Τα 4 «χαράτσια» της ατομικής επιχειρηματικότητας
Έως και 4 διαφορετικά «χαράτσια», τα οποία καλύπτουν αθροιστικά έως και το 50% των ετησίων εισοδημάτων που απέκτησαν το προηγούμενο έτος, καλούνται να καταβάλουν και φέτος (δήλωση 2020 για εισοδήματα του 2019) στην εφορία όσοι φορολογούμενοι ασκούν ατομικά εμπορικές επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ή ελευθέρια επαγγέλματα.
ΥΠΕΡΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟ 2020
Όπως, καταφαίνεται στον Πίνακα, οι φορολογούμενοι που ασκούν ατομικά εμπορικές επιχειρήσεις, επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών και ελευθέρια επαγγέλματα καλούνται φέτος να πληρώσουν με τα εκκαθαριστικά των φορολογικών τους δηλώσεων ποσά φόρων που καλύπτουν από το 1/4 έως και το 1/2 του συνολικού ετησίου φορολογητέου εισοδήματος του 2019.
Συγκεκριμένα:
1) Κάθε φορολογούμενος που ασκεί ατομικά επιχειρηματική δραστηριότητα παραγωγής ή πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών οφείλει να καταβάλει φόρο, με βάση το μεγαλύτερο ποσό μεταξύ:
*του πραγματικού καθαρού εισοδήματός του, δηλαδή του καθαρού κέρδους, το οποίο προκύπτει μετά την αφαίρεση των δαπανών της επιχείρησής του από τις εισπράξεις που έχει πραγματοποιήσει από την πώληση των προϊόντων του ή την παροχή των υπηρεσιών του
*του τεκμαρτού εισοδήματός του, το οποίο προσδιορίζεται με βάση το άθροισμα των αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης ή «τεκμηρίων διαβίωσης» (για τις κατοικίες, τα Ι.Χ. αυτοκίνητα, τις πισίνες, τα σκάφη αναψυχής και ορισμένα άλλα περιουσιακά στοιχεία που κατέχει) και των δαπανών που τυχόν πραγματοποίησε για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων (για την αγορά ακινήτων, Ι.Χ. αυτοκινήτων, σκαφών αναψυχής κ.λπ.).
Ουσιαστικά, σε κάθε περίπτωση εφόσον το πραγματικό εισόδημα είναι χαμηλότερο αυτού, που προκύπτει με βάση τα τεκμήρια, ο φόρος υπολογίζεται όχι επί του πραγματικού, αλλά επί του υψηλότερου τεκμαρτού ποσού εισοδήματος.
Ακόμη δε και σε περίπτωση που από την ατομική άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας προκύπτει ζημία. Φορολογείται, δηλαδή, σαν να είχε καθαρά κέρδη, καθώς η ζημία δε λαμβάνεται υπόψη!
2) Επί του μεγαλύτερου ποσού μεταξύ πραγματικού και τεκμαρτού εισοδήματος επιβάλλεται φόρος εισοδήματος με συντελεστή 22% από το πρώτο ευρώ. Πέραν των 20.000 ευρώ ποσό φορολογείται με συντελεστές 29% έως 45%.
3) Επί του φόρου εισοδήματος επιβάλλεται προκαταβολή φόρου εισοδήματος έναντι του επόμενου έτους, με συντελεστή 100%. Ουσιαστικά, ο κύριος φόρος εισοδήματος που υπολογίζεται με συντελεστές 22%-45% προσαυξάνεται περαιτέρω κατά 100%!
Από το άθροισμα κύριου φόρου και προκαταβολής φόρου έναντι του επόμενου έτους αφαιρείται η προκαταβολή φόρου που πληρώθηκε πέρυσι και η οποία υπολογίστηκε με συντελεστή 100% επί του φόρου εισοδήματος του 2019.
4) Ο φορολογούμενος που ασκεί ατομικώς επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα, ανεξαρτήτως του εάν δήλωσε καθαρά κέρδη ή ζημιές πρέπει να καταβάλει και φέτος τέλος επιτηδεύματος 650 ευρώ.
5) Αν το συνολικό φορολογητέο – πραγματικό ή τεκμαρτό – εισόδημα της ατομικής επιχείρησης υπερβαίνει τα 12.000 ευρώ, τότε ο φορολογούμενος οφείλει να καταβάλει και ειδική εισφορά αλληλεγγύης, η οποία υπολογίζεται με συντελεστές κλιμακούμενους.
ΠΙΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟ 2021
Αυτό το καθεστώς υπερφορολόγησης θα πάψει να υφίσταται από το 2021, όταν θα τεθούν σε πλήρη εφαρμογή οι διατάξεις του Ν. 4646/2019 με τις οποίες επήλθαν ουσιαστικές αλλαγές επί τα βελτίω στον τρόπο υπολογισμού του φόρου εισοδήματος των μισθωτών και των αυτοαπασχολουμένων.
Συγκεκριμένα, για τα εισοδήματα από μισθούς και επιχειρηματικές δραστηριότητες, ο κατώτερος φορολογικός συντελεστής 22% θα μειωθεί στο 9% μέχρι το επίπεδο ετησίου εισοδήματος των 10.000 ευρώ, ενώ οι συντελεστές φόρου 29%, 37% και 45% που επιβάλλονται πάνω από το επίπεδο ετησίου εισοδήματος των 20.000 ευρώ θα μειωθούν στο 28%, στο 36% και στο 44% αντίστοιχα. Με το νέο αυτό ευνοϊκότερο καθεστώς θα φορολογηθούν το 2021 τα εισοδήματα του 2020.
Επιμέλεια στήλης: Παναγιώτης Ξεροβάσιλας
Νομικός / Οικονομολόγος