Το «επικοινωνιακό εμπάργκο» του Τ. Ερντογάν προς την Ελλάδα επιχείρησε τις προηγούμενες μέρες να σπάσει ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης με το τηλεφώνημά του στον Τούρκο πρόεδρο.
Η επικοινωνία δεν ήταν εύκολη, γιατί ο κ. Ερντογάν … δεν έβγαινε στο τηλέφωνο.
Οι παρασκηνιακές πληροφορίες αναφέρουν ότι έγιναν τέσσερις άκαρπες προσπάθειες από την Αθήνα να βρει τον κ. Ερντογάν.
Η τηλεφωνική επικοινωνία έγινε τελικώς εφικτή, μόνον όταν με την παρότρυνση της Αθήνας παρενέβη στην Άγκυρα ως… τηλεφωνικός μεσολαβητής ο υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας κ. Ντι Μάγιο.
Τελικώς, ο πολλά βαρύς κ. Ερντογάν σήκωσε απρόθυμα το ακουστικό του και ακολούθησε μια σύντομή – ψυχρή έως προσβλητική- συνομιλία με τον κ. Μητσοτάκη.
Η ψυχρότητα της συνομιλίας αποτυπώνεται ευκρινώς και στη σχετική ελληνική ανακοίνωση, η οποία ουδόλως αναφέρεται σε «καλό κλίμα» κ.λπ. κατά τη διάρκεια της συνομιλίας και κάνει μόνον αναφορά σε δευτερεύοντα θέματα π.χ. κορωνοϊός, τουρισμός, σε σύγκριση με το συνεχή βομβαρδισμό τουρκικών δηλώσεων και πράξεων που στρέφονται πλέον ευθέως εναντίον της ελληνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Υπενθυμίζεται ότι ο Τούρκος πρόεδρος από τον περασμένο Νοέμβριο, μετά την ελληνική αντίδραση στο τουρκο-λυβικό μνημόνιο και τη βιαστική ελληνική προσέγγιση και υποστήριξη του στρατηγού Χαφτάρ στη Λιβύη, δημοσίως και επισήμως ανακοίνωσε ότι «δε θέλει πλέον» να συνομιλεί με τον Έλληνα πρωθυπουργό. Έκτοτε ο κ. Ερντογάν αναφέρεται στην Ελλάδα και τον κ. Μητσοτάκη, σε κάθε δημόσια εμφάνισή του, με τρόπο πλάγιο, αλλά άκρως προσβλητικό και ερειστικό.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη από την πλευρά της έχει διαπιστώσει ότι το embargo επικοινωνίας που έχει επιβάλει ο Τ. Ερντογάν δε δρα υπέρ των ελληνικών συμφερόντων και θέσεων έναντι της Τουρκίας, καθώς η σύγχρονη διεθνής διπλωματία βασίζεται σε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας, έστω και αν αυτοί δεν καταλήγουν πουθενά, ή αν δημοσίως καταλήγουν σε αντιπαραθέσεις (π.χ. Τραμπ- Μέρκελ, Τραμπ Μακρόν, Μακρόν Ερντογάν κ.λπ.).
Επιπροσθέτως, καθώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχειρεί να υψώσει τους τόνους στην Ε.Ε. έναντι της Τουρκίας, δεν μπορεί να βασίζεται στη μεσολάβηση τρίτων για την επικοινωνία με την Άγκυρα, διότι αυτή η μέθοδος κατά κανόνα καταλήγει σε σπασμένο τηλέφωνο.
Πρόσφατο παράδειγμα η πρόθυμη Ρώμη, η οποία όχι μόνον μετάφερε μέσω του ΥΠΕΞ της στην Άγκυρα την ελληνική «ιδέα» για μια συμφωνία για την ΑΟΖ ανάλογης της ελληνο-ιταλικής, αλλά παρενέβη και τώρα για να καταστεί εφικτή η τηλεφωνική επικοινωνία Μητσοτάκη- Ερντογάν.
Θα πρέπει να σημειωθεί ακόμα ότι η προθυμία «μεσολάβησης» ανάμεσα στην Αθήνα και την Άγκυρα δε γίνεται χωρίς λόγο και στόχο. Πέραν της συμπόρευσης Άγκυρας – Ρώμης στο θέμα της Λιβύης με την υποστήριξη και των δύο στην παρούσα λιβυκή κυβέρνηση Σάραζ, υπάρχει και το πρόβλημα πώλησης ιταλικού πολεμικού υλικού στην Τουρκία. Συγκεκριμένα, η Άγκυρα έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για την αγορά ιταλικών αεροσκαφών τύπου Χάρριερ (καθέτου προσγειώσεως), με τα οποία θα εξοπλίσει το τουρκικό αεροπλανοφόρο (σ.σ. ισπανικής ναυπήγησης), το οποίο σχεδιάζει να «ρίξει» στο Αιγαίο το φθινόπωρο…
Σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο της συνομιλίας Μητσοτάκη- Ερντογάν, το βέβαιο είναι ότι ουδείς προχώρησε σε συζήτηση για τις τουρκικές κινήσεις στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο. Η συζήτηση έμεινε στο κορωνοϊό, στα προβλήματα στον τουρισμό (σ.σ. εν ευθέτω χρόνω να επικοινωνούμε για τα τουριστικά θέματα, ήταν η απάντηση Ερντογάν), στο μεταναστευτικό πρόβλημα (αυτό είναι πρόβλημά σου, φαίνεται να απάντησε ο Ερντογάν) και στη συνέχεια ένα δια ζώσης τουρκικό «κατηγορητήριο» εναντίον της Ελλάδας περί ελληνικών «παρατυπιών» και «μη νομιμότητας» κ.ά.
Φυσικά και τουρκική οργή για την ελληνική υποστήριξη στον Χαφτάρ της Λιβύης.
Παραμένει άγνωστος ο ήχος από το κατέβασμα του ακουστικού στο κλείσιμο της συνομιλίας.
Της Κύρας Αδάμ