Καλαματιανοί ποιητές που ανέδειξαν το ελληνικό πνεύμα και ύμνησαν τον όμορφο τόπο μας

Καλαματιανοί ποιητές που ανέδειξαν το ελληνικό πνεύμα και ύμνησαν τον όμορφο τόπο μας

Η ΠΑΛΙΑ ΚΑΛΑΜΑΤΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΦΑΚΟ

Για την ιστορία της πόλης:
Βασίλης Ι. Μανιάτης

Συνεχίζει και σήμερα την ενημερωτική του αποστολή ο φωτογραφικός φακός μας, δείχνοντας – όπως πάντα – εικόνες από γεγονότα, τοποθεσίες και πρόσωπα που πέρασαν και άφησαν ιστορικές σελίδες στο βιβλίο της παλιάς μας Καλαμάτας.
Το σημερινό μας θέμα είναι οι Καλαματιανοί ποιητές. Με το χάρισμα της τέχνης του λόγου ανέδειξαν το ελληνικό πνεύμα και ύμνησαν τον όμορφο τόπο μας, που λέγεται Καλαμάτα.
Ένα αφιέρωμα μνήμης και τιμής στους ανθρώπους που γεννήθηκαν στον τόπο μας και που με το μεγαλείο της ποίησης τίμησαν την Καλαμάτα, το πανελλήνιο και όχι μόνο!

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΖΑΝΕΣ
Ο πρώτος ποιητής της Καλαμάτας – μιλάμε πάντα από τα χρόνια της απελευθέρωσής μας και μετά – εμφανίζεται ο Δ. Τζάνες, γιος του πολιτευτή Πανάγου Τζάνε. Γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1833 και πέθανε στην Αθήνα το 1904.
Σπούδασε Νομικά στη Σιένα και την Πίζα της Ιταλίας και δικηγόρησε στην Καλαμάτα.
Ασχολήθηκε με την ποίηση νωρίς και οι στίχοι του δημοσιεύτηκαν στην τοπική εφημερίδα «Ευνομία» με το ψευδώνυμο «Δαφνάς».
Σε ηλικία 17 ετών, στη Λέσχη του Μορφωτικού Συλλόγου «Ο δαφνών», απήγγειλε δύο λυρικά ποιήματά του και απέσπασε το θαυμασμό όλων.
Ασχολήθηκε με την ποίηση επί 40 χρόνια και έγραψε πολλά στιχουργήματα, τα οποία υπήρξαν διάσπαρτα απ’ τις εκδιδόμενες εφημερίδες.
Μερικά ποιήματά του ήταν: «Φεύγωμεν», «Το παράπονον», «Προς την Μεσσηνίαν», «Τας όχθας του δαφνώνος» (δαφνώνας λεγόταν το ποτάμι Νέδοντας), «Θολερόν ρύακα», «Την παρήγορον Μυρσίνη» κ.α.
Σ’ αυτά διαφαίνονται ο συναισθηματικός κόσμος του και, κυρίως, το δέσιμο που είχε με τον ποταμό Νέδοντα – δαφνώνα.
Στην ιδιωτική του ζωή, πέρα της δικηγορίας, υπήρξε υποψήφιος δήμαρχος Καλαμάτας το 1897. Το 1860 εκλέχτηκε βουλευτής Μεσσηνίας και έκτοτε εκλεγόταν επί 18 συνεχή χρόνια.
Σύμφωνα με τους ιστοριοδίφες της εποχής μας, Νίκο Καράμπελα, Σταύρο Σκοπετέα και τον ποιητή – δημοσιογράφο Πότη Ψαλτήρα, ο Τζάνες υπήρξε ο πρώτος ποιητής του τόπου μας.
Ιδιαίτερη αδυναμία είχε στις ποιητικές νεκρολογίες. Τέτοιες έχουν γραφτεί σε επιτύμβιες μαρμάρινες πλάκες.
Μία είναι αφιερωμένη στον Γιάννη Π. Μπενάκη, ο οποίος πέθανε σε ηλικία 25 ετών.
Μία άλλη είναι αφιερωμένη στην αδελφή του, Θεώνη Τζάνε, η οποία κι αυτή έφυγε σε μικρή ηλικία.
Την τρίτη έγραψε για το γαμπρό του, γιατρό Νικόλαο Βράχμαν, ο οποίος είχε παντρευτεί την αδελφή του Βαρβάρα Τζάνε. Πρόκειται για ένα υπέροχο ποίημα, το οποίο σώζεται μέχρι σήμερα στην επιτύμβια πλάκα του Βράχμαν:
«Από τους κόλπους της ξανθής
ο Βράχμαν Σαξωνίας
Ασκληπιάδης έξοχος, φιλέλλην νεανίας
ποθήσας αύραν εύοσμον
και φύσιν ζωογόνον
εδώ να ζήση έσπευσεν
και ν’ αποθάνη μόνον.

Φιλόπατρις, φιλόξενος, τύπος
χρηστού πολίτου
τύπος συζύγου αγαθού,
πατρός ανεκτιμήτου,
παρέχων εις τους πάσχοντας
ζωήν, υγείαν, χρήμα,
εδώ εις τούτο έστρωσε
ν’ αναπαυθεί το μνήμα…

Την μυρωμένη κόνιν του
με σέβας χαιρετάτε
εσβέσθ’ η αυταπάρνησις
η αρετή κοιμάται…»

Ο ποιητής Δημήτρης Πανάγου Τζάνες πέθανε στην Αθήνα το 1903, πάμπτωχος!

ΠΟΤΗΣ ΨΑΛΤΗΡΑΣ (1893 – 1946)
Γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1893, φοίτησε εδώ και στη συνέχεια σπούδασε Νομικά στην Αθήνα.
Από 18 ετών ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες και περιοδικά όπως «Νέα εστία», «Πνευματική ζωή», «Πνεύμα» και στην Καλαμάτα με τις εφημερίδες Θάρρος – Σημαία – Νέα Εστία – Νουμάς – Καλαματιανό Ημερολόγιο – Μεσσηνιακό Έτος – κ.ά.
Θεωρείται ο εισηγητής της «σχηματικής ποίησης». Μια ιδιόρρυθμης τόσο σε περιεχόμενο όσο και σε παρουσίαση ποιητικής μορφής, στην οποία οι τυπογραφικές αράδες σχηματίζουν εικόνες σχετικές με το θέμα του ποιήματος. Ένα είδος ποίησης θεμελιωμένης θεωρητικά σε μακρινά ελληνοβυζαντινά πρότυπα.
Στην πόλη μας πρωτοστάτησε σε κοινωνικά δρώμενα και, κυρίως, στους πνευματικούς τομείς.
Ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου προς Διάδοσιν των Γραμμάτων, ιδρυτικό μέλος της Λαϊκής μας Βιβλιοθήκης, διευθυντής του Αλεξανδράκειου Γηροκομείου, έδωσε πολλές διαλέξεις με λογοτεχνικά θέματα εδώ, στην Αθήνα και στον «Παρνασσό» και το 1945 τιμήθηκε με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών.
Από το 1912 μέχρι το θάνατό του, η μορφή του δέσποζε στην πνευματική ζωή της Καλαμάτας.
Το 1992 έγινε τιμητική εκδήλωση για το συμπατριώτη μας Πότη Ψαλτήρα και η συμπατριώτισσά μας, Μυρτώ Δραγώνα – Μονάχου, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Φιλοσοφικής, τον ονόμασε «Σωκράτη και Διογένη της Καλαμάτας».
Με τα ποιήματά του περιπλανήθηκε στο Κάστρο της Ιζαμπούς – στο ποτάμι Νέδοντα – στα θεόρατα πλατάνια και τις δάφνες που είχε στις όχθες του – στη γαλήνη του Μεσσηνιακού κόλπου – και πιο βαθιά στην πόλη των γιασεμιών και των πορτοκαλανθέων.

«Βέργες ανθίζουνε χορό
σεισμοί στηθειών και γέλια
γράφουν τον Καλαματιανό
παρθένες μες τ’ αμπέλια.

Της Καλαμάτας το νερό
φέρτο μου, κόρη, να το πιω
στις απαλάμες σου τις δυό
διπλή δροσούλα να χαρώ.

Σταφιδομάτες, γλυκερές
ντροπιάζουν τα σταφύλια,
με τη δροσιά του τραγουδιού
και με τα πλάνα χείλια.

Στεγνές, από τη Μάνη νιές
του Ταϋγέτου οι μπόρες
γραμμένες σε βραχόδετες
κι ήλιο καμένες κόρες.

Κοράσια ροδοκόκκινα
κεράσια Αλαγονίας
και της Πυλίας δροσερές
χάρες της Μεσσηνίας».

Ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος τον ανάγκασε να διακόψει όλες του τις πνευματικές δραστηριότητες και να ριχτεί στην πεζή βιοπάλη της επιβίωσης.
Περιορίστηκε στο κατάστημα ζαχαρωδών προϊόντων που διατηρούσε ο πατέρας του στην πλατεία 23ης Μαρτίου, παραπλεύρως του τότε πρατηρίου σιγαρέτων των Αφών Δ. Δαμηλάτη.
Ο γράφων το παρόν το θυμάται καλά λόγω φιλίας μετά του αδελφού του Ευτύχη.

Υ.Γ. Ο εκλεκτός αυτός συμπολίτης μας, του οποίου το έργο και η πνευματική προσφορά έχουν τιμηθεί απ’ την Ακαδημία Αθηνών, έχει ξεχαστεί από τους εκάστοτε δημάρχους του τόπου μας. Δεν του έχουν αφιερώσει, όχι μόνο μια προτομή, αλλά ούτε καν ένα δρόμο με το όνομά του στην πόλη μας, που να θυμίζει στους νεώτερους αυτή την εκλεκτή, χαρισματική φυσιογνωμία.