Στο πλαίσιο της προσπάθειας διατήρησης και προστασίας ενός ιδιαίτερου είδους της φυσικής κληρονομιάς που έχει ταυτιστεί εδώ και αιώνες με την περιοχή, το Ψηφιακό Ινστιτούτο Πολιτισμού Μεσσηνίας απέστειλε αίτηση-αίτημα προς το WWF Ελλάς για τη μελέτη δημιουργίας ενημερωτικού περιπτέρου (info kiosk) σχετικά με τη θετική σημασία διατήρησης και προστασίας του τσακαλιού στην περιοχή της Νότιας Μεσσηνίας.
Ειδικότερα, βάσει της αίτησης τονίζεται το γεγονός ότι το WWF έχετε εντάξει το τσακάλι στον κατάλογο που αφορά στα απειλούμενα είδη και παράλληλα έχει συμμετάσχει στη διατύπωση δράσεων πολιτικής για την προστασία του είδους. Έτσι, ζητείται να μελετηθεί η δυνατότητα δημιουργίας ενημερωτικού περιπτέρου (info kiosk) από το WWF στον οικισμό των Κάτω Αμπελοκήπων του Νομού Μεσσηνίας σχετικά με τη σημασία διατήρησης και προστασίας του είδους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο οικισμός βρίσκεται στο μέσο του γεωγραφικού θύλακα χαμηλού και μέσου υψομέτρου της νότιας Μεσσηνίας που εντοπίζεται το τσακάλι, ενώ παρουσιάζει την πιο ομοιόμορφη και συνεκτική κατανομή πληθυσμών, σε αντίθεση με άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, όπου υπάρχουν μικρές, διάσπαρτες απομονωμένες ομάδες ζώων. Παράλληλα, ο πληθυσμός του, στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή των Κάτω Αμπελοκήπων, δείχνει σαφείς αυξητικές τάσεις, ενώ η γεωγραφική του κατανομή έχει διευρυνθεί σημαντικά. Ωστόσο, στις αρχές της δεκαετίας του 2000 είχε σχεδόν εξαφανισθεί από την περιοχή, ενώ μια δεκαετία αργότερα ο πληθυσμός άρχισε σταδιακά και αργά να ανακάμπτει. Στη συνέχεια, τα τελευταία έτη, σταδιακά, οι ομάδες πληθυσμού επανέκαμψαν σημαντικά και άρχισε και πάλι να υπάρχει πληθώρα ακουσμάτων και οπτική παρουσία τους, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο πληθυσμός θα μπορούσε να υπολογιστεί πλέον με ασφάλεια σε αρκετές δεκάδες. Έτσι, στην περιοχή οι ομάδες εντοπίζονται κατά μήκος της κοιλάδας του Μηναγιώτικου ρέματος, που λειτουργεί ως καταφύγιο για τα ζώα, εφόσον διατηρεί υγρόφιλη βλάστηση. Παράλληλα, η περιοχή αποτελεί ένα μωσαϊκό μικρών καλλιεργειών, μεσογειακού θαμνώνα και υγρότοπων με πυκνές συστάδες βλάστησης που ευνοούν την παρουσία του.
Επίσης, το τσακάλι έχει ταυτιστεί με τη φυσική κληρονομιά της περιοχής εδώ και αιώνες, ενώ χαρακτηριστική είναι η αναφορά της Γαλλικής Επιστημονικής Αποστολής του Μοριά κατά το έτος 1829 στο χρυσό τσακάλι της νότιας Πελοποννήσου. Μεταξύ άλλων, στο πόρισμα των εργασιών της αναφέρει ενδεικτικά ότι: “Αν και το τσακάλι είναι εξαιρετικά κοινό στον Μοριά, είναι πολύ δύσκολο να το συναντήσει κανείς. Κυνηγά τη νύχτα σε αγέλες που αποτελούνται από ένα μεγάλο αριθμό ζώων, και δηλώνει την παρουσία του από μακριά με τρομακτικά ουρλιαχτά. Τα ουρλιαχτά τους, που μοιάζουν με κλάματα παιδιού που υποφέρει, τα ακούει συχνά ο ταξιδιώτης σαν να είναι κάπου πολύ κοντά, χωρίς ωστόσο να μπορεί να διακρίνει την αγέλη, πόσω μάλλον να την πλησιάσει. Στον παραμικρό κίνδυνο το τσακάλι φεύγει αθόρυβα. […] Μια νύχτα, όλα τα μέλη της Αποστολής ξύπνησαν από τόσο άγρια ουρλιαχτά και, μολονότι είχαν ήδη συνηθίσει τα ουρλιαχτά του τσακαλιού, βγήκαν όλοι αμέσως έξω. Η αγέλη όμως εξαφανίστηκε γρήγορα, και κανείς δεν μπόρεσε να δει ούτε ένα τσακάλι. Οι Έλληνες συνηθίζουν να χρησιμοποιούν το τομάρι του Τσακαλιού για γούνες”.
Βάσει όλων αυτών των σημαντικών δεδομένων, το Ινστιτούτο Πολιτισμού Μεσσηνίας θεωρεί ότι η δημιουργία ενός ενημερωτικού περιπτέρου (info kiosk) για τη σημασία αυτού του απειλούμενου είδους θα βοηθούσε σημαντικά, ώστε κάτοικοι και επισκέπτες να ενημερωθούν και να κατανοήσουν ουσιαστικά και πληρέστερα για τη θετική σημασία του είδους για το ευαίσθητο και σπάνιο οικοσύστημα της περιοχής, δημιουργώντας έτσι ένα νέο σαφώς βελτιωμένο ανθρωπογενές πλέγμα συνθηκών διατήρησης και προστασίας του είδους.
Τέλος, η δημιουργία του ενημερωτικού περιπτέρου στον πυρήνα του γεωγραφικού θύλακα παρουσίας του είδους, θα μπορούσε να αποτελέσει, παράλληλα, το χώρο όπου οι επισκέπτες θα μπορούν να έχουν την ευκαιρία να ακούσουν τους σπάνιους ήχους των τσακαλιών, συνήθως κατά το σούρουπο.