Νίκος Ανδρουλάκης: Η κυβέρνηση δεν έχει κανένα σχέδιο για το προσφυγικό ζήτημα


«Η Ευρώπη των πολλαπλών ταχυτήτων δεν είναι η Ευρώπη που θέλουμε»

Για παλινωδίες της κυβέρνησης στο θέμα του Προσφυγικού, χωρίς να παραγνωρίζει και τις ευθύνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάνει λόγο μιλώντας στο «Θάρρος» ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης.
Στη συνέντευξή του, που ακολουθεί, αναφέρεται ακόμη στην Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων, στον κίνδυνο εξόδου από τη Σένγκεν και το ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι Έλληνες ευρωβουλευτές, αλλά και στη στάση του ΠΑΣΟΚ απέναντι στην κυβέρνηση:

-Στην αρχή της χρονιάς είχατε δηλώσει πως η μεγάλη πρόκληση της Ευρώπης για το 2016 είναι το Μεταναστευτικό. Πώς κρίνετε τη διαχείρισή του από την Ευρώπη τους πρώτους 2.5 μήνες;
Το ισοζύγιο της διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης είναι σαφέστατα ελλειμματικό όσον αφορά στην Ε.Ε. Κανείς δεν πρέπει να υποτιμά το μέγεθος της πρόκλησης. Πολλοί θεωρούν ότι η Ε.Ε. έχει έτοιμες λύσεις και απουσιάζει απλά η πολιτική βούληση για την εφαρμογή τους. Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Απαιτείται σοβαρός σχεδιασμός, δύσκολοι συμβιβασμοί και νομοθετικές και οργανωτικές πρωτοβουλίες για την υλοποίηση, συχνά επώδυνων, λύσεων. Δυστυχώς, αυτό δε συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Αντίθετα, αυτό που βλέπουμε είναι μια σειρά από χώρες να εφαρμόζουν τη δική τους στρατηγική, είτε μεμονωμένα είτε σε συνεννόηση με ορισμένα άλλα κράτη μέλη. Αυτή η πραγματικότητα δεν είναι συμβατή με τις κοινές αξίες και παραδόσεις μας, όπως διαμορφώθηκαν στη μεταπολεμική περίοδο. Δε μας τιμά και πρέπει να αλλάξει άμεσα.

-Από την άλλη, η ελληνική κυβέρνηση φάνηκε απροετοίμαστη. Θα μπορούσε να κάνει κάτι άλλο; Είχε σχέδιο; Έχει σχέδιο, έστω τώρα, για την Ειδομένη;
Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση δεν είχε κανένα σχέδιο. Ούτε πριν ούτε σήμερα. Το μοναδικό σχέδιο που διαθέτει, κατ’ αναλογία, όπως έκανε και με τη διαπραγμάτευση πέρσι, είναι να ροκανίζει το χρόνο, ελπίζοντας ότι θα κερδίσει κάποιου είδους ανταλλάγματα από την Ε.Ε., εργαλειοποιώντας το Προσφυγικό.
Επιπρόσθετα, η κυβέρνηση έχει μεγάλες ευθύνες και για την καθυστέρηση που έχει υπάρξει εδώ και μήνες. Στην αρχή δεν ήθελε τη μετατροπή της FRONTEX σε Ευρωπαϊκή Ακτοφυλακή και μετά δέχτηκε τις περιπολίες του ΝΑΤΟ, δεν ήθελε να κατασκευάσει hotspot και τώρα τρέχει να τα φτιάξει, αρνείτο να συνηγορήσει στην ενεργοποίηση του ευρωπαϊκού μηχανισμού πολιτικής προστασίας και στο τέλος το αποδέχθηκε.

-Στο πλαίσιο αυτό η Τουρκία μοιάζει κερδισμένη σε αυτό το «παζάρι». Εγκλωβίστηκε η Ε.Ε. στα δικά της αδιέξοδα και η ελληνική πλευρά παραδόθηκε αμαχητί;
Για να παραδοθεί κάποιος πρέπει να αντιλαμβάνεται το αδιέξοδο της κατάστασής του. Η κυβέρνηση κινδυνεύει να οδηγηθεί σε οδυνηρές ήττες, χωρίς καν να αντιλαμβάνεται σε ποια κατάσταση έχει περιέλθει. Σας υπενθυμίζω ότι επί πέντε χρόνια οι σημερινοί κυβερνητικοί εταίροι κατηγορούσαν το ΠΑΣΟΚ ως γερμανοτσολιάδες, προδότες κ.λπ. Ουδέποτε, όμως, σε όλη αυτή την περίοδο τα εθνικά μας θέματα τέθηκαν στο τραπέζι. Σήμερα έχουν ανοίξει πλέον όλα. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι δεν έχει και η Ευρώπη ευθύνες. Ο πόλεμος στη Συρία εξελίσσεται εδώ και πέντε χρόνια. Η Ε.Ε. επί σειρά ετών αδυνατούσε να καταλάβει ότι ουσιαστικά ήταν μια σύγκρουση που εξελισσόταν στη γειτονιά μας. Αντί, λοιπόν, να προωθήσει μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τον τερματισμό των συγκρούσεων, καταναλώθηκε σε πυροσβεστικές λύσεις και δράσεις ανθρωπιστικού χαρακτήρα. Τέτοιες ενέργειες ήταν, φυσικά, καλοδεχούμενες για τα εκατομμύρια των προσφύγων, δεν αντιμετώπιζαν όμως τη γενεσιουργό αιτία του προβλήματος, που είναι ο ίδιος ο πόλεμος.

-Πρόσφατα καταθέσατε ερώτηση για την α λα καρτ αλληλεγγύη κρατών μελών της Ε.Ε. Έχει μέλλον αυτή η Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων, που μάλιστα ξεχνά τον όρο αλληλεγγύη; Πώς μπορεί η Ε.Ε. σε κεντρικό επίπεδο να πιέσει για την καθολική εφαρμογή της συμφωνίας;
Σίγουρα η Ευρώπη των πολλαπλών ταχυτήτων δεν είναι η Ευρώπη που θέλουμε. Δυστυχώς, ορισμένα κράτη μέλη έχουν μια λανθασμένη αντίληψη για την έννοια της αλληλεγγύης και τις κοινές ευρωπαϊκές αξίες. Η πραγματικότητα είναι ότι αρνούμενες να υλοποιήσουν τις κοινές αποφάσεις περί Σένγκεν, αλλά και χωρίς να δέχονται να φιλοξενήσουν πρόσφυγες στο έδαφός τους, δημιουργούν μια εξαιρετικά προβληματική κατάσταση, με θύμα τη ίδια την ευρωπαϊκή ιδέα. Είναι λυπηρό αλλά ταυτόχρονα και ειρωνικό ότι πρόκειται στην πλειοψηφία τους για χώρες οι πολίτες των οποίων, όντας πρόσφυγες οι ίδιοι, εύρισκαν φιλοξενία στη δ. Ευρώπη και β. Αμερική επί σειρά ετών.
Η Ε.Ε. πρέπει να εξασκήσει το πλήρες εύρος του νομικού οπλοστασίου που έχει στη διάθεσή της, συμπεριλαμβανομένης και της προσβασιμότητας στα κοινοτικά Ταμεία. Ευρώπη σημαίνει αλληλεγγύη, μαζί στα εύκολα μαζί και στα δύσκολα.

-Πιστεύετε ο κίνδυνος εξόδου από την Σένγκεν είναι ορατός; Τι μπορούν – αν μπορούν – να κάνουν οι Έλληνες ευρωβουλευτές για να το αποτρέψουν;
Ο κίνδυνος είναι πολύ σοβαρός. Σήμερα έχουμε de facto περιορισμούς στη συνθήκη του Σένγκεν από ορισμένα κράτη. Αυτό προέκυψε έπειτα από την έκθεση της Επιτροπής περί πλημμελούς εφαρμογής των κανόνων της Συνθήκης. Οι Έλληνες ευρωβουλευτές μπορούν και πρέπει να ελέγχουν την Επιτροπή στην ορθή εφαρμογή της Συνθήκης. Ωστόσο, για να μπορούν να το κάνουν αυτό πρέπει και η κυβέρνηση να μη ναρκοθετεί τη θέση της χώρας στο Σένγκεν.

-Η κυβέρνηση βρίσκεται σε ασφυξία. Προσφυγικό, Ασφαλιστικό και μια σειρά από νέα μέτρα. Θα μπορέσει να τα βγάλει πέρα; Πρέπει να συναινέσει το ΠΑΣΟΚ για το «καλό της χώρας», ώστε να βοηθήσει την κυβέρνηση να περάσει αυτούς τους δύσκολους σκοπέλους;
Η δημοκρατική παράταξη έχει ιστορικά στηρίξει τη χώρα σε όλη τη διάρκεια της κρίσης των τελευταίων ετών. Στην αρχή μόνοι μας και στη συνέχεια στο πλαίσιο κυβερνήσεων συνεργασίας. Προσπαθήσαμε για το καλύτερο σε πολύ δύσκολους καιρούς, έχοντας συνεχώς απέναντί μας τα κόμματα της σημερινής συγκυβέρνησης και αντιμετωπίζοντας ένα μισαλλόδοξο και ακραίο πολιτικό λόγο.
Το ίδιο πράξαμε το καλοκαίρι, όταν η χώρα αντιμετώπιζε υπαρξιακό κίνδυνο επιβίωσης. Εμάς μας έταξε ο λαός να κάνουμε λογική και παραγωγική αντιπολίτευση. Σήμερα η κυβέρνηση, έχοντας πρόσφατη τη λαϊκή ετυμηγορία, απολαμβάνει ξεκάθαρη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Σε τι ακριβώς, λοιπόν, πρέπει να συναινέσουμε; Εάν η κυβέρνηση θεωρεί ότι δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος της ευθύνης των αποφάσεων, να παραιτηθεί.