Η Βέργα μας καλεί να φάμε όλοι μαζί «ψωμί και αλάτι»


Πυρετωδώς ετοιμάζεται αυτές τις ημέρες ο Πολιτιστικός Σύλλογος Βέργας για τον μεγαλύτερο εορτασμό της περιοχής, τη Μάχη της Βέργας. Όπως τόνισε μιλώντας στο «Θ», ο Αντιπρόεδρος του Συλλόγου Παύλος Κλάδης, ο εορτασμός θ΄ αρχίσει την Τρίτη 21 Ιουνίου, που είναι η μεγαλύτερη ημέρα του χρόνου και η Βέργα ετοιμάζεται να πραγματοποιήσει τη μεγαλύτερη γιορτή του χρόνου.
Για άλλη μια φορά θα αναβιώσει από το Σύλλογο το παλιό καλωσόρισμα «φάγαμε μαζί ψωμί και αλάτι», στο πάρκο του Αλμυρού.
 
«Ψωμί και αλάτι»
Στις 7 το απόγευμα της Τρίτης, στην εκκλησία Ευαγγελισμός της Θεοτόκου στην Κάτω Βέργα θα ψαλεί δέηση, σε ανάμνηση της Λιτανείας που πραγματοποίησαν το 1826 οι άμαχοι, την ημέρα της μάχης, στη θέση «Χάλπινο» του Καλαθίου όρους.
Στη συνέχεια, θα ξεκινήσει η κάθοδος της ιερής εικόνας Παναγία η Ελπίς των Χριστιανών, όπου μετά από περπάτημα μιας ώρας, θα εναποτεθεί στον Ι.Ν. Αγίου Νικολάου στον Αλμυρό.
«Γύρω στις 9 το βράδυ, στο Πάρκο του Αλμυρού, θα αναβιώσουμε το παλιό καλωσόρισμα «φάγαμε μαζί ψωμί και αλάτι» για να δείξουμε ότι με αυτόν τον τρόπο σας θεωρούμε φίλους καρδιακούς. Επίσης, θα προσφερθούν και διάφορα άλλα κεράσματα: όπως λαλάγγια, παξιμάδια, δίπλες κ.ά.
Όταν έμπαινες παλιά για πρώτη φορά σε ένα Σελιτσάνικο σπίτι (Σέλιτσα ονομαζόταν παλιά η Βέργα), υπήρχε συνήθεια να σου προσφέρουν ένα κομμάτι ψωμί σαν αντίδωρο, να το βουτήξεις σε ένα σκεύος που είχε το αλάτι, να το τινάξεις να φύγει το πολύ αλάτι και να το φας. Μετά, αφού περνούσες την πόρτα του σπιτιού ήσουν πια καρδιακός φίλος και θα έπρεπε να προσέχεις τη συμπεριφορά σου προς τα μέλη της οικογένειας, ακόμα και τις κουβέντες σου, να μη τις μεταφέρεις σε άλλους, γιατί… ήσουν φίλος καρδιακός, καλύτερος και από αδελφός», μας εξήγησε ο κ. Κλάδης.
Στην εκδήλωση αυτή στο πάρκο του Αλμυρού, θα γίνει βράβευση του γλύπτη Μιχάλη Κάσση και θα προβληθεί βίντεο με τίτλο «Τείχος Βέργας απροσμάχητον» σε ιδέα και εκτέλεση Παύλου Κλάδη. Στο βίντεο συμμετέχουν οι μαθητές του Νηπιαγωγείου και του Δημοτικού Σχολείου Παραλίας Βέργας, τα μέλη του πολιτιστικού Συλλόγου Βέργας και του Συλλόγου Κρητών «Ο Ψηλορείτης». Θα ακολουθήσουν χοροί από τους Συλλόγους Κρητών και Βέργας. Παράλληλα, θα εκτεθούν έργα ζωγραφικής του Σωτήρη Τζαμουράνη, κειμήλια του αγώνα του 1821 από την ιδιωτική συλλογή του Σπύρου Κατσίρα και ψηφιδωτά και πίνακες ζωγραφικής του καλλιτέχνη Λεό Μανιάτη.
Ανήμερα της γιορτής, την Τετάρτη, στις 10.30 το πρωί θα τελεσθεί δοξολογία στον Ι.Ν. του Αγίου Νικολάου, στον Αλμυρό, από τον Μητροπολίτη Μάνης κ. Χρυσόστομο και θα ακολουθήσει επιμνημόσυνη δέηση στο Ηρώο στη θέση μάντρα Αλμυρού. Θα κατατεθούν στεφάνια και θα εκφωνηθεί ο πανηγυρικός της ημέρας από τον Πρόεδρο του Συλλόγου Χαράλαμπο Αφάλη. Η εκδήλωση θα ολοκληρωθεί με ποιήματα, ανάκρουση του Εθνικού Ύμνου και χορούς από μέλη του Πολιτιστικού.
 
Τι έγινε στη Βέργα
Πόσοι ξέρουν όμως πραγματικά τι έγινε στη Μάχη της Βέργας; Ο κ. Κλάδης, μας μετέφερε ιστορικά στοιχεία που συγκέντρωσε ο Πρόεδρος του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του Δημοτικού Σχολείου Βέργας, Γιώργος Σπ. Κουρεντζής.
Όλοι ξέρουμε ότι η Επανάσταση του 1821 ξεκίνησε στην Καλαμάτα, στις 23 Μαρτίου, και ήταν η πρώτη πόλη που απελευθερώθηκε.
Όμως η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν το έβαλε κάτω. Δεν μπορούσε εύκολα να παραδεχτεί ότι μια χούφτα Ρωμιοί, με αρχηγούς τους τον Κολοκοτρώνη, τον Πετρόμπεη, τον Νικηταρά, τον Αναγνωσταρά τον Παπαφλέσσα και μερικούς άλλους, μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς σήκωσαν κεφάλι και ελευθερώθηκαν.
Ένα χρόνο μετά, στις 26 Ιουλίου 1822, στέλνει τον Δράμαλη με στρατό να καταπνίξει την επανάσταση. Οι έλληνες τους νικούν με τέχνασμα στα Δερβενάκια και ο συμπατριώτης μας Νικηταράς, ονομάζεται «τουρκοφάγος».
Έγιναν και άλλες μάχες για να καταπνιγεί η επανάσταση, με νικητές πάντοτε τους έλληνες και φτάνουμε στις αρχές του 1825. Στα Μοθοκώρονα αποβιβάζεται πολυάριθμός στρατός, από γάλλους αξιωματικούς, με αρχηγό τους τον Ιμπραήμ Πασά. Η επανάσταση τότε περνάει τη χειρότερη εποχή της. Ο Κολοκοτρώνης είναι στη φυλακή, ο θαλασσινός Σκούρτης είναι αρχιστράτηγος στην ξηρά και η φαγωμάρα για τα πρωτεία καλά κρατεί.
Η πρώτη μάχη που δίνει ο Ιμπραήμ ήταν στο Μανιάκι. Εκεί σκοτώθηκε –θυσιάστηκε θα λέγαμε καλύτερα-  ο Παπαφλέσσας και όλοι οι άλλοι έλληνες που ήταν στη μάχη.
O Φωτάκος που έζησε τα γεγονότα, πολεμώντας πλάι στον Κολοκοτρώνη κατέγραψε κάποια γεγονότα και στα απομνημονεύματά του λέει μεταξύ άλλων:
“…Ο δε Ιμπραήμ με τα στρατεύματα του, κυνηγούσε τους Έλληνας επάνω εις τα βουνά και εις τα δάση, αρπάζοντας τα πράγματα και τα ζώα των. Έφευγαν δε και τα γυναικόπαιδα επάνω εις τα βουνά και εκρύπτοντο μέσα εις τα δάση και εις τα σπήλαια. Καθ’ όλην την Πελοπόννησον τίποτε άλλο δεν ηκούετο και δεν εφαίνετο, παρά μόνον τουφεκισμοί και πυρκαϊαί. Καπνοί υψούντο παντού. Και καθ’ εκάστην ημέραν εγίνοντο σκοτωμοί και αιχμαλωσίαι και άλλα ανήκουστα δυστυχήματα. Ο ουρανός της Πελοποννήσου εφαίνετο οτι εχαμήλωσεν. Όλαι δε αι ειδήσεις ήσαν φόβος και απελπισία.
Όστις τότε επεριπάτει εις Πελοπόννησον, τίποτε άλλο δεν έβλεπεν, ει μη πτώματα άταφα Τούρκων και Ελλήνων, πολλά ζώα ψόφια, ως και άλλα διάφορα πράγματα σκορπισμένα εδώ κι εκεί. Δυσωδία δε μεγάλη και βρώμα αφόρητος έβγαινεν από τα άταφα και σηπωμένα πτώματα των ανθρώπων και των ζώων…
Στον Άγιο Φλώρο οι στρατιώτες του Ιμπραήμ είχαν κρεμάσει εις τα δέντρα, μικρά παιδιά το καθένα με την νάκα του, οπού δεν τα είχαν σκοτώσει. Το θέαμα όμως ήταν λυπηρόν. Τα νήπια είχαν τα χέρια των εις το στόμα των και εβύζαιναν τα δάκτυλά των. Τινά δε από αυτά βυζαίνοντα εμαλάκωσαν τα δάκτυλά των, τα οποία εξεπέτσωσαν, ώστε έρεε το αίμα των και το εβύζαιναν».
 
Η μάχη στη Βέργα
Και ο κ. Κλάδης συνέχισε:
«Όλα αυτά τα συγκλονιστικά περιστατικά τα αναφέρω, για να καταλάβουμε, ποια ήταν η προ της μάχης της Βέργας γενική κατάσταση της Επαναστάσεως και μέσα από ποιες εθνικές τραγωδίες ξαναγεννήθηκε η «απ’ τα κόκαλα βγαλμένη» Ελληνική Λευτεριά. Η συμβολή της Μάνης στον τιτάνιο αυτόν αγώνα ζωής ή θανάτου ήταν καθοριστική, μιας και ήταν το καταφύγιο των κατατρεγμένων.
Δεν πρέπει να ξεχάσουμε και το γεγονός του προσκυνήματος στον Ιμπραήμ του Νενέκου και άλλων 2.000 ελλήνων από την Αχαΐα και Ηλεία. Για το τρομερό αυτό γεγονός, μας μιλά ο ίδιος ο Γέρος του Μοριά, που μόλις έχει αποφυλακισθεί και προσπαθεί να σώσει ότι είναι μπορετό: «…εφοβήθηκα μόνο για την Πατρίδα, τον καιρόν του προσκυνήματος όχι άλλη φορά. Ούτε εις τες αρχές της Επαναστάσεως, ούτε εις τον καιρόν του Δράμαλη, όπου ήρθε με 30.000 στράτευμα εκλεκτό, ούτε ποτέ άλλοτε. Μόνον εις το προσκύνημα εφοβήθηκα. Η Ρούμελη ήταν όλη προσκυνημένη, η Αθήνα πεσμένη, τα Ρουμελιώτικα στρατεύματα διαλυμένα. Μόνον η Μάνη ήταν μεινεμένη και τα δυο νησιά, Ύδρα και Σπέτσες…Αυτό το καλοκαίρι εχάλασα είκοσι ρίζιμα (πάκα) χαρτί εις γράμματα και διαταγάς… Είχα έξι Γραμματικούς και έγραφαν ημέραν και νύχτα και δεν επρόφθαιναν…»
Μέσα όμως στη μεγάλη αυτή απόγνωση, τον όλεθρο και την ανείπωτη συμφορά πού πλήττει Μοριά και Ρούμελη, υπάρχει κάτι το ανεπαίσθητο και ασήμαντο, αλλά πολύ δυνατό και ελπιδοφόρο για την τύχη της Ελλάδος και την μοίρα του Γένους γενικότερα. Η θεία Πρόνοια έχει διαφυλάξει άθικτη και αλώβητη μια ακραία κόχη της Ελληνικής γης. Μια αξέψυχη σπίθα. Την σκληροτράχηλη και αδούλωτη Μάνη και την ξερολιθιά του Αλμυρού. Προς την οποία, ο Ιμπραήμ στέλνει με πολλήν αναίδειαν, χαιρέκακην έπαρση και άμετρη κομπορρημοσύνη τελεσίγραφο: Να παραδοθή αμαχητί, άλλως θα την περάση όλη από το σπαθί του και δεν θ’ αφήση «μήτε ίχνος οσπιτίου…»
Και ο Γεωργάκης Μαυρομιχάλης. που κρατά το ξερότειχο της Βέργας, στο ιταμό αυτό τελεσίγραφο, απαντά σαν άλλος Λεωνίδας:
«…Σε περιμένομε με όσας διαθέτεις δυνάμεις… Οι κάτοικοι της Μάνης γράφομε και σε περιμένομε…»
Μετά από αυτή την απάντηση, ο Ιμπραήμ, το πρωί της 22ας Ιουνίου του 1826, εξαπολύει επίθεση. Χρησιμοποιεί 15.000 περίπου δυνάμεις από στεριά και θάλασσα. Βομβαρδίζει με το στόλο του τις θέσεις των αμυνόμενων Μανιατών και εξαπολύει κατά κύματα γιουρούσια 8.000 πεζών και ιππέων εναντίων 2.400 περίπου, κυρίως Μανιατών.
Η μάχη κρατά όλη την ημέρα. Ο Ιμπραήμ ρίχνει όλο και πιο ξεκούραστα σώματα στον αγώνα, αλλά τα ατσάλινα στήθη των υπερασπιστών πυργώνουν το ξερότειχο αυτό μετερίζι και υψώνουν μεσούρανα την τιμή, την ανδρεία και τη δόξα της Μάνης. Σαν άλλος Διγενής, οι Μανιάτες κατετρόπωσαν στο απονενοημένο αυτό πάλεμα τον Χάροντα και εθαυματούργησαν.
Οκτώ με δέκα γιουρούσια την ημέρα, με αμέτρητη καβαλαρία και πολλά κανόνια από στεριά και θάλασσα, έκανε ο Ιμπραήμ το τριήμερο 22, 23 και 24 Ιουνίου, μα η Βέργα δε λύγισε και δεν πατήθηκε. Γιατί πίσω από αυτό το ξερότειχο είχαν στήσει ταμπούρι άπαρτο με τα ατσάλινα στήθη τους οι αρειμάνιοι Μανιάτες, που το υπεράσπιζαν και το διαφέντευαν σαν αληθινοί απόγονοι των αρχαίων Σπαρτιατών.
Η ίδια πανωλεθρία περίμενε το στρατό του Ιμπραήμ και στο δεύτερο μέτωπο που άνοιξε στην καρδιά της Μάνης, στο Διρό, όπου οι γυναίκες με τα δρεπάνια του θερισμού, με πέτρες, με ξύλα, με τα δόντια και τα νύχια ακόμα, ξέσχισαν και θέρισαν στην κυριολεξία τις δυνάμεις του.

Της Βίκυς Βετουλάκη