Τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς να αδειάζουν έχουν δει πολλοί Μεσσήνιοι επαγγελματίες και επιχειρηματίες, λόγω χρεών στο Δημόσιο, αφήνοντάς τους «επί ξύλου κρεμάμενους» όσον αφορά στην κάλυψη υποχρεώσεων προς εργαζόμενους και προμηθευτές, αλλά και λειτουργικών εξόδων.
Αυτό δημιουργεί πολλά προβλήματα στην ήδη καταρρακωμένη επαγγελματική τους δραστηριότητα και, όπως επισήμανε ο φοροτεχνικός Παύλος Κρανιώτης, αλλά και οι επαγγελματίες, επιβάλλεται η καθιέρωση ακατάσχετου λογαριασμού και για επαγγελματίες, εμπόρους κ.λπ.
Δεσμεύσεις λογαριασμών
Από φέτος το Μάιο η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων αποστέλλει καθημερινά προς την ένωση των ελληνικών τραπεζών 10.000 δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών.
Όπως εξήγησε ο κ. Κρανιώτης, από τους 10.000 αυτούς τραπεζικούς λογαριασμούς, περίπου οι 8.000 αφορούν λογαριασμούς επιχειρήσεων, ελευθέρων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων, αγροτών και εισοδηματιών. «Και είναι λογικό να αφορούν αυτές τις κατηγορίες επαγγελματιών, διότι αυτές οι κατηγορίες φορολογουμένων έχουν πληγεί περισσότερο από την οικονομική κρίση, αλλά και τη συνεχή επιβολή φόρων, σε αντίθεση με τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, οι οποίοι έχουν, έστω, κάποιο μικρό αφορολόγητο», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (τώρα αυτό γίνεται και ηλεκτρονικά) έχει το δικαίωμα, για την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο που δεν έχουν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση, να λάβει διοικητικά μέτρα, για την είσπραξη της οφειλής είτε αθροιστικά είτε χωριστά κατά την κρίση του. Τα μέτρα που προβλέπονται είναι κατάσχεση ακινήτων και είτε κινητών, στα χέρια του οφειλέτη, είτε κινητών και απαιτήσεων γενικώς του οφειλέτη που βρίσκονται στα χέρια τρίτου.
Δεν μπορούν να λειτουργήσουν
Βασικός στόχος είναι η αύξηση των δημοσίων εσόδων, αλλά όπως σημείωσε ο Κρανιώτης: «Τα μέτρα που λαμβάνει η Διοίκηση πρέπει να είναι ορθολογικά και αναγκαία για την πραγμάτωση του σκοπού, ταυτόχρονα όμως δεν πρέπει να τίθενται σε κίνδυνο από την αναγκαστική εκτέλεση τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα του οφειλέτη, οδηγώντας τον, αφενός, στην αδυναμία κάλυψης των βιοποριστικών του αναγκών και, αφετέρου, στην πλήρη στέρηση της δυνατότητας αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Στο πλαίσιο, λοιπόν, αυτό, εκτός κάποιων άλλων ακατάσχετων, όπως των προσωπικών αντικειμένων του οφειλέτη, των απαιτήσεων από επιδόματα, των απαιτήσεων από διατροφή, των 4/5 των ημερομισθίων, του 1/2 των εφ’ άπαξ, της εταιρικής μερίδας, έχει θεσπιστεί και το ακατάσχετο ενός τραπεζικού λογαριασμού για τους μισθωτούς και συνταξιούχους μέχρι του ποσού των 1.000 ευρώ. Και πολύ σωστά έχει θεσπιστεί το ακατάσχετο αυτό των 1.000 ευρώ, το οποίο μπορεί να φτάσει μέχρι τα 1.250 ευρώ, διότι φανταστείτε τι επιπτώσεις θα είχε στη ζωή του ένας μισθωτός ή συνταξιούχος με οικογένεια, αν δεν υπήρχε και αυτό το ακατάσχετο.
Το ανωτέρω, όμως, ποσό δεν ισχύει για τον έμπορο, ελεύθερο επαγγελματία, εισοδηματία, αγρότη ή εκπρόσωπο νομικής οντότητας στον οποίο μπορεί να έχουν βεβαιωθεί φόροι και ασφαλιστικές εισφορές λόγω των οικονομικών δυσχερειών που αντιμετωπίζει.
Και παρότι ο υπουργός έχει συμφωνήσει με τους αρμόδιους φορείς (ΕΣΕΕ, ΓΕΣΕΒΕ) για τη δημιουργία ενός ειδικού ακατάσχετου λογαριασμού για τις επιχειρήσεις, ακόμα αυτή η πρόταση δεν έχει υλοποιηθεί.
Από την άλλη, μεγάλες δυσκολίες στις ελληνικές επιχειρήσεις φέρνει η μέχρι σήμερα εφαρμογή μέτρων δέσμευσης – κατάσχεσης τραπεζικών λογαριασμών επιχειρήσεων από το πρώτο ευρώ.
Όπως τονίζεται από την ΕΣΕΕ, οδηγεί σε αποτελέσματα αντίθετα από το στόχο για τον οποίο η ίδια η κατάσχεση εφαρμόζεται. Στερεί από την επιχείρηση τη δυνατότητα να λειτουργήσει, ώστε να παράξει τα έσοδα που της επιτρέπουν την αποπληρωμή της οφειλής.
Εκτός από την επιχείρηση, αυτή η πρακτική ασκεί μεγάλες πιέσεις και στους εργαζομένους της, αφού δεν είναι δυνατόν να τους καταβληθεί ο μισθός, αλλά και τους προμηθευτές της, πυροδοτώντας μία αρνητική αλυσιδωτή αντίδραση, που μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στην αναστολή λειτουργίας της επιχείρησης».
Ακατάσχετο
Η πρόταση της ΕΣΕΕ στον υπουργό ήταν να δοθεί η δυνατότητα γνωστοποίησης ενός λογαριασμού σε πιστωτικό ίδρυμα, ο οποίος θα μπορεί, ακόμα και μετά την εντολή κατάσχεσης, να τροφοδοτεί τις βασικές λειτουργίες της επιχείρησης (πληρωμή μισθοδοσίας, οφειλών προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία και προμηθευτών), να συνοδεύεται από τη σύνδεση του εν λόγω λογαριασμού με τις εισπράξεις της επιχείρησης από χρήση πιστωτικών και χρεωστικών καρτών εκ μέρους των καταναλωτών, όπως και να καθορίζεται το ύψος του ακατάσχετου ποσού βάσει των απολογιστικών δεδομένων της οικονομικής λειτουργίας κάθε επιχείρησης.
«Είναι επιτακτική ανάγκη το ακατάσχετο των τραπεζικών λογαριασμών ως το ποσό των 1.000 ευρώ (ή σε οποιοδήποτε άλλο ποσό κριθεί επαρκές για το σκοπό αυτό) να επεκταθεί στο σύνολο των οφειλετών που αδυνατούν να υπαχθούν σε ρύθμιση χρεών, χωρίς πλέον διακρίσεις ως προς την ιδιότητα, την οικογενειακή κατάσταση και, κυρίως, την πηγή των (νόμιμα αποκτώμενων) εισοδημάτων, συμπεριλαμβάνοντας δηλαδή στο ακατάσχετο επιχειρηματικές αμοιβές, μισθώματα και γενικότερα οτιδήποτε ο Ν.4172/2013 χαρακτηρίζει ως εισόδημα», κατέληξε ο κ. Κρανιώτης.
Της Βίκυς Βετουλάκη