Οι αυριανές εκδηλώσεις του Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Πελοποννήσου


«Κινηματογραφώντας την Ισραηλοπαλαιστινιακή πραγματικότητα»
Masterclass από την Γαλλίδα σκηνοθέτιδα Simone Bitton             
Η διακεκριμένη Γαλλίδα σκηνοθέτις, Simone Bitton,  που βρίσκεται αυτές τις ημέρες στην Καλαμάτα, ως επίσημη προσκεκλημένη του Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Πελοποννήσου, δίνει αύριο Τετάρτη (04/02) ένα τρίωρο masterclass για νέους δημιουργούς, με θέμα «Κινηματογραφώντας την Ισραηλοπαλαιστινιακή πραγματικότητα» . Το masterclass θα πραγματοποιηθεί από τις 15.00 έως τις 18:00, στο Αμφιθέατρο της Νομαρχίας «Αλ. Κουμουνδούρος». Η είσοδος είναι ελεύθερη.
Kατά την διάρκεια του Φεστιβάλ προβλήθηκαν  τρεις βραβευμένες  ταινίες της Simone Bitton: «Rachel», «Bombing» και «Wall».

Bombing
Στις 4 Σεπτεμβρίου του 1997, τρεις νεαροί Παλαιστίνιοι ηλικίας 22-25 χρονών ανατινάχθηκαν σε έναν εμπορικό πεζόδρομο στην Ιερουσαλήμ. Η βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας άφησε νεκρούς οχτώ ισραηλινούς πολίτες, ανάμεσα στους νεκρούς τρεις έφηβοι 14-15 χρονών. Στη φρίκη του πεζοδρομίου, το αίμα αναμειγνύεται και τα πεπρωμένα διασταυρώνονται. Η ταινία “Bombing” ερμηνεύει τη σύγκρουση Ισραηλινών και Παλαιστινίων, υπό το πρίσμα του πένθους που μοιράζονται οι οικογένειές τους. Οι γονείς των βομβιστών αυτοκτονίας και οι γονείς των νεαρών θυμάτων αναμειγνύονται στην οθόνη: τα πρόσωπά τους, τα λόγια τους και οι σιωπές τους.

Rachel
Η ταινία είναι μια έρευνα πάνω στο θάνατο της Rachel Corrie, μιας νεαρής Αμερικανίδας ειρηνίστριας που συνθλίβεται από μια ισραηλινή μπουλντόζα στη Λωρίδα της Γάζας τον Μάρτιο του 2003, καθώς αυτή προσπαθούσε να εμπδίσει την κατεδάφιση ενός παλαιστινιακού σπιτιού. Είναι επίσης ένας κινηματογραφικός διαλογισμός για τη νεότητα, τον ιδεαλισμό και την ουτοπία.

Wall
Wall (Mur) «το τείχος» είναι ένας κινηματογραφικός στοχασμός για την ισραηλινό-παλαιστινιακή σύγκρουση στην οποία η σκηνοθέτης θολώνει τα όρια του μίσους, εδραιώνοντας την διπλή ταυτότητα της ως Εβραία και Άραβας. Με μια πρωτότυπη προσέγγιση ντοκιμαντέρ, η ταινία ακολουθεί το διαχωριστικό τείχος που καταστρέφει ένα από τα ιστορικώς πιο σημαντικά τοπία στον κόσμο, καθώς εγκλείει τον έναν λαό και περικλείνει τον άλλον.
Το αφιέρωμα στη S. Bitton έχει τεθεί υπό την αιγίδα του Γαλλικού Ινστιτούτου. Συντονίζει ο σκηνοθέτης Γιάννης Τριτσιμπίδας.

Βιογραφικό
Η Simone Bitton γεννήθηκε στο Μαρόκο στα 1955.Είναι Ισραηλινή και Γαλλίδα πολίτης και επίσης θεωρεί τον εαυτό της ως μια Μαροκινή ημεδαπή, Εβραία και Άραβας. Αποφοίτησε από τη Γαλλική Σχολή Κινηματογράφου French Institut des Hautes Etudes Cinematographiques (IDHEC) στα 1981 και σκηνοθέτησε περισσότερες από 15 ταινίες ντοκιμαντέρ. Η δουλειά της ποικίλλει σε στυλ από ιστορικές έρευνες σε ρεπορτάζ πρώτης γραμμής και σε μύχια πορτρέτα συγγραφέων αιχμής, καλλιτεχνών, και πολιτικών προσωπικοτήτων. Όλες της οι ταινίες μαρτυρούν την βαθειά προσωπική και επαγγελματική της δέσμευση στο να παρουσιάζει με τον καλύτερο τρόπο τις πολύπλοκες ιστορίες και τους πολιτισμούς της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Πολλά έργα της έχουν μεταδοθεί από την ευρωπαϊκή, αραβική και ισραηλινή τηλεόραση και έχουν προκαλέσει έντονες συζητήσεις για όλες τις πλευρές της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή.
Οι ταινίες της Simone Bitton έχουν κερδίσει πολλά βραβεία, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ πολλών άλλων, το Ειδικό Βραβείο Κριτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Sundance και το Βραβείο Cesear για την ταινία της «Wall».
 
Επιλεκτική Φιλμογραφία
Rachel / 2009
Mur/Wall / 2004
Citizen Bishara / 2001
Ben Barka / 2001
The Bombing / 1998
Mahmoud Darwich: As the Land is the Language / 1997
Palestine: Story of a Land / 1993
Daney/Sanbar: North-South Conversation / 1993
Great Voices of Arabic Music / 1990


Στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Πελοποννήσου, προβάλλεται αύριο, Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου, στις 18:00, στο Αμφιθέατρο της Νομαρχίας «Αλ. Κουμουνδούρος», η  βραβευμένη ταινία του Παναγιώτη Κράββαρη, «Θεόδωρος Παπαγιάννης: Επιστροφή στο Ελληνικό». Παρόντες στην προβολή θα είναι τόσο ο σκηνοθέτης όσο και ο διακεκριμένος γλύπτης-πρωταγωνιστής του ντοκιμαντέρ- Θεόδωρος Παπαγιάννης. Η ταινία τιμήθηκε με το 1ο βραβείο καλύτερου μικρού μήκους ντοκιμαντέρ στο 8ο Φεστιβάλ Ελληνικού Ντοκιμαντέρ Χαλκίδας.
 
Σύνοψη 
Ο γλύπτης Θεόδωρος Παπαγιάννης μαζεύει φίλους, συνεργάτες και παλιούς μαθητές του στη γενέτειρά του, το χωριό Ελληνικό της Ηπείρου, και φτιάχνει μια «πορεία» γλυπτών από την είσοδο του χωριού προς το ιστορικό μοναστήρι της Τσούκας. Οι γλύπτες εμπνέονται από τις μνήμες της ζωής στην ύπαιθρο και το φυσικό τοπίο, ενώ ο τόπος προσφέρει και τα υλικά: Η διάσπαρτη πέτρα, άχρηστα μέταλλα από μάντρες ανακυκλώσιμων υλικών, μάρμαρα που γίνονται δωρεά από μαρμαράδικα των Ιωαννίνων, μετατρέπονται μέσα σε 20 μέρες σε έργα τέχνης που γίνονται δωρεά στην κοινότητα. Μαζί με το μουσείο που ίδρυσε πριν από τέσσερα χρόνια στο παλιό πετρόχτιστο δημοτικό σχολείο που πήγε και αυτός μαθητής, ο Θεόδωρος Παπαγιάννης δημιουργεί ένα υπαίθριο γλυπτικό πάρκο, στήνοντας
έναν χώρο τέχνης μοναδικό στην Ελλάδα.
 
 
Σημείωμα του σκηνοθέτη
Συναντώντας τον Θεόδωρο Παπαγιάννη και παρατηρώντας τον να δουλεύει, φέρνει κανείς στο μυαλό του την επική διάσταση του να κάνεις τέχνη, να δημιουργείς. Η δουλειά και η τοποθέτηση έργων μέσα στη φύση, με υλικά του φυσικού τοπίου ή άλλα υλικά που θεωρούνται άχρηστα, η σωματική εξάντληση, οι μεγάλες διαστάσεις, τόσο των μεμονωμένων έργων όσο και του ευρύτερου αέναου έργου της πορείας των υπαίθριων γλυπτών του Ελληνικού, η υγιής φιλοδοξία του να κάνεις κάτι μεγάλο και σημαντικό, αλλά και η χωρίς οικονομικό αντάλλαγμα εργασία και η προσφορά στην κοινότητα, καθιστούν τον καλλιτέχνη έναν ήρωα. Έναν ήρωα που δημιουργεί με έναν ενθουσιώδη αυτοσχεδιασμό, αγνοώντας πεισματικά τη «στασιμότητα» και την απραξία της «κρίσης» των ημερών. 
Παναγιώτης Κράββαρης

 
 
Βιογραφικά στοιχεία για τον Θ. Παπαγιάννη 
Σπούδασε Γλυπτική στην Α.Σ.Κ.Τ. Αθηνών με δάσκαλο τον Γιάννη Παππά.
Διευθυντής του Ά Εργαστηρίου Γλυπτικής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας, ο Θεόδωρος Παπαγιάννης πρωταγωνιστεί στη διοργάνωση Συμποσίων Γλυπτικής σε πολλές πόλεις της Ελλάδος και της Κύπρου, δημιουργώντας μεγάλα γλυπτά στον δημόσιο χώρο. Επίσης στο πλαίσιο των ανταλλαγών προγραμμάτων Erasmus συνεργάζεται με πολλές Σχολές Καλών Τεχνών της Ευρώπης και ειδικά με τη Σχολή του Βερολίνου και της Brera, με τους καθηγητές David Evison και Paolo Galerani, δημιουργωντας workshops σε ομάδες σπουδαστών.
Αναλυτικό βιογραφικό του , θα βρείτε εδώ:
http://theodoros-papagiannis.gr/el/node/34


Στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Πελοποννήσου, προβάλλεται αύριο, Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου, στις 19:30, στο  Αμφιθέατρο «Αλ. Κουμουνδούρος», η  βραβευμένη ταινία της Καλλιόπης Λεγάκη,  «Ηλίας Πετρόπουλος – Ένας κόσμος υπόγειος ».
Την ταινία θα προλογίσει η ίδια η σκηνοθέτις, Καλλιόπη Λεγάκη, ενώ παρούσα στην προβολή  θα είναι και η σύντροφος του Ηλία Πετρόπουλου, Μαίρη Κουκουλέ. Το ντοκιμαντέρ τιμήθηκε με το Βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών  Κινηματογράφου FIPRESSI, στο 7ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.

 
Σύνοψη 
Πνεύμα ανήσυχο και ερευνητικό, πολέμιος των ακαδημαϊκών και του κατεστημένου, ο Ηλίας Πετρόπουλος ήταν ο πρώτος λαογράφος στην Ελλάδα που ασχολήθηκε με το περιθώριο και κατέγραψε πρόσωπα και πράγματα περιφρονημένα από την επίσημη ιστορία της χώρας του. Ο φακός τον συναντάει στο γραφείο του, στο Παρίσι, όπου έζησε αυτοεξόριστος τα τελευταία τριάντα χρόνια όταν, απογοητευμένος από την πολιτική της πατρίδας του και κουρασμένος από τις αλλεπάλληλες καταδιώξεις και φυλακίσεις, αποφασίζει να εγκαταλείψει την Ελλάδα. Σε αυτήν την τελευταία
του συνέντευξη -μερικούς μήνες μετά πέθανε από καρκίνο (3 Σεπτέμβρη 2003)- ο Πετρόπουλος μας ταξιδεύει σε άγνωστα τοπία της παράδοσης και της ελληνικότητάς μας και μας γνωρίζει με όλους αυτούς τους ανθρώπους του κοινωνικού υπογείου που κυριάρχησαν στα βιβλία του.
 
 
 
Σημείωμα της  σκηνοθέτιδος-« ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ »
Η Καλλιόπη Λεγάκη μοιράζεται με τους φίλους του Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Πελοποννήσου το χρονικό της συνάντησής της με τον Ηλία Πετρόπουλο:
«Στις  αρχές του 1982, φοιτήτρια ακόμα, έπεσε στα χέρια μου το « Εγχειρίδιον του καλού κλέφτη » , του Ηλία Πετρόπουλου, ένα βιβλιαράκι με κατακίτρινο εξώφυλλο, που αγόρασα από τους πάγκους του γνωστού υπαίθριου βιβλιοπωλείου, στη Σόλωνος.
Δεν ήξερα τίποτα για τον συγγραφέα του βιβλίου, από την πρώτη όμως στιγμή  κατάλαβα ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο που , μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του, δεν δίσταζε  να αμφισβητήσει καθιερωμένα πρόσωπα και πράγματα και μάλιστα με έναν τρόπο μοναδικό .
Και παρά το γεγονός ότι ο Πετρόπουλος είχε παρουσιάσει μια δεκαετία νωρίτερα το βιβλίο του για τα Ρεμπέτικα, το « Εγχειρίδιον του καλού κλέφτη »  ήταν η αφορμή για να γίνει γνωστός τόσο σε μένα, όσο και σε πολλούς άλλους φοιτητές και διανοούμενους, να  αποκτήσει φανατικούς αναγνώστες, αλλά και να εξοργίσει πανεπιστημιακούς λαογράφους και ιστορικούς.
Από τότε πέρασαν κάποια χρόνια, ο Πετρόπουλος φυσικά δεν σταμάτησε να γράφει με το ίδιο αναρχικό και προκλητικό πνεύμα, να διασκεδάζει τις αντιδράσεις και τις κατασχέσεις των βιβλίων του και να δημοσιεύει μελέτες  και άρθρα για μια Ελλάδα ξεχασμένη και περιφρονημένη, που μόνο αυτός γνώριζε τόσο καλά .
Είχα περάσει ατέλειωτες ώρες διαβάζοντας τα βιβλία του Πετρόπουλου και ένοιωθα πραγματικά γοητευμένη από όλους αυτούς τους μυστικούς και υπόγειους κόσμους , που κυκλοφορούσαν στα βιβλία του, όταν τον Σεπτέμβριο του 2002 ταξίδεψα  στο Παρίσι, όπου ο ίδιος ζούσε από την εποχή της μεταπολίτευσης, για  να  τον γνωρίσω από κοντά .
Η αλήθεια είναι ότι είχα αποφασίσει να κάνω ένα ντοκιμαντέρ για  τον Πετρόπουλο και είχα έρθει για να το συζητήσω μαζί του, αν και καταλάβαινα, ότι τα πράγματα δεν θα ήταν καθόλου εύκολα με αυτόν τον τρομερό γέρο της λαογραφίας μας – όπως χαρακτηρίστηκα τον αποκάλεσε ο Γάλλος συγγραφέας  Ζακ  Λακαριέρ – που ζούσε κλεισμένος στο γραφείο του, δουλεύοντας ώρες ατέλειωτες, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Η πρώτη μέρα της γνωριμίας μας ήταν καθοριστική. Με δέχτηκε ένας αυστηρός κύριος με γραβάτα και κουστούμι που – ανάμεσα σε σωρούς χαρτιών και βιβλίων –  κάπνιζε ακατάπαυστα και μου  έκανε αλλεπάλληλες ερωτήσεις  για την λογοτεχνία και την πολιτική, για την ζωγραφική, την φωτογραφία και τον κινηματογράφο .
Όταν το παιχνίδι της ανάκρισης τέλειωσε και ο τρελόγερος κατάλαβε ότι πατάει σε στέρεο έδαφος και ότι μπορούσε να με εμπιστευτεί, χαμογέλασε πονηρά κάτω από τις μουστάκες του, έπιασε να ξεφυλλίζει ένα άλμπουμ με οικογενειακές φωτογραφίες και να μου μιλάει για τα παιδικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη.
Έβγαλα την κάμερα δειλά – δειλά και άρχισα να τον κινηματογραφώ. Χωρίς να αντιδράσει και με μια καταπληκτική μαεστρία και δύναμη συνέχισε να μου εξιστορεί
γεγονότα και περιστατικά που σημάδεψαν την ζωή του και  ταυτόχρονα καθόρισαν την ιστορία της νεώτερης Ελλάδας.
Με το ίδιο πάθος μου μίλησε και τις άλλες τρεις μέρες που πέρασα μαζί του. Κοντά του ένοιωθα σαν ένα μικρό παιδί ,που άκουγε πράγματα για πρώτη φορά, βαθιά μέσα μου είχα μια αγωνία να προλάβω να καταγράψω στην κάμερα μου όλα αυτά , που με τόση ζωντάνια και νοσταλγία μου διηγούνταν. 
Οι μέρες κύλησαν στο Παρίσι, μέρες γεμάτες αφηγήσεις και αναμνήσεις, κοντά σε έναν άνθρωπο που δούλεψε με πάθος και αγάπη και κοντά σε μια γυναίκα, τη σύντροφο του, τη συγγραφέα Μαίρη Κουκουλέ, που από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας μας μου έκανε μεγάλη εντύπωση.  
 Μια γυναίκα δυναμική και αυθόρμητη, με πλούσια μόρφωση και καλλιέργεια, που τον αγάπησε και τον στήριξε στο δύσκολο έργο της συγγραφής. Ο μοναδικός συνεργάτης του που δούλεψε μαζί του ώρες ατέλειωτες, συλλέγοντας στοιχεία για την έρευνα του, μεταφράζοντας άρθρα από τα γαλλικά – όταν έφτασε στο Παρίσι ο Πετρόπουλος δεν γνώριζε ούτε μια λέξη από τη γαλλική γλώσσα – παραμερίζοντας πολλές φορές τα ενδιαφέροντα και τις ενασχολήσεις της για να αφοσιωθεί στο δικό του έργο.                                                                                                                                          
Στα 1983 εκδόθηκε ο πρώτος τόμος της δουλειάς της, με τίτλο «Νεοελληνική Αθυροστομία» – καρπός πολύχρονης μελέτης και δουλειάς – όπου καταγράφονται με «επιστημονική ευλάβεια» όλες οι αθυροστομίες που κυκλοφορούν στον πολιτισμό και στην παράδοση μας. Ο πρόλογος ανήκει στον γνωστό Αμερικανό λαογράφο Gershon Legman, το βιβλίο γνωρίζει εξαιρετική επιτυχία, ακολούθησαν άλλοι 2 τόμοι, έτσι που σήμερα μπορεί να μιλάει κανείς για μια πολύτιμη καταγραφή στην παγκόσμια βιβλιογραφία.                                                                                                           
Όσο για την αφιέρωση της «Στον Ηλία Πετρόπουλο, τον αθυρόστομο» δε  μπορεί παρά να συγκινεί όσους τους γνώρισαν από κοντά, αναγνωρίζοντας τη μοναδικότητα της σχέσης τους, της συνεργασίας τους και της αγάπης τους για όλα όσα η επίσημη λαογραφία δεν είχε συμπεριλάβει ποτέ στις σελίδες της.         
 Με τον Πετρόπουλο δεν ξαναβρεθήκαμε  ποτέ. Μιλήσαμε βέβαια πολλές φορές στο τηλέφωνο με μεγάλη εγκαρδιότητα , νομίζοντας ότι σύντομα θα ξανασυναντηθούμε.
Μόνο που η ζωή παίζει περίεργα παιχνίδια. Πέρασαν κάποιοι μήνες  περιμένοντας απεγνωσμένα την χρηματοδότηση από το Κέντρο  Κινηματογράφου, για να συνεχίσω το ντοκιμαντέρ . Όλο αυτόν τον καιρό κανένας μας δεν ήξερε – ούτε η ίδια του η γυναίκα – ότι ο Πετρόπουλος αργοπέθαινε από καρκίνο.
Μετά από ένα χρόνο ,τον Σεπτέμβριο του 2003 , τον αποχαιρετήσαμε για πάντα στο κρεματόριο του Παρισιού .
Η κάμερα μου δεν σταμάτησε ούτε για μια στιγμή να κινηματογραφεί . Όταν οι στάχτες του – σύμφωνα με την διαθήκη του –ρίχτηκαν στον υπόνομο , στο έσχατο ταξίδι του σε τόπους βρώμικους και σκοτεινούς ,τότε  κατάλαβα ότι  άρχιζε το δικό μου μεγάλο  ταξίδι. Το ντοκιμαντέρ , για να καταφέρει να ξανασυναντήσει τον Πετρόπουλο και για να μπορέσουν οι θεατές ,  μέσα από την ταινία  , να εξερευνήσουν αυτήν την τόσο πολύπλοκη προσωπικότητα , θα έπρεπε τελικά να
 ακολουθήσουμε   τους ίδιους – με αυτόν –  υπόγειους και σκοτεινούς κόσμους.
 
Το ταξίδι κράτησε δυο χρόνια περίπου. Δυο χρόνια , που σημαδεύτηκαν από γυρίσματα δύσκολα  στην Ελλάδα , στην Γαλλία , στην Κωνσταντινούπολη και στο Βερολίνο , από ατέλειωτες ώρες στο μοντάζ και κυρίως από μεγάλη αγάπη και αγωνία από όλους τους συντελεστές της ταινίας. Και μπορεί το ντοκιμαντέρ να τέλειωσε  για όλους μας  , όμως  το ταξίδι  που μας  χάρισε ο Πετρόπουλος , το τόσο γοητευτικό και παράξενο ,  κυκλοφορεί εντός μας και ακόμα συνεχίζεται».