Διπλά και τριπλά πρέπει να ξανασκεφτούν οι ιδιοκτήτες διατηρητέων κτηρίων της Μεσσηνίας τα μέτρα προστασίας που έχουν λάβει για αυτά, μετά την απόφαση που εξέδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Σύμφωνα με αυτή, το Δημόσιο και οι Δήμοι απαλλάσσονται από αστικές αποζημιώσεις και ο λογαριασμός για τραυματισμό τρίτων από καταρρεύσεις τμημάτων διατηρητέων κτηρίων αφορά αποκλειστικά στους ιδιοκτήτες.
Ευθύνη ιδιοκτητών
Χαρακτηριστικά η απόφαση του ΣτΕ, όπως δημοσιεύτηκε χθες από τον Αργύρη Δεμερτζή στο ecopress, αναφέρει ότι «ο μόνος που ευθύνεται έναντι των τρίτων για την παράλειψη διενέργειας εργασιών συντήρησης, επισκευής ή ανακατασκευής του κτηρίου ή λήψης μέτρων προς άρση οιουδήποτε κινδύνου κατάρρευσής του είναι ο ιδιοκτήτης του».
Η ίδια απόφαση αναφέρει ότι «ιδιαίτερη νόμιμη υποχρέωση των πολεοδομικών οργάνων προς αυτεπάγγελτη διενέργεια ελέγχων κτηρίων για τη διαπίστωση τυχόν στατικής ή δομικής ανεπάρκειάς τους δημιουργείται μόνον εφόσον έχουν τεθεί υπόψη των οργάνων αυτών με οποιονδήποτε τρόπο σοβαρές ενδείξεις σε σχέση με την επικινδυνότητα συγκεκριμένου κτηρίου».
Απαλλάσσει, δε, τις πολεοδομικές υπηρεσίες από σχετικές ευθύνες, σημειώνοντας: «Ελλείψει πληροφόρησης των αρμόδιων υπηρεσιών περί του ενδεχόμενου κινδύνου λόγω στατικής ή δομικής ανεπάρκειας κτηρίου, δεν ιδρύεται υποχρέωση διενέργειας αυτεπάγγελτου ελέγχου προς διαπίστωση της επικινδυνότητας του κτηρίου, ελλείψει δε διαπίστωσης της επικινδυνότητας δεν ιδρύεται νόμιμη υποχρέωση των ίδιων οργάνων να διατάξουν τα κατάλληλα μέτρα άρσης του κινδύνου».
Απόφαση
Σημειώνεται ότι το θέμα αφορά πάρα πολλούς ιδιοκτήτες διατηρητέων κτηρίων, οι οποίοι δηλώνουν οικονομική αδυναμία να συντηρήσουν τα ακίνητα αυτά, ζητώντας επιχορήγηση εργασιών στερέωσης, αποκατάστασης και επανάχρησης ή αλλαγής χρήσης διατηρητέων κτηρίων και μνημείων.
Η υπόθεση που εξέτασε το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ αφορούσε στην αστική ευθύνη Δημοσίου και Ν.Π.Δ.Δ. προς αποζημίωση τρίτου συνεπεία τραυματισμού του από πτώση τμήματος που αποκολλήθηκε από διατηρητέο κτήριο.
Μάλιστα, στην απόφαση- μεταξύ άλλων- τονίζεται: «Ο χαρακτηρισμός κτηρίου ως διατηρητέου έχει ως συνέπεια την επιβολή υποχρεώσεων στον ιδιοκτήτη του εκτός από αυτές που επιβάλλονται στον ιδιοκτήτη κτηρίου μη διατηρητέου.
Οι πρόσθετες δε αυτές υποχρεώσεις του ιδιοκτήτη διατηρητέου κτηρίου, στις οποίες περιλαμβάνεται και η υποχρέωση αποκατάστασης των διατηρητέων αρχιτεκτονικών στοιχείων του κτηρίου αν αυτά έχουν φθαρεί, απορρέουν ευθέως από το νόμο, χωρίς να απαιτείται για την ίδρυσή τους ενέργεια ή πράξη της Διοίκησης που να επιβάλλει στον εν λόγω ιδιοκτήτη την υποχρέωση αποκατάστασης των ανωτέρω στοιχείων ή την ολική ανακατασκευή του κτηρίου, κατά περίπτωση.
Εξάλλου, με τις ανωτέρω διατάξεις παρέχεται η εξουσία στα αρμόδια κατά περίπτωση διοικητικά όργανα να επεμβαίνουν εξατομικευμένα, είτε κατόπιν αίτησης ή καταγγελίας είτε αυτεπαγγέλτως, προκειμένου να διατάξουν τη διενέργεια των αναγκαίων δομικών εργασιών ή τη λήψη μέτρων ασφαλείας εκ μέρους των ιδιοκτητών των διατηρητέων, τάσσοντας στους τελευταίους και προθεσμία προς εκπλήρωση των σχετικών εργασιών (βλ. σχετικώς ΣτΕ 3178/2009), καθώς και να εκτελούν τις αναγκαίες εργασίες επί του διατηρητέου κτηρίου αν ο ιδιοκτήτης δε συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις τους.
Ωστόσο, από τις ίδιες διατάξεις δεν ιδρύεται υποχρέωση των ανωτέρω υπηρεσιών προς διενέργεια αυτεπάγγελτων διαρκών τακτικών προληπτικών ελέγχων και αυτοψιών σε όλα τα υφιστάμενα διατηρητέα κτήρια της χωρικής τους αρμοδιότητας για τη διαπίστωση, μεταξύ άλλων, τυχόν κινδύνων σε σχέση με τη στατική και δομική τους ανεπάρκεια, ή υποχρέωση άσκησης διαρκούς επίβλεψης των κτηρίων για τη διαπίστωση του αν διενεργούνται επ’ αυτών εργασίες αποκατάστασης, άλλως υποχρέωση πραγματοποίησης των σχετικών εργασιών από τις υπηρεσίες αυτές».
Της Βίκυς Βετουλάκη