίστηκε ότι επρόκειτο για το Γάλλο ναύαρχο Ναρντίζ ντε Φουρνέ, ο οποίος είχε δράσει στην Ελλάδα κατά τα τέλη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η ονομασία της οδού καταργήθηκε.

«ΦΕΛΣ ΚΑΙ ΣΙΑ»
Στη συνέχεια ένας άλλος εμπορο – οικονομικός οίκος κάνει την εμφάνισή του. Πρόκειται για το γερμανικό εμποροβιομηχανικό οίκο «Φελς και Σία», ο οποίος το 1859 ίδρυσε στη συνοικία «Πενταχώρι» (παρά τον Άγιο – Νικόλα Φλαρίου) τη δεύτερη άρτια εξοπλισμένη βιομηχανία μεταξιού. Διευθυντής ήταν ο Βίκτωρ και Τζαν. Το 1873, στη διεθνή έκθεση Παρισίων, βραβεύθηκε για τα μεταξωτά της Καλαμάτας με χρυσό αριστείο.
Αξιοσημείωτο γεγονός υπήρξε, όταν το 1861 ξέσπασε η μεγάλη πυρκαγιά στην αγορά της Καλαμάτας και κατέστρεψε 25 καταστήματα. Ο διευθυντής και το προσωπικό του εργοστασίου με πυροσβεστικά μέσα πρόσφεραν μεγάλη υπηρεσία στην κατάσβεσή της.
Σημειωτέον ότι τα 4 καταστήματα που κατεστράφησαν από τη φωτιά ήταν του εμπόρου Μιχαήλ Φοίφα, αργότερα γαμπρού του Ιωσήφ Κεκ.

ΒΙΚΤΩΡ ΤΖΑΝ
Ο Βίκτωρ Τζαν ήταν Γερμανός έμπορος. Εκτός από τη διεύθυνση που είχε στο εργοστάσιο μεταξουργίας του οίκου «Φελς και Σία», διατηρούσε και εξαγωγικό γραφείο στην παραλία.
Ήταν πρόξενος της Γερμανίας στην Καλαμάτα και διετέλεσε πρόεδρος του Δ.Σ. του Εμπορικού Συλλόγου Καλαμάτας ο «Ερμής».
Μετά το θάνατο του Αλέξανδρου Φουρνέρ αγόρασε το μεταξουργείο του. Ο τάφος του, καθώς και των απογόνων του, βρίσκεται στο νεκροταφείο της Καλαμάτας βόρεια του ναού. Έζησε το 19ο αιώνα.

ΙΩΣΗΦ ΚΕΚ
Γεννήθηκε στο Παρίσι το 1858 και πέθανε στην Καλαμάτα το 1920. Πολιτικός μηχανικός που ήρθε στην Καλαμάτα για έργα γαλλικών εταιρειών και εργάστηκε σε έργα του λιμανιού. Ήταν επίσης ναυτικός πράκτορας και εμπορικός αντιπρόσωπος οίκων του εξωτερικού και πρόξενος της Γαλλίας και συγχρόνως της Ρωσίας, της Ισπανίας και της Ολλανδίας. Η γυναίκα του Ελένη ήταν από την Κωνσταντινούπολη. Η κόρη τους Αικατερίνη παντρεύτηκε τον Καλαματιανό έμπορο Μιχαήλ Φοίφα.
Ο οικογενειακός τους τάφος βρίσκεται στο νεκροταφείο της Καλαμάτας κοντά στην είσοδο ανατολικά, ο οποίος φιλοξενεί και την οικογένεια Φοίφα.
Στο προξενείο της Γαλλίας τον διαδέχτηκε ο γιατρός Κων. Κουτσομητόπουλος, μετέπειτα ο Ντίνος Κουτσομητόπουλος, πιο ύστερα ο φαρμακοποιός Θεμιστοκλής Κουτσομητόπουλος και σήμερα η σύζυγος του Θεμιστοκλή, Κική Κουτσομητοπούλου.
Για λόγους ιστορικούς της οικογένειας, αναφέρεται ότι πρόξενος της Ισπανίας σήμερα είναι η εγγονή του Μιχαήλ Φοίφα, συμβολαιογράφος Έλενα.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΡΑΧΜΑΝ
Γεννήθηκε το 1811 και πέθανε στην Καλαμάτα το 1899.Ήταν φιλέλληνας γιατρός ο οποίος ήρθε από τη Σαξωνία. Ήρθε στην Ελλάδα με το βαυαρικό στρατιωτικό σώμα που συνόδευσε το Βασιλιά Όθωνα και ήταν στρατιωτικός γιατρός. Το 1840 παραιτήθηκε από την υπηρεσία του και εγκαταστάθηκε στην Καλαμάτα, όπου παντρεύτηκε τη Βαρβάρα Τζάνε, κόρη του φιλικού και οπλαρχηγού Παν. Τζάνε και αδελφή του δικηγόρου, βουλευτή και ποιητή Δημητράκη Τζάνε.
Εργάστηκε ως γιατρός στο «Δημοτικό Θεραπευτήριο», χωρίς να δεχτεί αμοιβή. Το σπίτι του βρισκόταν στην οδό Υπαπαντής, σημερινό κτήριο της Φιλαρμονικής. Υπήρξε άνθρωπος κοινωνικός και φιλόμουσος. Ήταν η πρώτη οικογένεια που έφερε στην Καλαμάτα από τη Βαυαρία πιάνο – αρμόνιο.
Μετά το θάνατό του, το 1899, η χήρα του Βαρβάρα χάρισε στη Βιβλιοθήκη του Γυμνασίου Αρρένων ολόκληρη τη Βιβλιοθήκη του συζύγου της.
Υπήρξε ο γιατρός της προσφοράς και της αφιλοκέρδειας, των φτωχών και των γερόντων. Έτρεχε σ’ όλα τα ιδρύματα και γηροκομεία χωρίς αμοιβή.
Στον τάφο του στήθηκε ωραιότατη επιτύμβια στήλη, η οποία υπάρχει στον οικογενειακό τάφο απογόνων και συγγενών. Ευρίσκεται στην είσοδο του νεκροταφείου ανατολικά.
Αξιόλογο είναι το ποίημα που υπάρχει στη μαρμάρινη στήλη του και το οποίο έγραψε ο κουνιάδος Δημητράκης Τζάνες, ποιητής:
«Από τους κόλπους της ξανθής
ο Βράχμαν Σαξωνίας
Ασκληπιάδης έξοχος, φιλέλλην νεανίας, ποθήσας αύραν εύοσμον και φύσιν ζωογόνον, εδώ να ζήση έσπευσε και ν’ αποθάνει μόνον.
Φιλόπατρις, φιλόξενος, τύπος χρηστού πολίτου, τύπος συζύγου αγαθού, πατρός ανεκτιμήτου, παρέχων εις τους πάσχοντας ζωήν, υγείαν, χρήμα.
Εδώ, εις τούτο έστρωσε ν’ αναπαυθή το μνήμα.
Την μυρωμένην κόνιν του με σέβας χαιρετάτε, εσβέσθη η αυταπάρνησις, η αρετή κοιμάται».
Απεβίωσε 22 Ιουνίου 1899, ετών 74.

*********
«ΖΑΝ ΚΑΙ ΡΩΣ»
(Αριστόβουλος Ζάννος και Εμμανουήλ Ρως)

Ο Αριστ. Ζάννος ήταν Κωνσταντινοπολίτης, ο οποίος σπούδασε χημικός στη Γαλλία. Εκεί γνωρίστηκε με τον επίσης χημικό, Κωνσταντινοπολίτη, Εμμαν. Ρως. Ο Ρως, ερχόμενος στην Ελλάδα, φιλοξενούμενος απ’ τον Ζάννο, γνωρίστηκε με την αδελφή του, την οποία και παντρεύτηκε.
Στη δημιουργία του εργοστασίου «Ζαν και Ρως» στην πόλη μας έπαιξε μεγάλο ρόλο ο συμπατριώτης μας Γιώργος Κυριακός (1862 – 1954), ο οποίος σπούδασε στη Γεωπονική Σχολή του Μονπελλιέ της Γαλλίας και είχε ειδικευτεί χημικός οινολόγος.
Αυτός πρωτοστάτησε στην ίδρυση του εργοστασίου «οίνων και οινοπνευμάτων» και το διηύθυνε μέχρι το 1905.
Τη θέση του πήρε ο επίσης γνωστός συμπατριώτης μας Ιωάννης Διον. Σταματελάκης, ο οποίος είχε σπουδάσει Χημεία στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Διορίστηκε διευθυντής του Χημείου και αυτή τη θέση τη διατήρησε έως το 1918, οπότε αποχώρησε και ίδρυσε στην Καλαμάτα την «Α.Ε. Γεωργική Βιομηχανία», της οποίας υπήρξε διευθυντής μέχρι το θάνατό του, τον Οκτώβριο του 1947. Έτσι, το 1895 γίνεται το εργοστάσιο «Ζαν και Ρως» στην Καλαμάτα.
Αρχικά αγοράστηκε μικρή οικοπεδική έκταση γης, μεταξύ της Αριστομένους και οδού Φαρών, στο ύψος του σημερινού κολυμβητηρίου.
Το εργοστάσιο έπαιξε σημαντικό ρόλο στην οικονομία του τόπου μας. Εξήγαγε κρασιά συμπεπυκνωμένα, κυρίως στη Γαλλία, και ωφελήθηκαν πολύ σε μία περίοδο φυλλοξήρας που κατέστρεψε τους γαλλικούς αμπελώνες.
Το 1906 το εργοστάσιο αγοράστηκε από άλλη μεγαλύτερη εταιρεία, του Επαμεινώνδα Χαριλάου. Επεκτάθηκε τότε από την οδό Αριστομένους έως την οδό Φαρών και έγιναν μεγάλες εγκαταστάσεις με τεράστιες δεξαμενές. Τότε, απασχολούσε περί τους διακοσίους εργάτες.
Στις 4 Δεκεμβρίου του 1918, ανήμερα της Αγια-Βαρβάρας, το εργοστάσιο έπιασε φωτιά και επεξετάθη πολύ επικίνδυνα και σβήστηκε μετά από πολλή προσπάθεια. Οι ζημιές ήταν πολύ μεγάλες.
Διευθυντής του εργοστασίου τότε ήταν ο Κων. Παγκάρας, ο οποίος παρέμεινε μέχρι το θάνατό του, το Μάιο του 1938. Δεν ήταν Καλαματιανός, αλλά αγάπησε την Καλαμάτα σαν δεύτερη πατρίδα του. Ήταν φιλάνθρωπος. Αγαπούσε τους εργάτες, υποστήριζε φτωχούς και άρρωστους συμπατριώτες μας, και μαζί με τη σύζυγό του, Ελένη, είχαν προσφέρει πολλά στη δημιουργία και τη διατήρηση του ναΐσκου της Αγια – Βαρβάρας. Πρώτοι αυτοί κατέθεσαν 1.000 δραχμές στο ταμείο που είχε δημιουργηθεί για να γίνει ο ναός και με τις συνδρομές του εργατικού προσωπικού και από διάφορους άλλους πόρους απ’ το εργοστάσιο.
Σ’ αυτόν οφειλόταν η δημιουργία ταμείου αρωγής των εργατών, το οποίο, μάλιστα, προίκιζε, με λαχνό, κάθε χρόνο δύο κορίτσια από το προσωπικό του εργοστασίου ή από τις οικογένειές τους.
Το εργοστάσιο λίγο αργότερα ήρθε στην ιδιοκτησία του συγκροτήματος Μποδοσάκη και τη θέση του διευθυντού πήρε ο Κουρής.
Επί των ημερών αυτών σταμάτησε η παραγωγή και το εργοστάσιο έκλεισε. Η κατοχή των Ιταλο-γερμανών έδωσε τη χαριστική βολή και όλο το διάστημα της κατοχής παρέμεινε νεκρό.
Πέρασαν αρκετά χρόνια από τότε. Το εργοστάσιο έμεινε στη θέση του, σχεδόν σκελετωμένο, σαν φάντασμα μιας άλλης εποχής. Το μοιραίο γι’ αυτό τέλος ήρθε το 1958, οπότε οι κληρονόμοι αποφάσισαν να πουληθεί η έκταση σε άρτια οικόπεδα.
Οι δεξαμενές «ξηλώθηκαν» με φουρνέλα και οι παλιοί Καλαματιανοί έβλεπαν με θλίψη να καταρρέει ο άλλοτε αυτός γίγας της βιομηχανίας της πόλης μας.
Το τεράστιο οικόπεδο τεμαχίστηκε και πουλήθηκε στους Καλαματιανούς. Στη θέση τους έγιναν μεγάλες πολυκατοικίες και το γνωστό μας κολυμβητήριο.
Απομεινάρι αυτής της παλιάς εποχής, σήμερα, το συμπαθέστατο μικρό εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας, το οποίο εξακολουθεί να εκκλησιάζει τους ενορίτες της περιοχής, όπως και παλιότερα τους εργάτες του εργοστασίου «Ζαν και Ρως».

Ν. Πασκάλ
Άλλοι ξένοι που έδρασαν στην Καλαμάτα είναι: Ο Γάλλος μηχανικός λιμενολόγος Ν. Πασκάλ, ο οποίος εκπόνησε τα σχέδια για την κατασκευή του λιμανιού της Καλαμάτας. Η θεμελίωση έγινε το 1882 και η γνωστή στους παλαιότερους αρχική μορφή του τελείωσε το 1900.

Β. Σάουερ
Υπολοχαγός ο οποίος επιστάτησε στην αναμόρφωση οδών και πλατειών στην πόλη μας, που άρχισε ο δήμαρχος Καλαμάτας Εμμ. Μπενάκης το 1872, για να είναι ευθύγραμμες και ευρωπαϊκής κατασκευής.

Για την ιστορική έρευνα: Βασίλης Ι. Μανιάτης