Από Amen.gr συνέντευξη στον Νίκο Παπαχρήστου :
Ν.Π.: Σεβασμιώτατε, τι είναι αυτό που χαρακτηρίζει την εκλογή του νέου Πάπα ;
Μητροπολίτης Μεσσηνίας:Το σύντομο χρονικό διάστημα της εκλογής, σε πέντε εκλογικές αναμετρήσεις, η καταγωγή του νέου Πάπα, η εκκλησιαστική του ιδιότητα και πνευματική του προέλευση και τα ιδιαίτερα ποιμαντικά ενδιαφέροντα αλλά και το όνομα, το οποίο επέλεξε. Όλα αυτά διεκδικούν μίαν πρωτιά ή μίαν πρωτοτυπία(!!!). Δεν είναι ο διπλωμάτης ή ο αναγνωρισμένος θεολόγος, αλλά ο επίσκοπος με έναν έντονο κοινωνικό “ακτιβισμό”, γεγονός το οποίο δίνει μία άλλη εικόνα για τον ρόλο που επιλέγει η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία να διαδραματίσει στην ανθρώπινη κοινωνία. Επιλέγει να φτιάξει ένα νέο κοινωνικό μοντέλο διαχείρισης των προβλημάτων του σύγχρονου ανθρώπου, τα οποία ταλανίζουν τους πιστούς όχι μόνο της Ευρώπης αλλά ολόκληρου του κόσμου, κυρίως δε του χώρου της Λατινικής Αμερικής, όπου ο νέος Ποντίφικας τόσο εκ καταγωγής, όσο και από άποψη ποιμαντικής δράσης, γνωρίζει ίσως καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον Ευρωπαίο ή Αμερικανό επίσκοπο, πως πρέπει να τα αντιμετωπίσει αλλά και με ποια ευαισθησία θα πρέπει να τα διαχειριστεί. Αυτό άλλωστε διεκδικεί και με την επιλογή του ονόματος “Φραγκίσκος”, του πρώτου Ρωμαίου Ποντίφικα με το όνομα αυτό, που σηματοδοτεί τον φτωχούλη του Θεού (Il povero di Dio), τονίζοντας με τον τρόπο αυτό το ενδιαφέρον του για την φτώχεια, την αγνότητα, την επιδίωξη της ταπείνωσης και την εφαρμογή της φιλανθρωπίας, ενώ όλα αυτά συνδυάζοντάς τα και με τις αρχές του πνευματικού του περιβάλλοντος, από όπου εμπνεύστηκε και εντάχθηκε στο “τάγμα των Ιησουϊτών” – άλλη μια πρωτιά – τις αρχές δηλαδή της ιεραποστολής και της εκπαίδευσης, της απόρριψης του ευσεβισμού και του ηθικού πουριτανισμού, της υιοθέτησης της αυστηρότητας και της συστηματικότητας και της εμμονής στην παράδοση και τη πίστη. Όλα αυτά μαζί παρουσιάζουν ένα νέο πρόσωπο στον παπικό θρόνο, όπου συνδυάζονται πολυσήμαντα χαρίσματα και δεδομένα και τα οποία του δίνουν και μία άλλη δυναμική στον ρωμαιοκαθολικό κόσμο, περισσότερο ποιμαντική και διακονική και λιγότερο διοικητική και εξουσιαστική.
Ο νέος Πάπας Φραγκίσκος ο Α΄ καλείται τόσο γεωγραφικά όσο και ποιμαντικά να προβάλλει ένα νέο μοντέλο επανευαγγελισμού των Ρωμαιοκαθολικών πιστών, προκειμένου να επιτύχει την ενότητα του εκκλησιαστικού σώματος, να αποκαταστήσει το τρωθέν κύρος του κλήρου και της εικόνας της εκκλησιαστικής διοίκησης και να δώσει μία νέα εικόνα, περισσότερο κοινωνική, ανθρώπινη και με ενδιαφέρον ουσιαστικό για τα προβλήματα, τα οποία δοκιμάζουν τις ανθρώπινες κοινωνίες και τις διανθρώπινες σχέσεις και μάλιστα σε επίπεδο επιβίωσης και συμβίωσης.
Ν.Π.: Πιστεύετε ότι η επιλογή ενός Πάπα από τον χώρο της Λατινικής Αμερικής προοιωνίζει και ένα νέο προσανατολισμό της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ως προς τους επιδιωκόμενους στόχους και σκοπούς δράσης της;
Μητροπολίτης Μεσσηνίας: Εάν σκεφτούμε τι σήμανε για την Κεντρικο-Ανατολική Ευρώπη η εκλογή του Πολωνού Πάπα Ιωάννη-Παύλου του Β , νομίζω ότι μπορούμε να καταλάβουμε τι μπορεί να συνεπάγεται η εκλογή ενός λατινοαμερικανού Πάπα. Τηρουμένου πάντοτε των αναλογιών η Αγία Έδρα αποκτά έναν άλλον τρόπο στο χώρο της Λατινικής Αμερικής και καλείται να διαδραματίσει έναν άλλον ρόλο, σε χώρες όπου τα πρωτεύοντα προβλήματα είναι η κοινωνική ανισότητα, η ανεργία, η διατάραξη της κοινωνικής συνοχής, η φτώχεια, η πολιτική αναταραχή, η δοκιμασία του λαού κ. α.
Γι’ αυτό και είπα προηγουμένως ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, με την εκλογή του νέου Ποντίφικα καλείται σε έναν επαναπροσδιορισμό των στόχων και των δομών δράσης της με σκοπό την ανάπτυξη και την δημιουργία ενός νέου μοντέλου επανευαγγελισμού του κόσμου, όχι τόσο κρατιστικού όσο κοινωνικού. Μέσα από μία εσωστρεφή κίνηση δράσεων και πρωτοβουλιών θα πρέπει να εμφανίσει την εξωστρέφεια της στον κόσμο και την κοινωνία, δημιουργώντας έτσι μία άλλη συνείδηση στο εκκλησιαστικό σώμα, για το ρόλο της Εκκλησίας μέσα στις ανθρώπινες κοινωνίες, η πρέπει να είναι περισσότερο διακονική και ποιμαντική και λιγότερο κρατική και εξουσιαστική.
Ν.Π.: Πιστεύετε ότι η εκλογή του νέου Ποντίφικα θα σημάνει και αλλαγές στις σχέσεις μεταξύ των Ορθοδόξων και των Ρωμαιοκαθολικών σε επίπεδο θεολογικού διαλόγου ή και σε άλλες μορφές συνεργασίας;
Μητροπολίτης Μεσσηνίας: Θέλω να πιστεύω ότι για μεν τον διμερή θεολογικό διάλογο τα πράγματα θα συνεχίσουν ως έχουν, όταν μάλιστα ο διάλογος αυτός έχει φθάσει σε ένα κομβικό σημείο, τον τρόπο δηλαδή κατανόησης, λειτουργίας και εφαρμογής του πρωτείου του επισκόπου Ρώμης στα πλαίσια της εκκλησιαστικότητας. Θα αποτελούσε ευχής έργον εάν ο νέος Πάπας προσπαθούσε να αποδείξει ότι το πρωτείο του επισκόπου Ρώμης, είναι δυνατόν να λειτουργήσει ως πρωτείο ενότητας στα πλαίσια της Εκκλησίας, όταν εκδηλώνεται κυρίως ως πρωτείο διακονίας, μαρτυρίας, ευθύνης και τιμής και όχι εξουσίας. Αυτό όμως πρέπει να ξεκινήσει από την κατανόηση της λειτουργίας του πρωτείου του, ως επισκόπου Ρώμης, στο ίδιο το εσωτερικό της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας πρώτιστα και ύστερα να φανερωθεί και προς τα έξω. Ένα από τα στοιχεία τελικά που θα πρέπει να σηματοδοτήσει την εκκλησιαστική πορεία και διακονία του νέου Ποντίφικα είναι εάν θα μπορέσει την εσωτερική αλλαγή στη συνείδηση του εκκλησιαστικού σώματος να την φανερώσει ως μία διαδικασία εξωστρέφειας και προς τους άλλους και αυτό γίνεται μόνο όταν η ίδια η εκκλησιαστική συνείδηση καλλιεργηθεί ως μία αλλαγή μέσα από την συμμετοχική σχέση και διαδικασία.
Το δεύτερο στοιχείο είναι η ελπίδα για την ανάπτυξη μιας άλλης μορφής διαλόγου μεταξύ των διαφόρων Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών, από τον οποίον θα αναδειχθούν οι θεολογικές και ανθρωπολογικές συντεταγμένες προκειμένου οι Εκκλησίες και οι Ομολογίες να συμβάλλουν ουσιαστικά στη διαμόρφωση μιας κοινής συνείδησης αντιμετώπισης και επίλυσης διαφόρων κοινωνικών προβλημάτων, ώστε να νοηματοδοτήσουν μέσα από αυτόν το σεβασμό στο ανθρώπινο πρόσωπο, στη ζωή, στις κοινωνικές και διανθρώπινες σχέσεις. Την ανάπτυξη δηλαδή μιας άλλης μορφής εκκλησιαστικού διαλόγου, όπου θα αναδειχθεί η κοινωνική διδασκαλία του Ευαγγελίου και των Πατέρων της Εκκλησίας, ως αφετηρίες και βάσεις για την επίλυση των διαφόρων προβλημάτων της ανθρώπινης κοινωνίας, όχι με το πνεύμα μιας οργάνωσης δομών που είναι ξένες στη δομή των Εκκλησιών αλλά ως συνεπαγωγή και αποτέλεσμα δράσης, η οποία στηρίζεται στο γεγονός της πίστης, ως γεγονός κοινωνίας και σχέσης υπαρξιακής για τον συνάνθρωπο.
Αυτό όμως απαιτεί πολύ αγώνα κατανόησης και δράσης.