Με επιτυχία ολοκληρώθηκαν χθες οι εργασίες της διημερίδας με τίτλο «Εξάγοντας Ποιοτικά Αγροτικά Προϊόντα», στο ξενοδοχείο Horizon Blu στην Καλαμάτα. Ως γνωστόν, συνδιοργανωτές ήταν το Ίδρυμα Καπετάν Βασίλη και το Ίδρυμα Γεωργίου και Βικτωρίας Καρέλια, με σκοπό την προώθηση των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων.
Κατά τη διάρκειά της, οι ομιλητές προσπάθησαν να απαντήσουν στο ερώτημα που έθεσε από την πρώτη στιγμή η πρόεδρος του Ιδρύματος Γεωργίου και Βικτωρίας Καρέλια, Βίκυ Καρέλια. Στην εναρκτήρια ομιλία της τόνισε, μεταξύ άλλων: «Εν τέλει, πρέπει να απαντήσουμε αν δεχόμαστε ως χώρα να εξάγουμε μόνο το 28% της αγροτικής μας παραγωγής. Κι αυτό έγκειται αποκλειστικά σε εμάς. Το βέβαιο είναι ότι η προστιθέμενη αξία που προσδοκάται μέσα από μια εξαγωγική δραστηριότητα ποιοτικών αγροτικών προϊόντων, χωρίς σκαμπανεβάσματα και εξάρσεις, βρίσκεται σε συνάρτηση εν πολλοίς από τη γενικότερη πορεία της χώρας, την εδραίωση νοοτροπιών άγνωστες σε εμάς, αλλά ενστερνιζόμενες από διαφορετικούς λαούς και τη βαρύτητα που θα πρέπει ως χώρα να δώσουμε στην εκπαίδευση του αυριανού παραγωγού και μεταποιητή».
Θεωρούμε ότι στο συγκεκριμένο απόσπασμα της ομιλίας της βρίσκεται και η δυσκολία του ελληνικού αλλά και τοπικού εγχειρήματος. Η Μεσσηνία για να αναπτυχθεί πρέπει να αλλάξει. Προσπάθειες έχουν γίνει, συνεχίζονται, αλλά πρέπει να ενταθούν. Με έμφαση, κυρίως, στην ποιότητα.
Τα παραπάνω, όμως, δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν, εάν δεν υπάρχει ένα Εθνικό Σχέδιο, το οποίο θα περιέχει τον αναγκαίο τοπικό προγραμματισμό για κάθε περιοχή.
Είναι κοινά παραδεκτό πως η χώρα δεν μπορεί να αντέξει, για πολύ ακόμη, τη σημερινή οικονομική κατάσταση. Βάλτωσε η πραγματική οικονομία, εξαντλήθηκαν οι αντοχές της κοινωνίας και αναζητούνται επειγόντως ανάσες. Ούτε, βέβαια, μπορεί να πορευθεί στο μέλλον με τις νοοτροπίες, τις πρακτικές και τις δομές του παρελθόντος.
Ένα Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο δεν μπορεί να ξεκινά από εκεί που θα θέλαμε, αλλά από εκεί που πράγματι είμαστε. Δεν μπορεί η χώρα να πορεύεται στα τυφλά, αγνοώντας τις νάρκες στο δρόμο της. Ούτε, όμως, και να χάνει τον καιρό της χωρίς να βάζει τα θεμέλια της εποχής που έρχεται αμέσως μετά την κρίση. Και τα θεμέλια αυτά απαιτούν διαρθρωτικές αλλαγές και ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, τόσο στο κράτος όσο και στις δομές της οικονομίας, ικανές να στηρίζουν ένα νέο παραγωγικό πρότυπο. Γιατί χωρίς παραγωγή δεν πρόκειται να αποδειχθεί επαρκής καμιά δημοσιονομική προσαρμογή και καμιά διευθέτηση χρέους. Γενικολογίες, αοριστολογίες και ευχές μπορεί να ευδοκιμήσουν σαν κομματική σπορά, αλλ’ όχι και να αποτελέσουν σχέδιο πορείας.
Τι, λοιπόν, μπορεί να παράγει η χώρα; Ποια αγαθά και ποιες υπηρεσίες; Πώς να αυξήσει την παραγωγή, την ποιότητα, την αξία τους; Πώς να διευρύνει τους παραγωγικούς της τομείς και να αποκτήσει νέους; Πώς να σταματήσει τις εισαγωγές προϊόντων που η ίδια παράγει, αλλά και να τονώσει τις εξαγωγές της; Ποιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις χρειάζονται για όλα αυτά; Ποια κοινοτικά προγράμματα μπορεί να αξιοποιηθούν και ποια κίνητρα να δοθούν; Πώς να βοηθηθεί ο κόσμος και ειδικότερα οι νέοι, ώστε να μπορέσουν να παράγουν και να προοδεύουν; Πώς να σταματήσουν τα εμπόδια, η γραφειοκρατία, η διαφθορά, η αυθαιρεσία, που στέκονται ενάντια στη δημιουργία; Πώς να επιταχυνθεί η απονομή της Δικαιοσύνης, για να έρθουν πιο γρήγορα νέες επενδύσεις, νέες επιχειρήσεις και νέες θέσεις δουλειάς; Ποια μπορεί να είναι και πώς να εκδηλωθεί έμπρακτα η συμβολή της Παιδείας, ώστε να μην παράγουμε άνεργους πτυχιούχους;
Ένα Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο δεν μπορεί να χτιστεί χωρίς απαλλαγή από τα αδιέξοδα που έφεραν τη χώρα στα πρόθυρα ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας. Δεν μπορεί να αγνοεί ούτε την Ευρωπαϊκή Ένωση, ούτε το διεθνή περίγυρο, ούτε τις ανάγκες και τα ζητούμενα της εποχής που έρχεται. Δεν μπορεί να αφήνει ανεκμετάλλευτα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας και τη δημιουργικότητα των πολιτών της. Δεν μπορεί παρά να αξιοποιεί κάθε στοιχείο του πλούτου και των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της, χωρίς ιδεοληψίες και αγκυλώσεις από το χθες.
Του Αντώνη Πετρόγιαννη