Η πρώτη παρατήρηση – σχόλιο που βρέθηκε στα χείλη όσων παραβρέθηκαν στην προχθεσινή εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών για Εθνική Ανασυγκρότηση στο Πνευματικό Κέντρο Καλαμάτας, ήταν η ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα. Κανείς δεν περίμενε τόσους πολίτες διαφόρων κομματικών και πολιτικών αποχρώσεων. Μέχρι και ο εξώστης του κτηρίου είχε κόσμο.
Το δεύτερο θέμα που κυριάρχησε ήταν η σεβαστή προσέλευση προσωπικοτήτων από το χώρο της Νέας Δημοκρατίας. Στην εκδήλωση παρευρέθησαν ο δήμαρχος Καλαμάτας Παναγιώτης Νίκας, οι αντιδήμαρχοι Δημήτρης Μπούχαλης και Παναγιώτης Γιαννόπουλος, η αντιπεριφερειάρχης Ελένη Αλειφέρη, ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Καλαμάτας Κώστας Μαργέλης, ο πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ, επί κυβερνήσεως Σαμαρά – Βενιζέλου, Στέλιος Στασινόπουλος, ο πρώην δήμαρχος Καλαμάτας Παναγής Κουμάντος, ο πρώην υποψήφιος δήμαρχος και δημοτικός σύμβουλος Ντίνος Τσερώνης.
Οι συνειρμοί και τα σενάρια που προκάλεσε το γεγονός πολλά. Αν και ο πολιτικός χρόνος είναι πυκνός, κανείς δεν μπορεί να… ζωγραφίσει τα σημαίνοντα και τα σημαινόμενα τόσων επώνυμων “γαλάζιων”.
Παραδόξως οι “πράσινοι” λιγότεροι. Παρόντες ήταν ο γραμματέας της ΝΕ Μεσσηνίας του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Πάζιος, ο επικεφαλής της δημοτικής παράταξης που στηρίζει το ΠΑΣΟΚ στην Καλαμάτα Θ. Μπρεδήμας, ο πρώην υποψήφιος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Λ. Φιλιππόπουλος, ο πρώην αντιδήμαρχος Καλαμάτας Γρ. Μασούρας και ο πρώην γραμματέας της ΝΕ ΠΑΣΟΚ Γ. Χριστόπουλος.
Πέρα από τα παραπολιτικά, υπήρξε και η ουσία. Από λίγο έως πολύ οι ομιλητές (Ρ. Γεωργακοπούλου, Π. Ιωακειμίδης, Β. Βενιζέλος) μας είπαν ότι αυτά που έγιναν δύο χρόνια σχεδόν επί του κυβερνητικού μορφώματος ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, είναι ό,τι χειρότερο για τη χώρα. Λίγο έλειψε ο κ. Βενιζέλος, μιλώντας για τη θεσμική εκτροπή, να συγκρίνει τη Χούντα με τη σημερινή κυβέρνηση. Το έκανε, αλλά κομψά!
Τώρα ποιος μας έμαθε ως λαό ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η… αγελάδα που θα μας πάει στον παράδεισο, χωρίς εμείς να χρειαστεί να κουνηθούμε από τη θέση μας, ποιος χρωμάτιζε πράσινα- κόκκινα- κίτρινα- μπλε τα ψηφοδέλτια για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, ποιος έφτιαξε τον Κοσκωτά, το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου, της SIEMENS, των γερμένων υποβρυχίων, των Ολυμπιακών Αγώνων με το τεράστιο κόστος, του υπερτροφικού δημόσιου τομέα, των πελατειακών σχέσεων, της διαπλοκής, το πάρτυ των μεγαλοεργολάβων, των… των… των… δε μας το είπε κανείς. Αυτό που ακούσαμε είναι ότι πρέπει να συμφιλιωθούμε με το παρελθόν!
Αλλά και οι… καινούργιοι; Θυμίζουν το “Γατοπόδαρο” του Λαμπεντούζα, που λέει ότι “χρειάζονται αλλαγές για να μένουν τα πράγματα ίδια”. Και η Αριστερά πάσχει από… δυσκοιλιότητα ιδεών.
Πρέπει να αλλάξει η κοινωνία μας, ζήτησαν οι ομιλητές, και δεν είχαν άδικο. Μόνο που ένας κύριος μετά το πέρας της εκδήλωσης, αφού άκουσε με προσοχή τα λεχθέντα, άφησε πίσω του ένα σωρό από τσόφλια φιστικιών που τον συνόδευαν στο δίωρο της εκδήλωσης…
Κλείνουμε με τον Ζοζέ Σαραμάνγκου και από το βιβλίο του “Περί Τυφλότητας”: Το χειρότερο δεν είναι ότι έχουμε γίνει πειραματόζωα των πάσης φύσεως μαθητευόμενων μάγων, αλλά το ότι, τελικά, έχουμε αποδεχτεί αυτόν το ρόλο και έχουμε υποταχθεί στη μοίρα μας. “Γιατί αυτό είναι η τυφλότητα, να ζει κανείς σ’ έναν κόσμο που η ελπίδα έχει τελειώσει», συνεχίζει ο Πορτογάλος νομπελίστας, περιγράφοντας μια κατάσταση πραγμάτων στην οποία οι περισσότεροι ονειρεύονταν πως ήταν πέτρες.
«Και όλοι γνωρίζουν πόσο βαθύς είναι ο ύπνος που κοιμούνται οι πέτρες. Μια απλή βόλτα στον αγρό θα το αποδείξει. Είναι εκεί και κοιμούνται, μισοθαμμένες, περιμένοντας ποιος ξέρει τι για να ξυπνήσουν».
Οι πέτρες, φυσικά, είναι μια μεταφορά της ακινησίας, της αν-αισθησίας και της σκληρότητας, κάτι που προσομοιάζει με τη σημερινή μας κατάσταση: μετά την ηφαιστειακή λάβα των πλατειών και των κινητοποιήσεων του 2011-12, το μάγμα πάγωσε και στη συνέχεια αποκρυσταλλώθηκε σ’ ένα πέτρωμα που κοιτά ακίνητο – χωρίς ελπίδα– τις εξελίξεις. Σχολιάζοντας, κρίνοντας, επικρίνοντας και καταγγέλλοντας. Αλλά πάντως ακίνητοι, καθηλωμένοι και σιωπηλοί. Μοιραίοι και υποταγμένοι.
Αυτοί που δε θέλουν να δουν, παρότι τα πάντα είναι μπροστά στα μάτια τους, παρότι τα προσχήματα πέφτουν, τα ψέματα τελειώνουν και οι δικαιολογίες εκλείπουν.
«Γιατί τυφλωθήκαμε; ίσως μια μέρα να καταφέρουμε να μάθουμε το λόγο. Θέλεις να σου πω αυτό που νομίζω; Νομίζω ότι δεν τυφλωθήκαμε, νομίζω ότι είμαστε τυφλοί. Τυφλοί που βλέπουν. Τυφλοί που δε βλέπουν και ας βλέπουν», λέει ο Σαραμάγκου, θέλοντας να απεικονίσει την αντιφατική κατάσταση του ανθρώπου-πέτρα. Του ανθρώπου που – μισοθαμμένος – περιμένει «ποιος ξέρει τι για να ξυπνήσει».
Α.Π.