Σήμερα απόφαση για τους πέντε κατηγορούμενους για την απάτη με την επιστροφή ΦΠΑ

Σήμερα απόφαση για  τους πέντε κατηγορούμενους για την απάτη με την επιστροφή ΦΠΑ

Ολοκληρώθηκε χθες η εκδίκαση στο Τριμελές Εφετείο
 
Της Βίκυς Βετουλάκη
 
Αντιμέτωποι με τις κατηγορίες της εγκληματικής οργάνωσης και της πλαστογραφίας είναι ένας Θεσσαλονικιός, δύο Αθηναίοι και δύο ξαδέλφια από τα Φιλιατρά, στη μεγάλη υπόθεση των εικονικών τιμολογίων και της παράνομης επιστροφής ΦΠΑ που ξεκίνησε χθες να εκδικάζεται στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Καλαμάτας.
Η ακροαματική διαδικασία της πολύκροτης υπόθεσης, που πέρυσι απασχόλησε το πανελλήνιο, ολοκληρώθηκε και σήμερα αναμένεται η έκδοση της απόφασης, που θα κρίνει την τύχη και των πέντε.
Πρόκειται για το πρώτο μέρος της υπόθεσης των εικονικών τιμολογίων, καθώς χωρίσθηκε σε δύο δικογραφίες, με την πρώτη να εκδικάζεται τώρα και τη δεύτερη να βρίσκεται ακόμα στο στάδιο της ανάκρισης.
 
Εικονικά τιμολόγια
Το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται πέρυσι το Μάιο, όταν μετά από πληροφορίες που είχε το ΣΔΟΕ σταμάτησε στην Κυπαρισσία μια λευκή μερσεντές και συνέλαβε δύο άτομα, τα οποία ήταν εκεί για συναλλαγές με εικονικά τιμολόγια.
Τα τιμολόγια δεν ανταποκρίνονταν σε πραγματικές συναλλαγές και κατατίθεντο μέσω των Αγροτικών Ενώσεων και Συνεταιρισμών στις κατά τόπους αρμόδιες ΔΟΥ, για την παράνομη είσπραξη της επιστροφής ΦΠΑ.
Οι δύο εταιρείες – μαϊμού που συμμετείχαν στο κύκλωμα έκοψαν εικονικά τιμολόγια ύψους 7.667.826,28 ευρώ, ενώ ο ΦΠΑ που διεκδικήθηκε να επιστραφεί από τα τιμολόγια αυτά είναι 843.460,89 ευρώ.
Σύμφωνα με τις κατηγορίες, από το ποσό της επιστροφής ΦΠΑ τα μέλη του κυκλώματος εισέπρατταν το 4% και οι αγρότες το υπόλοιπο 7%.
 
Απολογίες
Η διαδικασία χθες το πρωί ξεκίνησε με την κατάθεση των δύο υπαλλήλων του ΣΔΟΕ που χειρίσθηκαν την υπόθεση, καθώς και με μάρτυρες υπεράσπισης των κατηγορουμένων.
Πρώτος απολογήθηκε ο ένας Φιλιατρινός. Απαντώντας στις ερωτήσεις της Έδρας είπε ότι τιμολόγια κόπηκαν με τα στοιχεία της μητέρας του, της θείας του και της αδελφής του. Οι τρεις συγκατηγορούμενοί του από Αθήνα και Θεσσαλονίκη τον επισκέφθηκαν την άνοιξη του 2010 και του πρότειναν να πάρει εικονικά τιμολόγια, όμως δε δέχτηκε. Του το ξαναπρότειναν τον Οκτώβριο. Αυτός θα κρατούσε το 11% και σε αυτούς θα έδινε το 4%. Όπως τόνισε, τα τιμολόγια κόπηκαν σε ονόματα συγγενών του και ποτέ δε μεσολάβησε να πάρει επιταγές άλλων αγροτών. Συνολικά, πήρε τιμολόγια ύψους 1 εκατομμυρίου ευρώ. Ο ίδιος έχει επιστρέψει όλα τα χρήματα που πήρε με αυτόν τον τρόπο.
Ο Θεσσαλονικιός ανέφερε στην απολογία του ότι ξεκίνησε τη συνεργασία του με τον προηγούμενο κατηγορούμενο από τα Φιλιατρά το Μάρτιο του 2010. Τον γνώρισε στο Γιαννιτσοχώρι Ηλείας, όπου ο Φιλιατρινός πωλούσε τα αγροτικά του προϊόντα, ενώ αυτός τα έπαιρνε από έμπορο και τα πήγαινε στη Βόρεια Ελλάδα. Ήρθαν σε επαφή, ώστε να κάνουν απευθείας τη συναλλαγή και να μην εμπλέκεται ο μεσάζων. Εκείνη την περίοδο συνάντησε, όπως είπε, σε καφετέρια ξενοδοχείου της περιοχής δύο Αθηναίους, και με υπόδειξη του δικαστηρίου αναγνώρισε τον έναν, ενώ για το δεύτερο είπε ότι  δεν είναι εκεί. Μάλιστα, αρνήθηκε ότι πρόκειται για τον τέταρτο κατηγορούμενο.
Τον άκουσαν, όπως είπε, που μιλούσε στο τηλέφωνο με τον Φιλιατρινό, λέγοντάς του ότι κι αυτοί σε αυτόν πάνε.
Για τον εαυτό του, ανέφερε πως δεν έχει δώσει ποτέ κανένα πλαστό τιμολόγιο, ενώ σε άλλη συνάντηση που ήταν όλοι, είδε τον Φιλιατρινό να δίνει στους Αθηναίους μία σελίδα Α4 με 5-10 ονόματα. Υποστήριξε πως δεν ήξερε τι γινόταν και η επιταγή που του έδωσε ο Φιλιατρινός και έχει το Δικαστήριο αφορά πραγματική αγοραπωλησία προϊόντων. Θεώρησε τον εαυτό του εύκολο θύμα για να τον μπλέξουν, καθώς δεν εκτίμησε ότι γινόταν κάτι παράνομο. Την αλήθεια, είπε, την έμαθε, όταν αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο και του είπε ο Φιλιατρινός τι γινόταν.
 
Δεν εισέπραξε
Ο πρώτος Αθηναίος κατέθεσε ότι απολύθηκε από εταιρεία κέτερινγκ και πως αναζητώντας δουλειά τού είπαν για μια νέα αποθήκη (μία από τις δύο εταιρείες – μαϊμού). Έτσι, άρχισε να εργάζεται ως οδηγός. Εκεί γνώρισε και τον άλλον Αθηναίο. Όταν πρωτοπήγε στο Φιλιατρινό, κατέθεσε ότι είδε πολύ μεγάλη κινητικότητα από αγοραπωλησία προϊόντων, υπό τις οδηγίες του Θεσσαλονικιού.
Είδε το Φιλιατρινό να έχει το χαρτί, που ήταν γραμμένα ονόματα παραγωγών, ποσότητες προϊόντων και χρήματα, ενώ αυτός έκοψε τα τιμολόγια καθ’ υπόδειξη του άλλου Αθηναίου, που ήταν παρών.
Πλην του Φιλιατρινού, ανέφερε, δεν έδωσαν πουθενά αλλού τιμολόγια και πως αυτός δε θα μπορούσε να κόψει μόνος του, γιατί δε γνώριζε παραγωγούς της Τριφυλίας. Τόνισε ακόμη προς το δικαστήριο πως δεν έχει πάρει ούτε ένα ευρώ και κατέληξε λέγοντας πως τα τιμολόγια τα έπαιρνε ο Φιλιατρινός για λογαριασμό του ξαδέλφου του, επίσης κατηγορουμένου.
Ο δεύτερος Αθηναίος είπε ότι γνώρισε τον Θεσσαλονικιό από τον Φιλιατρινό, όταν πήγε με τον πρώτο Αθηναίο να πάρει εμπορεύματα, μετά από εντολή της εταιρείας. Αναφέρθηκε κι αυτός στο χαρτί με τα ονόματα παραγωγών που τους έδωσε ο Φιλιατρινός, λέγοντας πως αυτός έπαιρνε και τα τιμολόγια. Προς το τέλος σημείωσε ότι κάτι άρχισε να μην του πηγαίνει καλά, αλλά ο ιδιοκτήτης της εταιρείας τού είπε πως είναι θέματα που δεν τον ενδιαφέρουν. Μάλιστα, κατέθεσε πως εμπλεκόμενοι, όπως πιστεύει, είναι οι ιδιοκτήτες των δύο εταιρειών, ο Φιλιατρινός και κανένας από τους υπόλοιπους.
Ο δεύτερος Φιλιατρινός στην απολογία του είπε πως είχε επιχείρηση ειδών συσκευασίας και ο Θεσσαλονικιός ήταν πελάτης του. Του χρωστούσε 60.000 ευρώ και επειδή είχε ανάγκη χρημάτων, του έδωσε τα τιμολόγια στα ονόματα των συγγενών του. Παρατήρησε, μάλιστα, ότι τα υπέβαλε στην Εφορία, αλλά ποτέ δεν πήγε να τα εισπράξει.
 
Εισαγγελέας
Στην αγόρευσή της η εισαγγελέας αναφέρθηκε στις κατηγορίες της εγκληματικής οργάνωσης και της πλαστογραφίας, αναλύοντας το ρόλο που είχε ο κάθε κατηγορούμενος. Μοιράζονταν, όπως είπε, το 4% από την επιστροφή ΦΠΑ και ήταν μια οργάνωση που είχε διάρκεια, κατάλληλη υποδομή και δίκτυο πληροφόρησης.
Ήταν χαρακτηριστική η αναφορά της στο ότι ήταν μεγάλο το ποσό του ΦΠΑ και πως αυτό έγινε σε μια στιγμή που η Ελλάδα ήταν ήδη σε οικονομική κατάρρευση. Καταλήγοντας ζήτησε την ενοχή τους, όπως κατηγορούνται, με την αναγνώριση στον Φιλιατρινό ότι επέστρεψε το ποσό.
Η συζήτηση χθες έκλεισε με τις αγορεύσεις των συνηγόρων  υπεράσπισης Νίκου Κανελλόπουλου, Μιχάλη Δημητρακόπουλου, Δέσποινας Τσιλιβαράκη, Πέτρου Κουκούλη, Γιώργου Ράλλη, Νίκου Μουτεβελή και Θεόδωρου Μαντά.