Με εντάσεις και απουσίες μαρτύρων ξεκίνησε η δίκη για τις εκβιάσεις νυχτερινών μαγαζιών

Με εντάσεις και απουσίες μαρτύρων ξεκίνησε η δίκη για τις εκβιάσεις νυχτερινών μαγαζιών

Με μεγάλο ενδιαφέρον, πάρα τις πολλές εντάσεις και τους μάρτυρες που δήλωσαν ή υπαινίχθηκαν ότι ακόμα και τώρα φοβούνται, ξεκίνησε χθες στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων η δίκη των 10 κατηγορουμένων για την υπόθεση συγκρότησης εγκληματικής οργάνωσης για την εκβίαση νυχτερινών καταστημάτων της Καλαμάτας.
Βασικός κατηγορούμενος, ως αρχηγός της οργάνωσης, είναι ο 52χρονος που έχει καταδικασθεί σε δις ισόβια ως ηθικός αυτουργός στη διπλή δολοφονία πατέρα και γιου Μεσάι (τις οποίες αρνείται). Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, τις εντολές για τις εκβιάσεις στα υπόλοιπα μέλη έδινε μέσω κινητού τηλεφώνου από τις φυλακές Κερκύρας, όπου ήταν κρατούμενος εκείνη την περίοδο.
Η δίκη χθες ξεκίνησε με τις καταθέσεις μαρτύρων. Από τους 31 που περιλαμβάνει το κατηγορητήριο, το «παρών» έδωσαν περίπου οι μισοί. Κατέθεσαν, δε, κάποιοι βασικοί μάρτυρες, ενώ σήμερα η εκδίκαση της υπόθεσης θα συνεχισθεί με τους υπολοίπους.
Στο εδώλιο, εκτός από τον 52χρονο, κάθονται ένας 32χρονος Καλαματιανός στον οποίο αποδίδεται ο ρόλος του «εισπράκτορα», ένας 49χρονος από την Αθήνα με πλούσιο ποινικό μητρώο, ο 33χρονος Αλβανός που έχει καταδικασθεί με δις ισόβια για τη δολοφονία του Φελιμ Μεσάι και για συναυτουργία στη δολοφονία του ανήλικου Κέρι Μεσάι, ένας 28χρονος από την Αθήνα, ένας 30χρονος από την Καλαμάτα, ένα 36χρονος από την Αθήνα, ένας 26χρονος από την περιοχή του Δήμου Μεσσήνης, ένας 24χρονος από την Καλαμάτα κι άλλος ένας 36χρονος από την περιοχή του Δήμου Μεσσήνης.
 
Καταθέσεις
Η δίκη άρχισε το πρωί με την παρουσίαση των ισχυρισμών των συνηγόρων υπεράσπισης, ενώ ως πρώτος μάρτυρας κατέθεσε ο ιδιοκτήτης οικήματος όπου λειτουργούσε νυχτερινό κέντρο διασκέδασης.
Όπως ανέφερε, ένα βράδυ, που είχε πάει να εξηγήσει κάποια πράγματα και βρισκόταν έξω από το οίκημα, είδε κάποια στιγμή να έρχονται 3-4 άτομα. Έμαθε στη συνέχεια ότι αναζήτησαν τον ιδιοκτήτη, ενώ ο υπεύθυνος του καταστήματος τους απάντησε ότι δεν είναι εκεί και του έδωσαν ένα χαρτάκι με το κινητό τηλέφωνο του 52χρονου ισοβίτη, προκειμένου να επικοινωνήσει μαζί του ο ιδιοκτήτης. Ο μάρτυρας είπε πως ούτε θυμάται ούτε αναγνώρισε κάποιο από τα άτομα αυτά.
Σε ερώτηση δικηγόρου, πάντως, απάντησε ότι ο ίδιος δεν ένιωσε απειλή.
Ακολούθησε η κατάθεση φίλου του 26χρονου που κατηγορείται ότι εξανάγκασε τρίτο πρόσωπο να του δώσει 300 ευρώ. Όπως είπε ο μάρτυρας, ο 26χρονος ζήτησε από αυτόν 300 ευρώ για να συμπληρώσει ποσό που χρειαζόταν για την αγορά αυτοκινήτου, το οποίο τελικά δεν πήρε και του επέστρεψε τα χρήματα. Δεύτερος φίλος του 26χρονου κατέθεσε πως ο κατηγορούμενος είχε δώσει προκαταβολή 300 ευρώ σε αυτό το τρίτο άτομο για να αγοράσει ένα αυτοκίνητο και επειδή εξαπατήθηκε, ζητούσε τα χρήματά του πίσω.
Εργαζόμενη σε νυχτερινό κατάστημα κατέθεσε πως είχε δει ένα βράδυ κάποια σωματώδη άτομα στο μαγαζί, τα οποία δε θυμάται ποια είναι, αλλά της έκανε εντύπωση ότι πήραν ένα αναψυκτικό και της είπαν ότι θα το πληρώσει ο ιδιοκτήτης. Μάλιστα, στην επισήμανση ότι τότε από φωτογραφίες είχε αναγνωρίσει δύο από τους κατηγορουμένους, είπε ότι δε θυμάται.
Η μητέρα και ο πατέρας 24χρονου κατηγορουμένου κατέθεσαν ότι ο γιος τους δεν είχε δώσει ποτέ δικαίωμα για κάτι και πως εργάζεται σε συνεργείο που διατηρεί η οικογένεια. Η μόνη σχέση, όπως υποστήριξαν, που υπήρχε, ήταν ότι ο κατηγορούμενος  ως «εισπράκτορας» της οργάνωσης 32χρονος είχε πάει για επισκευή στο συνεργείο ένα δικό του αυτοκίνητο και ένα που ανήκε στον 52χρονο ισοβίτη, κατηγορούμενο ως αρχηγό.
 
Φοβισμένος μάρτυρας
Ιδιοκτήτης  νυχτερινού καταστήματος περιέγραψε ότι ένα βράδυ τον επισκέφτηκαν τρία άτομα, εκ των οποίων τα δύο ήταν ο 32χρονος κατηγορούμενος ως «εισπράκτορας» και ένας 28χρονος, επίσης κατηγορούμενος. Ο 32χρονος ζήτησε τον ιδιοκτήτη και του έδωσε τον αριθμό του 52χρονου που βρισκόταν φυλακή για να τον καλέσει. Αυτός, όπως είπε, πανικοβλήθηκε και μόνο στο άκουσμα του ονόματος του 52χρονου και εκμυστηρεύτηκε το συμβάν σε φίλο του, ο οποίος του είπε ότι θα τον καλέσει αυτός. Και ο ίδιος, πάντως, είπε ότι κάλεσε το νούμερο δύο φορές, αλλά δεν απάντησε κανείς. Ο φίλος του, όπως είπε, επικοινώνησε με τον 52χρονο στη φυλακή, ο οποίος τους ζήτησε 250 ευρώ την εβδομάδα για προστασία του καταστήματος και πως αν δεν συνεργασθούν, μπορεί να το ανατινάξει.
Ύστερα από «παζάρια» συμφώνησαν τις δύο πρώτες εβδομάδες να δώσουν 100 ευρώ (κάθε Σάββατο) και μετά από 150 ευρώ.
Ακολούθως ανέφερε ότι τις ημέρες εκείνες, έξω από το γραφείο που διατηρεί, τον περίμεναν δύο άτομα, τα οποία του δήλωσαν ότι είναι αστυνομικοί από το Τμήμα Εκβιαστών στην Αθήνα και του είπαν ότι θα πάει στην Αθήνα να καταθέσει, όπως και έγινε. Αρνήθηκε, όμως, ότι είχε έρθει σε συνεννόηση με τους αστυνομικούς ο ίδιος ή ότι πρώτος έκανε καταγγελία. Αυτό, μάλιστα, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από τον 52χρονο κατηγορούμενο.
Στη συνέχεια ο μάρτυρας περιέγραψε την παράδοση χρημάτων άλλες τρεις φορές, ενώ δημιουργήθηκε ένταση με το συνήγορο υπεράσπισης του 52χρονου κι άλλων κατηγορουμένων, Γ. Ράλλη, όταν του επισήμανε ότι ενήργησε κατά αυτό τον τρόπο για να «τη στήσει» στους κατηγορούμενους.
Στην ερώτηση, δε, αν φοβόταν τότε, αυτός απάντησε ότι και τώρα φοβάται, με τον 52χρονο ισοβίτη να ξεκινά νέο κύκλο αντιδράσεων.
 
Ο ιδιοκτήτης λέει όχι, οι κοπέλες λένε ναι
Άλλος ιδιοκτήτης νυχτερινού καταστήματος αρνήθηκε ότι εκβιάσθηκε ή του ζητήθηκαν χρήματα, ενώ στην επισήμανση, γιατί δύο αλλοδαπές κοπέλες που τότε εργάζονταν στο μαγαζί έχουν καταθέσει άλλα, λίγο-πολύ απάντησε ότι οι υπάλληλοι κατά τη διάρκεια της εργασίας τους πίνουν πολύ. Βέβαια, πριν δώσει την απάντηση είχε ξεκινήσει μεγάλη ένταση, με τον 52χρονο κατηγορούμενο όρθιο να φωνάζει και να ζητάει από τους υπόλοιπους κατηγορούμενους να σηκωθούν και να φύγουν, σε σημείο που το δικαστήριο χρειάσθηκε να διακόψει για λίγα λεπτά.
Πάντως, οι δύο κοπέλες, που είναι και αυτές μάρτυρες, χθες δεν παρουσιάσθηκαν στο  δικαστήριο.
Η χθεσινή ημέρα έκλεισε με τις καταθέσεις τεσσάρων αστυνομικών του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ζωής και Ιδιοκτησίας της Ασφάλειας Αττικής, που χειρίσθηκε την υπόθεση.
Οι αστυνομικοί ανέφεραν ότι επί τέσσερα Σαββατοκύριακα έρχονταν στην Καλαμάτα και παρακολουθούσαν τις κινήσεις των υπόπτων, ευρισκόμενοι είτε μέσα σε νυχτερινά μαγαζιά της Καλαμάτας, προσποιούμενοι τους πελάτες, είτε έξω από αυτά. Περιέγραψαν, δε, με λεπτομέρειες όλες τις κινήσεις των βασικών κατηγορουμένων.
Μάλιστα, χρησιμοποίησαν διάφορα τεχνικά μέσα καταγραφής ήχου και εικόνας, ενώ στις 23 Μαρτίου 2014 προχώρησαν σε συλλήψεις, με πρώτο τον 32χρονο «εισπράκτορα», όταν έβγαινε από νυχτερινό  μαγαζί στο κέντρο της Καλαμάτας με προσημειωμένα χαρτονομίσματα.
Και από αυτές τις καταθέσεις δεν έλειψαν οι εντάσεις, όταν ο δικηγόρος Γ. Ράλλης είπε σε υπαρχιφύλακα του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών ότι ψεύδεται, με τον αστυνομικό να αντιδρά έντονα και να του ζητά να ανακαλέσει.
Η δίκη μετά τις καταθέσεις των αστυνομικών διεκόπη λόγω του προχωρημένου της ώρας και θα συνεχισθεί σήμερα το πρωί.

Της Βίκυς Βετουλάκη