Ο πολιτισμός και η «χωρίς αποκλεισμούς» ανάπτυξη σε προτεραιότητα
Οι «Φίλοι της Βέργας» και της Δημοτικής Κοινότητας Βέργας έχουν υποβάλει φάκελο προς χρηματοδότηση για την αποκατάσταση και ανάδειξη του καλντεριμιού της Ρόβολας και της Πάνω Βρύσης Βέργας. Συγκεκριμένα, οι «Φίλοι της Βέργας» μέσω σχετικής επιστολής προς το Δήμο Καλαμάτας, την Π.Ε. Μεσσηνίας και την Περιφέρεια Πελοποννήσου προτείνουν την ένταξη πεζοπορικής διαδρομής 10 χλμ. στο Περιφερειακό Δίκτυο Μονοπατιών Ταϋγέτου και ταυτόχρονη αποκατάσταση και ανάδειξη των λιθόστρωτων και των παρόδιων μνημείων και με προοπτική επέκτασης των παρεμβάσεων σε ευρύτερο δίκτυο μονοπατιών του Ταϋγέτου.
Η Περιβαλλοντική – Πολιτιστική Ένωση Μεσσηνίας παρέλαβε αντίγραφο του υποβληθέντος φακέλου, τον οποίο μελέτησε και από τον οποίο προκύπτει ότι περιέχονται σε ώριμη φάση (προς αίτημα χρηματοδότησης) όλες οι αναγκαίες εγκρίσεις από πλευράς υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Βέβαια, με την ευρεία του έννοια το “οδικό δίκτυο” θα μπορούσε να αφορά και στην ανάδειξη μονοπατιών. Διαπιστώνουμε ότι κατηγορίες πολιτιστικών και ιστορικών μνημείων που εντοπίζονται εκατέρωθεν της πεζοπορικής διαδρομής, όπως εκκλησίες, πετράλωνα, κρήνες, το «Τείχος της Βέργας», δεξαμενές παλαιών δικτύων ύδρευσης – άρδευσης, ελαιοτριβεία, μύλοι, ή διατηρητέα κτήρια, π.χ. οικία Γεν. Τυπάλδου, δεν περιλαμβάνονται.
Οι «Φίλοι της Βέργας» έχουν ήδη προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να προωθηθεί η προτεινόμενη παρέμβαση. Ειδικότερα, έχουν μεριμνήσει για το χαρακτηρισμό του Μονοπατιού 3 και της Πάνω Βρύσης ως μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς, για την πλήρη επιστημονική τεκμηρίωσή τους (ιστορική και φωτογραφική τεκμηρίωση, τοπογραφική, χαρτογραφική και φωτογραμμετρική αποτύπωση), και, εσχάτως, για την εκπόνηση Μελέτης Αποκατάστασης των δύο μνημείων (έλαβαν εγκρίσεις στις 18/03/2020 και 08/01/2018 αντίστοιχα). Η αρτιότητα του εγχειρήματος αντικατοπτρίζεται στην πρωτοβουλία για τρεις σχετικές (αναβληθείσες λόγω πανδημίας) διεθνείς ημερίδες, πρωτοβουλία η οποία αποτελεί ένα μακροπρόθεσμο και μεγαλόπνοο όραμα, ανταποκρινόμενο στις σύγχρονες κατευθύνσεις της πολιτισμικής διαχείρισης.
Η ένταξη των προαναφερθέντων Δράσεων σε χρηματοδοτικά προγράμματα επιδοτούμενα από την Ε.Ε. είναι αναγκαία, γιατί:
-Τα δύο μνημεία χρήζουν άμεσης προστασίας. Ειδικότερα, το Μονοπάτι 3 έχει υποστεί εκτεταμένες φθορές λόγω εκσκαφικών εργασιών, από τη διάνοιξη του αμαξιτού δρόμου, κατόπιν μαζικής επιχώσεως (μπαζώματος με ~4.000 τον.) και συνεπεία της βλάστησης μεταξύ των λίθων. Συνέργεια βιολογικών και ανθρωπογενών παραγόντων κινδύνου απειλούν τη διατήρηση του καλντεριμιού.
-Η αποκατάσταση λιθόστρωτου – πλαϊνών ξερολιθιών στο καλντερίμι της Ροβόλας, διορθώνει τα προβλήματα βατότητας που δημιούργησαν οι αυθαίρετες εκσκαφές και επιχώσεις και αποκαθιστά την ιστορική – γεωγραφική και λειτουργική ενότητα της αρχαίας διαδρομής, της “Παλαιάς κοινοτικής Οδού Σέλιτσας”.
-Η προτεινόμενη περιοχή χαρακτηρίζεται από παρουσία υδάτων, του ζωογόνου στοιχείου που όρισε καθ’ όλη την πορεία της ανθρώπινης ιστορίας τη θέση και τη μορφή των οργανωμένων κοινωνιών. Οι κρήνες συνεκδοχικά αποτελούσαν ανέκαθεν σημείο συνάντησης, κοινωνικοποίησης, ώσμωσης, ακόμη και ευκαιρία εξόδου για τις γυναίκες των παρελθουσών κοινοτήτων.
-Στο τμήμα Κ – Ι, λίγο πριν από την Πάνω Βρύση, εντοπίζεται και η “Ρούγα” του οικισμού, επιλεγόμενη “πετράλωνο”, ως προσήλιο ξέφωτο – προέκταση του καλντεριμιού και χώρος καθημερινής συγκέντρωσης των γερόντων, στην περιοχή της συστάδας 15 αλωνιών στα όρια του οικισμού.
-Τόσο τα ίδια τα μονοπάτια όσο και τα παρόδια μνημεία είναι σημαντικοί φορείς ιστορικής μνήμης. Το συγκεκριμένο Καλντερίμι αναφέρεται ρητά σε γκραβούρα και κείμενο του Sir William Gell, ως “το μόνο μονοπάτι που οδηγεί στη Σέλιτσα (Sellytza) από αυτή τη μεριά” το 1805 μ.Χ. Και παρέμεινε ως η μόνη προσπέλαση στον πάνω οικισμό έως το 1990 που “έφθασε” στην Πάνω Βρύση ο ασφαλτόδρομος, ενώ τεκμαίρεται η ύπαρξη και η χρήση της “ημιονικής οδού” επί εκατονταετίες (γραπτές ιστορικές αναφορές στη Σέλιτσα από το 14ο μ.Χ. αιώνα, φερόμενο έτος ίδρυσης περί το 800 μ.Χ.).
-Η εμπειρία δεκαετιών έχει καταδείξει ότι η χρήση ενός μνημείου ταυτίζεται με την προστασία του. Η πρακτική «χρήση= προστασία» ακολουθείται εκτεταμένα και αποτελεσματικά ιδιαίτερα στα αρχαία θέατρα.
-Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του τουρισμού, που αναμένεται να προσελκύσει η περιοχή μετά την ολοκλήρωση της Δράσης, προσιδιάζουν στο είδος εκείνο τουρισμού που είναι επιθυμητό για την τοπική ανάπτυξη με ταυτόχρονη διατήρηση της φυσιογνωμίας του Τοπίου.
-Από το Νοέμβριο του 2018 οι ξερολιθιές έχουν ενταχθεί στον κατάλογο των Παγκόσμιων Μνημείων Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Αναγνωρίστηκε έτσι η μοναδικότητα της τέχνης της δόμησης που χαρακτηρίζει πλήθος περιοχών της χώρας και, εν προκειμένω, το λιθόστρωτο του μονοπατιού, τα τοιχία αντιστήριξης και οριοθέτησής του, τα διατηρούμενα πετράλωνα.
-Η επιλογή της αποκατάστασης των μνημείων και ανάδειξης της πεζοπορικής διαδρομής ικανοποιεί σειρά στόχων και προτεραιοτήτων χρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Επί παραδείγματι:
1. Άμβλυνση των περιφερειακών και ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων της χώρας. Είναι σαφές ότι η απομόνωση και εγκατάλειψη, η οποία χαρακτηρίζει ολόκληρους οικισμούς της ανατολικής Μεσσηνίας, έρχεται σε αντιδιαστολή με την ταχύτατη ανάπτυξη που γνωρίζει το δυτικό τμήμα της. Η αποκατάσταση του Καλντεριμιού 3 και η ένταξή του στο Περιφερειακό Δίκτυο Μονοπατιών Ταϋγέτου, ως προνομιακής σύνδεσης της Καλαμάτας με το ορεινό δίκτυο μονοπατιών του Ταϋγέτου, δυνητικά θα συντελέσει σε σταδιακή ανάκαμψη της περιοχής.
2. Μια Ευρώπη πιο κοντά στους πολίτες της, μέσω της προώθησης της βιώσιμης και ολοκληρωμένης ανάπτυξης, των συμμετοχικών διαδικασιών, καθώς και μέσω της στήριξης των τοπικών πρωτοβουλιών.
3. Προαγωγή της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή και της βιώσιμης διαχείρισης του νερού. Σημαντική είναι η διδακτική αξία και η σημειολογία μνημείων όπως οι κρήνες, τα δίκτυα και οι δεξαμενές ύδρευσης – άρδευσης, οι νερόμυλοι – ανεμόμυλοι κ.λπ.
4. Μια πιο πράσινη Ευρώπη με χαμηλές εκπομπές άνθρακα. Μέσω της συστηματοποίησης της χρήσης των παραδοσιακών ημιονικών μονοπατιών για τουριστικούς σκοπούς ή για μερική κάλυψη καθημερινών αναγκών των κατοίκων ορεινών οικισμών, συντελεί στην αναβίωση των οικισμών με σεβασμό στο περιβάλλον, στο τοπίο, στη σπάνια χλωρίδα και πανίδα του ορεινού Ταϋγέτου και πραγματώνεται σε μεγάλο βαθμό η συγκεκριμένη επιταγή.
Ως Ένωση στηρίζουμε την ένταξη των προτεινόμενων Δράσεων σε χρηματοδοτικό πρόγραμμα, καθώς θεωρούμε επιβεβλημένη τη συστηματοποίηση της επένδυσης σε έργα πολιτισμού, τα οποία είναι στενά συνυφασμένα με την προστασία του περιβάλλοντος, έχουν δε τη δυναμική να επαναφέρουν την ισορροπία στη σχέση του ανθρώπου και της κοινωνίας του με τη φύση, αλλά και τον επαναπροσδιορισμό του ανθρώπινου μέτρου ως καθοριστικού παράγοντα στη λήψη αποφάσεων που ενισχύουν και καθιερώνουν τη βιώσιμη ανάπτυξη.