Με γεωμετρική πρόοδο αυξάνονται τα τελευταία χρόνια στη Μεσσηνία οι υποθέσεις που εισάγονται στο Πλημμελειοδικείο, αλλά και στο Εφετείο Κακουργημάτων Καλαμάτας, και αφορούν κληρονομικές – κυρίως- διαφορές μεταξύ μελών μιας οικογένειας, με τις περισσότερες και εντονότερες έριδες να είναι μεταξύ αδελφών. Ένα κτήμα, ένα σπίτι ή ακόμα και διαφορά μερικών μέτρων γης σε ιδιοκτησίες έχουν φέρει μεγάλες αντιδικίες σε οικογένειες, ενώ έχουν αυξηθεί και οι υποθέσεις που αφορούν στην προσβολή διαθήκης.
Σύμφωνα με δικηγόρους της Καλαμάτας, υποθέσεις με κατηγορουμένους για ψευδή βεβαίωση ή ηθική αυτουργία σε αυτή, οι οποίες αφορούν κληρονομικά, γεμίζουν τα πινάκια των δικαστηρίων. Μάλιστα, μια τέτοια υπόθεση απασχόλησε το Εφετείο Κακουργημάτων, με το αδίκημα κατά της κατηγορούμενης να παραγράφεται σύμφωνα με το νέο νόμο, καθώς δεν ήταν δυνατό να προσδιορισθεί η αξία του επίμαχου ακινήτου για να σταθεί η κατηγορία σε τέτοιο βαθμό.
Σκληρές αντιπαραθέσεις
Όπως σημείωσαν στο «Θ» δικηγόροι με τους οποίους συνομιλήσαμε, τα περιστατικά διαμάχης μεταξύ μελών οικογενειών για περιουσιακά έχουν αυξηθεί. Μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις είναι οι πιο σκληρές αντιδικίες, ενώ δύσκολα κλείνουν. Είναι χαρακτηριστικό ότι, κατά την εκδίκαση υπόθεσης στο Εφετείο, αναφέρθηκε ότι για την αγωγή, αν και έχει εκδικασθεί και η έφεση, η αντιδικία συνεχίζεται και έχει κατατεθεί αναίρεση στον Άρειο Πάγο.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση «μήλον της έριδος» ήταν ένα κτήμα 33 στρεμμάτων (45 κατά κάποιους μάρτυρες) που μια ηλικιωμένη σε χωριό της Μεσσηνίας δώρισε στους μεν και δεν το άφησε κληρονομιά στους δε.
Για ένα κτήμα
Σύμφωνα με όσα εξελίχθηκαν στην αίθουσα του Εφετείου, η ηλικιωμένη, που πλέον δεν είναι στη ζωή, έφυγε από το σπίτι έπειτα από επεισόδιο με το δεύτερο σύζυγό της και ζήτησε φιλοξενία στο σπίτι του πρώτου της ξαδέλφου.
Σύμφωνα με την πλευρά της κατηγορουμένης (συζύγου του πρώτου ξαδέλφου), έπειτα από λίγες ημέρες η ηλικιωμένη εξέφρασε την επιθυμία να της δωρίσει το επίδικο κτήμα. Κι έτσι και έγινε με συμβόλαιο.
Ύστερα από περίπου 15 μήνες η ηλικιωμένη επέστρεψε στο σπίτι του συζύγου της, όμως πλέον (σύμφωνα με την πλευρά των παιδιών του δεύτερου συζύγου) διαμαρτυρόταν έντονα ότι εξαπατήθηκε και έγραψε το κτήμα. Έτσι, η ηλικιωμένη με τη βοήθεια των παιδιών του συζύγου της κατέθεσε αγωγή κατά της οικογένειας του ξαδέλφου της. Μάλιστα, προγονός της κατέθεσε ότι στη διαθήκη που άφησε άφηνε το επίδικο κτήμα σε αυτόν και τα αδέλφια του.
Άλλοι μάρτυρες πάλι κατέθεσαν πως, αφού έγινε η μεταβίβαση του ακινήτου, έπειτα από λίγο καιρό τα ξαδέλφια έδιωξαν την ηλικιωμένη από το σπίτι και αυτή επέστρεψε στο σύζυγό της.
Η υπόθεση αυτή εστίασε ιδιαίτερα στην αξία του ακινήτου, καθώς από αυτή θα προσδιοριζόταν το βάρος του αδικήματος. Η πλευρά της υπεράσπισης υποστήριζε ότι δεν ξεπερνά τα 23.000 ευρώ, ενώ η άλλη πλευρά ότι αγγίζει σχεδόν τα 100.000 ευρώ.
Καθώς αυτό δεν έγινε ξεκάθαρο, το δικαστήριο διατήρησε αμφιβολίες για την αξία του ακινήτου και ότι υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ και μετέτρεψε το αδίκημα σε πλημμέλημα, ενώ βάσει των αλλαγών στο νέο Ποινικό Κώδικα αυτό είχε παραγραφεί.
Της Βίκυς Βετουλάκη