Μετρώντας τις… πληγές της «Μαύρης» Τετάρτης
Εδώ και χρόνια ακούμε από το δήμαρχο Καλαμάτας να κάνει λόγο για «ακραία καιρικά φαινόμενα» και… τόνους βροχής ανά στρέμμα που έπεσαν ξαφνικά στην πόλη, και είναι η αιτία που πνίγονται άτομα, που πλημμυρίζει το νοσοκομείο και οι εργατικές κατοικίες, που το ΚΤΕΛ σταματά τα δρομολόγιά του, που καταστρέφονται επιχειρήσεις, σπίτια, δρόμοι, που κλείνουν το αεροδρόμιο και ο εθνικός αυτοκινητόδρομος.
Αναρωτιόμαστε, όμως, πότε άραγε οι αρμόδιοι του Δήμου Καλαμάτας καθάρισαν τα φρεάτια, τα ρέματα και τους χείμαρρους της πόλης εν όψει χειμώνα και… ακραίων καιρικών φαινομένων; Πού είναι οι σχετικές δράσεις και τα κονδύλια; Υπάρχουν μπαζωμένα και καταπατημένα ρέματα στην πόλη της Καλαμάτας και από ποιους; Υπάρχουν κακοτεχνίες στα αποστραγγιστικά έργα και γιατί αυτές δεν εντοπίστηκαν έγκαιρα από τους αρμοδίους; Υπάρχει υλοποίηση αντιπλημμυρικού έργου στον Νέδοντα;
Πίσω από τις απαντήσεις των ανωτέρω (και άλλων πολλών ερωτημάτων) θα πρέπει να αναζητήσουν οι δικαστικές Αρχές της Μεσσηνίας τις αιτίες της πρόσφατης καταστροφής, που είχε ως αποτέλεσμα τεράστιες υλικές ζημιές και το θάνατο τριών συμπολιτών μας.
Για να ξαναγυρίσουμε στις καταστροφές που προκαλούν πλέον πολύ συχνά τα λεγόμενα ακραία καιρικά φαινόμενα, αυτές οφείλονται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην παραβίαση όλων των κανόνων από τους πολίτες, ιδιαίτερα με την αυθαίρετη δόμηση και, φυσικά, στην ανεπάρκεια των υπηρεσιών του Δήμου και της Περιφέρειας.
Παντού ξεφυτρώνουν οικοδομές, παντού μπαζώνονται ρέματα, παντού υπάρχουν παράνομες και επικίνδυνες χωματερές, παντού ο καθένας κάνει κυριολεκτικά ό,τι του καπνίσει, παντού οι Δήμοι και οι Περιφέρειες αποφεύγουν να καθαρίσουν δρόμους και φρεάτια, αρνούνται ακόμη και να παρέμβουν για να εφαρμοστούν οι νόμοι, παντού τα τοπικά κυκλώματα επιβάλλουν τους δικούς τους κανόνες, παντού τα μικρά έργα ανατίθενται σε ντόπιους εργολάβους και είναι ελαττωματικά, πουθενά δεν υπάρχει αίσθηση κοινωνικής ευθύνης.
Κάποια στιγμή, βέβαια, έρχεται η ώρα της καταστροφής και τότε η δικαιολογία είναι έτοιμη. Φωνάζουν, κλαίνε, οδύρονται και καταριούνται οι αυθαιρετούχοι και από δίπλα οι δήμαρχοι με σκοτεινιασμένα πρόσωπα ρίχνουν τις ευθύνες από πάνω τους.
Με όλα αυτά είναι φανερό ότι οι υποδομές στους Δήμους που συνήθως πλήττονται από βροχές και πυρκαγιές δεν πρόκειται να βελτιωθούν, ό,τι και να κάνει το κράτος. Δε θα βελτιωθούν γιατί δεν το επιτρέπουν οι πολίτες, οι δήμαρχοι. Αρκούνται στα κλάματα και στις κατάρες, κάθε φορά που τους έρχεται στο κεφάλι κάποιο έντονο φυσικό φαινόμενο, που φυσικά μετατρέπεται σε θεομηνία εξαιτίας των δικών τους παρεμβάσεων στη φύση και παραλείψεων στις πόλεις, ακόμη και στα σπίτια τους.
Ευστ. Σαμπαζιώτης
Πριν από περίπου δύο χρόνια το “Θάρρος” είχε δημοσιεύσει συνέντευξη του γεωλόγου – υδρογεωλόγου με μάστερ στην εφαρμοσμένη Περιβαλλοντική Γεωλογία, Ευστ. Σαμπαζιώτη.
Μιλώντας στην εφημερίδα, είχε τονίσει την αναγκαιότητα εκτίμησης του πλημμυρικού κινδύνου για την πολεοδομική ζώνη του Δήμου Καλαμάτας, μέσω εκπόνησης ειδικής μελέτης, που θα περιλαμβάνει και τη γεωλογική μελέτη των ρεμάτων που υπάρχουν, με τη χαρτογράφησή τους.
Ο κ. Σαμπαζιώτης είχε αναφέρει πως η πλημμύρα οφείλεται τόσο στη φύση όσο και στον άνθρωπο. Ο τελευταίος, όμως, διογκώνει το μέγεθος και τις συνέπειές της τόσο για τον ίδιο όσο και για το περιβάλλον. Το γεγονός αυτό συμβαίνει γιατί ο άνθρωπος με τα έργα του παρεμβαίνει στις λειτουργίες του φυσικού περιβάλλοντος.
Όπως είχε πει χαρακτηριστικά, «ο Δήμος Καλαμάτας κινδυνεύει τα μέγιστα από την εκδήλωση πλημμυρικών φαινομένων, λόγω της διάσχισης των πολεοδομημένων περιοχών από πάμπολλα παραταϋγέτεια ρέματα. Το πρόβλημα προέρχεται από το γεγονός ότι τα περισσότερα από αυτά ξεκινούν από μεγάλα υψόμετρα, αποφορτίζοντας μεγάλους όγκους βροχής και η κλίση της κοίτης τους μεταβάλλεται απότομα λόγω της υψομετρικής διαφοράς, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η λεγόμενη ενέργεια των χειμάρρων και δυνητικά κατά θέσεις να μπορούν να εκδηλωθούν πλημμυρικά φαινόμενα, κυρίως αστραπιαίας και βίαιης μορφής flash floods.
Ο κίνδυνος πολλαπλασιάζεται σε περιπτώσεις που τα ρέματα ή έχουν μπαζωθεί ή η κοίτη τους έχει αντικατασταθεί από οδικό δίκτυο. Η πρόσφατη ενασχόλησή μου με τις γεωλογικές μελέτες καταλληλότητας του Ασπροχώματος και της Μικρής Μαντίνειας για λογαριασμό του Δήμου Καλαμάτας, μου έδωσε τη δυνατότητα να μελετήσω πολλά από αυτά τα ρέματα και να διαπιστώσω ιδίοις όμμασιν ότι τα περισσότερα είτε είναι μπαζωμένα είτε η κοίτη τους έχει αλλοιωθεί από ανθρώπινες επεμβάσεις, πολλά από αυτά, δε, έχουν αντικατασταθεί από οδικό δίκτυο (π.χ. ρέμα Λαγκάδας Ασπρόχωμα, ρέματα Μικρής Μαντίνειας).
Είναι επιτακτική ανάγκη, λοιπόν, η εκτίμηση του πλημμυρικού κινδύνου για την πολεοδομημένη περιοχή του Δήμου Καλαμάτας με ειδική μελέτη, που θα πρέπει να εκπονηθεί και θα περιλαμβάνει απαραιτήτως και γεωλογική μελέτη των ρεμάτων αυτών με χαρτογράφησή τους».
Γιώργος Μιγκίρος
Τα προβλήματα που εντοπίστηκαν στη Μεσσηνία, εκτιμά ο κ. Γιώργος Μιγκίρος, καθηγητής Γεωλογίας στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ερμηνεύονται ως εξής:. «Σε ό,τι αφορά τον αστικό ιστό, το μπάζωμα ή η εγκατάλειψη των αστικών ρεμάτων, σε συνδυασμό με την άναρχη δόμηση, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για τέτοιου είδους προβλήματα.
Έξω από τις πόλεις, τόσο οι περιφερειακές οδοποιίες όσο και τα όποια τεχνικά έργα στα ρέματα, δεν έχουν σχεδιαστεί ώστε να αντέχουν τόσο μεγάλο όγκο νερού μέσα σε τόσο λίγο χρόνο. Τα περισσότερα έργα σχεδιάζονται με τις μέσες τιμές βροχόπτωσης και όχι με τις ανώτερες 50ετίας, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αντέξουν ένα πλημμυρικό κύμα.
Τέλος, στις παραλιακές αστικές περιοχές που πλημμύρισαν, η αιτία είναι πάντα η ίδια: το οδικό σύστημα αναπτύσσεται παράλληλα με την ακτή, σε μεγαλύτερο ύψος, με πεζοδρόμια, κράσπεδα και έργα πρασίνου, δημιουργώντας ένα “τείχος” που δεν επιτρέπει στο νερό να καταλήξει γρήγορα στη θάλασσα».
Aκραία φαινόμενα μοναξιάς
Εντάξει, με την εξουσία καθαρίσαμε. Τα είπαμε παραπάνω. Τρεις άνθρωποι, όμως, βρήκαν το θάνατο λόγω της έντονης κακοκαιρίας που έπληξε τη Μεσσηνία. Tα ακραία φαινόμενα που ξέσπασαν, σε μήνα με γλυκό κλίμα, όπως είναι συνήθως ο Σεπτέμβριος, τα είχε προβλέψει και αναγγείλει η μετεωρολογική υπηρεσία μέσα από τα τηλεοπτικά κανάλια και το διαδίκτυο.
Eκείνο που δεν είχε έγκαιρα επισημάνει, όπως σημειώνει η Ελένη Μπίστικα στη χθεσινή “Καθημερινή”, «είναι η αδυναμία των μοναχικών ανθρώπων να αντιμετωπίσουν τις πλημμύρες στα ισόγεια ή υπόγεια καταλύματα στα σπίτια που είχαν γεννηθεί, μεγαλώσει, παντρευτεί, μεγαλώσει παιδιά και φροντίσει τους γέρους γονείς τους σε άλλα χρόνια, όταν η απομόνωση και η μοναξιά δεν είχαν ακόμη επισημανθεί από καμιά κοινωνική υπηρεσία, πόσο μάλλον παίρνοντας ανάλογα μέτρα.
Ξεκινώντας την ημέρα μας ακούσαμε για τις τραγικές αυτές περιπτώσεις, και τις περιοχές όπου συνέβησαν, αλλά όχι ονόματα ή εάν είχαν συγγενείς που τους φρόντιζαν. Mόνον ότι η βοηθός ενός 91χρονου υπερήλικα είχε εξαφανιστεί, αφήνοντάς τον να αντιμετωπίσει την οργή της φύσης, και του καιρού, αβοήθητο ως το τέλος. Όχι ότι θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε περίοικος να σπεύσει να βοηθήσει.
Στις καιρικές καταστροφές ο καθένας φροντίζει τη ζωή του και της οικογενείας του. Πέρα από τη μήνιν της φθινοπωρινής αυτής κακοκαιρίας, η μοναξιά είναι η μεγάλη αιτία για τους μεγάλους στα χρόνια, άνδρες και γυναίκες, που αδυνατούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους, αυτοί που φρόντισαν τους δικούς τους με κάθε τρόπο, όταν μπορούσαν. Και δεν είναι φαινόμενο μόνον της υπαίθρου οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν όσοι είναι μόνοι τους σε περασμένη ηλικία και με αναπηρίες…
Και οι παραπάνω τραγικές ειδήσεις δεν είναι περιστασιακές. Συμβαίνουν δίπλα μας, ολόγυρά μας, μέσα στην πόλη, καθημερινά, μόνον που δεν τις παίρνουμε είδηση, ή προτιμάμε “να μην ανακατευόμαστε”».
Πολλοί υπέργηροι ζουν μόνοι τους, για να μη φέρουν βάρος στα παιδιά τους που κάνουν αγώνα για τα δικά τους παιδιά. Και προσφέρουν και από την πενιχρή σύνταξή τους στον οικογενειακό «κουμπαρά». Στην πόλη οι συνθήκες ευνοούν κάπως τους μοναχικούς που μπορούν να ειδοποιήσουν σε περίπτωση μεγάλης ανάγκης ή κάποιον δικό τους, με ένα φίλο τους, ή μια κοινωνική υπηρεσία.
Στα χωριά, όταν ανοίγουν οι ουρανοί και πλημμυρίζουν δρόμοι, ξεχειλίζουν ποτάμια, η βοήθεια δεν είναι εύκολη. Aπομένει η προσευχή, αλλά αυτή δε δίνει ειδήσεις…
Του Αντώνη Πετρόγιαννη