Στην κορυφή του Ολύμπου… με τους “Συνοδοιπόρους στη Φύση”

Στην κορυφή του Ολύμπου…  με τους “Συνοδοιπόρους στη Φύση”

Όταν ως μαθητές του Δημοτικού μαθαίναμε στην ελληνική μυθολογία για το Δία και τους άλλους θεούς του Ολύμπου, δεν περίμενα ποτέ, δεν είχε καν περάσει από το μυαλό μου, ότι κάποτε θα πατούσα την κορυφή του, το Μύτικα, στα 2.918 μέτρα! Να όμως, που, αν και ποτέ δεν υπήρξε στόχος ζωής, ευτυχώς, μου έτυχε μέσα από την πεζοπορική ενασχόληση μου με τους “Συνοδοιπόρους στη Φύση”, χωρίς ωστόσο να έχω τόσο… ψηλές βλέψεις.

Σάββατο

Το οδοιπορικό προς τον Όλυμπο ξεκίνησε το Σάββατο (11/7) το πρωί. Αχάραγα, αναχώρησε το λεωφορείο από την Καλαμάτα με 20 “Συνοδοιπόρους στη Φύση” και προορισμό το Λιτόχωρο και τις παρυφές του Ολύμπου.

Μετά αρκετές ώρες ταξίδι, και αφού περάσαμε το Λιτόχωρο, έπειτα από 13 χλμ., νωρίς το απόγευμα, φτάνουμε στους πρόποδες του όρους –κατοικίας των 12 θεών, στη θέση “Γκορτσιά”. Αφού φορτώσαμε κάποιες από τις αποσκευές μας στα συμπαθή τετράποδα (μουλάρια και άλογα) που εφοδιάζουν με προμήθειες τα καταφύγια “Πετρόστρουγκα” (1.925 μέτρα) και “Γιώσος Αποστολίδης” (2.697μέτρα), ξεκινά το οδοιπορικό μας. Πήραμε το καλά οδοσημασμένο ανηφορικό μονοπάτι που οδηγεί στο καταφύγιο της “Πετρόστρουγκας”, αρχικό προορισμό μας. Κατά το διάβα μας, πέρα από το όμορφο δάσος με τη μαύρη πεύκη, που απολαμβάναμε, ο καιρός μάς βοήθησε πολύ με την καθαρότητά του, ώστε η ματιά μας να φτάνει μακριά στον ορίζοντα, μέχρι το Δίον και την Κατερίνη.

Στην αρχή δυσκολευτήκαμε μέχρι να βρούμε το βηματισμό μας, μετά το κουραστικό ταξίδι από την Καλαμάτα, την άπνοια που επικρατούσε, και σε κάποια σημεία τον ήλιο να μας χτυπά κατακέφαλα. Όσο ανεβαίναμε, ο αέρας άρχισε να μας δροσίζει, κάνοντας τη δύσκολη πεζοπορία μας πιο… εύκολη.

Ακολουθώντας το ίδιο μονοπάτι που οδηγεί στο “Οροπέδιο Μουσών” και τις κορυφές (Μύτικας και Στεφάνι), στο ύψος του υδραγωγείου (με την Ελληνική Σημαία σχηματοποιημένη με λευκό και γαλάζιο χρώμα), παίρνουμε μια ανάσα και βγάζουμε φωτογραφίες στο πυκνό από οξιές δάσος, οι οποίες στη συνέχεια δίνουν τη θέση τους σε υπεραιωνόβια ρόμπολα.

Μετά τρεις περίπου ώρες ανηφορικής πορείας, φτάνουμε στο πρώτο καταφύγιο, της “Πετρόστρουγκας”, μέσα σε ένα πανέμορφο δάσος, όπου διανυκτερεύσαμε. Παρεΐτσα και χωρατά με τα άλλα μέλη της ομάδας και χαλάρωση, μέσα στο καταφύγιο και γύρω από αυτό -όπου κάποιοι επέλεξαν να στήσουν τις σκηνές τους- μέχρι την ώρα, νωρίς το βράδυ, που έκλεισαν τα φώτα και αποσυρθήκαμε στους κοιτώνες για ύπνο.

Κυριακή

Μετά το λιτό πρωινό, ξεκινήσαμε στις 8.30 το πρωί της Κυριακής (12/7) για τον επόμενο σταθμό μας, το καταφύγιο “Γιώσος Αποστολίδης”. Στην αρχή πεζοπορούμε στο ανηφορικό μονοπάτι μέσα στο πυκνό δάσος με οξιές και ρόμπολα. Ύστερα από κοπιαστική ανηφορική πεζοπορία, κι αφού βγήκαμε από το δάσος, φθάνουμε στην κορυφή “Σκούρτα” (2.485 μ.) από όπου αρχίζει το αλπικό τοπίο. Στην κορυφή ο αέρας ήταν δυνατός αναγκάζοντάς μας στην ολιγόλεπτη ξεκούρασή μας να βάλουμε πάνω από τα κοντομάνικα μπλουζάκια μας τα αντιανεμικά μας μπουφάν. Ο καιρός πεντακάθαρος και η θέα προς όλες τις κατευθύνσεις εκπληκτική. Από εκεί κατηφορίζουμε αρχικά για λίγο και μετά ξανά ανηφόρα, πάνω σε μία στενή ράχη, τον “Λαιμό”, που καταλήγει στο “Οροπέδιο των Μουσών”.

Αφού διαβήκαμε τον “Λαιμό” και με τα συρματόσχοινα αναρριχηθήκαμε στο πέρασμα του “Γιώσου”, λίγο μετά αντικρίσαμε το Οροπέδιο. Στην αρχή του, το μονοπάτι δημιουργεί διχάλα, με δύο επιλογές. Το μονοπάτι προς τ’ αριστερά οδηγεί στο καταφύγιο “Χρήστος Κάκκαλος”, το οποίο διακρίνουμε στο βάθος. Εμείς πήραμε το άλλο, το δεξί μονοπάτι, αδημονώντας να φτάσουμε στον προορισμό μας, το καταφύγιο “Γιώσος Αποστολίδης”.

Μετά μια ήπια ανηφορική διαδρομή 40 περίπου λεπτών στο οροπέδιο των Μουσών φτάσαμε στις 12 περίπου το μεσημέρι στο καταφύγιο, που είναι “κρυμμένο” πίσω από την κορυφή του προφήτη Ηλία. Είχαμε πια διανύσει από την “Γκορτσιά”, που ξεκινήσαμε, απόσταση 13.400 μέτρων.

Το καταφύγιο “Γιώσος Αποστολίδης”, χωρητικότητας 80 ατόμων, είναι το μοναδικό κτίσμα στη χώρα μας, καθώς και στα Βαλκάνια, σε ύψος 2.697μέτρων, το οποίο κτίστηκε το καλοκαίρι του 1961 από το Σύλλογο Ελλήνων Ορειβατών Θεσσαλονίκης Σ.Ε.Ο.Θ. Στο καταφύγιο δόθηκε το όνομα του Γιώσου Αποστολίδη, ενός έμπειρου ορειβάτη που γεννήθηκε στα Σούρμενα του Πόντου το 1907 και έχασε τη ζωή του σε τραγικό δυστύχημα, στο λούκι του Μύτικα, στις 4 Μαΐου του 1964.

Από την ώρα που φτάσαμε, τα σύννεφα περνούσαν συνεχώς μπροστά μας, αγκαλιάζοντας και κρύβοντας την κορυφή “Στεφάνι” και τον “Μύτικα” ως εκ τούτου, για τον οποίον δεν είχαμε εικόνα. Ενώ ο προγραμματισμός ήταν να ανέβουμε αυθημερόν στον “Μύτικα”, η συννεφιά άρχιζε να μας προβληματίζει. Μετά το μεσημεριανό γεύμα, και αφού ο καιρός “καθάρισε” ξεκινήσαμε στις 3.30 από το καταφύγιο “Γιώσος Αποστολίδης” για την ψηλότερη και δυσκολότερη κορυφή του Ολύμπου και τα 2.918 μέτρα ύψος.

Αφού αφήσουμε τις “Πόρτες”, στα δεξιά μας, συνεχίζουμε την πορεία μας κάτω ακριβώς από το “Στεφάνι”. Το μονοπάτι στο μεγαλύτερο μέρος πολύ στενό και αριστερά μας, δυο ματιές που έριξα, πήρα μια “γεύση” του χάους. Φτάνοντας στο διάσελο, ανάμεσα στις δύο κορυφές, αριστερά και μπροστά μας βλέπουμε τον “Μύτικα” και δεξιά μας το “Στεφάνι”.

Όσο κι αν είσαι έτοιμος, ως άπειρος ορειβάτης, αντικρίζοντας το λούκι του “Μύτικα” και ρίχνοντας το βλέμμα σου προς την κορυφή, το πρώτο που κάνεις είναι να το ξανασκεφτείς, αλλά η πρόκληση είναι μεγάλη. Ακολουθούμε τα πολλά κόκκινα σημάδια πάνω στους βράχους που μας οδηγούν μέσα από το “Λούκι” του “Μύτικα” στην κορυφή. Με χέρια και με πόδια επιλέγουμε τις σταθερές πέτρες και αποφεύγουμε τις σαθρές. Ανεβαίνουμε με προσοχή, σιγά σιγά προς την κορυφή, την οποία πατήσαμε μετά περίπου 40 λεπτά προσπάθειας. Η χαρά μας έκδηλη. Αγκαλιές, φιλιά και βουρκωμένα μάτια, σε κάποιες περιπτώσεις.

Μετά τις απαιτούμενες ομαδικές και κατά μόνας φωτογραφήσεις, και την αναγραφή του ονόματός μας στο βιβλίο του “Μύτικα”, ακολούθησε η κάθοδος προσεκτικά, όπως και η ανάβασή μας. Η χαρά δε μας παρέσυρε. Κατεβήκαμε με ασφάλεια και επιστρέψαμε στο καταφύγιο “Γιώσος Αποστολίδης”. Χαρούμενοι, χαλαρώσαμε, φάγαμε και ήπιαμε και λίγο πριν από την υποχρεωτική συσκότιση. Αποσυρθήκαμε στους κοιτώνες όπου χωθήκαμε μέσα στα sleeping bags (σλίπινγκ-μπαγκς), να ξεκουραστούμε για την κάθοδο της επομένης.

Δευτέρα

Τη Δευτέρα (13/7), πριν αρχίσουμε την κάθοδο, από το καταφύγιο “Γιώσος Αποστολίδης”, κάποιοι ανέβηκαν στην κορυφή “Προφήτης Ηλίας” (2.803 μ.) και απόλαυσαν τη θέα προς τον κάμπο της Πιερίας.

Ο καιρός, με τα σύννεφα να μας περιτριγυρίζουν, κατά την κάθοδό μας δε μας επέτρεψε να απολαύσουμε τη θέα, καθώς ο ορίζοντάς μας είχε περιοριστεί κατά πολύ. Δε μας πείραξε όμως, γιατί μέχρι τότε μας είχε ευνοήσει, είχε αφήσει ελεύθερο τον ορίζοντά μας.

Πριν κλείσω το σημείωμά μου, οφείλω δύο λόγια, αν και αξίζουν πολλά περισσότερα, για την αρχηγό της αποστολής Άντζελα Τοτάκη και τον οδηγό της ομάδας Κώστα Κορομηλά, που διοργάνωσαν την αποστολή, μας οδήγησαν στην κορυφή του Ολύμπου και μας γύρισαν με ασφάλεια στα σπίτια μας.

Θα κλείσω -κρατώντας μέσα μου κάθε στιγμή αυτής της υπέροχης πεζοπορίας- με το σχόλιο της ομάδας μας, της ομάδας “Συνοδοιπόροι στη Φύση”: “Ανεβήκαμε όχι για να νικήσουμε το βουνό ή να κατακτήσουμε την κορυφή, αλλά τους εαυτούς μας. Η ευτυχία, η σωτηρία και ο παράδεισος για μας ήταν η ανάβαση!”.

Του Γιώργου Ν. Ξιάρχου