-Η πόλις που μοιάζει με μεσογειακό λιμένα
-Ενώ η ζωή κυλάει στον υπόκοσμο των καμπαρέ
-Γυναίκες που πωλούν τον έρωτα ελευθέρως
Εδώ και λίγες μέρες φιλοξενούσα έναν Αθηναίο συνάδελφο. Έζησα μαζί του μερικές καλαματιανές νύχτες. Τον γύρισα παντού. Σε όλα τα νυχτερινά κέντρα και τούδειξα την Καλαμάτα κάτω από το φως του ηλεκτρικού. Τον πήγα και στα καμπαρέ. Του μίλησα και για τη ζωή μας εδώ κάτω. Έμεινε ο άνθρωπος κατάπληκτος. Ήταν κατενθουσιασμένος από την νυχτερινή Καλαμάτα.
Και θυμούμαι τα πιο κάτω χαρακτηριστικά λόγια που μου είπε μια νύχτα έπειτα από ένα ξεθεωτικό γλέντι: «Δεν περίμενα να βρω τέτοια ζωή στην Καλαμάτα. Έχει τη νύχτα η πόλις αυτή την όψη μεσογειακού λιμένος. Αξίζει κανείς να γλεντήσει μερικές νύχτες στην Καλαμάτα. Κι αλήθεια η Καλαμάτα τη νύχτα μοιάζει με μεσογειακό λιμένα που συγκεντρώνει κάτω απ’ το σκοτάδι του κάθε καρυδιάς καρύδι, κάθε διψασμένο για γλέντι, για κραιπάλη, για ηδονή. Έχει καμπαρέ. Έχει γυναίκες. Έχει εμπόρους της νύχτας. Όλα δηλαδή τα απαραίτητα ενός διεθνούς λιμένος του έρωτος.
Υπάρχουν στην Καλαμάτα πολλοί που δεν ξέρουν τη νύχτα της. Και δεν την ξέρουν γιατί δεν τη ζουν».
***
Ποιος από σας, κύριοι αναγνώσται, γνωρίζει ότι στην Καλαμάτα λειτουργούν – μη τρομάζετε… παρακαλούμεν! – ντουζίνες μυστικών διαφθορείων, τρία – μ’ όλη την κρίση – επίσημα καμπαρέ, δεκάδες τεκέδων; Ποιος φαντάζεται ότι είναι ποτέ δυνατόν στην ωραία αυτή πόλη να υπάρχουν εν ενεργεία περί τις 80 «αρτίστες» και… όσες θέλετε εν εφεδρεία εργαζόμενες εν κρυφώ και παραβύστω πόρνες που πωλούν την ηδονή στα πεζοδρόμια, στα διάφορα ξενοδοχεία ύπνου, ή στις γκαρσονιέρες πολλών «ευηγμένων» Καλαματιανών; Ποιος πιστεύει ότι όλα σχεδόν – πλην ελαχίστων – τα ξενοδοχεία ύπνου της Καλαμάτας έχουν μεταβληθή σε αριστοκρατικές πανσιόν και παρέχουν, κατά την νομικήν έκφρασιν, τόπον προς ασέλγειαν εις την πρώτην τυχούσαν πόρνην; Ποιος ξέρει ότι τα περισσότερα ξενοδοχεία συντηρούνται από τη σάρκα των γυναικών που κυλίωνται στο βούρκο για να ζήσουν; Ποιος ξέρει ότι σε όλες τις γωνιές και στα κέντρα ακόμη της πολυπλάγκτου αυτής πόλεως οργιάζει το λαθρεμπόριον των ναρκωτικών;
Ε, λοιπόν, όλα αυτά θα τα μαστιγώσουμε αλύπητα, θα τα ξεσκεπάσουμε, θα τα κτυπήσουμε κι ας έλθουν, αν θέλουν, οι «αρμόδιοι» να πράξουν το καθήκον τους.
***
Πηγαίνετε ένα βράδυ στο καμπαρέ. Θαμπώνει το μάτι σας από τα πολύφωτα και τα μεθυστικά λαμπιόνια. Βλέπετε κυρίες αρχοντοκότες, αρτίστες με μεταξωτά φορέματα, γκαρσόνια που σας μειδιούν, μουσικούς έτοιμους να σας ξανάψουν το κέφι με τους πιο παθιάρικους, τους πιο ανατολίτικους και διεγερτικούς σκοπούς. Και αποθαυμάζετε το λαμπροστόλιστο αυτό περιβάλλον. Κατόπιν πληρώνετε το θαυμασμό σας αυτό είτε μ’ ένα μπουκάλι σαμπάνια είτε μ’ ένα κοκτέιλ. Και φεύγετε με το συναίσθημα ότι περάσατε λίγες ώρες ευχάριστες σ’ ένα περιβάλλον γλεντιού, παραζάλης και ηδονής.
Δυσώνυμοι οίκοι πλάι στις εκκλησίες!
Στην Καλαμάτα η πορνεία οργιάζει. Γριούλες μαστρωποί, μεσόκοποι που ψαρεύουν φτωχοκόριτσα στους συνοικισμούς ή στις εργατικές συνοικίες για να τα παραδώσουν αντί ολίγων ταλλήρων στον άπληστο από ερωτικό πάθος καλοφαγωμένο κοιλαρά, πόρνες που ο χρόνος τις ξεμέστωσε κι είναι ανίκανες να βγάλουν το ψωμί τους «τίμια» και παζαρεύουν στους δρόμους την ηδονή.
Στην Καλαμάτα λειτουργούν μες τη μύτη της κοινωνίας μυστικοί οίκοι ανοχής. Κι υπάρχουν δίπλα από τις εκκλησίες μπουρντέλα! Στο ναΰδριο των Αγίων Ταξιαρχών, παρά την οδό Αγίου Νικολάου, λειτουργεί το… ευφήμως γνωστόν σ’ ολόκληρη τη Μεσσηνία μπουρντέλο «Πυλία». Και λειτουργεί τη ανοχή των αρχών.
Δίπλα στην Επισκοπή λειτουργεί χωρίς καμία προφύλαξη και σχεδόν επισήμως μυστικός οίκος ανοχής διευθυνόμενος από γυναίκες γνωστές στην Αστυνομία όσο κι… εμείς!
Στην Παραλία και ιδίως στους δύο προσφυγικούς συνοικισμούς το εμπόριο του έρωτος οργιάζει. Στη Ράχη πλησίον της Υπαπαντής και στα «Μανιάτικα» υπάρχουν κρυφά μαγαζιά που πωλούν κοντά στο κρασί και τους μεζέδες και έρωτα.
Η κεντρικώτερη αρτηρία της πόλεως, η οδός Αριστομένους, έχει μεταβληθή ιδίως τη νύκτα σε λεωφόρο του έρωτος. Πέντε ξενοδοχεία ύπνου -κατ’ ευφημισμόν εννοείται – και τρία καμπαρέ στεγάζουν την επίσημη πορνεία της Καλαμάτας.
Η λεωφόρος Αριστομένους μετά τα μεσάνυχτα
Έχετε περάσει από την οδό Αριστομένους τη νύχτα, την ώρα ακριβώς που σχολούν τα καμπαρέ κι η πλαδαρή γυναικεία σάρκα εξαπολύεται στη λεωφόρο και στις παρόδους της; Αν όχι, δεν ξέρετε τίποτα.
Το σχόλασμα των καμπαρέ είναι η πιο κρίσιμη στιγμή για όσους ζουν τη ζωή της νύχτας. Τότε έχει ξεχωρίσει η ήρα από το σιτάρι κι ο κάθε κατεργάρης έχει πάει στον πάγκο του. Δεν μένουν παρά οι ελάχιστοι «φίλοι των γυναικών», οι μουστερήδες της νύχτας που πληρώνουν κατόπιν το «κερολίβανο» στο «ξενοδοχείο» και μερικοί καθυστερημένοι γλεντζέδες που ξεχάστηκαν στα καμπαρέ. Κι όλος αυτός ο συρφετός, μαζί με τις γυναίκες, ξεχύνεται στη λεωφόρο… Άλλος λέει το κοντό του κι άλλος το… μακρύ του. Εκεί θα ακούσετε γυναίκες να βλασφημούν, γιατί κάποιος τις έθιξε ή να ξεφωνίζουν και να μην αφήνουν τους πέριξ να κοιμηθούν, άλλες μεθυσμένες να τραγουδούν τραγούδια κι άλλες θα δείτε συννεφιασμένες από τη στενοχώρια, γιατί δεν έτυχε να πάρουν «μουστερή» για την «απαραίτητη νυχτιά», να τραβούν προς το «διανυκτερεύον» ζαχαροπλαστείον του Κατσούλη, με την ελπίδα ότι πιθανόν εκεί να βρεθή κανένα πελάτης.
Μια θλιβερή ιστορία
Θα σας περιγράψω μέσα σε λίγες γραμμές τη θλιβερή ιστορία μιας γυναίκας. Τη θυμήθηκα μικρό κοριτσάκι στην Καλαμάτα, που ήταν – εδώ και πέντε χρόνια – υπηρέτρια σε κάποιο μεγάλο τζάκι. Το αφεντικό της – αυτή είναι η τραγική μοίρα των φτωχών κοριτσιών – κάποτε τη διέφθειρε με χίλιες – δυο ψεύτικες υποσχέσεις. Κατόπιν την αποζημίωσε γι’ αυτό – δηλαδή αγόρασε την τιμή της αντί ωρισμένου ποσού – και την πάντρεψε μ’ έναν τύπο του καλαματιανού υποκόσμου. Αυτός λίγες μέρες μόλις μετά το γάμο τους άρχισε να την εμπορεύεται. Την έστελνε σε πολλούς «καθώς πρέπει» και «με τον τρόπο τους» κυρίους και την παρεδίδεν αντί χρημάτων. Ο άντρας της ήταν ο μόνος εξουσιαστής κι αφέντης του κορμιού της. Και το διέθετεν όπως ήθελε.
Αλλ’ ας αφήσουμε την ίδια να μιλήση: «Μια μέρα μ’ έστειλε σ’ έναν έμπορο για 100 δραχμές. Πήγα κι υπέκυψα σαν κτήνος στις προτάσεις του. Έπρεπε οπωσδήποτε να πάρω το εκατοστάρικο για νάχουμε να φάμε το βράδυ. Ο πελάτης μου μ’ επήγε στην γκαρσονιέρα του. Εκεί βρέθηκα ανάμεσα σ’ άλλα “κορίτσια” και μαθήτριες ακόμη, από δεκατεσσάρων ίσαμε δεκαεφτά ετών, και μια παρέα από άντρες που οργίαζαν μαζί τους. Στους τοίχους υπήρχαν διεγερτικές εικόνες, γυμνές γυναίκες κι άντρες. Πέρασα εκεί μαζί τους μια νύχτα αμαρτίας και κολάσεως. Ωστόσο ξαναπήγα, δεύτερη, τρίτη, εικοστή φορά. Και παραδόθηκα σιγά σιγά σ’ όλους. Όπως και τα άλλα τα κορίτσια. Εκεί είδαν πολλά τα μάτια μου…
Κάποτε ένας από τους “φίλους” μου, μου έδωσε και πήρα πρέζα για να μπορώ να τον διασκεδάσω καλύτερα. Πήρε κι αυτός την πρέζα του. Άλλοι πάλι φούμερναν “τσιγαριλίκι”. Η πρέζα μ’ έφερε σε άλλους κόσμους. Μ’ άρεσε και τη ζήτησα κατόπιν μόνη μου. Έβρισκα σ’ αυτή τη λησμονιά της τρικυμισμένης ζωής μου. Ήταν ένα βάλσαμο στις πληγές που μούχεν ανοίξει ο άντρας μου, που μ’ εκμεταλλευόταν σαν κτήνος. Πήρα κι άλλες φορές πρέζα. Έτσι έμαθα την κοκαΐνη. Για ένα σκονάκι τώρα μπορώ να πάω με τα πόδι ίσαμε την άλλη άκρη του κόσμου».
Θέλετε και τον επίλογο της δραματικής ιστορίας αυτής; Ορίστε…
Εδώ και τρεις μήνες προσεβλήθη από σιφιλίδα, πλευρίτιδα και βρογχικούς κατάρρους. Προ μηνός τη στείλανε στο Νοσοκομείο Συγγρού στην Αθήνα, ερείπιο πια, για θεραπεία.
Χθες έμαθα ότι πέθανε στο Νοσοκομείο όταν της έκαναν οι γιατροί μίαν ένεση 606.
Αυτά έπρεπε να γραφούν.
Ένας κίνδυνος, λοιπόν, μεγάλος, κίνδυνος – θάνατος, για τα κορίτσια είναι και τα λειτουργούντα στην πόλη αυτή του αγοραίου έρωτος, χοροδιδασκαλεία. Οι διευθύνοντες αυτά είτε γιατί η καλαματιανή κοινωνία στην αρχή δεν τους επρόσεξεν όσον έπρεπεν είτε γιατί αντιμετωπίζουν μεγάλες οικονομικές στενοχώριες και αναδουλειά, ούτε λίγο-ούτε πολύ, τα μετέβαλαν σε ύποπτα κέντρα, σαν χρηματιστήρια έρωτος, σε άντρα διαφθοράς.
Το κακό αυτό που γίνεται στην Καλαμάτα πρέπει να χτυπηθή μια και καλή για να μπορέσουμε να το διορθώσουμε. Όλοι μας, δημοσιογράφοι, επιστήμονες, εργάτες, φτωχοί, οικογενειάρχες και Αστυνομία, πρέπει να εμβαθύνουμε στη φράση που λέγεται έξω από τα όρια της Μεσσηνίας για μας τους Καλαματιανούς.
Ν.Ν.