Του Χάρη Χαραλαμπόπουλου
Σε απερίγραπτο κυκεώνα έχουν μπει οι Έλληνες κάτοχοι Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2008/2013, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου (ΜΑΚ) και Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου (ΜΑΕΚ), που εκδόθηκαν κατά τα έτη 2008, 2009 και 2011, αντίστοιχα, μετά τα όσα συνέβησαν πρόσφατα στη Μεγαλόνησο.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, εκατοντάδες άνθρωποι έχουν υποστεί ολική απώλεια κεφαλαίου από την τοποθέτησή του σε ομολογίες που εξέδωσε η Τράπεζα Κύπρου και προωθήθηκαν μέσω του εκτεταμένου δικτύου των καταστημάτων της στην Ελλάδα.
Όλοι αυτοί πελαγοδρομούν, προσπαθώντας να διεκδικήσουν τα χρήματα που κατέβαλαν, καθώς συνειδητοποίησαν ότι το προϊόν που «αγόρασαν» ουδεμία σχέση έχει με εκείνο που τους υποσχέθηκαν.
Έχουν ξεκινήσει μια ατέρμονη προσπάθεια αναζήτησης του δίκιου τους, αφού τα παιχνίδια που παίχτηκαν στις πλάτες τους φαίνεται να είναι πολλά. Μόνη λύση, πλέον, σύμφωνα με την Καλαματιανή δικηγόρο Ευαγγελία Καούρη, είναι η υποβολή αγωγών κατά της Τράπεζας Κύπρου.
Πώς ξεκίνησε το πρόβλημα
Μετά τη διεθνή οικονομική κρίση που ενέσκηψε από το 2008, ενισχύθηκε σημαντικά η τάση χρηματοδότησης των τραπεζών μέσω έκδοσης επενδυσιακών αξιογράφων που συνδυάζουν χαρακτηριστικά δανειακών και ιδίων κεφαλαίων, δηλαδή υβριδικών επενδυτικών μέσων, όπως αυτά που «πούλησε» η Τράπεζα Κύπρου.
Τις παραπάνω υβριδικές ομολογίες, αν και είναι περίπλοκα (σύνθετα) χρηματοπιστωτικά μέσα και δεν ταιριάζουν σε κάθε καταναλωτή, η Τράπεζα Κύπρου προώθησε αδιακρίτως με μόνο κριτήριο την κάλυψη της έκδοσης, χωρίς να τηρήσει την Ευρωπαϊκή Οδηγία MiFID που έχει ενσωματωθεί στην ελληνική νομοθεσία με το Ν. 3606/2007.
Μετά από δεκάδες καταγγελίες που δέχτηκε ο Συνήγορος του Καταναλωτή εξέδωσε σχετική έγγραφη σύσταση προς την τράπεζα και την καλούσε να αποζημιώσει τους καταναλωτές, καθώς τους παρείχε ελλιπή και παραπλανητική ενημέρωση κατά το προσυμβατικό στάδιο και δεν έλαβε καθόλου υπόψη της το συγκεκριμένο, υποκειμενικό και εξατομικευμένο συμφέρον των πελατών της.
Η σύσταση αυτή γνωστοποιήθηκε και στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Ελλάδας, η οποία είχε ήδη λάβει κάποιες μεμονωμένες καταγγελίες και διενεργεί σχετική έρευνα.
Παρόμοιο πόρισμα περί παροχής ελλιπών επενδυτικών συμβουλών και, μάλιστα, από μη πιστοποιημένους υπαλλήλους διαπιστώνεται και από πόρισμα της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου.
Αυτό που οι περισσότεροι καταγγέλλουν ήταν ότι δεν είχαν αντιληφθεί ότι τοποθετούν τις αποταμιεύσεις τους σε υβριδικά άληκτα επενδυτικά προϊόντα υψηλού ρίσκου και σε καμία περίπτωση, εγγυημένου κεφαλαίου. Αντιθέτως, η ενημέρωση που είχαν λάβει από τους υπαλλήλους των καταστημάτων της τράπεζας ήταν ότι πρόκειται για «καταθετικού τύπου» τοποθέτηση πενταετούς διάρκειας και εγγυημένου κεφαλαίου. Οι υπάλληλοι τόνιζαν ότι το κεφάλαιό τους απολάμβανε την εγγύηση ενός πολύ δυνατού και υγιούς τραπεζικού ιδρύματος και τη σταθερότητα της κυπριακής οικονομίας. Άλλωστε, την περίοδο εκείνη (2011), που η οικονομική κρίση στην Ελλάδα ήταν στο απόγειό της, επικρατούσε μεγάλη ανασφάλεια και ανησυχία για τις καταθέσεις σε εγχώρια τραπεζικά ιδρύματα.
Οι κάτοχοι αυτών των ομολογιών προσπάθησαν με πρωτοβουλία της Καλαματιανής δικηγόρου Ευαγγελίας Καούρη (που ενεπλάκη λόγω προσωπικής υπόθεσης του συζύγου της) να οργανωθούν σε σύλλογο και να διεκδικήσουν συλλογικά αποζημίωση για την απώλεια των αποταμιεύσεών τους. Στο πλαίσιο αυτό έγινε και συνάντηση με τον τότε πρώτο αναπληρωτή διευθύνοντα σύμβουλο του συγκροτήματος και το διοικητή Τράπεζας Κύπρου Ελλάδας, με στόχο την εξωδικαστική επίλυση της υπόθεσης.
Όλες οι προσπάθειες, όμως, και μέσω του Συνηγόρου του Καταναλωτή, απέβησαν άκαρπες, καθώς η τράπεζα αρνείται να αποζημιώσει τους Έλληνες κατόχους.
Κυκεώνας
Η πώληση των ελληνικών καταστημάτων στην Τράπεζα Πειραιώς φαίνεται ότι διασφάλισε μόνο τα συμφέροντα των Ελλήνων καταθετών και όχι αυτών των εκατοντάδων Ελλήνων πελατών των ελληνικών υποκαταστημάτων, οι οποίοι ζουν έναν πραγματικό μαρτύριο. Οι περισσότεροι δε γνώριζαν ότι έχουν «αγοράσει» ομόλογα της κυπριακής τράπεζας και ότι η διαδικασία εξυγίανσης της Τράπεζας Κύπρου τούς αφορά άμεσα, καθώς δεν έχουν την προστασία των υπολοίπων Ελλήνων καταθετών, αφού θεωρούνται κάτοχοι υβριδικών ομολογιών μειωμένης διασφάλισης. Από το σχετικό κυπριακό διάταγμα περί εξυγίανσης της Τράπεζας Κύπρου, προκύπτει ότι οι κάτοχοι αυτοί θα λάβουν μετοχές τρίτης τάξης, χωρίς ακόμα να διαφαίνεται αν και πόσες από τις μετοχές που θα λάβουν θα διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο.
Οι Έλληνες κάτοχοι προσπαθούν εναγωνίως να λάβουν απαντήσεις από τα εδώ καταστήματα και από τους μέχρι χθες υπαλλήλους της Τράπεζας Κύπρου που τους πώλησαν τα εν λόγω προϊόντα, οι οποίοι σήμερα δηλώνουν ότι εργάζονται στον «Όμιλο Πειραιώς». Άλλα καταστήματα τους παραπέμπουν στα κεντρικά της Τράπεζας Κύπρου, στην Κύπρο, και άλλα σε εγχώριο δικηγορικό γραφείο που φαίνεται ότι έχει αναλάβει την εκπροσώπηση της τράπεζας Κύπρου στην Ελλάδα.
Η πλειοψηφία τους δεν έχει στα χέρια της ούτε καν τα έγγραφα που έχει υπογράψει και τα εδώ καταστήματα αρνούνται να τους τα χορηγήσουν, με το πρόσχημα ότι ανήκουν πλέον στην «Πειραιώς» και τους παραπέμπουν στην Κύπρο.
Προσπαθούν μόνοι τους επικοινωνώντας τηλεφωνικά με το τμήμα μετόχων της Τράπεζας Κύπρου στην Κύπρο (00357 22 121755) να πληροφορηθούν ποια θα είναι η τύχη των χρημάτων τους, που για πολλούς ήταν το μεγαλύτερο μέρος των αποταμιεύσεών τους. Κανείς δεν μπορεί με βεβαιότητα να τους απαντήσει μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης της τράπεζας, αλλά φαίνεται ότι η απώλεια του κεφαλαίου θα είναι σχεδόν ολοκληρωτική, καθώς ήδη κουρεύτηκαν «καταθέτες» άνω των 100.000 ευρώ και οι κάτοχοι αυτών των ομολογιών δεν έχουν κανένα «μαξιλαράκι ασφαλείας».
Το ζήτημα είναι πλέον με ποιον τρόπο θα διεκδικήσουν τα χρήματά τους. Στην Κύπρο η Κυπριακή Δημοκρατία οργανώνει το νομικό πλαίσιο αποζημίωσης των κατόχων αξιογράφων μέσω Διαιτητικών Δικαστηρίων.
Μόνη λύση οι αγωγές εναντίον της Τράπεζας Κύπρου
Η κα Καούρη, που έρχεται καθημερινά σε επικοινωνία με δεκάδες και συνολικά με εκατοντάδες Έλληνες κατόχους, συνεχίζει να κάνει λόγο για τραγικές ιστορίες. Άνθρωποι που σήμερα είναι συνταξιούχοι, άνεργοι, έχουν σοβαρά προβλήματα υγείας, πολύτεκνοι ή και Έλληνες μετανάστες που εργάστηκαν στο εξωτερικό και έφεραν τις οικονομίες τους, δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν χρήση των αποταμιεύσεων τους που συγκέντρωσαν μετά από χρόνια εργασίας. Οι άνθρωποι είναι απελπισμένοι και δε γνωρίζουν πώς να κινηθούν και νιώθουν δικαιολογημένα εξαιρετική αβεβαιότητα.
Η άποψή της είναι: «Μοναδικός δρόμος αποτελεσματικής διεκδίκησης για τους Έλληνες κατόχους είναι τα ελληνικά δικαστήρια με αγωγές που θα στρέφονται εναντίον της Τράπεζας Κύπρου». Η ίδια, άλλωστε, τόσο για την προσωπική της υπόθεση, όσο και για τις περιπτώσεις των ανθρώπων που είχε αναλάβει, συνεργάζεται με το δικηγόρο Αθήνας Μιχ. Μαρκουλάκο, εταίρο της δικηγορικής εταιρείας «Ι. και Μ. Μαρκουλάκος και Συνεργάτες», που εξειδικεύεται, μεταξύ άλλων, σε παρόμοιες υποθέσεις Τραπεζικού Δικαίου.