Στις 26 Φεβρουαρίου απεβίωσε ο Αριστείδης Καλαντζάκος, ο τελευταίος εν ζωή υπουργός της κυβέρνησης που ανέτρεψε η δικτατορία των συνταγματαρχών στις 21 Απριλίου 1967.
Ήταν υφυπουργός Οικονομικών στη βραχύβια κυβέρνηση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, που ορκίστηκε στις 4 Απριλίου 1967, λίγες μέρες πριν η Ελλάδα αλλάξει οριστικά κεφάλαιο στην πολιτική της ιστορία.
Η δικτατορία θα κατέρρεε, αφήνοντας ως κληρονομιά το πρόβλημα της κατοχής του βόρειου τμήματος της Κύπρου, αλλά η Ελλάδα θα εισερχόταν στην πιο καινοτόμο πολιτική περίοδο: νομιμοποίηση του ΚΚΕ, εμφάνιση νέων κομμάτων με ευρωπαϊκές δομές, ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, γρήγορη αύξηση του ΑΕΠ, ιδιωτικοποιήσεις, εκσυγχρονισμός κοινωνικών δομών και νομικών πλαισίων, όπως του οικογενειακού κώδικα κ.λπ.
(Υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησης Παναγιώτη Κανελλόπουλου λίγο πριν από την 21η Απριλίου 1967)
Ο Αριστείδης Καλαντζάκος ήταν από τους ελάχιστους επιζώντες πλέον πολιτικούς εκείνης της γενιάς που διαδραμάτισε ρόλο στην πολιτική ζωή της Ελλάδας με τα εξής χαρακτηριστικά:
-Καταγωγή από πολιτικές οικογένειες (ο πατέρας του ήταν δήμαρχος Κυπαρισσίας, οι θείοι του βουλευτές)
-Μεταπτυχιακές ή διδακτορικές σπουδές στην Ευρώπη (απόφοιτος της Νομικής Αθηνών, συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές στη Γαλλία και έγινε διδάκτωρ Αστικού Δικαίου στη Γερμανία)
-Μακρά ενασχόληση με την πολιτική από θέσεις ευθύνης (πρωτοεξελέγη βουλευτής το 1958 και ολοκλήρωσε το 1993 ως υπουργός Εργασίας)
-Ευθεία και κάθετη σχέση με την εκλογική βάση, καθώς στην εποχή της πολιτικής τους σταδιοδρομίας δεν είχαν επέλθει οι τεράστιες αλλαγές της ηλεκτρονικής εποχής, που άλλαξαν τη σχέση ψηφοφόρου – βουλευτή.
(Πολιτική συγκέντρωση λίγο πριν το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου)
Οι πολιτικοί αυτής της γενιάς δεν αφομοίωσαν ποτέ τις επικοινωνιακές πρακτικές που θα αναπτυχθούν στην Ελλάδα σταδιακά από τη δεκαετία του 1990 και εντεύθεν. Το κυριότερο χαρακτηριστικό των Ελλήνων πολιτικών εκείνης της περιόδου ήταν ότι μεταπολιτευτικά ανέπτυξαν μεταξύ τους προσωπικούς κώδικες επικοινωνίας, πέρα από τις επίσημες γραμμές των κομμάτων τους. Οι κώδικες αυτοί ενεργοποιούνταν συχνά-πυκνά υπέρ των ελληνικών συμφερόντων σε δεδομένες στιγμές που ήταν απαραίτητο. Σε μεγάλο βαθμό, αυτές οι διαπροσωπικές επαφές και οι συνέπειές τους ποτέ δεν εξήλθαν από τα σπίτια στα οποία αναπτύχθηκαν.
Και αυτό είναι το κενό που σηματοδοτεί η αναχώρηση του Αριστείδη Καλαντζάκου. Ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει ενδελεχής καταγραφή των προσωπικών εμπειριών και ιστοριών που είχαν να αφηγηθούν οι πολιτικοί της γενιάς του Αριστείδη Καλαντζάκου, όλων των πολιτικών κομμάτων, ώστε να ενταχθούν στα ιστορικά αρχεία του ελληνικού κράτους και να αποτελέσουν αντικείμενο ιστορικής έρευνας.
Πέρα από τις προσωπικές μαρτυρίες όσων αποφάσισαν να εκδώσουν μέρη των προσωπικών ημερολογίων τους σε βιβλία ή να τα παραδώσουν ως αρχεία, δεν υπήρξαν έρευνες τεκμηρίωσης (ντοκιμαντέρ) που να χρηματοδότησε κατεξοχήν η κρατική τηλεόραση, προκειμένου να καταγραφούν οι πορείες αυτής της πολιτικής γενιάς.
(Με τη σύζυγό του Δωροθέα και τη νεογέννητη κόρη του Σοφία πριν από τη δικτατορία)
Αυτό, άλλωστε, είναι και το μεγάλο πρόβλημα της νεώτερης ελληνικής ιστορίας. Η μεταβίβαση ιστορικών πληροφοριών γίνεται κυρίως προφορικά, αποσπασματικά και επιλεκτικά. Το αποτέλεσμα είναι η ψυχρή αντικειμενική μελέτη της νεώτερης ελληνικής ιστορίας να καθυστερεί επί δεκαετίες, να γίνεται με πολλές ελλείψεις και να προκαλεί από παρεξηγήσεις έως εντάσεις. Όσο αυτή η αντικειμενική προσέγγιση της πρόσφατης ιστορίας θα απουσιάζει, τόσο θα είναι αδύνατος ο εντοπισμός των λαθών σε εθνικό επίπεδο και η προώθηση από κοινού λύσεων για το μέλλον της χώρας.
** Δημήτρης Μαχαιρίδης , HuffPost
*Οι φωτογραφίες είναι από το προσωπικό αρχείο της κόρης του Αρ. Καλαντζάκου, Σοφίας
**Αρθρογράφος σε ελληνικές και γαλλικές ιστοσελίδες/ σεναριογράφος για γαλλικές παραγωγές