Ο εν Καλάμαις Μητροπολιτικός Ναός της Υπαπαντής του Σωτήρος, έχει περίεργον ιστορίαν την οποίαν διεφύλαξεν πιστώς η παράδοσις.
Προ αμνημονεύτων ετών εις εποχήν μη δυναμένην να ορισθή κατά χρονολογικήν ακρίβειαν, πάντως όμως προ της Αλώσεως της Κων/πόλεως υπό των Τούρκων, είχεν ανεγερθή ολίγα μέτρα μεσημβρινώτερον του τόπου, ένθα έχει κτισθή ο σημερινός Μητροπολιτικός Ναός των Καλαμών, μικρός ναός, τιμώμενος επ’ ονόματι της Υπαπαντής του Σωτήρος.
Εντός του ναΐσκου τούτου ανέκειτο μικρά εικών της Θεομήτορος, ιστορηθείσα, ως διαπιστούται εκ της αψευδεστέρας ιστορικής πηγής της παραδόσεως, υπό Λουκά του Αποστόλου. Την ιστορικήν ταύτην μαρτυρίαν προσεπικουροί ου μόνον η κατά παράδοσιν πιστή και ομοιόμορφος αφήγησις περί του γράψαντος την Θαυματουργόν εικόνα Ιερωτάτου Λουκά του Αποστόλου, αλλά και το γεγονός ότι αύτη είναι ακριβέστατα ομοία και κατά τους χαρακτήρας, και κατά τας διαστάσεις, και κατά το αγιογραφικόν ύφος, και κατά τον χρωματισμόν προς άλλας εικόνας του αυτού Αποστόλου Λουκά, περί των οποίων ουδεμία ουδέποτε εξεδηλώθη δυσπιστία. Εκείνο που ειμπορεί να αμφισβητηθή είναι εάν η εικών της Θεομήτορος, η ανακειμένη εν τω Μητροπολιτικώ Ναώ των Καλαμών, καταλέγεται μεταξύ των 80 εικόνων του Λουκά ή μεταξύ των 12 του Λουκά. Πάντως όμως η θαυματουργός εικών είναι έργον των χειρών του Λουκά.
Ο ναός της Υπαπαντής πυρπολείται
Όταν μετά τίνα έτη από της καταλήψεως της Κων/πόλεως, περιήλθε και η Πελοπόννησος υπό την τουρκικήν δεσποτείαν, ο τότε ναός της Υπαπαντής επυρπολήθη υπό των Τούρκων και δεν απέμεινε τίποτε εκ του ναού εκείνου. Όλαι σχεδόν αι εικόνες (πλην της θαυματουργού εικόνος του Λουκά απετεφρώθησαν). Εις ην θέσιν ευρίσκεται σήμερον η οικία Ζακοπούλου, ένθα πριν το Ειρηνοδικείον, ευρίσκετο το Διοικητήριον, δυτικώτερον δε αυτού και εις απόστασιν δέκα περίπου μέτρων από του σημερινού Μητροπολιτικού Ναού, εκτίσθη ο σταύλος του Πασά, ακριβώς εις θέσιν όπου έκειτο ο αποτεφρωθείς ναός της Υπαπαντής.
Η βεβήλωσις αύτη του ιερού χώρου υπό των κατακτητών, κατέθλιψε μεν τους τότε Καλαματιανούς, αλλά τις ηδύνατο διαμαρτυρηθή, ακινδύνως κατά των βαρβάρων δεσποτών.
Εν τούτοις κατά θείαν οικονομίαν, επέπρωτο να γίνη η αποκάλυψις της εκ θαύματος διασώσεως της θαυματουργού Πολιούχου μας μετά τρεις και πλέον αιώνας από της πυρπολήσεως του Ναού της Υπαπαντής.
Πώς ανευρέθη η εικών
O ιπποκόμος του Πασά επί τρεις συνεχείς νύκτας είδε καταπληκτικόν όνειρον. Γυνή μελανειμονούσα ενεφανίσθη εις τον ιπποκόμον κατ’ όναρ και τον διέταξε ν’ ανακοινώση εις τον Τούρκον Πασάν, ότι έπρεπε ν’ αποσύρη εκείθεν τον σταύλον, διότι εν εναντία περιπτώσει θα υφίστατο κακόν.
Το όνειρον επανελήφθη κατά τρεις συνεχείς νύκτας, ότε ο ιπποκόμος τρέμων ανήγγειλεν εις τον Πασσάν το όνειρον. Ο Τούρκος, αγαθός άνθρωπος, δεν εδυσπίστησεν εις τον ιπποκόμον του και προθύμως έπαυσε χρησιμοποιών τον ιερόν εκεί χώρον ως σταύλον.
Αλλά μετά τινας ημέρας ενεφανίσθη κατ’ όναρ η αυτή μελανειμονούσα γυνή, θείας καλλονής, και ανεκοίνωσεν εις τον περιδεή Πασσάν, ότι ο σταύλος έκειτο επί των ερειπίων του αποτεφρωθέντος προ τριών αιώνων ναού της Υπαπαντής και ότι έπρεπεν επειγόντως να γίνουν ανασκαφαί προς ανεύρεσιν, της υπό τα ερείπια κεχωσμένης εικόνος του Λουκά.
Αι ανασκαφαί
Ο Τούρκος Πασάς αφυπνισθείς έντρομος εκ του εκπληκτικού ονείρου έσπευσε να καλέση παρ’ εαυτώ τον τότε προύχοντα των Καλαμών Τζάνεν προς ον ανεκοίνωσεν τα συμβάντα. Ο Τζάνες τον ενεθάρρυνε να προβή εις τας υποδειχθείσας ανασκαφάς, αίτινες πράγματι έφεραν εις φως την από τριών αιώνων τεθαμμένην θαυματουργόν εικόνα της Θεομήτορος. Πως δεν εσάπησε το ξύλον εφ’ ου η χειρ του Αποστόλου Λουκά εζωγράφισε το πάνσεπτον ομοίωμα της Θεομήτορος; Πως τα χρώματα διετηρήθησαν αναλλοίωτα μέσα εις τα υγρά χώματα; Πώς διεσώθη μόνο η θαυματουργός εικών της Θεομήτορος εκ της πυρκαϊάς του ναΐσκου; Πάντα ταύτα είναι μυστήρια, των οποίων την εξυχνίασιν μόνον οι πιστοί χριστιανοί δύνανται να εξηγήσουν. Οπωσδήποτε είναι βέβαιον, ότι ο Τούρκος τη ευσεβή μερίμνη του οποίου εγένοντο αι ανασκαφαί, άμα τη ανευρέσι της θαυματουργού εικόνος επίστευσε εις τον Χριστόν και βαπτισθείς παρέμεινε χριστιανός εν κρυπτώ και παρασβύστω, λατρεύων τον Χριστόν και πολυειδώς και πολυτρόπως προστατεύων τους χριστιανούς.
Νέαι περιπέτειαι της θαυματουργού εικόνος
Η υπό τοιαύτας εκπληκτικάς συνθήκας ανευρεθείσα θαυματουργός εικών, ετοποθετήθη εις τον αρκτικώς του φρουρίου εκτισμένον ναόν του Αγίου Γεωργίου.
Κατά την παράδοσιν, οι Καλαματιανοί της εποχής εκείνης απέδειδον θαυματουργούς ιδιότητας, ως δε βεβαιούται, είχον σημειωθή πολλά και εκπληκτικά θαύματα υπέρ των επικαλουμένων εν πίστει και μετανοία την πάνσεπτον μητέρα του Θεού.
Ήτο δε τοσαύτη η θερμή πίστις των Καλαμίων προς την Ιεράν Πολιούχον της Μεσσηνιακής πρωτευούσης, ώστε πλείστοι εξ ευλαβείας έκοπτον εκ του ξύλου της θαυματουργού εικόνος μικροσκοπικά τεμάχια, άτινα εχρησιμοποίουν ως φυλαχτά.
Αλλ’ εν έτει 1842 ο ναός εκείνος του Αγίου Γεωργίου κατέπεσεν εκ σεισμού, ότε η εικών περισωθείσα ως εκ θαύματος, ετοποθετήθη προσκαίρως εις τον εν τη Μονή των Καλογραιών Ναόν του Αγίου Κωνσταντίνου. Εν έτι 1854 ανοικοδομήθη ο Μητροπολιτικός Ναό της Υπαπαντής όπου ετοποθετήθη η θαυματουργός εικών.
Αλλ’ αι περιπέτειαι της θαυματουργού εικόνος, το γεγονός ότι έμεινε τεθαμμένη επί μακροχρόνιον διάστημα, έτι δε και η συνήθεια των πιστών να κόπτουν ξυλάκια εκ της εικόνος, ανάγκασαν τους Καλαματιανούς να λάβουν μέτρα περισώσεως της εικόνος.
Εν έτει 1839 υπηρέτη ενταύθα ως γραμματεύς της Διοικήσεως ο Δημ. Βυζάντιος, ζωγράφος, όστις βάσει της παλαιάς εικόνος εζωγράφισεν νέαν τοιαύτην. Η παλαιά αρχαία εικών περιεκλείσθη εντός κυτίου και προς αυτού ετοποθετήθη η νέα εικών του Βυζαντίου.
Η καταπληκτική επιτυχία του Βυζαντίου, μετά μοναδικής δεξιοτεχνίας, απομιμηθέντος το αρχέτυπον της θαυματουργού εικόνος του Λουκά, προεκάλεσεν τον γενικόν θαυμασμόν. Προς περιφρούρησιν του αρχετύπου τούτου περεκλείσθη τούτο εντός κυτίου, έμπροσθεν του οποίου ετοποθετήθη του Βυζαντίου το αντίγραφον. Ο Βυζάντιος πλην της εικόνος της Θεομήτορος εζωγράφισε και τον Ευαγγελισμόν της Θεοτόκου και άλλα έργα.
Πότε ετέθη ο θεμέλιος λίθος του ναού
Ο θεμέλιος λίθος του Μητροπολιτικού Ναού της Υπαπαντής ετέθη μετά πάσης μεγαλοπρεπείας και λαμπρότητος εν έτει 1859 υπό του τότε Αρχιεπισκόπου Μεσσηνίας αειμνήστου Προκοπίου Γεωργιάδου, του μετέπειτα Μητροπολίτου Αθηνών, επί της Δημαρχοντίας του Θεοδ. Κυριακού, συνεργούντων του Πρωτοσυγκέλου Γερασίμου Παγώνη και των Επιτρόπων Ιωάννου Καραλιά (όστις αφιέρωσεν ολόκληρον την περιουσίαν του εις τον Ναόν της Υπαπαντής), Γ. Κουτσογιαννοπούλου, πατρός του γυμνασιάρχου Ηλία Κουτσογιαννοπούλου, Νικολάου Ψάλτη, πατρός του μετέπειτα μεγαλεμπόρου Παναγ. Ψάλτη, Γεωργ. Χατζηθεοδώρου και Πανάγου Στραβοσκιάδου συμβολαιογράφου.
Πρωτομάστορας των εργαζομένων δια την ανοικοδόμησιν του Ναού κτιστών ήτο ο εκ Τήνου Μάρκος Λαμπαδίτης.
Η εργασία εξηκολούθησεν επί δεκατετραετίαν ολόκληρον μέχρι του έτους 1873.
Τα εγκαίνια του Μητροπολιτικού Ναού
Την 19ην Αυγούστου 1873 ημέρα Κυριακήν εγένοντο μετά πρωτοφανούς μεγαλοπρεπείας τα εγκαίνια του Μητροπολιτικού Ναού της Υπαπαντής τελετουργούντος του αειμνήστου αρχιεπισκόπου Προκοπίου Γεωργιάδη, επί της Δημαρχοντίας του Πέτρου Μαυρομιχάλη και επί της επιτροπείας των Αλεξάνδρου Φοίφα, ιερέως, Παναγ. Στραβοσκιάδη, Κων. Δουκάκη, Σπυρ. Γιάννουκλα, πατρός του ζωγράφου Αν. Γιάννουκλα και Δημ. Μαραβά. Ευθύς αμέσως έκτοτε συνεχωνεύθησαν αι τρεις ενορίαι (Αγ. Γεωργίου του Φρουρίου, Αγ. Αθανασίου και παλαιού Αγ. Νικολάου) εις μίαν την της Υπαπαντής.
Ο περικαλλής ούτος Ναός, ένθα ανάκειται η θαυματουργός εικών, είναι τρισυπόστατος. Ο μέσος θρόνος είναι ο της Υπαπαντής του Σωτήρος προς τιμήν του αειπάρχοντος Ναού, ο δεξιός θρόνος είναι ο του Αγίου Γεωργίου προς ανάμνησιν του Φρουρίου καταπεσόντος εκ σεισμού Αγ. Γεωργίου, όστις εχρησίμευσεν ως καταφύγιον της θαυματουργού εικόνος, ο δε αριστερός είναι του Αγίου Αντωνίου, χάριν του Αντωνίου Μαυρομιχάλη) όστις σπουδαίως συνέβαλεν εις την ανοικοδόμησιν του Ναού.
Έκτοτε, συνεχώς και αδιαλείπτως, οι εκάστοτε εκκλησιαστικοί σύμβουλοι μετά ζήλου, φανατισμού και αφοσιώσεως εργασθέντες, διεκόσμησαν τον Ναόν με ό,τι τέλειον έχει να επιδείξη η νεωτέρα τέχνη.
Ό,τι εγένετο εν τω Ναώ υπήρξεν τέλειον. Οι τρεις πολυέλαιοι του Ναού είναι μεγαλοπρεπέστατοι, ουδαμού δε της Ελλάδος υπάρχουν εφάμιλλοι αυτών. Το ωρολόγιον, οι αρμονικοί κώδωνες του Ναού, τα δύο προ τέμπλεου μανουάλια, τα δύο πελώρια αργυρά κανδύλια, είναι πολύτιμα έργα τέχνης.
Τα κυριώτερα αγιογραφικά έργα τα ανατεθειμένα εν τω Ναώ, πλην της θαυματουργού εικόνος της Θεομήτορος, είναι ο παντοκράτωρ, έργον σπανίας και απαραμίλλου τέχνης, γραφέν υπό του Επαμ. Θωμοπούλου, διαπρεπούς ζωγράφου εκ Πατρών Δημοπούλου, επί της επιτροπείας του Π. Στρούμπου ήδη Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος Ιεζεκιήλ και Κων. Παρθενίου. Αι Μυροφόροι, έργον Ρωσσσικής τέχνης, δωρηθέν μερίμνη των Αφών Στασινοπούλου υπό των εργατίδων του εργοστασίου των, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου έργον του Βυζαντίου, ο εσταυρωμένος, ο Νυμφίος της ωραίας Πύλης, η Ανάστασις, ο Άγιος Σπυρίδων όλαι αι εικόνες του τεμπλέου, έργα του ζωγράφου Αντ. Φερεντίνου, αι τυχογραφίαι του Ναού εις διαφόρους παραστάσεις, έργα Ευστρατιάδου, γενόμενα επί της επιτροπείας των Ι. Σάλμα, Β. Κωστοπούλου, Δ. Κοντέα και Χρ. Πάστρα και του οικονόμου Κ. Καίσαρη.
Πότε ετοποθετήθη η εικών – χρονολογία θρησκευτικής πανηγύρεως
Ως προεξετέθη, τα εγκαίνια του ναού εγένοντο την 19 Αυγούστου 1873. Η εικών μετεφέρθη εν αυτώ την 6ην Αυγούστου. Αλλά η θρησκευτική πανήγυρις ενεκαινιάσθη πολύ βραδύτερον. Η πάνσεπτος εικών απετέλει πάντοτε το ευλαβές προσκύνημα όλων των Μεσσηνίων. Αλλ’ η θρησκευτική πανήγυρις ήρξατο από του 1889, ότε το πρώτον εγένετο η περιφορά της ανά την πόλιν. Εις τούτο συνέβαλεν αμερίστως η επιμονή, η θεληματικότης και ο ακάματος ζήλος του τότε πρωτοψάλτου της Μητροπόλεως, Ιω. Κατσαΐτη, όστις εκέντρισε τον ζήλον των τότε επιτρόπων Θεοδοσίου Σπυροπούλου, Π. Κουτσομητοπούλου, Ν. Ματζαβάκου και Μιχ. Πλυμενάκου.
Τα επιτελεσθέντα θαύματα υπό της Θεομήτορος δια της θαυματουργού εικόνος της είναι απειράριθμα. Εις τα αρχεία του ναού και εις ειδικόν βιβλίον αναγράφονται τα γενόμενα θαύματα, άτινα, όντως προκαλούν την κατάπληξιν διότι αναφέρονται εις γεγονότα σύγχρονα.
Ένα από τα θαύματα είναι η μυστηριώδης διάσωσις του αρχετύπου της θαυματουργού εικόνος του Λουκά κατά την εν έτι 1914 πυρκαϊάν. Τότε απετεφρώθη ο θρόνος της, η αγιογραφία του Βυζαντίου, αλλά το αρχέτυπον του Λουκά περιεσώθη. Επ’ αυτών δε ο αείμνηστος Ιακωβίδης εζωγράφισε την σημερινήν περίλαμπρον εικόνα της Θεομήτορος, ομοία της οποίας δεν υπάρχει εν Ελλάδι.