Παναγιώτης Στάθης: Ο γιατρός-προπονητής που κοσμεί τα μεσσηνιακά γήπεδα…

Παναγιώτης Στάθης: Ο γιατρός-προπονητής που κοσμεί τα μεσσηνιακά γήπεδα…

«Πληρώνουμε το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης που έχει φέρει μέτριους και κακούς παίκτες και τεχνικούς στην Ελλάδα και την έλλειψη μεθόδου και στρατηγικού σχεδιασμού»

Συνάντησα τον Παναγιώτη Στάθη πριν από λίγες μέρες στο πανέμορφο (παρά τα πολλά προβλήματά του), Πάρκο του ΟΣΕ. Ήρθε στο ραντεβού μας για την προκαθορισμένη συνέντευξη απ’ ευθείας μετά την εφημερία του στο νοσοκομείο Καλαμάτας, όπου υπηρετεί στο τμήμα επειγόντων ως χειρουργός ορθοπεδικός. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που κοσμεί με την παρουσία του τον ιατρικό κόσμο, αλλά και αποτελεί τιμή για τον πολύπαθο ποδοσφαιρικό χώρο που επέλεξε να τον υπηρετεί ως την άλλη μεγάλη του αγάπη. Βαθιά προβληματισμένος από την ελληνική πραγματικότητα, αναπόσπαστο κομμάτι της οποίας είναι το ποδόσφαιρο, επαναλαμβάνει πολλές φορές ότι μόνο ένα στρατηγικό πλάνο μπορεί να αντιστρέψει την κατάσταση.

Προπονητικά -έχοντας περάσει από τους πάγκους πολλών τοπικών μεσσηνιακών ομάδων και εργαστεί επίσης σε σημαντικές ομάδες σε Ζάκυνθο και Αργολίδα- τη χρονιά που πέρασε ο Παναγιώτης Στάθης δοκίμασε μια καινούργια εμπειρία μπαίνοντας στο χώρο του γυναικείου ποδοσφαίρου. Στο πρωτάθλημα της Β’ Εθνικής και στον «τιμόνι» του Εθνικού Καλαμάτας οι συνθήκες ήταν πολύ δύσκολες, ωστόσο κατά τη διακοπή του πρωταθλήματος λόγω της πανδημίας το μεσσηνιακό συγκρότημα βρισκόταν πάνω από τη ζώνη σωτηρίας του 2ου Ομίλου και τελικά εξασφάλισε την παραμονή του με την απόφαση της ΕΠΟ να μην υποβιβαστεί κανένα σωματείο. Εξετάζοντας μια σειρά προτάσεων συνεργασίας για την επόμενο σαιζόν ο έμπειρος προπονητής αισθάνεται την ανάγκη να κλείσει τον κύκλο της αγωνιστικής χρονιάς που έφυγε με ευχαριστίες: «Ευχαριστώ πολύ τις παίκτριες της ομάδας για τη συνεργασία τους και την προσπάθειά τους στην παρελθούσα δύσκολη αγωνιστική περίοδο, καθώς και τη διοίκηση για την προσπάθεια που κατέλαβε στην εύρυθμη λειτουργία της ομάδας» αναφέρει πιο συγκεκριμένα.

Εκτός από την παραμονή του Εθνικού Καλαμάτας στην κατηγορία ο Παναγιώτης Στάθης επισημαίνει ότι υπήρξε ένα μεγάλο κέρδος από τη ποδοσφαιρική σαιζόν που αφήσαμε πίσω μας κι αυτό ήταν η ευκαιρία που είχε να δοκιμάσει με επιτυχία κομμάτια από την σύγχρονη προπονητική μέθοδο, η οποία «δούλεψε πολύ ικανοποιητικά και αρκετές κοπέλες είχαν πολύ μεγάλη βελτίωση, παρά το ανομοιογενές υλικό που υπήρχε.

Η μέθοδος είναι τεσσάρων διαστάσεων: τεχνική, τακτική, φυσική και διανοητική κατάσταση και αυτή είναι η προπόνηση των ποδοσφαιριστών σήμερα» εξηγεί ο κ. Στάθης και συνεχίζει προσθέτοντας τα παρακάτω:

«Ήταν μια χρονιά με αρκετό άγχος, καθώς υπήρχαν πολλοί απρόβλεπτοι παράγοντες που επέδρασαν αρνητικά στην ομάδα. Η ομάδα με ένα σωστό πλαίσιο λειτουργίας μπορεί να προχωρήσει και να αποτελέσει κυψέλη ποδοσφαιρικής παιδείας, αλλά και διαπλάσεως ήθους και χαρακτήρα- κάτι πολύ βασικό.

Αγωνιστικά για να έχει αξιώσεις τη νέα χρονιά ο Εθνικός χρειάζεται πολύ μεγάλη ενίσχυση με μετεγγραφές, συστηματική προσπάθεια και για να έχει μέλλον χρειάζεται και δουλειά σε επίπεδο υποδομών».

Η άποψη του Παναγιώτη Στάθη είναι ότι δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές ανάμεσα στο ποδόσφαιρο που παίζεται από γυναίκες και στο ποδόσφαιρο των ανδρών, αλλά και ότι έχει λόγο ύπαρξης για έναν επιπλέον λόγο: «Το ποδόσφαιρο είναι το ίδιο, οι αρχές είναι οι ίδιες. Με εξαίρεση την σωματοδομή και ίσως το ότι το ποδόσφαιρο γυναικών είναι λίγο πιο αργό και με λιγότερη εκρηκτικότητα στις κινήσεις, μπορούμε να πούμε ότι είναι σαν προεφηβικό και το παιδικό.

Αξίζει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει, με την προϋπόθεση ότι αποτελεί και έναν τρόπο διαπλάσεως χαρακτήρων και ήθους γιατί οι κοπέλες πρέπει να υποστηρίξουν και την αυριανή κοινωνία της Ελλάδος». Κι αυτό ήταν ένα σχόλιο που παρέσυρε τη συζήτηση και πέρα από το ποδόσφαιρο σε ζητήματα που απασχολούν ιδιαίτερα τον Παναγιώτη Στάθη, ο οποίος λέει: «Έχουν εμφανιστεί επικίνδυνες ρωγμές στα θεμέλια του έθνους και της κοινωνίας. Ρωγμές στα δομικά στοιχεία της χώρας. Καθημερινά ο πολίτης βιώνει ανασφάλεια, υπάρχει μεγάλη επαγγελματική ανασφάλεια, ως χώρα είμαστε αντιμέτωποι με πολλούς εχθρούς και κινδύνους, εξωτερικούς, αλλά και εσωτερικούς. Γι’ αυτό χρειάζεται να ανακτήσουμε τον σεβασμό στις αξίες του έθνους.

Το ποδόσφαιρο είναι μικρογραφία και επέκταση της κοινωνίας. Είναι λαϊκό άθλημα και όχι λαϊκιστικό, όπως λειτουργεί τώρα σε έναν μεγάλο ποσοστό. Η ενασχόληση με την μπάλα πρέπει να μετατραπεί σε ενασχόληση με το ποδόσφαιρο. Εδώ ασχολούμαστε με τη μπάλα, πρέπει να λέμε “πάω να παίξω ποδόσφαιρο”. Δηλαδή πρέπει να μπουν κανόνες, πλαίσια λειτουργίας και να υπάρξει στρατηγικό σχέδιο.

Για να υπάρξει ελπίδα πρέπει να υπάρξει αυτοκριτική και ηγεσία που είναι αποφασισμένη να προχωρήσει με υγιή πρότυπα. Υγιή ποδοσφαιρικά πρότυπα έχουμε σε ξένες χώρες, το Βέλγιο, η Σκωτία, η Ολλανδία που είναι μικρές χώρες, ακόμα και μικρότερες από εμάς έχουν να επιδείξουν τρομερά επιτεύγματα και σε επίπεδο ανδρών και στο ποδόσφαιρο γυναικών.

Για την ώρα είμαστε εγκλωβισμένοι σε έναν φαύλο κύκλο και πρέπει να κάνουμε την αυτοκριτική μας, να δούμε τι πρέπει να διορθώσουμε και να βρούμε τον τρόπο να το κάνουμε.

Πλαίσιο λειτουργία λαού ή ομάδας είναι το ίδιο. Σε μικρές χώρες σαν τη δική μας, το ποδόσφαιρο δεν μπορεί να ξεκοπεί από την ύπαρξη του έθνους. Απόδειξη είναι και το εθνόσημο στις φανέλες. Όμως κι αυτό λάθος το έχουν βάλει στην εθνική μας ομάδα. Οι γραμμές θα έπρεπε να είναι οριζόντιες, όπως είναι στη σημαία μας και όχι κάθετες όπως έχει επικρατήσει ίσως από ένα αρχικό λάθος που ανακυκλώνεται.

Παλιά το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα λεγόταν Κύπελλο Εθνών Ευρώπης, όπου η κάθε ομάδα αντιπροσώπευε το κάθε έθνος και οι παίκτες που φορούσαν το εθνόσημο ήταν υπερήφανοι και τραγουδούσαν τον εθνικό ύμνο πιστεύοντας βαθιά στα εθνικά ιδεώδη.

Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Για ποια εθνική Γερμανίας μπορείς να μιλάς όταν οι μισοί διεθνείς είναι Τούρκοι; Αυτό έχει εμφανιστεί από την Βαβέλ πριν από 11.000 χρόνια και καταδικάστηκε από την ίδια την πορεία της ζωής. Η Βαβέλ δεν ευδοκίμησε. Η σύγχρονη παγκοσμιοποίηση έγινε επειδή θέλανε φθηνά εργατικά χέρια. Όλα πλέον θυσιάζονται στο βωμό της εμπορευματοποίησης, φθηνά εργατικά χέρια και φθηνά προϊόντα, τίποτα άλλο. Το επόμενο στάδιο είναι το χάος…».

Και η συζήτηση ξαναγυρίζει στο ποδόσφαιρο που μπορεί να αποτελέσει ένα από τα «φάρμακα», αρκεί να είναι …κατάλληλα παρασκευασμένο:

«Η λύση είναι παιδεία, εθνικά ιδεώδη και ποδόσφαιρο. Δεν είναι δυνατόν ακόμα και οι τοπικές ομάδες να είναι πολυεθνικές, με “μισθοφόρους” παίκτες και να εξοβελίζονται τα παιδιά της περιοχής. Στην Ελλάδα το πείραμα πώς πρέπει να λειτουργεί το ποδοσφαιρικό σύστημα σε κάθε νομό το έφτιαξε ο Γιάτσεκ Γκμοχ το 1980 στη Λάρισα. Είχε την ΑΕΛ που ήταν πρότυπο και όλες οι άλλες ομάδες του νομού ακολουθώντας διαβαθμίσεις ερασιτεχνικό, ημιεπαγγελματικό επίπεδο την τροφοδοτούσαν με τους καλύτερους παίκτες.  Ο Γκμοχ προσέθεσε τότε και δύο παίκτες της εθνικής Πολωνίας, αλλά οι 18 ήταν της Λάρισας. Λειτούργησε αυτό. Το θέλουμε; Πώς μπορούμε να το πετύχουμε; Είναι θέμα μεθόδου και συστηματικής δουλειάς. Εγώ είχα την ευκαιρία να βρεθώ στο εξωτερικό και να δω πώς είναι το σύγχρονο ποδόσφαιρο, κάτι που μου άνοιξε τους προπονητικούς ορίζοντες. Τεχνική, τακτική, φυσική κατάσταση και πνευματική. Αυτά είναι ενιαία.

Φυσικά η εξέλιξη και ο εκσυγχρονισμός είναι και θέμα ηγεσίας. Δυστυχώς στην Ελλάδα ανακυκλώνουμε αυτό που ξέρουμε. Θα πρέπει να σπάσει η εσωστρέφεια. Το πώς φτιάχνεται κάτι το έχουν βρει άλλοι, Ολλανδοί, Βέλγοι, Γερμανοί, Σκωτσέζοι… Δεν χρειάζεται να εφεύρουμε τίποτα από την αρχή, αρκεί να αναζητήσουμε τη γνώση και εκτός συνόρων, από τους ειδικούς. Απαιτείται να μπουν και στο ελληνικό ποδόσφαιρο ειδικοί για να δημιουργήσουν νέους ποδοσφαιριστές. Πρέπει να εκσυγχρονιστεί η εκπαίδευση και διάπλαση των νέων ποδοσφαιριστών, ώστε στην κρίσιμη ηλικία αυτοί να είναι έτοιμοι. Στην Αγγλία 16 ετών γίνεται επαγγελματίας ο παίκτης, δεν περιμένεις να γίνει …28. Από το τοπικό επίπεδο, οι ομάδες μπορεί να είναι ερασιτεχνικές, αλλά η προπόνηση χρειάζεται να είναι επαγγελματική και με όραμα για το μέλλον, με φιλοδοξίες για παραπάνω. Οι ερασιτέχνες να έχουν τα εφόδια να γίνουν επαγγελματίες και πραγματικά υπάρχουν πάρα πολλά ταλέντα, που όμως δεν εξελίσσονται τελικά. Ένα παράδοξο είναι ότι την παλιά εποχή όταν δεν υπήρχαν τόσες ακαδημίες, τα τσικό υπήρχαν, έβγαιναν παίκτες και έπαιζαν στις ομάδες Έλληνες παίκτες, ενώ τώρα δεν παίζει σχεδόν κανένας. Πληρώνουμε το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης που έχει φέρει μέτριους και κακούς παίκτες και τεχνικούς στην Ελλάδα.

Και σε τοπικό επίπεδο θα πρέπει να παίζουν οι ντόπιοι με λίγες προσθήκες. Δυστυχώς αυτό που συμβαίνει είναι τελείως διαφορετικό και αυτό φαίνεται ιδιαίτερα και στην Μαύρη Θύελλα που έχει βρεθεί σε έναν φαύλο κύκλο να ξαναρχίζει κάθε χρόνο από την αρχή. Δεν μπορούμε όμως να αποδεχθούμε αυτή την τρέλα, κάποια στιγμή θα ξεφτίσει και ίσως τότε έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε τα πράγματα από την βάση με το σωστό τρόπο. Εγώ ήμουν στον Παναργειακό μια περίοδο, κατά την οποία φτιάξαμε και αφήσαμε δέκα ποδοσφαιριστές, που όμως τελικά δεν αξιοποιήθηκαν από τον σύλλογο, καθώς τον επόμενο χρόνο άλλαξε η ρότα και προτιμήθηκαν οι έτοιμες μαζικές μετεγγραφές . Τέτοιες «πολιτικές» είναι καταστροφικές, όπως αποδεικνύει και ο υποβιβασμός του Παναργειακού στο τοπικό πρωτάθλημα φέτος. Και στον Μεσσηνιακό αφήσαμε παίκτες πολύ καλούς και γενικά αυτό το κομμάτι της ανάδειξης και αξιοποίησης ποδοσφαιριστών είναι νευραλγικό για κάθε ομάδα που θέλει να έχει μέλλον» καταλήγει ο κ. Στάθης.

Με έμπνευση από τον Πέισλι, τον Σπράι, τον Γκμοχ και τον Μπάγεβιτς…  

Παράλληλα με τις ιατρικές του σπουδές και μετά από μια καριέρα χωρίς αξιώσεις ως ποδοσφαιριστής ερασιτεχνικών ομάδων ο Παναγιώτης Στάθης συνειδητοποίησε ότι ο χώρος που τον μάγευε ήταν η προπονητική. Οι περιορισμένοι ορίζοντες του αυτοδίδακτου «φωτίστηκαν» από το αγγλικό ποδόσφαιρο του ’80 και τη Λίβερπουλ, ενώ η διαμονή του για επαγγελματικούς και οικογενειακούς λόγους στη Μεγάλη Βρετανία του έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσει τα πράγματα από πολύ κοντά. Μάλιστα το πρώτο του προπονητικό πτυχίο ΟΥΕΦΑ έχει την σφραγίδα της σκωτσέζικης ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, για να έρθει το 2014-2015 το ΟΥΕΦΑ Α’ από τη σχολή ΟΥΕΦΑ Α’ της Πάτρας. Έκτοτε δεν χάνει ευκαιρία να εμπλουτίζει τις γνώσεις του στην προπονητική και την αθλιατρική με σεμινάρια, αλλά και πολύ προσωπικό «ψάξιμο».

Σε αυτές τις αναζητήσεις πρόσωπα έμπνευσης είναι, μεταξύ άλλων, για τον Παναγιώτη Στάθη ο Άγγλος Ρότζερ Σπράι, τον οποίο θεωρεί τον καλύτερο γυμναστή στον κόσμο, ο θρυλικός Μπο Πέισλι με τον οποίο η Λίβερπουλ κατέκτησε, μεταξύ άλλων τρία Κύπελλα Πρωταθλητριών Ευρώπης, οι Γκμοχ και Μπάγεβιτς που άφησαν το ανεξίτηλο προπονητικό τους στίγμα στην Ελλάδα, ο Ελληνοαυστραλός προπονητής της χώρας των καγκουρώ Άγγελος Ποστέκογλου και ο Κύπριος Μάικ Αντωνιάδης, ο οποίος υπήρξε συνεργάτηες του Μουρίνιο.

Ο συνδυασμός ιατρικής και προπονητικής δεν είναι εύκολος όμως «αν τα αγαπάς κουράζεσαι, αλλά μπορείς να τα καταφέρνεις», λέει ο Παναγιώτης Στάθης, εξηγώντας ότι οι δύο ιδιότητες μαζί βοηθούν στην πρόληψη και στην θεραπεία τραυματισμών, ενώ και η κατανόηση της ανθρώπινης φυσιολογίας συνεισφέρει αναμφισβήτητα στην προπόνηση των ποδοσφαιριστών και ειδικά στο κομμάτι της φυσικής κατάστασης, που περιλαμβάνει επτά κομμάτια εκγύμνασης: αντοχή, δύναμη, ισορροπία, νευρομυϊκή συναρμογή, ταχύτητα, ισχύς. Φυσικά, αυτό είναι μια επιστήμη από μόνη της και το σύγχρονο ποδόσφαιρο απαιτεί εξειδικευμένους συνεργάτες σε ένα τεχνικό τιμ, όπως εργοφυσιολόγους, προπονητές τερματοφυλάκων, φυσιοθεραπευτές κτλ., που ακόμη και οι καλά οργανωμένες ερασιτεχνικές ομάδες επιλέγουν να εντάσσουν στο δυναμικό τους.

Της Χριστίνας Ελευθεράκη