Η Καλαμάτα… «τρώει» τα παιδιά της

Η Καλαμάτα… «τρώει» τα παιδιά της

Δημοτική Αρχή και παρατάξεις «κλείνουν τα μάτια» σε νέους επιστήμονες  
Δεν πρόκειται για διαπίστωση που μπορεί «αντικειμενικά» να βεβαιωθεί. Πρόκειται για διάγνωση που προκύπτει από υποκειμενική εκτίμηση της δυναμικής συμπτωμάτων, τη στάθμιση επιρροής ενδεχόμενων ή σταθερών παραγόντων. Και η διάγνωση λέει ότι, σε κάθε κοινωνία, οι πολίτες που κρίνουν τα κοινά με επαρκή συλλογιστική ικανότητα και διαυγή, νηφάλια σύνεση, αποτελούν τη μειοψηφία.
Ας το κάνουμε πιο λιανά. Τις προηγούμενες ημέρες, όταν το θέμα της διάλυσης του αυθαίρετου καταυλισμού των τσιγγάνων στην Αγία Τριάδα και η μεταφορά τους στην Μπιρμπίτα ήταν στην κορυφή της επικαιρότητας, το «Θάρρος» δημοσίευσε συνέντευξη της Μαρίας Καλλικούνη, αρχιτέκτονος, με μεταπτυχιακό σ’ ένα από τα καλύτερα πανεπιστήμια της Ζυρίχης, με αντικείμενο την κατάσταση των τσιγγάνων στην Ελλάδα σε τρεις καταυλισμούς, ένας εκ των οποίων η Μπιρμπίτα. Η νεαρή επιστήμονας έχει επισκεφθεί μέχρι σήμερα δεκάδες φορές το συγκεκριμένο χώρο, και μάλιστα, έχει αναπτύξει σχέσεις με ορισμένες οικογένειες στην περιοχή.
Σημειώνουμε ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης η Μαρία ξεκαθάρισε ότι είναι διατεθειμένη να προσφέρει τις γνώσεις και την εμπειρία της, αν της ζητηθεί, ενώ υπογράμμισε ότι είναι σε θέση να κινητοποιήσει το Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης, με σκοπό να εξευρεθούν ευρωπαϊκά προγράμματα για την ενίσχυση των τοπικών πολιτικών απέναντι στους τσιγγάνους.
Λίγες ημέρες αργότερα το Δημοτικό Συμβούλιο συζήτησε και πάλι το θέμα. Κι όμως, καμία από τις δημοτικές παρατάξεις της πλειοψηφίας και των μειοψηφιών δε σκέφθηκε να καλέσει τη Μαρία Καλλικούνη να καταθέσει την άποψή της. Θεωρούν, μάλλον, ότι αυτοί τα ξέρουν καλύτερα, έστω κι αν οι περισσότεροι δε γνωρίζουν πού βρίσκεται η Μπιρμπίτα. Καμία σκέψη δεν πέρασε από τους δημοτικούς συμβούλους για καταξίωση της αριστείας. Ο ριζοσπαστισμός όλων εξαντλήθηκε σε ανούσιες προστριβές.
Το περασμένο Σαββατοκύριακο ο Τομέας Μεταφορών και Συγκοινωνιακής Υποδομής του ΕΜΠ, με επικεφαλής το διδακτορικό απόφοιτο, Καλαματιανό Παναγιώτη Παπαντωνίου, διοργάνωσε, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Οδικής Ασφάλειας «Πάνος Μυλωνάς», ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον διήμερο εκδηλώσεων για την οδική ασφάλεια στην Καλαμάτα.
Πόσο δύσκολο είναι για τη Δημοτική Αρχή να προχωρήσει σε συνεργασία με το ΕΜΠ και τον Παναγιώτη, με σκοπό τη χαρτογράφηση των επικίνδυνων οδών της πόλης και την κατάθεση από την πλευρά τους συγκεκριμένων προτάσεων αντιμετώπισης της κατάστασης;
Εδώ και κάποια χρόνια ο Κώστας Πουλόπουλος θεωρείται από τα κορυφαία ονόματα στο χώρο της Αρχιτεκτονικής. Τα διεθνή βραβεία που έχουν αποσπάσει οι εργασίες του είναι αδιάψευστος μάρτυρας. Σε όλες του τις συνεντεύξεις, σε ελληνικά και ξένα περιοδικά, ο Κώστας δηλώνει ότι θέλει να βοηθήσει την πόλη που έζησε, τη χώρα του, με όποιον τρόπο του ζητηθεί. Η Καλαμάτα θέλει να γίνει πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2021. Αμφιβάλλουμε έντονα, αν κάποιος από τη Δημοτική Αρχή έχει σκεφθεί την αξιοποίησή του.
Πρόσφατα το πρόγραμμα «Διαύγεια» απέκτησε και διεθνή αναγνώριση. Το «Θάρρος» έχει αποκαλύψει ότι πίσω από την ιστορία αυτή βρίσκεται ένα δικό μας παιδί, ο Γιώργος Καραμανώλης. Ποιος θα σκεφθεί να τον αξιοποιήσει δημιουργικά στην Καλαμάτα;
Τα παραπάνω δεν είναι θέμα προσωπικού προβληματισμού ούτε εκτίμησης των παραπάνω επιστημόνων. Η πόλη μας βρίθει ανάλογων παραδειγμάτων.  Ο δήμαρχος Π. Νίκας, αν πάρουμε τοις μετρητοίς κάποιες δηλώσεις του, έχει τονίσει ότι δεν πρόκειται να διεκδικήσει άλλη θητεία στο Δήμο Καλαμάτας. Απορούμε γιατί απέναντι στις προκλήσεις των καιρών δε γίνεται ο εμβρυουλκός (σ.σ. εργαλείο που χρησιμοποιείται στους δύσκολους τοκετούς, ώστε να μπορέσει ο χειρουργός – μαιευτήρας να πιάσει και να τραβήξει το έμβρυο από το κεφάλι) για τον τοκετό ενός νέου αφηγήματος στην Καλαμάτα; Κι αν ο κ. Νίκας, λόγω πολιτικής ιδεολογίας, δεν μπορεί να το κάνει, γιατί δεν το επιχειρούν δυνάμεις που επαγγέλλονται κοινωνικούς μετασχηματισμούς;
Από παλιά λεγόταν ότι «η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της». Τώρα, κατά πώς φαίνεται, αυτό γίνεται και σε τοπικές μικροκλίμακες. Ωστόσο, ένας Δήμος που δε στηρίζει το πιο ζωντανό κομμάτι του, υπονομεύει το ίδιο του το μέλλον.

Του Αντώνη Πετρόγιαννη