Με επιστολή του προέδρου του Συμβουλίου, Charles Michel, προς τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, καλούνται σε μια ειδική σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, που θα αρχίσει στις 20 Φεβρουαρίου 2020 . Στόχος είναι η κατάληξη σε συμφωνία στο ανώτατο επίπεδο της E.E. για το επερχόμενο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ), προκειμένου να αποτελέσει «κορμό» και οδηγό για την απαραίτητη εργασία και διαπραγμάτευση. Σωστά πράττει ο πρόεδρος Μισέλ για την αποφυγή δημιουργίας σοβαρών πρακτικών και πολιτικών προβλημάτων και να μην τεθεί σε κίνδυνο η συνέχιση των σημερινών προγραμμάτων και πολιτικών, καθώς και η έναρξη νέων δράσεων. Τα προβλήματα είναι σοβαρά και η χώρα μας πρέπει να κρατήσει σθεναρή θέση σε όλα τα επίπεδα διαπραγμάτευσης. Οι κίνδυνοι είναι πλέον ορατοί και δεν υπάρχει πλέον χρόνος για χάσιμο. Το πρόβλημα πρέπει να λύνεται «εν τη γενέσει του» και όχι με προσφυγή στις κάλπες για τον επόμενο.
Τα σημάδια με τα οποία γίνεται και πρόκειται να έλθει στη φάση διαπραγμάτευσης η αρχική εικόνα που έχει δημιουργηθεί για τον επερχόμενο πολυετή προϋπολογισμό της Ε.Ε. είναι εξαιρετικά δυσοίωνα για τη χώρα μας. Τα έχουμε αναδείξει σε προηγούμενα σημειώματά μας, αλλά θα επαναλάβουμε τις βασικές γραμμές των δυσοίωνων σημείων, με την ελπίδα επιτέλους να ακουστούν από τα αυτιά των αρμοδίων. Ο τοπικός Τύπος έχει μια απαράμιλλη προτεραιότητα στην ανάδειξη αυτών των πολιτικών που πρέπει να ακολουθούνται από κάθε κυβέρνηση, γιατί αντανακλά τη στυγνή πραγματικότητα που βιώνουν καθημερινά ομάδες πολιτών και οικονομούντων ατόμων, που δεν μπορεί να παραβλεφθεί.
Ο πρόεδρος του συμβουλίου κ. Μισέλ σαφέστατα έχει πλήρη επίγνωση ότι οι διαπραγματεύσεις αυτές είναι από τις πιο δύσκολες που πρέπει να αντιμετωπιστούν, αλλά φαίνεται πεπεισμένος ότι με κοινή λογική και αποφασιστικότητα μπορεί να επιτύχουν οι διαπραγματευτές μια συμφωνία που θα ωφελήσει όλους τους Ευρωπαίους. Για να επιτευχθεί αυτό όλες οι πλευρές θα πρέπει να επιδείξουν ένα πνεύμα συμβιβασμού. Εμείς αναμένουμε να δούμε την πρόταση που θα υποβάλει ο πρόεδρος Μισέλ και θα επανέλθουμε στη γραμμή μας.
Εμείς, ως χώρα, πρέπει να έχουμε υπόψη μας τέσσερα επικίνδυνα σημεία στην όλη διαπραγμάτευση, αν ολιγωρήσουμε δε, όπως έκαναν όλες οι κυβερνήσεις στην τελευταία περίοδο, από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα, θα χάσουμε άλλη μια φορά το τρένο, και δυστυχώς δεν έχουμε τα περιθώρια να χάσουμε άλλο ένα τρένο, γιατί μετά θα παρακαλούμε γονατιστοί να μειωθούν τα… πλεονάσματά μας για να εκπληρώσουμε ανειλημμένες υποχρεώσεις.
Τα τέσσερα σημεία αυτά στα οποία αναφέρομαι έχουν μια απαραίτητη προϋπόθεση: αν δεν αντιμετωπίσουμε το διαστάσεων πρόβλημα που λέγεται παγκοσμιοποίηση, οι πιέσεις στο μεταναστευτικό και την άθλια πολιτική της γείτονος στον τομέα καθορισμού της ΑΟΖ και συναφών προβλημάτων θα ενταθούν, με τα γνωστά πλέον καταστροφικά αποτελέσματα, και το ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί η πολιτική αυτή που στηρίχτηκε στην περικοπή πόρων από τις χώρες με αδύναμους προϋπολογισμούς. Η περικοπή αυτών των πόρων οδεύει σε εξοπλισμούς σε χώρες όπως η Τουρκία, με την υπερβολική ανοχή της εταίρου μας Γερμανίας! Καιρός να ψαλιδιστούν αυτές οι χαρούμενες υπερπιστώσεις προς τη γείτονα! Και αυτό θα γίνει, αν η κυβέρνηση κρατήσει σθεναρή στάση στην αναθεώρηση της τελωνειακής συμφωνίας.
Το τρίτο σημείο αφορά στην εξακολουθητική άγνοια των ελληνικών κυβερνήσεων να προχωρήσουν σε – έστω μερική – αξιοποίηση του τεράστιου κονδυλίου κοινής εφαρμογής προγραμμάτων της Ε.Ε., από κονδύλια που δεν εξαρτώνται από το ΕΣΠΑ, η διαπραγμάτευση του οποίου καλά κρατεί, αφού δύο από τους τρεις πυλώνες μάς αποφέρουν συνολικούς πόρους περί τα 30-32 δισ. ευρώ στην επταετία, αν βέβαια τα απορροφούμε και αυτά! Η χώρα μας, αν συμμετείχε στα κοινοτικά προγράμματα εκτός ΕΣΠΑ, θα μπορούσε να απορροφά άνω των 10 δισ. στην ίδια περίοδο, που θα σήμαινε 40-45 δισ. ευρώ στην επταετία, πράγμα που φαίνεται άπιαστο όνειρο! Αυτή η άποψή μας στηρίζεται στο ότι το περίπου 1 τρισ. ευρώ της περιόδου 2014 – 2020 κατανέμεται σε 3 μεγάλες κατηγορίες δαπανών. Η μία αφορά στην κοινοτική γεωργία, γύρω στα 380-400 δισ. ευρώ, η άλλη την περιφερειακή και κοινωνική πολιτική, που καλύπτονται από τον όρο της πολιτικής συνοχής, και προικοδοτούνται με ένα κεφάλαιο άνω των 350 – 370 δισ. ευρώ, όπου θεωρητικά οι φτωχότερες χώρες έπρεπε να απορροφούν τη μερίδα του λέοντος, αν πράγματι οι ταγοί της Ευρώπης ήθελαν να εφαρμόσουν τις προσταγές των συνθηκών, όπως η «σύγκλιση των οικονομιών»! Εδώ, όμως, βλέπουμε ότι οι διαθέσεις των αξόνων δράσης των κεντρικών και βόρειων εταίρων μας είναι να μειωθούν οι ποσοστιαίες αντιμετωπίσεις των τριών αυτών κατηγοριών, ώστε να διατεθούν κονδύλια για νέες δράσεις που εκτοξεύουν τις δαπάνες και είναι και απαραίτητες. Πρόκειται για τις νέες πολιτικές που θέλει να προωθήσει η νέα πρόεδρος της Κομισιόν, κα Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, και κυρίως την ψηφιακή οικονομία και την πράσινη Ευρώπη.
Ερχόμαστε, λοιπόν, στο δεύτερο σημείο με ειδική αναφορά στην Πράσινη Ευρώπη και τι προβλέπει να δαπανηθεί για να φθάσουμε στα επιθυμητά αποτελέσματα.
Σύμφωνα με τα δελτία Τύπου της Κομισιόν, αλλά και τις δημοσιογραφικές εξελίξεις, στο θέμα ήδη από το Δεκέμβριο 2919 διαμορφώνεται μια λογική το νέο ΠΔΠ να κυμανθεί γύρω στα 1.060 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 500 δισ. ευρώ αφορούν στις δαπάνες για το κλίμα. Σύμφωνα με το σχετικό ρεπορτάζ, η κατανομή που προβλέπεται να προταθεί ενδεικτικά είναι η ακόλουθη:
•Μηχανισμός δίκαιης μετάβασης (Just Transition Mechanism) 143 δισ. ευρώ
•Δαπάνες για το κλίμα 503 δισ. ευρώ
•Εθνική συγχρηματοδότηση 114 δισ. ευρώ
•Πρόγραμμα InvestEU 279 δισ. ευρώ
•Σύστημα εμπορίας ρύπων (EU) 25 δισ. ευρώ
•Σύνολο 1064 ευρώ
Ο λογαριασμός δε βγαίνει, γιατί αν αφαιρεθεί η εθνική χρηματοδότηση, καταλήγουμε σε λιγότερους πόρους απ’ ό,τι το ΠΔΠ 2014 – 2020. Εδώ, λοιπόν, επισημαίνουμε ότι οι λογαριασμοί πρέπει να βγουν σωστά, γιατί αλλιώς είναι σαν να λέμε ότι τώρα που φεύγει η Μεγάλη Βρετανία (Brexit), θα μειωθούν οι πόροι, άρα σε βάρος των αδύναμων προϋπολογισμών των εταίρων της Ε.Ε. δρα και η συλλογική ευθύνη από τη βρετανική έξοδο!
Ντροπιαστικοί οι ταγοί της Ευρώπης με τις αδυναμίες τους, που θα διαφανούν καθαρά στο πρώτο σημείο, αφού αρχίσαμε ανάποδα: Το σημείο αυτό θα μας απασχολήσει, γιατί σχετίζεται με τους ίδιους πόρους, δηλαδή τα χρήματα που συνεισφέρουν τα κράτη μέλη για να δημιουργούνται οι πόροι προς διανομή (για την αντιμετώπιση των πάσης φύσεως δαπανών). Το θέμα θα μας απασχολήσει σε επόμενο σημείωμα.
Του Γιώργου Μαρκατάτου