Ο SENIOR DESIGN ARCHITECT ΤΩΝ HENNING LARSEN ARCHITECTS ΣΤΟ «ΘΑΡΡΟΣ»
«Διάλεξε σοφά τι θες να γίνεις, και δε θα χρειαστεί να δουλέψεις ούτε μια μέρα στη ζωή σου»
Της Βίκυς Βετουλάκη
«Ο senior design architect των Henning Larsen Architects, με έδρα την Κοπεγχάγη, ξέρει να ελίσσεται μεταξύ τοπικού και παγκόσμιου: από τις πέτρες των μανιάτικων πύργων έως τα κτήρια από γυαλί της Siemens στο Μόναχο. Πόσους Έλληνες σαν αυτόν γνωρίζεις;».
Έτσι αρχίζει το κείμενο της Τζίνας Σωτηροπούλου στην τελευταία έκδοση του περιοδικού Soul για τον Καλαματιανό Κώστα Πουλόπουλο, ο οποίος διαπρέπει στο εξωτερικό τα τελευταία χρόνια, έχοντας αποσπάσει διεθνή βραβεία και διαγράφοντας μια αξιοζήλευτη πορεία.
Μόλις 34 ετών, γιος του γιατρού Τάσου Πουλόπουλου, προέδρου της Ιατρικής Εταιρείας Μεσσηνίας και της δικηγόρου Ευσταθίας Πουλοπούλου, επιστρέφοντας πριν από 3,5 χρόνια από μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιαπωνία έμεινε για ένα εξάμηνο στην Ελλάδα, αλλά γρήγορα «μυρίστηκε» ότι το κλίμα στη χώρα μας αρχίζει να βαραίνει. Τότε, πήρε τη μεγάλη απόφαση και έφυγε για τις σκανδιναβικές χώρες.
Έχοντας σπουδάσει Αρχιτεκτονική στο ΕΜΠ, έκανε τη διπλωματική του εργασία με τον Τάσση Παπαϊωάννου και τον Τάσο Μπίρη. Έργο του εκτέθηκε στην έκθεση Made in Greece στο Harvard Graduate School of Design, καθώς και στο Museum Natural History of Boston, ως ένα από τα 16 έργα νέων Ελλήνων δημιουργών που συζητούν το μέλλον της ελληνικής αρχιτεκτονικής στο παρόν οικονομικό και κοινωνικό τοπίο.
Από τα έργα που ξεχωρίζουν, τα κεντρικά γραφεία της Siemens στο Μόναχο, ενώ με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένονται το υπόσκαφο ξενοδοχείο στη βορειοανατολική Πελοπόννησο.
«Διάλεξε σοφά τι θες να γίνεις»
Αποσπώντας λίγο από τον πολύτιμο χρόνο του στη Δανία, του ζητήσαμε να μας πει πώς νιώθει μακριά από την Καλαμάτα και τι έχει να πει σε νέους ανθρώπους «που βουλιάζουν» στην κρίση της Ελλάδας:
«Φυσικά και μου λείπει ο τόπος μου, η οικογένειά μου, οι φίλοι. Και παρότι η Κοπεγχάγη όπου ζω δεν είναι καμιά μεγαλούπολη, μου λείπει το ότι στην Καλαμάτα η φύση είναι κυριολεκτικά παντού γύρω μας, και μας αγκαλιάζει.
Επειδή, όμως, λείπω αρκετά χρόνια, θα έλεγα ότι έχω συνηθίσει κι ότι έχω εκτιμήσει πάρα πολύ το ανθρωπογενές περιβάλλον, τους θεσμούς και το επίπεδο της δημοκρατίας στη Δανία. Πλέον οι δεσμοί μου με τη Δανία είναι αίματος, έχουμε με τη Johanne μια Ελληνοδανέζα κόρη, τη Μάρθα. Κι αυτός ο δεσμός απαλύνει κατά κάποιον τρόπο τη νοσταλγία. Δεν την εξαφανίζει όμως!
Στους νέους, μπορώ μόνο να πω ότι έχει τη μεγαλύτερη αξία να ψάξουν και να βρουν αυτό που αγαπούν και να το εξασκήσουν με πάθος. Ο Κομφούκιος είπε: “Διάλεξε σοφά τι θες να γίνεις, και δε θα χρειαστεί να δουλέψεις ούτε μια μέρα στη ζωή σου”. Πραγματικά, πώς να το έλεγα καλύτερα! Οι καιροί είναι δύσκολοι, και ίσως δεν είμαι ο κατάλληλος να μιλάει γι’ αυτούς “έξω από το χορό”. Ξέρω, όμως, καλά ότι η προσπάθεια και η καλοσύνη εκτιμώνται παντού, και ο κόσμος είναι ανοιχτός για τον οποιοδήποτε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του».
Από τον Barragan έως τον Βαλσαμάκη
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η συνέντευξη που παραχώρησε πριν από λίγο καιρό και στο περιοδικό Soul:
Δυναμικά περιβάλλοντα που αναδύονται μέσα από εμβληματικές γεωμετρικές χαράξεις, αφηγηματικά τοπία που συνδυάζουν την πολυπολιτισμικότητα με τον κριτικό τοπικισμό, κοινωνική ευαισθησία που συνομιλεί με μια νέα αρχιτεκτονική πραγματικότητα που βασίζεται στην έμπνευση, είναι μόνο μερικά από τα στοιχεία εκείνα που συνθέτουν το έργο του Κώστα Πουλόπουλου. Γεννημένος το 1978, με σπουδές Αρχιτεκτονικής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο, στο Εργαστήριο Αρχιτεκτονικής του Chiba Manabu, σήμερα εργάζεται ως senior design architect στους Henning Larsen Architects στην Κοπεγχάγη, ένα γραφείο με διεθνή εμβέλεια, όπου ο ρόλος του στην ανάπτυξη προτάσεων για αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς τού έχει χαρίσει πολλά πρώτα βραβεία. Το έργο του “CultureScapes”, σε συνεργασία με τους HLA, εκτέθηκε πρόσφατα στην έκθεση Made in Greece, στο Χάρβαρντ και στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στη Βοστόνη, ενώ το προσωπικό του πρότζεκτ “Dunes/Caves” δημοσιεύτηκε ως δεύτερο βραβείο στο κυπριακό περίπτερο στην Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας το 2008.
Είσαι ο επίτιμος προσκεκλημένος και ένας από τους κεντρικούς ομιλητές στο συνέδριο ΕΣΩ, που θα λάβει μέρος στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Εκεί θα μιλήσεις για τους «Τρίτους Χώρους», έννοια που εισήγαγε ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Ray Oldenburg. Τους ενδιάμεσους εκείνους χώρους αληθινής κοινωνικοποίησης, τους χώρους συνάθροισης και ανταλλαγής ιδεών, από τις μπιραρίες και τα καφέ μέχρι τα ταχυδρομεία και τις λαϊκές αγορές, τους άτυπους δημόσιους χώρους συγκέντρωσης και ουσιαστικής συμμετοχής στα κοινά. Με ποιον τρόπο η δική σου αρχιτεκτονική προσεγγίζει αυτούς τους «τρίτους χώρους», που στέκονται μεταξύ σπιτιού και δουλειάς;
Προσπαθώ να θυμηθώ τύπους χώρων όπου οι άνθρωποι νιώθουν άνετα μεταξύ τους και να τους ερμηνεύσω αναλόγως. Κοινό χαρακτηριστικό αυτών των «τρίτων» χώρων είναι ότι δεν υπάρχει κεντρικός αφηγητής, αλλά η αφήγηση είναι προϊόν ενός άτυπου συντονισμού των ανθρώπων που περιστασιακά συναντιούνται εκεί. Σταθερή αναφορά μου είναι το αίθριο της Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ, ένας χώρος όπου, μεταξύ μελέτης και τεμπελιάς, προκαλεί τους φοιτητές να συζητήσουν χαλαρά περί ανέμων και υδάτων, αλλά και για τις εργασίες τους. Πολλές λύσεις και ιδέες που αξίζουν τον κόπο γεννιούνται έτσι.
Αθήνα – Τόκιο και τώρα Κοπεγχάγη. Έχεις εργαστεί σε μεγάλα αρχιτεκτονικά γραφεία, συνδυάζοντας τη χωρική αϋλότητα και τη γιαπωνέζικη εμμονή στη λεπτομέρεια του Kengo Kuma με το σκανδιναβικό ντιζάιν και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα των Henning & Larsen. Πώς θα χαρακτήριζες τη δική σου αρχιτεκτονική; Υπάρχουν εμφανή ίχνη της μεσογειακής κουλτούρας ή η σύγχρονη αρχιτεκτονική ακολουθεί τους κανόνες της παγκοσμιοποίησης;
Σίγουρα υπάρχουν, για παράδειγμα, στο “CultlureScapes”, ή στις «3 κατοικίες στη Μάνη». Η δική μου οπτική είναι να συνδυάζω όσο πιο καθαρά μπορώ στοιχεία από όποια κουλτούρα είναι σχετική με το αρχιτεκτονικό πρόβλημα που αντιμετωπίζω. Προφανώς η τοπική κουλτούρα βρίσκει τρόπο και υπερισχύει κάθε φορά, αλλά ο εμπλουτισμός ή η θέασή της από μια άλλη οπτική γωνία είναι ένα από τα τεράστια κέρδη της παγκοσμιοποίησης. Δε με τρομάζει η παγκοσμιοποίηση, όταν τα συνθετικά συστατικά είναι εμφανή: η διαφορά μεταξύ μιας σούπας πριν και μετά το μπλέντερ. Εγώ την προτιμώ πριν από το μπλέντερ.
Υπάρχει κάποιος αρχιτέκτονας από το παρελθόν ή από το παρόν που εκτιμάς ιδιαίτερα;
Πολλοί! Ο Barragan, για την εκπληκτική του καλλιτεχνική άνεση, ο Tabao Ando, στα πρώτα του έργα, για την αυστηρότητα και την ατμόσφαιρα, ο Renzo Piano για τη φινέτσα τόσο των συνθέσεων όσο και της κατασκευής τους, οι ΒIG, γιατί είναι ατρόμητοι, ο Koolhaas, γιατί έκανε άνω – κάτω τον κόσμο με τις λέξεις. Ο Niemeyer, ο Kenzo Tange κι όλοι οι μεταβολιστές, σε μια έσχατη πράξη συλλογικής αρχιτεκτονικής σκέψης στον 20ό αιώνα… Ο Βαλσαμάκης, κάθε φορά που περνάω απ’ έξω από τη βίλα Καρέλια στην Καλαμάτα. Και πάνω από όλα, τα έργα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα κι αλλού, για την αιώνια φρεσκάδα κι ευφυΐα τους στην οργάνωση της φτωχής ύλης σε μεγαλειώδες περιεχόμενο.
Είσαι senior designer των Henning Larsen Αrchitects, ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά αρχιτεκτονικά γραφεία, αποσπώντας πολλά πρώτα βραβεία σε διεθνείς αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς, όπως η Σχολή Αρχιτεκτονικής του Aalborg, τα Κεντρικά Γραφεία της Φαρμακευτικής Novo Nordisk και της Τράπεζας Nordea στην Κοπεγχάγη και πρόσφατα της Siemens στο Μόναχο. Πώς είναι, από τη μία, να σχεδιάζεις κτήρια μεγάλης κλίμακας και, από την άλλη, να εστιάζεις στη μικρή κλίμακα με προσωπικά πρότζεκτ, όπως η εξαιρετικά ευφυής αναδιπλούμενη βιβλιοθήκη Χ FOLD;
Ευχαριστώ για το «ευφυής»! Ο ΔΡΟΜΕΑΣ δεν το είδε έτσι… Τα μικρά έργα είναι σαν ασκήσεις πάνω σε μια ιδέα. Συχνά η μικρή ιδέα βρίσκει το δρόμο της σε «κανονικά» κτήρια ή περιμένει την ευκαιρία για να εκδηλωθεί σε λανθάνουσα μορφή. Νομίζω ότι δεν πρέπει οι ιδέες να μένουν κλειδωμένες σε συρτάρια. Επίσης, ένα μικρό πρότζεκτ είναι και λίγο σαν ψυχοθεραπεία: είναι πολύ ξεκουραστικό να αποστασιοποιείται κανείς από το καθημερινό βάρος του να λύνει προβλήματα και να συναντά βέλτιστες απαντήσεις σε κάθε θέμα και να κυνηγά μοναχά μια ατόφια ιδέα.
Ζώντας τα τελευταία χρόνια στη Δανία, θα μπορούσες να μας δώσεις ένα σύντομο μάστερ πλαν, μια σειρά πολεοδομικών ή αρχιτεκτονικών παρεμβάσεων για να προσεγγίσει η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη την Κοπεγχάγη και να καταφέρουμε να γίνουμε, επιτέλους, «Δανία του Νότου»;
Δεν ξέρω αν πρέπει να γίνουμε σαν κάποιον άλλον. Μάλλον να βρούμε τον εαυτό μας, να εκφράσουμε τη δική μας κοσμοθεωρία για τον αστικό χώρο. Πρέπει να αρχίσουμε από την πόλη και από το συνάνθρωπό μας. Σίγουρα, πάντως, θα βοηθούσε πολύ ένα μαζικό πρόγραμμα δημοσίων κτηρίων (σχολεία, υπουργεία, αθλητικά κέντρα, κοινοτικά κτήρια, παιδικοί σταθμοί κ.λπ.), όπου κι έχουμε τρομακτική έλλειψη. Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα προϋπόθετε μια ενδελεχή συζήτηση για το περιεχόμενο και τη χωροθέτηση των δημοσίων κτηρίων και των χώρων που τα περιβάλλει. Χαζές ερωτήσεις του τύπου «πού και πώς τρώμε μεσημεριανό στο εργασιακό περιβάλλον;» μπορούν να οδηγήσουν σε πολύ διαφορετικές αρχιτεκτονικές, άρα και κοινωνικές, πραγματικότητες.
Τι μουσική ακούς σχεδιάζοντας και τι βιβλία ξεφυλλίζεις;
Τελευταία ακούω συνέχεια Ennio Morricone, φοβερή ελευθερία στη συγκρότηση του ήχου του! Διαβάζω όσο πιο προσεκτικά μπορώ βιβλία που θέλουν να αποκαλύψουν κάτι για τον τρόπο που λειτουργούμε σαν άνθρωποι. Για παράδειγμα, «Imagine» του Jonah Lehrer, «HERD» του Mark Earls. Επίσης, από πέρυσι έχω αναπτύξει πάθος για τον Καραγάτση.
Για ποιον θα ήθελες να σχεδιάσεις κάτι;
Θα ήθελα να μπορούσα να πάρω μέρος σε ένα μαζικό πρόγραμμα ανοικοδόμησης της χώρας μας. Λέω μαζικό, γιατί πιστεύω στο συμβολισμό που αυτό ενέχει: πρέπει να μπορέσουμε να συντονιστούμε σε ένα ισχυρό κύμα που θέλει να τακτοποιήσει τη χώρα, τις πόλεις, τους δρόμους, τα αφρόντιστα δάση, τις χωματερές, τα καταρρέοντα νεοκλασικά, τα πληγωμένα τοπία. Πρέπει κάπως να εμπνεύσουμε ο ένας τον άλλον να διορθώνουμε κάτι σε κάθε δοθείσα ευκαιρία. Και οι σχεδιαστές κάθε είδους έχουν τεράστια ευθύνη στο να εμπνεύσουν τους γύρω τους: με το να διορθώνουν συστηματικά ό,τι τους φαίνεται στραβό.