Μία ακόμη νύχτα ετοιμάζονταν να περάσουν χθες στα χωράφια οι πατατοπαραγωγοί της Μεσσήνης και του Μπουρνιά στην Καλαμάτα. Οι χαμηλές θερμοκρασίες των τελευταίων ημερών τούς κρατούν σε επιφυλακή, τουλάχιστον εκείνους που φύτεψαν πολύ πρώιμα, δηλαδή γύρω στα τέλη Νοεμβρίου. Τα φυτά τους έχουν ήδη φυτρώσει, οπότε είναι εκτεθειμένα στον παγετό. Μιλάμε για το 30% περίπου των πατατοπαραγωγών, καθώς οι υπόλοιποι φύτεψαν αργότερα και τα δικά τους δεν έχουν ακόμη βγει.
«Από ξημερώματα Κυριακής, ανήμερα των Φώτων, είμαστε σε επιφυλακή για αντιπαγετική προστασία» μας είπε χθες ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Μεσσήνης, Γιάννης Μπλάνας. «Και απόψε ετοιμαζόμαστε για το ίδιο. Αυτή τη στιγμή είναι απόγευμα και ήδη η θερμοκρασία έχει πέσει στους 5 βαθμούς».
Σε οριακό σημείο
Από την πλευρά του Αγροτικού Συνεταιρισμού Καλαμάτας, ο αντιπρόεδρος Πέτρος Βλαχογεωργακόπουλος παρατήρησε: «Φτάσαμε σε οριακό σημείο, αλλά ευτυχώς μέχρι τώρα δεν είχαμε ζημιές. Η θερμοκρασία τη νύχτα έπεσε μέχρι μισό βαθμό κάτω από το μηδέν. Από αύριο λένε θα γυρίσει νοτιάς, οπότε θα ηρεμήσουμε προς το παρόν…».
Και οι δύο εκπρόσωποι των συνεταιρισμών κάνουν λόγο για ιδιαίτερα σκληρή δουλειά, με πολύ κόπο, ξενύχτια και αυξημένα έξοδα καλλιέργειας, λόγω των συστημάτων αντιπαγετικής προστασίας (αφού φυτεύουν μέσα στο καταχείμωνο, ώστε να έχουν πρώιμη παραγωγή και να πετύχουν καλύτερες τιμές), των εφοδίων, λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων κ.λπ.
Πάντως, η καλλιέργεια, όπως σημειώνει ο κ. Μπλάνας, στη Μεσσήνη δεν έχει μειωθεί. «Ίσως μάλιστα να υπάρχει και μια μικρή αύξηση σε ποσοστό 10%. Όσοι έβαζαν πατάτα, απ’ όσους ξέρω, έβαλαν και φέτος, ίσως και λίγη παραπάνω. Το θέμα είναι να πάμε καλά χωρίς ζημιές και να έχουμε ικανοποιητική τιμή. Ξέρουμε ότι τα πράγματα οικονομικά είναι δύσκολα για όλους, δε λέμε να ακριβύνει τόσο η πατάτα ώστε να μην μπορεί ο κόσμος να την αγοράσει, αλλά να έχουμε μια αξιοπρεπή τιμή» πρόσθεσε ο κ. Μπλάνας, ενώ αναφέρθηκε και στο σοβαρό πρόβλημα που δημιουργούν για τους ντόπιους παραγωγούς οι εισαγωγές πατάτας, την εποχή μάλιστα που βγαίνει στην αγορά το δικό τους προϊόν.
Της Μαρίας Νίκα