Για ακόμα μια χρονιά η Νέδουσα ανέβασε τον κόσμο στον Ταΰγετο (Φωτογραφίες και βίντεο)


 

Ο Τόμι Σχινάς μιλάει για όλα!

 

Την ιστορία με τη φόρμα του Παναθηναϊκού, τον τελικό Κυπέλλου, τον άνθρωπο πίσω από το διαιτητή και φωτογραφίζεται με την οικογένειά του όπως κανείς άλλος ρέφερι!

 

O Τόμι (Χρυσόστομο δεν μπορώ να τον «πω», να με συμπαθάτε) Σχινάς δεν είναι άλλος ένας διαιτητής. Είναι ένας άλλος διαιτητής. Και φαίνεται. Δεν μπαίνει στο καλούπι του «καλού παιδιού», ακόμη και αν το πλήρωσε κατά καιρούς.

Πριν από λίγες μέρες βρέθηκε στη φωτιά (τελικός Κυπέλλου) και την έσβησε σαν τον καλύτερο πυροσβέστη του πλανήτη. Ο διαιτητής που κάποιος… είδε στον ύπνο του ότι έτρεχε με τη φόρμα του Παναθηναϊκού (και το έγραψε κιόλας), μιλάει για τον άνθρωπο Σχινά και φωτογραφίζεται (κάτι που γίνεται για πρώτη φορά σε ελληνικό μέσο) με την οικογένειά του. Τη σύζυγό του Μαρίνα και τους δύο γιους του. Τον 5χρονο Ορέστη που θέλει να γίνει ποδοσφαιριστής και τον 2χρονο Μάξιμο, που σταμάτησε να κλαίει μόλις άρχισαν τα κλικ της φωτογραφικής μηχανής για να μη βγει… άσχημος. Την επόμενη φορά που κάποιος θα βρίσει το σπίτι του Σχινά, πλέον θα ξέρει για ποιους μιλάει. Αν το αντέχει η ψυχή του, πάει να πει πως είναι απλά… ζώο. Καλή ανάγνωση…

 

Γιατί ένας άνθρωπος που έχει… σώας τας φρένας γίνεται διαιτητής;

«(Γέλια)… Εγώ αποφάσισα να γίνω διαιτητής το  ’87, που πήραμε το Ευρωμπάσκετ. Ήμουν 18 χρονών και παίκτης στον Ποσειδώνα Καλαμάτας. Ήταν η χρονιά που θα έδινα Πανελλήνιες. Στόχος μου ήταν να φτάσω όσο το δυνατόν πιο γρήγορα κοντά στα ινδάλματά μου. Να φτάσω στην Α1. Με τη διαιτησία μέχρι τότε είχα πολύ κακές σχέσεις…».

 

Να φανταστώ ότι είχες πλακώσει κανέναν διαιτητή;

«Γενικά ήμουν πολύ άγριο παιδί (γέλια)… Και είχα μπει από πολύ νωρίς στη διαδικασία να είμαι παιδί της εξέδρας, είχα δικό μου σύνδεσμο φιλάθλων κ.λπ. Γι’ αυτό και με βλέπεις πολλές φορές να αντιδρώ όπως αντιδρώ, που άλλοτε πετυχαίνει και άλλοτε όχι. Νιώθω πως έχω την ψυχολογία της εξέδρας».

 

Το μπάσκετ το σταμάτησες όταν ξεκίνησες να ασχολείσαι με τη διαιτησία;

«Όχι. Το μπάσκετ, ως παίκτης, το σταμάτησα το  ’95. Όταν ανεβάσαμε το Ναυτικό Όμιλο Καλαμάτας στην Α΄ κατηγορία και μετά διαλύθηκε, γιατί και οι 15 παίκτες πέρασαν σε Πανεπιστήμια! Μας είχε κάνει αφιέρωμα η εφημερίδα του Κοσκωτά, οι “24ΩΡΕΣ”».

 

Κι ανεβαίνεις στην Αθήνα…

«Ανεβαίνω στην Αθήνα για σπουδές και παράλληλα διαιτητεύω. Σε ματς της ΕΣΚΑ, όπου πρέπει να έχω ρεκόρ αγώνων σε ένα χρόνο. Έπαιζα 310 – 350 αγώνες το χρόνο. Περίπου 50 αγώνες το μήνα! Πήγαινα παντού και υπήρχαν Σαββατοκύριακα που έπαιζα από το πρωί μέχρι το βράδυ. Γι’ αυτό και ανέβηκα τις κατηγορίες. Με τη σύμφωνη γνώμη και των ομάδων που έβλεπαν ένα παιδί να έχει απίστευτη δίψα αλλά και να αξίζει. Σκέψου πως τότε ο πατέρας μου μου έστελνε 30.000 δραχμές το μήνα κι εγώ με τα παιχνίδια που σφύριζα έφτασα να βγάζω διπλάσια ή και τριπλάσια χρήματα. Έμαθα την Αθήνα από τις έδρες των ομάδων στα τοπικά».

 

Ποια ήταν η πιο δύσκολη έδρα:

«Στον Γρανικό! Το μόνο γήπεδο απ’ όπου έφυγα κυνηγημένος. Με έτρεχαν μέχρι το Θησείο που έμενα τότε…».

 

25 χρόνια μετά έχεις μετανιώσει που μπήκες στη διαιτησία; Σε ρωτάω γιατί έχεις πει 2-3 φορές πως δεν έχω ανάγκη τη διαιτησία για να ζήσω…

«Το είπα και τις προάλλες, στον τελικό του Κυπέλλου, την ώρα που ο ένας προσπαθούσε να με πείσει ότι έφταιγε ο άλλος: “Κοιτάξτε, εγώ είμαι δικηγόρος. Αύριο το πρωί μπορεί να μην είναι πια διαιτητής. Δεν έχω ανάγκη. Εσείς ζείτε από το μπάσκετ. Σεβαστείτε το άθλημα και ελάτε να αποφασίσουμε πώς θα μείνουν στο γήπεδο αυτοί που το αγαπάνε”. Αν με ρώταγες αν θα γινόμουν σήμερα διαιτητής μπάσκετ, θα σου έλεγα όχι».

 

Γιατί;

«Η οικονομική και η γενικότερη κατάσταση στη χώρα έχει δημιουργήσει τόση ένταση στην κοινωνία, που δεν αποδέχεται τις αποφάσεις των δικαστών. Πώς να αποδεχτεί τις αποφάσεις ενός ανθρώπου που προκύπτουν μέσω εξουσίας;».

 

-Γιατί η κοινωνία έχει την αίσθηση ότι όλοι οι διαιτητές, οι δικαστές, οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι τα παίρνουν;

«Για τους διαιτητές υπήρχε μία ευκαιρία ξεκαθαρίσματος. Έγινε συγκεκριμένη καταγγελία από συγκεκριμένη ομάδα, ώστε όλοι οι διαιτητές να ελεγχθούν από το ΣΔΟΕ. Πρέπει να ξέρεις το εξής: Από το 2000 και μετά οι διαιτητές υποχρεωνόμαστε σε πόθεν έσχες. Κατά συνέπεια, οι δηλώσεις μου υπήρχαν στην Εισαγγελία από το 2000, ανελλιπώς, όπως φυσικά και αντίγραφα αυτών στην Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού. Άπαντες, δηλαδή, είχαν πρόσβαση στα οικονομικά μου στοιχεία. Ενδιαφερθήκατε οι δημοσιογράφοι να μάθετε τι αποτέλεσμα έβγαλε αυτός ο έλεγχος;».

 

-Εσύ ενδιαφέρθηκες; Έχεις το πόρισμα;

«Ναι, ενδιαφέρθηκα. Το πόρισμα δεν το έχω, αλλά μέσα από το ΣΔΟΕ πληροφορήθηκα ότι ουδέν μεμπτόν υπήρξε για κάποιον διαιτητή. Εφόσον ελέγχθηκαν, λοιπόν, όλοι και δεν υπήρξε κάτι, για τους διαιτητές τουλάχιστον αυτό που λες δεν ισχύει. Τώρα, αν τα παίρνουν κάποιοι στις πλάτες μας, δεν ξέρω… Η αίσθησή μου είναι πως κάποιος μπορεί να χρησιμοποιεί το όνομά μου για να τα πάρει, αλλά μέχρι εκεί. Κι είναι πολύ εύκολο να δημιουργήσεις αντιπάθεια για κάποιον άνθρωπο, με όλη αυτή την ένταση γύρω μας. Θα σου πω ένα παράδειγμα. Πέρυσι το Δεκέμβρη ήμουν στην Κύπρο για ένα ματς. Στις 11 Δεκέμβρη έμαθα πως μια οπαδική εφημερίδα κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδο ότι εγώ είχα πάει για τρέξιμο στο ΟΑΚΑ, φορώντας τη φόρμα του Παναθηναϊκού. Μάλιστα, η γυναίκα μου το έμαθε στη δουλειά της, όταν της έδειξε κάποιος το δημοσίευμα. Με παίρνει, λοιπόν, τηλέφωνο και με ρωτάει επί λέξει: “Έχουμε φόρμα του Παναθηναϊκού στο σπίτι και δεν το ξέρω;”, “Όχι, γιατί;”, “Γιατί γράφτηκε αυτό”, “Κορίτσι μου έτσι παίζεται το παιχνίδι… Δυστυχώς”. Αν θυμάσαι, μάλιστα, εκείνο το διάστημα υπήρξε μια οργανωμένη επίθεση στο πρόσωπό μου από 4-5 σάιτ και 2-3 εφημερίδες οπαδικού περιεχομένου, με προφανή στόχο, όπως αποδείχτηκε, να χρησιμοποιηθεί από παράγοντα της ομάδας, που είπε στην ΚΕΔ: “Τον Σχινά εξαιρέστε τον. Δεν είδατε τι γράφτηκε;”. Όταν, βέβαια, προκάλεσα κάποιον να βγάλει έστω μια φωτογραφία μου με φόρμα του Παναθηναϊκού, όλοι έκαναν το παγώνι. Μα θα ήμουν και απίστευτος βλάκας να δώσω τέτοιο δικαίωμα; Άσε που έπειτα από τόσες αποστολές με τις Εθνικές Ομάδες, έχω πάνω από 50 φόρμες με το εθνόσημο, τις οποίες και φοράω κάθε φορά που γυμνάζομαι».

 

-Για ποιους λόγους δεν είσαι διαιτητής Ευρωλίγκα;

«Το λάθος είναι δικό μου. Το 2000 μου είχε γίνει πρόταση από τον κ. Ρήγα να πάω και, μάλιστα, από τους πρώτους. Από κουταμάρα δική μου αρνήθηκα. Και είχε να κάνει σε συνάρτηση με τη δικηγορία. Έβλεπα ότι το σύστημα στην Ελλάδα δεν ευνοούσε λίγκες τύπου ULEB και, μάλιστα, με επαγγελματικά συμβόλαια διαιτητών. Στην κόντρα Ομοσπονδίας-ULEB στήριξα τις θέσεις του κ. Βασιλακόπουλου, με γνώμονα ότι ο νόμος δεν επέτρεπε κάτι τέτοιο».

 

-Άρα σου το κράτησε μανιάτικο ο Ρήγας από τότε; Γιατί αργότερα πήγαν και άλλοι που δεν είχαν πάει στην αρχή.

«Ναι, αλλά ήταν ήδη ονόματα στο χώρο. Δεν ήταν νέοι, διεθνείς διαιτητές… Αλλά υπήρξαν κι άλλοι παράγοντες που δεν μπορώ να μην αναφέρω. Το 2000 πέρασα τις εξετάσεις για διεθνής διαιτητής μαζί με τον Χρήστο Χριστοδούλου. Όμως, με απόφαση των εθνικών διαιτητών, που τότε ήταν οι κ.κ. Ρήγας και Δουβής, αποφασίστηκε να πάει μόνο ο Χρήστος, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει μια μεγάλη κόντρα ανάμεσα σε μένα και στον κ. Ρήγα, με τον οποίο στην ουσία δεν είχαμε ποτέ να χωρίσουμε τίποτα. Ίσα ίσα που θεωρώ ότι είναι από τους πιο αξιοπρεπείς ανθρώπους στο χώρο. Η πορεία δε των πραγμάτων δικαίωσε τη δική του επιλογή και όχι τη δική μου, αφού στην Ευρωλίγκα γίνεται πολύ σοβαρή δουλειά με τους διαιτητές».

 

-Σε αυτά τα 25 χρόνια τι κέρδισες περισσότερο; Βάλ’ τα μου σε μια σειρά: Λεφτά, φήμη ή δημόσιες σχέσεις;

«Να ξεκινήσω από το τέλος. Ήρθα από την Καλαμάτα το 1988 και δε με ήξερε ούτε η… μάνα μου. Παρότι είμαι άνθρωπος έξω καρδιά, χωρίς τη διαιτησία δε θα είχα γνωρίσει όλους αυτούς τους ανθρώπους. Πάμε στα χρήματα… Μέχρι πριν από τρία χρόνια από τη διαιτησία εγώ έχανα λεφτά, δεν κέρδιζα. Κι αυτό, διότι αν είχα ταξίδι στο εξωτερικό, έλειπα Τρίτη – Τετάρτη – Πέμπτη από το γραφείο, οπότε έχανα δουλειές που θα μπορούσα να έχω βγάλει τα τριπλάσια – τετραπλάσια χρήματα από την αμοιβή μου για ένα ματς».

 

-Ναι, αλλά κάποιοι έρχονταν και στο γραφείο επειδή σε ήξεραν ως διαιτητή…

«Ασφαλώς κι έρχονταν. Εδώ με σταματάει κόσμος στο δρόμο και μου μιλάει…».

 

-Σε έχει σταματήσει ποτέ κανείς με… άγριες διαθέσεις;

«Ποτέ. Λόγω τιμής. Και μάλιστα, λόγω του ότι είμαι δικηγόρος Πειραιώς κυκλοφορώ πολύ στον Πειραιά, στο Κερατσίνι, κι έρχομαι σε επαφή με επώνυμους οπαδούς του Ολυμπιακού. Ποτέ δε με έχουν ενοχλήσει. Γιατί ξέρουν και βλέπουν πως δε θα αδικήσω την ομάδα τους… Παρότι δεν είμαι πολύ του Face book, υπήρξαν κάποιες φορές που το χρησιμοποίησα για να περάσω κάποιο μήνυμα που ήθελα. Π.χ. Πριν από τον περσινό 5ο τελικό. Είχα ξυπνήσει στις 6.30 το πρωί και είδα τυχαία τη Σούζαν Μπόιλ που είχε κερδίσει το διαγωνισμό τραγουδιού. Ξέρεις, την κοπέλα που την κορόιδευαν και όταν ξεκίνησε το τραγούδι μάγεψε τον κόσμο… Είχα γράψει, λοιπόν, πως “Εγώ δεν υπάρχει περίπτωση να μην.. τραγουδήσω. Θα βγω και θα τραγουδήσω. Και μάλιστα τραγουδάω καλά”. Εννοώντας ότι, αν βγω να παίξω, θα το κάνω σωστά και δε θα αδικήσω κανέναν».

 

-Ποιο είναι το χειρότερο πράγμα που έχει γραφεί για σένα;

«Αυτό με τη φόρμα του Παναθηναϊκού… Γιατί ήταν ψέμα. Όμως, παρότι τους δόθηκε στο πιάτο κάτι τόσο κακό για μένα, κακές σκέψεις για μένα δεν υπήρξαν ποτέ. Κι όλα αυτά σε ένα τόσο βρώμικο σύστημα…».

 

-Είναι βρώμικο τελικά το σύστημα;

«Δεν το είδες και στον τελικό; Είναι δυνατόν να μην υπάρχουν 10.000 – 15.000 φίλαθλοι του μπάσκετ στην Αττική που να θέλουν απλά να πάνε στο γήπεδο και να απολαύσουν το θέαμα ενός τελικού; Αυτό πιστεύω ότι θα κάνει ο κ. Βασιλακόπουλος από του χρόνου. Θα αναλάβει πρωτοβουλίες και ο επόμενος τελικός θα έχει διαφορετική εικόνα…».

 

-Το καλύτερο που έχεις διαβάσει για σένα;

«Δεν το έχω διαβάσει: Μου το έχει πει συνάδελφός μου: “Αν είναι να παίξω σήμερα, θέλω να παίξω στο ματς μόνο μαζί σου”. Γενικά προσπαθώ να βοηθάω τους άλλους διαιτητές. Και τους παλιούς και τους νέους… Και ξέρεις, με την αποχώρηση των παλιότερων, η γενιά μου πέρασε από μια περίεργη διαδικασία, αφού έπρεπε να αποδείξει ότι αξίζει και μπορεί».

 

-Ένιωσες ότι αυτοί που έφυγαν μπορεί να σας έβαζαν κάποιες φορές και… τρικλοποδιές;

«Ο Σαρτζετάκης είχε πει κάποτε πως “είμαστε έθνος ανάδελφο”. Στη Διαιτησία, δυστυχώς, δεν έχουμε μεταξύ μας τις σχέσεις που θα έπρεπε να έχουμε. Ο κ. Συμεωνίδης λέει συχνά πυκνά: «Βρείτε τα πρώτα μεταξύ σας και θα τα βρείτε και μαζί μας». Αλλά, δυστυχώς, κάποιοι ίσως να πιστεύουν πως θα προχωρήσουν ευκολότερα αν έχουν τη δική τους πολιτική. Είμαι 43 ετών. Δεν έχω πολλά να περιμένω ακόμη. Μου έλειπε μόνο ένας τελικός Κυπέλλου, τον οποίο έπαιξα πρόσφατα και γι’ αυτό μπήκα στο γήπεδο τόσο χαρούμενος».

 

-Πώς ένιωσες όταν άκουσες για πρώτη φορά να σου βρίζουν τη μάνα;

«Ως πιτσιρικάς έχω κάνει απίστευτα πράγματα… Έχω καβαλήσει στην εξέδρα κι έχω πλακώσει κόσμο… Θα σου πω πότε σταμάτησα να βγάζω επιθετικότητα: Όταν ξεκίνησα να παίζω μποξ. Ένιωθα πως έχω ένα πλεονέκτημα, το οποίο δεν έπρεπε να εκμεταλλευτώ σε καμία περίπτωση. Αλλά εν μέρει κάποιους τους κατανοώ. Τα ίδια έκανα κι εγώ στα 18 μου… Ξέρεις, το πιο εύκολο πράγμα για ένα διαιτητή είναι να κάνει λάθος. Ακόμη και τώρα που είμαστε τρεις, αν και οι τρεις κοιτάμε την… πόρνη την μπάλα, μπορεί να χάσουμε τη δράση και να τιμωρήσουμε την αντίδραση… Στο ματς Άρης – Ολυμπιακός, ο Χριστοδούλου είχε αμφιβολία για την τελευταία φάση και κατέφυγε στο μόνιτορ. Τον βοήθησε να πάρει τη σωστή απόφαση, αλλά έφαγε 2 αγωνιστικές, αφού δεν υπήρχε ανάλογος κανονισμός που να του το επιτρέπει».

 

-Εσύ τι θα έκανες στη θέση του;

«Θα προσπαθούσα να λύσω το πρόβλημα με τους άλλους δύο διαιτητές και αν δεν τα κατάφερνα, θα εμπιστευόμουν το ένστικτό μου. Πέρυσι στο ματς της κανονικής περιόδου στο ΣΕΦ, Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός, ο Μπατίστ έκανε ένα σουτ στην εκπνοή. Εγώ κοίταγα ψηλά μήπως του κάνει φάουλ Πρίντεζης και με το που έγινε το σουτ, έδειξα “τρεις πόντους”, ο Σπύρος Γκόντας όμως που ήταν στη σωστή θέση και είδε το πόδι του Μπατίστ να πατάει τη γραμμή έδειξε «δύο». Άμεσα πήγα στη γραμματεία και παρά την πίεση του πάγκου του Παναθηναϊκού, είπα “δύο κι έληξε”. Δε ζήτησα ούτε μόνιτορ, ούτε τίποτα, αφού δεν είχα τέτοιο δικαίωμα. Έπρεπε να εμπιστευτώ το συνάδελφό μου που ήταν στη σωστή θέση».

 

-Σου έγινε ποτέ πρόταση να παίξεις μεροληπτικά υπέρ κάποιας ομάδας;

«Την πρώτη μου χρονιά στην Α1 με είχε πάρει πρόεδρος ομάδας και μου είχε πει: “παίξε με να κερδίσω αύριο κι ό,τι θες”. Του απάντησα: “πρόεδρε, εμένα με λένε Σχινά και θα παίζω για τα επόμενα 20 χρόνια. Άμα αξίζεις να κερδίσεις, θα κερδίσεις. Δε θα σε βγάλω στη φόρα, αλλά μη σκεφτείς ποτέ να με ξαναπάρεις τηλέφωνο».

Για να σε πλησιάσει κάποιος, αφενός, πρέπει να ξέρει ότι… πλησιάζεσαι, αφετέρου να το έχει κάνει με κάποιον άλλον».

 

Έχεις φοβηθεί ποτέ;

«Με έχεις δει ποτέ φοβισμένο;»

 

-Όχι…

«Φεύγοντας από το Ελληνικό με έπιασε ο υπεύθυνος ασφαλείας του Παναθηναϊκού, Μιχάλης Γεωργαντής, και μου λέει: “Μεγάλε, προσωπικότητα σαν τη δική σου δεν έχει κανένας”… Μέσα στα αποδυτήρια, όμως, είχαμε κάνει μια συζήτηση με τον Μπαρτζώκα. Μας λέει: “Έχετε φοβηθεί με όσα έγιναν τον τελευταίο καιρό”. Του απαντάω: “Πιστεύεις ότι φοβάμαι;”. Μου λέει: “Δε λέω για σένα”. Και του λέω: “Κάνεις λάθος. Φοβήθηκα. Κι εσύ θα φοβόσουν. Άμα δεν μπορεί να κρατηθεί ο παράγοντας, ο προπονητής, ο παίκτης, ο δημοσιογράφος για να κάνει κάτι που δεν έχει λογική, σκέψου πώς μπορεί να αντιδράσει ένας ανεγκέφαλος…».

 

-Τι κάνει ένας διαιτητής άμα βλέπει τη μούρη του στο πρωτοσέλιδο και από κάτω τη λέξη WANTED;

«Πάει στην Αστυνομία και ζητάει προστασία. Υπάρχουν πολλοί διαιτητές που κάθε μία ώρα περνάει από το σπίτι τους περιπολικό… Κι όσο βαθαίνει η κρίση, όσο μας φταίνε όλοι οι άλλοι εκτός από εμάς, αυτό το πράγμα θα γίνεται χειρότερο. Το θέμα είναι τι κάνουν οι άνθρωποι του μπάσκετ για το άθλημα… Εγώ δε ζω από το μπάσκετ. Τα τελευταία χρόνια με έχει βοηθήσει οικονομικά, αλλά θα μπορούσα να ζήσω χωρίς αυτό. Όλοι αυτοί, όμως, που ζουν από το μπάσκετ, τι κάνουν; Και μη μου πεις ότι όλο αυτό που έγινε στον τελικό έγινε λόγω των δηλώσεων ενός παράγοντα, γιατί θα σου απαντήσω πως και από την άλλη πλευρά οι οπαδοί φορούσαν μπλουζάκια με ένα κατάπτυστο σύνθημα, τα οποία κάποιος ενδεχομένως να είχε πριμοδοτήσει για να γίνουν.. Όπως, φυσικά, και από την άλλη πλευρά μπήκαν μέσα δεκάδες φωτοβολίδες που θα μπορούσαν να είχαν σκοτώσει ανθρώπους».

 

«Άει σιχτίρ» έχεις πει ποτέ;

«Πολλές φορές… Τρεις φορές τουλάχιστον έφτασα στο παρά ένα να σταματήσω. Ένιωθα ότι αδικούμαι. Και φέτος, έπειτα από τόσους τελικούς, έχω παίξει 5 ευρωπαϊκά ματς και, μάλιστα, κάτι γυναικεία κ.λπ. Βλέπω μια αντιμετώπιση περίεργη που δε με ικανοποιεί. Στο παρελθόν δε, είχα ακόμη χειρότερη αντιμετώπιση… Θα σταματούσα, αν δεν ήθελα τόσο να μη δώσω την ικανοποίηση σε κάποιον να πει “τέλειωσα τον Σχινά”».

 

-Η διαιτησία σε βοήθησε στη δικηγορία ή το αντίθετο έγινε;

«Φυσικά… Η δουλειά μου είναι να βρίσκω και να αποδίδω το δίκαιο. Και π.χ. τώρα, δεδομένων των συνθηκών, ίσως δικαιολογούσα έναν αθλητή να πει μια κουβέντα παραπάνω την ώρα του ματς…».

 

-Θα ήθελες οι γιοι σου να γίνουν διαιτητές

 «Θέλω να ασχοληθούν με τον αθλητισμό, γιατί πιστεύω ότι είναι ό,τι καλύτερο… Δεν έχω βλέψεις να τους κάνω διαιτητές. Όταν ήμουν νέος, έπαιζα μπάσκετ μέχρι τα μεσάνυχτα. Και με βοήθησε να ξεφύγω από άλλα πράγματα».

 

-Ποιος ήταν ο καλύτερος διαιτητής για σένα;

«Σε ανάστημα και κορμοστασιά για μένα κορυφή ήταν ο Πιτσίλκας. Σε μπασκετική ευφυΐα ο Βορεάδης. Αλλά υπάρχουν πολλοί μεγάλοι διαιτητές».

 

-Τι μήνυμα θες να στείλεις στον κόσμο που θα διαβάσει τη συνέντευξή σου; Από τους οικογενειάρχες μέχρι τους χουλιγκάνους

«Ότι είμαστε άνθρωπο και πως δεν υπάρχει περίπτωση να μην κάνουμε λάθη. Όμως, όχι με δόλο και σκοπιμότητα. Τα λεφτά που υπάρχουν πια στο μπάσκετ είναι τόσο λίγα, που κανείς δε θα βάλει το κεφάλι του στον ντορβά για να στήσει ένα ματς. Έχετέ μας εμπιστοσύνη και αγαπήστε το μπάσκετ σαν άθλημα, όχι μόνο την ομάδα σας. Κάνετε κριτική, αλλά όχι με προκατάληψη. Η κριτική βοηθάει να γίνεις καλύτερος, η κακοπιστία δε βοηθάει πουθενά».

 

-Αναδημοσίευση από το περιοδικό «ALL STAR”