Σαϊτοπόλεμος στην Καλαμάτα: Παλαιοί σαϊτολόγοι, ονόματα μπουλουκιών


Μέρος γ΄
 
Του Χρήστου Νικ. Ζερίτη
 
Στο φετινό αφιέρωμα στο έθιμο θα δημοσιοποιηθούν ειδήσεις από τους σαϊτοπόλεμους της περιόδου 1908-1926, ονόματα σαϊτολόγων από το 1894 μέχρι το 1926 και  γενναίες πράξεις τους, ονόματα μπουλουκιών, συνοικιών και ενοριών που «κατέβαζαν» ομάδες σαϊτολόγων, μαζί με ανέκδοτα περιστατικά και δημοσιογραφικές απόψεις, ώστε η διαχρονικότητα του εθίμου να ενισχύσει το φρόνημα της σημερινής γενιάς σαϊτολόγων, αλλά και των οπαδών του και, παρ’ όλες τις δυσκολίες, να συνεχιστεί:
 
Εφημερίδα Καλαμάτας
«Θάρρος», 15.4.1910
«Οι απαίσιοι κρότοι των βαρελότων και τα νέφη τα οποία σχηματίζει η αναφλεγομένη πυρίτις, προσδίδουσι κατά τας ημέρας ταύτας εις την πόλιν των Καλαμών, αυτόχρημα πολεμικήν όψιν. Όχι μόνον εις τας απόκεντρους συνοικίας της πόλεως, αλλά και εις τας κεντρικωτέρας αυτής οδούς, το έδαφος σείεται από το αγριώτατον αυτό έθιμον της βαρβαρότητος, ο δε ανύποπτος διαβάτης εις κάθε του βήμα τινάσσεται από τα αβούζια αυτά και διατρέχει από στιγμής εις στιγμήν, τον κίνδυνον να χάση το μάτι του, το πόδι του, να παραμορφωθή ή και να χάση την ζωήν του…».
 
«Θάρρος», 18.4.1910
«Ο ΣΑΪΤΟΠΟΛΕΜΟΣ. Σήμερον την 3ην μ.μ. εν τη Κάτω Πλατεία, μετά την λήξιν του εσπερινού της Αναστάσεως, θα συγκεντρωθούν οι παλαίμαχοι της μπαρούτης, σαϊτοφόροι, να διεξαγάγωσι τον γνωστόν ιστορικόν σαϊτοπόλεμον. Τα αντίπαλα στρατόπεδα είναι πολλά, κατανεμόμενα κατά ενορίας. Ρίπτονται υπέρ τας πεντακοσίας σαΐτας, η βοή των οποίων, χωρίς να σκάζουν, με την συνέχειαν του πυρός, θ’ αναδείξη τους νικητάς, των οποίων το έπαθλον είναι τα χειροκροτήματα. Η Διεύθυνσις της Αστυνομίας πρέπει και εφέτος να υπομνήση εις τους αρχηγούς των σαϊτοφόρων, ότι οφείλουσιν να μην αφίνωσι τας σαΐτας εκ των χειρών του, διότι άλλως είναι αδύνατον να μη συμβή δυστύχημα εις τους από τους εξώστας θεωμένους και τον εν πλατεία συγκεντρωθησόμενον άπειρον κόσμον. Τουλάχιστον ας καταβληθή κάποια προσπάθεια να εξευγενισθή το άγριον τούτο έθιμον».
 
«Θάρρος» 21.4.1910
«Ο ΣΑΪΤΟΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟ ΠΑΣΧΑ 1910. Από της πρώτης μεταμεσημβρινής ώρας της Κυριακής του Πάσχα, ολόκληρος η πλατεία της 23ης Μαρτίου και οι εξώσται των οικιών, είναι κατάμεστοι κόσμου. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, πάσης τάξεως και ηλικίας, με κάποιαν αγωνίαν, αναμένουν την παρέλασιν των σαϊτοφόρων και την προσφιλή πλέον δια τους Καλαματιανούς σαϊτομαχίαν. Από πολλών ημερών εκοινολογείτο, ότι εξαιρετικώς εφέτος οι σαϊτολόγοι μας, είχον κάμη μεγάλας προμηθείας πυρομαχικών και επί μήνα ολόκληρον, αι διάφοροι σαϊτολογικαί ομάδες των ενοριών, ησχολούντο ακαταπαύστως εις την επιμεμελημένην κατασκευήν σαϊτών. Οι Καλαματιανοί καθ’ έκαστον έτος απολαύουν μετά πολλής ευχαριστήσεως το θέαμα του σαϊτοπολέμου. Μ’ όλον τον κίνδυνον τον οποίον διατρέχουν από τα… καυτίλια της σαΐτας κι να οσφρανθώσι με κάποιαν απληστίαν την οσμήν της πυρίτιδος του θείου, του πετρελαίου και των εύφλεκτων συστατικών της Καλαματιανής σαΐτας. Περί την 3ην ώραν μ.μ. ακούγεται μακρόθεν ήχος αγρίας τρουμπέτας και μετ’ ολίγον επιφαίνεται η πρωτοπορεία της πρώτης ομάδος με την σημαίαν της την κανονισμένην, με τα φεσάκια τους, με τα σακούλια τους πεπληρωμένα σαϊτών. Καταφθάνουν επί τέλους και στρατοπεδεύουν εις τι σημείον της πλατείας, αναμένοντες το σύνθημα δια να αρχίσουν το πυρ. Εν τω μεταξύ οι εκ των εξωστών παρακολουθούντες το θέαμα, χειροκροτούν τους σαϊτολόγους κι αυτοί με υπερηφάνειαν προσβλέπουν τους χειροκροτούντας με κάποιον με ιδίωμα θριάμβου. Καταφθάνουν επί τέλους και άλλαι ομάδες σαϊτολόγων με όλα των τα πολεμικά εφόδια και μετ’ ολιγολέπτου ανάπαυσιν αρχίζει το πυρ. Δεν είχον παρέλθη δύο λεπτά της ώρας και η πλατεία ολόκληρος φλέγεται από την λάμψιν των σαϊτών. Το θέαμα της σαϊτομαχίας μ’ όλη του την μεγαλοπρέπεια ήτο εκτάκτως μεγαλοπρεπές. Η εκκωφαντική βοή, οι κρότοι των σαϊτών αι οποίαι έσπαζαν, τα νέφη του καπνού της πυρίτιδος, προσέδιδον εις το πεδίον της μάχης εξαιρετικήν αγριότητα, αλλά και μεγαλοπρέπεια. Οι σαϊτολόγοι μας ολοέν ενθουσιαζόμενοι από την οσμήν της πυρίτιδος και από τα χειροκροτήματα των θεατών, εκκενώνουν ταχέως τα σακούλια των και αι σαΐται των εξεγείροντες πυρ και μανίαν. Εις τους ξένους τους παρεπιδημούντας εις την πόλιν μας, προξενεί ευάρεστον την εντύπωσιν το γεγονός ότι οι σαϊτολόγοι μας, μ’ όλην την αγρίαν κανιβαλικήν όψιν που είχον, δεν αφίνουν τις σαΐτας να εκφύγωσι των χειρών των. Είναι τούτο μέγιστον πλεονέκτημα δια το οποίον καυχώνται οι σαϊτολόγοι μας. Είναι η ώρα 4η μ.μ. και ο σαϊτοπόλεμος εξακολουθεί με μικρά διαλείμματα αναπαύσεως. Περί την 4ην όμως και ημίσειαν οι σαϊτολόγοι καθ’ ομάδας αποχωρούν της πλατείας και διαλαλούν δια των παρακολουθούντων αυτούς χαμινίων, ότι η τελική μάχη θα δοθή εις την πλατείαν των Αγ. Ταξιαρχών παρά το Σύνταγμα. Παραχρήμα όλο το πλήθος της Κάτω Πλατείας διευθύνεται προς τους Ταξιάρχας. Εκεί έχουν συναχθεί όλα τα φουσάτα των σαϊτολόγων μας. Δίδεται νέα μάχη. Ο Στρατός και οι Καλαματιανοί σχηματίζουν τεράστιον κύκλον περί τους σαϊτολόγους και ούτοι εν των μέσω επαναρχίζουν το πυρ. Όταν δε εξηντλήθη και η τελευταία σαΐτα, οι σαϊτολόγοι μας, άγριοι και μαυρισμένοι όπως ήσαν, με τα ιστορικά τους χρυσοποίκιλτα φέσια και με τα σακούλια τους, μεταβαίνουν εν σώματι εις το καλλιτεχνικόν Φωτογραφείον της κ. Θέμελη, όπου φωτογραφούνται εν αδελφικώ συμπλέγματι. Τοιουτοτρόπως έληξε και ο σαϊτοπόλεμος, χωρίς να σημειωθή ουδέ εν δυστύχημα».
 
 
 
 
 
«Θάρρος», 21.4.1910
«Τετέλεσται πλέον. Το Κράτος της Σαΐτας ενεκαθιδρύθη οριστικώς εις τας Καλάμας. Όσω και αν θεωρείται η σαϊτομαχία ένα βάρβαρον και άγριον έθιμον, δεν θα αρνηθή κανείς ότι το θέαμα ενός σαϊτοπολέμου είναι μεγαλοπρεπές εν τη αγριότητί του. Τι τα θέλετε! Κάθε τόπος έχει και μίαν συνήθειαν η οποία ως επί το πολύ είναι άγνωστος αλλαχού. Αι Καλάμαι έχουν τους σαϊτολόγους, οι Ισπανοί τους ταυρομάχους των. Και το έθιμον της σαϊτομαχίας, όσον και εκείνο της ταυρομαχίας, είναι αυτά καθ’ εαυτά αγριώτατα και βαρβαρώτατα. Αλλά κάλλιστα δύνανται οι Καλάμιοι να καυχώνται, ότι το ιδικόν των έθιμον, συγκρινόμενον προς το τερατώδες εκείνο θέαμα των ανθρωποθυσιών της Μαδρίτης, είναι ευγενέστερον και ολιγώτερον αιμοχαρές.
Οι ευαίσθητοι Ισπανοί, οι συγκινούμενοι ευκολώτατα με το γλυκό μειδίασμα μιας ντόνας, αποδεικνύονται εν τούτοις οι σκληρότεροι άνθρωποι της οικουμένης, όταν παρακολουθούν την εξέλιξην του αγώνος ενός ανθρώπου, παλαίοντος απεγνωσμένως κατά της μανίας ενός ταύρου. Το αίμα ρέει άφθονον εις τα ιπποδρόμια της Μαδρίτης, ο ταύρος άγριος σπαράσσει ανοικτιρμόνως ανθρωπίνους σάρκας, και ο Ισπανός χειροκροτεί ενθουσιωδώς. Ψυχαγωγικόν θέαμα απαισιώτατον και θηριωδέστατον μα την αλήθειαν!!! Ενώ δια τας Καλαματιανάς σαΐτας το πράγμα είναι εντελώς διάφορον. Ο σαϊτολόγος των Καλαμών, εκ των λαϊκών τάξεων προερχόμενος, αποτελεί φαινόμενον περίεργον και δυσεξήγητον. Εργάζεται ολόκληρον το έτος, και εκ των υστερημάτων του εξοικονομεί αρκετόν χρηματικόν ποσόν, το οποίον καταναλίσκει εις κατασκευήν σαϊτών. Δεν θηρεύει χρηματικά βραβεία, αλλ’ επιδιώκει την δόξαν τεχνίτου σαϊτολόγου και ουδέν πλέον. Ο σαϊτολόγος θεωρεί ικανοποιηθείσαν την φιλοδοξίαν του, όταν η σαΐτα του δεν σκάση. Η βοή της καιομένης σαΐτας, ο αποπνικτικός καπνός της πυρίτιδος, η λάμψις, η φωτιά, το τσουλούφρισμα, μεθύσκον κυριολεκτικώς τον σαϊτολόγον. Τίποτε δεν τον τρομάζει. Έχει λάβη εκ των προτέρων τα μέτρα του, ώστε να μη συμβή ούτε εις αυτόν ούτε εις τους άλλους δυστύχημα. Ο θεατής δεν έχει να θαυμά ή μόνον το ατρόμητον των σαϊτολόγων οίτινες ορμώσιν ακατάσχετοι και άφοβοι εις τα διασταυρούμενα πυρά των σαϊτών, αλλά εκκλύσσεται και με την ηρωικήν αυταπάρνησιν αυτών, προτιμώντων να καώσι μάλλον, παρά να αφήσωσι των χειρών τους την σαΐτα. Ενίοτε η σαΐτα δεν συρίζει, αλλά σπάζουσα κροτεί δαιμονιωδώς, τινάσσουσι τον σαϊτολόγον. Ο κίνδυνος δι’ αυτόν τότε είναι μέγας, και όμως ουδέποτε αποφασίζει ν’ απαλλαγή της σαΐτας. Εν τω μεταξύ οι Καλαματιανοί εκ του σύνεγγυς παρακολουθούντες το θέαμα των μαινομένων σαϊτοφόρων, τέρπονται και συγκινούνται. Τα νέφη της φλεγομένης πυρίτιδος συσκοτίζουν προς στιγμήν την ατμόσφαιραν, αλλά δεν εμποδίζουν τους Καλαματιανούς να θαυμάζωσι την αγρίαν αλλά μεγαλοπρεπή βοήν της σαΐτας. Κατέστη πλέον ο σαϊτοπόλεμος δι’ όλους μας, μία προσφιλής έξις, την οποίαν δεν θα αποβάλωμεν ποτέ. Οι ξένοι προ τοιούτου θεάματος, εις την αρχήν μας οικτίρουν, μας αποτροπιάζονται, μας χαρακτηρίζουν ζουλού και δεν ξεύρω πώς άλλως. Συν τω χρόνω όμως αφομοιούνται με το περιβάλλον μας και αισθάνονται και εκείνοι την ανάγκην της σαΐτας. Αμφιβάλλω όμως αν οι ξένοι εις την Ισπανίαν, είναι δυνατόν να συνηθίσουν εις την ταυρομαχίαν. Δεν παρέστην ποτέ εις τοιούτο θέαμα, δια να συγκρίνω την σαϊτομαχίαν με την ταυρομαχίαν. Υποθέτω εν τούτοις ότι ημείς δικαιούμεθα να υπερηφανευώμεθα, μολονότι εκ πρώτης όψεως ο σαϊτολόγος μας δεν είναι πολύ διαφορετικώτερος από τον μαινόμενον ταύρον της Μαδρίτης. Έχουν βέβαια πολλά τα κοινά και ο ταύρος και ο σαϊτολόγος, αλλά οι ιδικοί μας σαϊτολόγοι δεν μάχονται κατ’ αλλήλων ως οι ταύροι, αλλά αρκούνται εις την επίδειξιν της τέχνης των. Τούτο μετριάζει πολύ την εντύπωσιν της τρουμπέτας, των σακουλίων και των φεσίων των σαϊτοφόρων μας. Όπως και να έχει το πράγμα η σαϊτομαχία είναι προτιμωτέρα από την ταυρομαχίαν».
 
-Τα κείμενα των παλαιών εφημερίδων είναι σε πολυτονικό σύστημα που δεν κρατείται, παρά μόνον η ορθογραφία.